Κάτοχοι αξιόγραφων τράπεζας Κύπρου Ελλάδος


ΑΠ 2061/2022

Ευθύνη Τραπεζών - Επενδυτικές υπηρεσίες - Αδικοπρακτική ευθύνη - Παροχή επενδυτικών συμβουλών - Σύνθετα επενδυτικά προϊόντα μετατρέψιμα σε μετοχές (ΜΧ, ΜΑΚ, ΜΑΕΚ) -.

 Αδικοπρακτική συμπεριφορά τράπεζας κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών σε πελάτες/καταναλωτές περί τοποθέτησης των κεφαλαίων τους σε άληκτους υβριδικούς τίτλους εκδόσεώς της. Χρόνος επέλευσης της ζημίας επί εξελισσόμενης ζημίας. Η ζημία άρχεται με την τοποθέτηση των χρημάτων. Η ίδια η τοποθέτηση των χρηματικών ποσών είναι το επιζήμιο αποτέλεσμα της προηγηθείσας αδικοπρακτικής συμπεριφοράς της τράπεζας. Θεωρία της διαφοράς. Η αποκαταστατέα ζημία ταυτοποιείται στο ύψος των χρηματικών ποσών που οι αναιρεσίβλητοι τοποθέτησαν στη συγκεκριμένη επένδυση (θετική ζημία) και αποκαθίσταται μέσω της απόδοσής τους. Πρόδηλη πλήρωση του αιτιώδους συνδέσμου ανάμεσα στο νόμιμο λόγο ευθύνης και στη ζημία, αφού χωρίς τη συγκεκριμένη πράξη δεν θα είχαν επενδυθεί τα ποσά και θα είχε αποφευχθεί η ζημία, η οποία επήλθε ήδη κατά το χρόνο σύναψης των συμβάσεων (ΜΧ 2008, ΜΑΚ 2009, ΜΑΕΚ 2011). Χρονική σύμπτωση μεταξύ του ζημιογόνου γεγονότος και της εξ αυτού ζημίας. Το επελθόν αποτέλεσμα της ζημίας δεν επηρεάσθηκε ως προς την επέλευσή της από τον, μεταγενέστερο, ειδικό νόμο της 22.3.2013 «περί Εξυγίανσης Τραπεζικών και Αλλων Ιδρυμάτων» και τα κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντα Διατάγματα της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου για την θέση της τράπεζας σε εξυγίανση και την μετατροπή των τίτλων σε μετοχές. Τα γεγονότα του 2013 αποτελούν γεγονότα αδιάφορα για το κρίσιμο ζήτημα της αιτιώδους συνάφειας, ως μεταγενέστερα του χρόνου επέλευσης της ζημίας. Η κεφαλαιακή ανεπάρκεια της αναιρεσείουσας προκάλεσε την κρατική παρέμβαση και όχι η κρατική παρέμβαση την ανεπάρκεια.

 Αριθμός 2061/2022

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Α2' Πολιτικό Τμήμα

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Θεόδωρο Κανελλόπουλο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αικατερίνη Κρυσταλλίδου, Μαρία Ανδρικοπούλου, Κυριάκο Μπαμπαλίδη και Αγαθή Δερέ - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.

 

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 31 Ιανουαρίου 2022, με την παρουσία και της γραμματέως Θεοδώρας Παπαδημητρίου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

Της αναιρεσείουσας: τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ (Λ.Τ.Δ.)» και διακριτικό τίτλο «ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ», που εδρεύει στη Λευκωσία Κύπρου, είναι νομίμως εγκατεστημένη στην Ελλάδα διά του Υποκαταστήματος της επί της Λ. Αλεξάνδρας αρ. 192, Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξουσίους δικηγόρους της Κωνσταντίνο Παπαδιαμάντη και Μαρία Φερφέλη.

 

Των αναιρεσιβλήτων: 1. ..  έως και 33 .... Οι 20ος, 21η, 27η, 28η, 29ος και 30ος αναιρεσίβλητοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, ενώ άπαντες οι λοιποί αναιρεσίβλητοι εκπροσωπήθηκαν από τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους Φλώρα Τριανταφύλλου και Μιχαήλ Μαρκουλάκο.

 

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 3-1-2017 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων και προσώπων που δεν είναι διάδικοι στην παρούσα δίκη, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 4171/2017 του ίδιου Δικαστηρίου και 4250/2019 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 28- 11-2019 αίτησή της.

 

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Οι πληρεξούσιοι της αναιρεσείουσας ζήτησαν την παραδοχή της αίτησης, οι πληρεξούσιοι των παραστάντων αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθ. 34, 35, 127 ΑΚ, 62, 63, 286 επ., 313§ 1 περ. δ', 556 και 558 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η αναίρεση πρέπει ν' απευθύνεται κατά του αντιδίκου του αναιρεσείοντος, αν δε αυτός πεθάνει πριν την άσκησή της και το γεγονός αυτό είναι σε γνώση του αναιρεσείοντος κατά τον χρόνο άσκησης της αναίρεσης, αυτή πρέπει ν’ απευθύνεται κατά των καθολικών διαδόχων του κλπ., διαφορετικά απορρίπτεται αυτεπάγγελτα ως απαράδεκτη (ΑΠ 170/2019, ΑΠ 625/2012, 1818/2011, 512/2011). Αν όμως ο αναιρεσείων δεν γνώριζε το θάνατό του κατά την άσκηση της αίτησης αναίρεσης, αυτή, απευθυνόμενη κατά του αποβιώσαντος, δεν είναι άκυρη και χωρεί νόμιμα η συζήτησή της με τους καθολικούς διαδόχους (κληρονόμους), οι οποίοι καλούνται ή εμφανίζονται κατά τη συζήτηση με την ιδιότητα αυτή και προβάλλουν υπεράσπιση επί της ουσίας της υπόθεσης. Η ακυρότητα αυτή, ως αναγόμενη στην έλλειψη της διαδικαστικής προϋπόθεσης της ικανότητας να είναι κάποιος διάδικος, εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, εφόσον από τα προσκομιζόμενα από τους διάδικους στοιχεία προκύπτουν οι προϋποθέσεις αυτής (ΑΠ 539/2021, ΑΠ 913/2017, ΑΠ 874/2015, ΑΠ 1282/2009, ΑΠ 65/2006). Στην προκειμένη περίπτωση, η υπό κρίση από 28-11-2019 αίτηση αναίρεσης της αναιρεσείουσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας απευθύνεται, μεταξύ άλλων, και κατά του 31ου αναιρεσίβλητου, ., ως αντιδίκου του κατά τη δίκη. κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση. Από τα πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού προκύπτει ότι κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, ο ανωτέρω 31ος αναιρεσίβλητος φέρεται να εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους του Φλώρα Τριανταφύλλου και Μιχαήλ Μαρκουλάκο. Όπως, όμως, προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης (άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά την ενώπιον του Εφετείου συζήτηση της υπόθεσης, παραστάθηκε σ’ αυτό η .  δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Μιχαήλ Μαρκουλάκου, η οποία γνωστοποίησε το θάνατο του εφεσίβλητου . και δήλωσε ότι συνεχίζει τη δίκη ως εκ διαθήκης κληρονόμος του (τότε) εφεσίβλητου ., εκδόθηκε δε η προσβαλλόμενη απόφαση, αντιμωλία των διαδίκων, ήτοι και της ., με την οποία απορρίφθηκε η έφεση της αναιρεσείουσας ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη, επικυρούμενης, έτσι, της πρωτοβάθμιας απόφασης, με την οποία υποχρεώθηκε η αναιρεσείουσα να καταβάλει στον παραπάνω ενάγοντα - εφεσίβλητο το συνολικό ποσό των 37.022,23 ευρώ, νομιμοτόκως. Επομένως, η αναιρεσείουσα, κατά το χρόνο κατάθεσης της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης γνώριζε ότι ο .είχε αποβιώσει και ότι η προσβαλλόμενη εκδόθηκε με εφεσίβλητο την . και όχι τον αποβιώσαντα .. Κατόπιν αυτού, ο 31°ς αναιρεσίβλητος, ο οποίος τελεί σε σχέση απλής ομοδικίας με τους λοιπούς αναιρεσίβλητους, δεν ήταν αντίδικος της αναιρεσείουσας στην προσβαλλόμενη απόφαση και εφόσον το γεγονός αυτό γνώριζε η αναιρεσείουσα πριν από την κατάθεση της αίτησης αναίρεσης, πρέπει αυτή να απορριφθεί ως προς ανωτέρω αναιρεσίβλητο ως απαράδεκτη. Δικαστικά έξοδα δεν επιβάλλονται υπέρ του 31ου αναιρεσίβλητου, επειδή ως ανύπαρκτο πρόσωπο είναι δικονομικά απών, και, συνεπώς, ελλείπει σχετικό αίτημα.

 

Από τις διατάξεις των άρθρων 108, 110 παρ.2, 498 παρ.1, 568 παρ.1-3 και 576 παρ.1 - 3 ΚΠολΔ προκύπτει ότι αν κατά τη συζήτηση της αναίρεσης δεν εμφανιστεί ή εμφανιστεί και δεν λάβει μέρος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος κάποιος από τους διαδίκους, ο Άρειος Πάγος εξετάζει ποιος επισπεύδει τη συζήτηση. Αν την επισπεύδει ο διάδικος που απουσιάζει, η υπόθεση συζητείται σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι. Αν όμως την επισπεύδει ο αντίδικός του, ερευνάται αν ο διάδικος ο οποίος δεν εμφανίστηκε ή αν και εμφανίστηκε, δεν έλαβε μέρος στη συζήτηση με τον τρόπο που ορίζει, ο νόμος, κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα από τον επισπεύδοντα τη συζήτηση. Στην περίπτωση που δεν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη, και η υπόθεση επαναφέρεται με νέα κλήτευση. Στην αντίθετη περίπτωση ο Άρειος Πάγος προχωρεί στη συζήτηση παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί. Διαφορετικά, αν δηλαδή δεν προκύπτει έγκυρη επίσπευση της συζήτησής της ή δεν μπορεί να διαπιστωθεί ποιος διάδικος την επέσπευσε, η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς τους ερήμην απλά ομόδικους διαδίκους, ως προς του ’ οποίου χωρίζει τη δίκη, και η υπόθεση επαναφέρεται προς συζήτηση με νέα κλήση (ΑΠ 146/2021, ΑΠ 1165/2020, ΑΠ 477/2019). Στην προκείμενη περίπτωση, εισάγεται προς συζήτηση η από 28-11-2019 αίτηση για αναίρεση της 4250/2019 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Όπως προκύπτει από τα πρακτικά συνεδρίασης του

παρόντος Δικαστηρίου, κατά την ορισθείσα δικάσιμο της υπόθεσης (31.1.2022), κατά την οποία αυτή συζητήθηκε με εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, δεν εμφανίστηκαν οι 20ος, 21η, 27η, 28η, 29ος και 30ος των αναιρεσιβλήτων ούτε κατέθεσαν δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ. Η παρασταθείσα αναιρεσείουσα και οι παρασταθέντες νομίμως αναιρεσίβλητοι δεν προσκομίζουν ούτε επικαλούνται έκθεση επίδοσης, από την οποία να προκύπτει κλήτευση των ανωτέρω μη παρασταθέντων αναιρεσιβλήτων για την ως άνω δικάσιμο προς συζήτηση της αίτησης αναίρεσης. Επομένως, δεν προκύπτει ποιος επισπεύδει τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης ως προς τους προαναφερθέντες απολιπόμενους αναιρεσίβλητους, και, εφόσον αυτοί δεν εμφανίστηκαν κατ’ αυτήν ούτε κατέθεσαν δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, πρέπει, επειδή πρόκειται για απλή ομοδικία των αναιρεσιβλήτων, να χωριστεί ως προς τους απολιπόμενους αναιρεσίβλητους η δίκη και να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της υπό κρίση αίτησης αναίρεσης ως προς αυτούς.

 

Από τις διατάξεις των άρθρων 298, 299, 330 και 914 ΑΚ προκύπτει ότι η αδικοπρακτική ευθύνη προς αποζημίωση προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια (γενεσιουργό λόγο ευθύνης), επέλευση περιουσιακής ζημίας και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της, περιουσιακού ή μη χαρακτήρα, ζημίας. Παράνομη είναι η συμπεριφορά που αντίκειται σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου, ο οποίος απονέμει δικαίωμα, ή προστατεύει συγκεκριμένο συμφέρον του ζημιωθέντος, και μπορεί η συμπεριφορά αυτή να συνίσταται σε θετική, ενέργεια ή σε παράλειψη ορισμένης ενέργειας. Για την κατάφαση της παρανομίας δεν απαιτείται παράβαση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου, αλλά αρκεί η αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης τάξης. Έτσι, παρανομία συνιστά και η παράβαση της γενικής υποχρέωσης πρόνοιας και ασφάλειας στο πλαίσιο της συναλλακτικής και γενικότερα της κοινωνικής δραστηριότητας των ατόμων, δηλαδή η παράβαση της, κοινωνικώς επιβεβλημένης και εκ της θεμελιώδους δικαιϊκής αρχής της συνεπούς συμπεριφοράς απορρέουσας, υποχρέωσης λήψης ορισμένων μέτρων επιμέλειας για την αποφυγή πρόκλησης ζημίας σε έννομα αγαθά τρίτων προσώπων. Η παράλειψη ως όρος της αδικοπραξίας συντρέχει, όταν υπάρχει ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προφύλαξης του προσβληθέντος δικαιώματος ή συμφέροντος και αποτροπής του ζημιογόνου αποτελέσματος. Τέτοια νομική υποχρέωση μπορεί να προκύψει, είτε από δικαιοπραξία, είτε από ειδική διάταξη νόμου, είτε από την αρχή της καλής πίστης, όπως αυτή διαμορφώνεται κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη, που απορρέει από τα άρθρα 281 και 288 ΑΚ (ΑΠ 1185/2021, ΑΠ 342/2021, ΑΠ 1109/2019). Είναι δυνατό μια ζημιογόνα ενέργεια, πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάζεται η σύμβαση, να θεμελιώνει συγχρόνως και ευθύνη από αδικοπραξία, Τούτο συμβαίνει, όταν η ενέργεια αυτή, καθ' εαυτή και χωρίς την προϋπάρχουσα συμβατική σχέση θα ήταν παράνομη, ως αντίθετη στο γενικό καθήκον, που επιβάλλει η διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ, να μην προκαλεί κανένας υπαίτια ζημία σε άλλον (ΑΠ 459/2021, ΑΠ 342/2021, ΑΠ 1228/2019). Αιτιώδης συνάφεια υπάρχει, όταν ή πράξη ή η παράλειψη του ευθυνόμενου προσώπου ήταν κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας ικανή και μπορούσε να επιφέρει, κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιο αποτέλεσμα. Το ζήτημα τούτο κρίνεται εκ των προτέρων και ποτέ εκ των υστερών. Δεν εξετάζονται οι ατομικές δυνατότητες και γνώσεις του συγκεκριμένου βλάψαντος, αλλά η δυνατότητα πρόγνωσης του μέσου συνετού ανθρώπου. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, ότι τα πραγματικά περιστατικά, που δέχτηκε κυριαρχικώς, ως αποδειχθέντα, επιτρέπουν το συμπέρασμα να θεωρηθεί, κατά τα διδάγματα τής κοινής πείρας, ορισμένο γεγονός ως πρόσφορη αιτία της ζημίας, υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου γιατί είναι κρίση νομική, αναγόμενη στην ορθή ή μη υπαγωγή από το δικαστήριο τής ουσίας των διδαγμάτων της κοινής πείρας στην αόριστη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας. Αντιθέτως, η κρίση ότι η πράξη ή η παράλειψη υπήρξε ή δεν υπήρξε ένας από τους αναγκαίους όρους του αποτελέσματος αφορά τα πράγματα και δεν ελέγχεται αναιρετικά (Ολ ΑΠ 2/2019, Ολ ΑΠ 18/2004, ΑΠ 354/2022, ΑΠ 1182/2021, ΑΠ 813/2019). Ειδικότερες μορφές της υποχρέωσης πρόνοιας, ασφάλειας και προστασίας των αγαθών των άλλων, η οποία θεμελιώνει το στοιχείο του παράνομου, κατά τα ανωτέρω, αποτελούν οι υποχρεώσεις διαφώτισης/ενημέρωσης και συμβουλευτικής καθοδήγησης/προειδοποίησης του πελάτη εκ μέρους της Τράπεζας, οι οποίες στηρίζονται στη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ Τράπεζας - πελάτη. Η εκ μέρους της Τράπεζας παράλειψη εκπλήρωσης των ως άνω υποχρεώσεων θεμελιώνει αδικοπρακτική της ευθύνη, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις αυτής (ευθύνης), ήτοι η υπαιτιότητα και η επέλευση ζημίας αιτιωδώς συνδεόμενη με την παράνομη συμπεριφορά της Τράπεζας, με την έννοια ότι η παράβαση των απορρεουσών από την καλή, πίστη, υποχρεώσεων της Τράπεζας αποτελεί, όρο, κατ’ αντικειμενική, πρόγνωση, πρόσφορο να οδηγήσει στο αποτέλεσμα της ζημίας. Με την έννοια αυτή, οι συγκεκριμένες συναλλακτικές υποχρεώσεις παραβιάζονται, μεταξύ άλλων, και στις περιπτώσεις που παραλείπεται η παροχή όσων πληροφοριών είναι απαραίτητες στον συγκεκριμένο αποδέκτη των επενδυτικών υπηρεσιών, προκειμένου αυτός, να είναι σε θέση να αντιληφθεί την μορφή της προτεινόμενης σε αυτόν τοποθέτησης των κεφαλαίων του και κυρίως να κατανοήσει όσους κινδύνους συνδέονται με τη ζημιογόνο για τον ίδιο εξέλιξη αυτής, ώστε, έχοντας ενημερωθεί σχετικώς, να αξιολογήσει ακολούθως ιδίως τις επιβλαβείς συνέπειες της συγκεκριμένης επενδυτικής επιλογής και ο ίδιος να αποφασίσει εάν θα την επιχειρήσει, παρέχοντας την σχετική εντολή στην αντισυμβαλλόμενη αυτού Τράπεζα. Εξάλλου, από τις διατάξεις του άρθρου 8 του Ν. 2251/1994 "περί προστασίας των καταναλωτών", όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 10 παρ. 3 ν. 3587/2007, που ορίζουν, μεταξύ άλλων, ότι "ο παρέχων υπηρεσίες ευθύνεται για κάθε περιουσιακή ζημία ή ηθική βλάβη που προκάλεσε παράνομα και υπαίτια με πράξη ή παράλειψη του κατά την παροχή αυτών στον καταναλωτή" (παρ. 1 εδ. α), ότι "ως παρέχων υπηρεσίες θεωρείται όποιος παρέχει κατά τρόπο ανεξάρτητο υπηρεσία στο πλαίσιο της άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας" (παρ. 1 εδ. β'), ότι "ο ζημιωθείς υποχρεούται να αποδείξει τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παροχής της υπηρεσίας και της ζημίας" (παρ. 3), και ότι "ο παρέχων τις υπηρεσίες φέρει το βάρος της απόδειξης της έλλειψης παρανομίας και υπαιτιότητας" (παρ. 4 εδ. α'), προκύπτει ότι η ευθύνη του παρέχοντος υπηρεσίες, ο οποίος, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, μπορεί να είναι και τράπεζα, έναντι του πελάτη της ή άλλου, με αυτή συμβεβλημένου προσώπου, μπορεί να είναι είτε ενδοσυμβατική είτε αδικοπρακτική, ανεξάρτητα από προϋφιστάμενη ενοχική σχέση, μεταξύ παρέχοντος τις υπηρεσίες και ζημιωθέντος. Υπό τη συνδρομή των προϋποθέσεων των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει, περαιτέρω, ότι με αυτές θεμελιώνεται αστική ευθύνη σε αποζημίωση, λόγω αδικοπραξίας και στις περιπτώσεις ευθύνης, λόγω παροχής τραπεζικών επενδυτικών υπηρεσιών, εφόσον ο αντισυμβαλλόμενος της Τράπεζας χαρακτηρίζεται ως καταναλωτής, σύμφωνα με τη ρύθμιση του άρθρου 1 παρ. 3 του ν. 2251/1994 (ΑΠ 619/2021, ΑΠ 1182/2021, ΑΠ 1228/2019). Περαιτέρω, με το άρθρο 25 παρ. 1, 2, 3, 4 και 5 του Ν. 3606/2007 (με τον οποίο μεταφέρθηκε στο ελληνικό νομικό σύστημα η κοινοτική Οδηγία 2004/39/ΕΚ, γνωστή ως MIFID, η οποία αντικατέστησε την Οδηγία 93/22/ΕΟΚ) και του οποίου οι διατάξεις των άρθρων 1 έως και 70 εξακολουθούν να εφαρμόζονται για πράξεις και παραλείψεις που έχουν τελεστεί μέχρι την έναρξη ισχύος του νέου ν. 4514/3-1-2018 (άρθρο 98 αυτού), ορίζονται ότι: "1. Οι ΑΕΠΕΥ οφείλουν να ενεργούν κατά την παροχή επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών σε πελάτες με αμεροληψία, εντιμότητα και επαγγελματισμό, ώστε να εξυπηρετούν με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των πελατών τους και ειδικότερα να συμμορφώνονται με τις αρχές που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 8 του άρθρου αυτού. 2. Οι πληροφορίες που παρέχουν οι ΑΕΠΕΥ σε πελάτες η σε δυνητικούς πελάτες, συμπεριλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, πρέπει να είναι ακριβείς, σαφείς και μη παραπλανητικές. Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις πρέπει να μπορούν να αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες … 3. Οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν στους πελάτες ή στους δυνητικούς πελάτες κατάλληλη πληροφόρηση σε κατανοητή μορφή, ώστε αυτοί να είναι ευλόγως σε θέση να κατανοούν τη φύση και τους κινδύνους της προσφερόμενης επενδυτικής ή παρεπόμενης υπηρεσίας και της συγκεκριμένης κατηγορίας του προτεινόμενου χρηματοπιστωτικού μέσου και ως εκ τούτου να λαμβάνουν επενδυτικές αποφάσεις επί τη βάσει αντικειμενικής πληροφόρησης. Οι πληροφορίες αυτές μπορεί να παρέχονται σε τυποποιημένη μορφή, Η πληροφόρηση περιλαμβάνει στοιχεία σχετικά με: (α) την ΑΕΠΕΥ και τις υπηρεσίες της, (β) τα χρηματοπιστωτικά μέσα και τις προτεινόμενες επενδυτικές στρατηγικές, καθώς και κατάλληλη καθοδήγηση και προειδοποιήσεις σχετικά με τους κινδύνους που συνδέονται με τις επενδύσεις στα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα ή με την υιοθέτηση των εν λόγω επενδυτικών στρατηγικών, (γ) τους τόπους εκτέλεσης και (δ) το κόστος και τις σχετικές παρεπόμενες επιβαρύνσεις. 4. Όταν οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν επενδυτικές συμβουλές ή προβαίνουν σε διαχείριση χαρτοφυλακίου, οφείλουν να αντλούν τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την εμπειρία του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη στον επενδυτικό τομέα που σχετίζεται με τη συγκεκριμένη κατηγορία χρηματοπιστωτικού μέσου ή υπηρεσίας, καθώς και σχετικά με τη χρηματοοικονομική κατάσταση και τους επενδυτικούς στόχους του, ώστε να μπορούν να τους συστήσουν τις επενδυτικές υπηρεσίες και τα χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι κατάλληλα για την περίπτωση τους (έλεγχος καταλληλότητας). 5. Όταν οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν άλλες επενδυτικές υπηρεσίες εκτός από αυτές που αναφέρονται στην παράγραφο 4, ζητούν από τον πελάτη ή το δυνητικό πελάτη να παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την εμπειρία του στον επενδυτικό τομέα που σχετίζεται με τη συγκεκριμένη κατηγορία του προσφερόμενου ή ζητούμενου χρηματοπιστωτικού μέσου ή υπηρεσίας, ώστε να μπορούν οι ΑΕΠΕΥ να εκτιμήσουν κατά πόσον η σχεδιαζόμενη επενδυτική υπηρεσία ή το χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κατάλληλο για τον πελάτη (έλεγχος συμβατότητας). Εφόσον οι ΑΕΠΕΥ κρίνουν, βάσει των πληροφοριών που έχουν λάβει σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, ότι το χρηματοπιστωτικό μέσο ή η υπηρεσία δεν είναι κατάλληλα για τον πελάτη ή το δυνητικό πελάτη, οφείλουν να τον προειδοποιήσουν σχετικά. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή. Εάν ο πελάτης ή ο δυνητικός πελάτης δεν παράσχει τις κατά το πρώτο εδάφιο πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την εμπειρία του ή αν παράσχει ανεπαρκείς σχετικές πληροφορίες, οι ΑΕΠΕΥ οφείλουν να τον προειδοποιήσουν ότι η απόφαση του αυτή δεν τους επιτρέπει να κρίνουν κατά πόσον η προσφερόμενη ή ζητούμενη επενδυτική υπηρεσία ή το προσφερόμενο ή ζητούμενο χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κατάλληλα γι' αυτόν. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή ..". Σύμφωνα με τις άνω διατάξεις, κύρια υποχρέωση της τράπεζας, κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών, είναι, κατ’ αρχήν, η παροχή ορθών και πλήρων συμβουλών. Η ενημέρωση του καταναλωτή θα πρέπει να γίνεται με τρόπο εύλογα κατανοητό και με τη μέγιστη δυνατή σαφήνεια, πράγμα που σημαίνει ότι η τράπεζα οφείλει να λαμβάνει υπόψη της, την οικονομική κατάσταση, τους στόχους, τη μόρφωση, τις γνώσεις και την εμπειρία του επενδυτή για το αντικείμενο της επένδυσης. Κατά την αρχή της καταλληλότητας, η τράπεζα οφείλει να παρέχει προσαρμοσμένες στο πρόσωπο του πελάτη (κατάλληλες) συμβουλές. Η έκταση του καθήκοντος παροχής συμβουλών προσδιορίζεται και από τα προσωπικά στοιχεία του πελάτη, έτσι ώστε θα πρέπει στο πλαίσιο της παροχής της συμβουλής να ληφθούν υπόψη, το επίπεδο γνώσης, η ηλικία, το επάγγελμα, η οικογενειακή, οικονομική και περιουσιακή κατάσταση, η επενδυτική του εμπειρία, ο επενδυτικός στόχος και η προθυμία διακινδύνευσης. Με βάση τα παραπάνω, δημιουργούνται ενδεικτικά, ζητήματα ευθύνης μιας τράπεζας, αν δεν εφιστά εγγράφως την προσοχή του επενδυτή στους κινδύνους συγκεκριμένων επενδυτικών επιλογών του, αν δεν πραγματοποιεί με την κατάλληλη υποστήριξη των εξειδικευμένων συμβούλων της τεχνική ανάλυση της μελλοντικής κίνησης των κινητών αξιών που περιλαμβάνει στο προτεινόμενο επενδυτικό πρόγραμμα, αν δεν ενημερώνει με απολύτως σαφή τρόπο τον επενδυτή, ως προς τις αποδόσεις των προτεινόμενων για επένδυση τίτλων. Η παράβαση των διατάξεων αυτών συνιστά παρανομία με την έννοια της διάταξης του άρθρου 914 ΑΚ. Εφόσον η εν λόγω παρανομία, διαπραχθείσα με υπαιτιότητα, επιφέρει αιτιωδώς ζημία στον επενδυτή, υποχρεώνει την παρανομούσα τράπεζα σε αποζημίωση (ΑΠ 619/2021, ΑΠ 931/2019, ΑΠ 244/2016). Περαιτέρω, κατά ευρέως διαδεδομένη αντίληψη, τα λεγάμενα "perpetual bonds" δηλαδή "ομόλογα ατελεύτητης διάρκειας", άλλως "διηνεκή" ή "αιώνια” ή "αόριστης διάρκειας" ομόλογα, συνιστούν ομολογίες, οι οποίες εκδίδονται ως ονομαστικά ή ανώνυμα αξιόγραφα (χρεόγραφα, τίτλοι παραστατικοί αξίας) στο πλαίσιο σύναψης ομολογιακού δανείου από μία ανώνυμη εταιρεία ή ένα κράτος, και παρέχουν στον κομιστή, ο οποίος καταβάλλει στον εκδότη κατά την απόκτηση των αξιόγραφων την ονομαστική τους αξία, δικαίωμα απόληψης των συμφωνημένων, σε υψηλά συνήθως επίπεδα, τόκων. Οι τίτλοι αυτοί, παρέχουν μεν στον κομιστή, (ο οποίος καταβάλει στον εκδότη κατά την κτήση τους την ονομαστική τους αξία), δικαίωμα απόληψης των ανωτέρω τόκων, όχι όμως και το βασικό δικαίωμα να ζητήσει από τον εκδότη την επιστροφή της καταβεβλημένης αξίας τους σε κάποιο απώτερο χρόνο λήξης τους. Ο κομιστής δηλαδή ενός τέτοιου ομολόγου δεν δικαιούται παράδοση - επιστροφή του ομολόγου, στον εκδότη του, προς τον σκοπό είσπραξης της ονομαστικής του αξίας, μετά την λήξη μιας συμφωνηθείσας διάρκειας ή οποτεδήποτε. Ο εκδότης, αντιθέτως, διατηρεί το δικαίωμα, της μονομερούς ανάκλησης του ομολόγου, κατ' ελεύθερη βούλησή του. Οι τίτλοι αυτοί χαρακτηρίζονται ως υβριδικοί, καθώς παρουσιάζουν ομοιότητες, τόσο με τα ομόλογα των ομολογιακών δανείων, όσο και με τις προνομιούχες μετοχές χωρίς δικαίωμα ψήφου, χωρίς, ωστόσο, να ταυτίζονται με κανένα εκ των δύο. Συνεπώς, είναι προφανές ότι τα ομόλογα ατελεύτητης ή αόριστης διάρκειας (perpetual bonds) δεν είναι απλά στην σύλληψη και στην λειτουργία τους επενδυτικά προϊόντα, με αποτέλεσμα οι παρέχουσες επενδυτικές υπηρεσίες ανώνυμες εταιρείες να υπέχουν ιδιαιτέρως αυξημένη υποχρέωση ενημέρωσης του εκάστοτε πελάτη τους επενδυτή, δεδομένου ότι η χρήση και κυκλοφορία των perpetual bonds ως ομολόγων, ομολογιακού δανείου, αποδίδει μια ψευδή, πλασματική εικόνα, ικανή να παραπλανήσει τον οποιονδήποτε, ακόμη και τον πιο βαθύ γνώστη επενδυτή, ως προς την νομική φύση και την λειτουργία τους (ΑΠ 1524/2022, ΑΠ 1411/2022, ΑΠ 354/2022, ΑΠ 1182/2021, ΑΠ 459/2021) Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 147-149 ΑΚ και 386 ΠΚ, προκύπτει ότι γενεσιουργό λόγο υποχρέωσης σε αποζημίωση αποτελεί και η απατηλή συμπεριφορά σε βάρος του ζημιωθέντος, η οποία υπάρχει όταν κάποιος από δόλο, προκαλεί, ενισχύει ή διατηρεί με κάθε μέσο ή τέχνασμα σε άλλον, την εσφαλμένη αντίληψη πραγματικών γεγονότων, ένεκα της οποίας αυτός προβαίνει σε δήλωση βούλησης ή επιχείρηση πράξης από την οποία υφίσταται ζημία, εφόσον το χρησιμοποιηθέν απατηλό μέσο υπήρξε αποφασιστικό για τη γενομένη δήλωση βούλησης ή την επιχειρηθείσα πράξη, ενώ δεν αποκλείεται η τυχόν χρησιμοποιηθείσα για την απάτη ψευδής παράσταση να αναφέρεται σε μελλοντικό γεγονός ή να συνδέεται με απόκρυψη κρίσιμων γεγονότων, την ύπαρξη των οποίων αγνοούσε ο ζημιωθείς και γνώριζε αυτός που τον εξαπάτησε (ΑΠ 342/2021, ΑΠ 1007/2019, ΑΠ 209/2018).

Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοστεί, ενώ συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοστεί ενώ δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, και η παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή. Με το λόγο αυτό ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση του νόμου βάσιμου της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ελέγχεται, δηλαδή, αν η αγωγή, ένσταση κλπ, ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή κατ’ ουσίαν. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ’ ουσίαν την υπόθεση, η παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών, που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης αν οι πραγματικές παραδοχές της απόφασης καθιστούν εμφανή την παράβαση. Τούτο συμβαίνει, όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν εφάρμοσε το νόμο παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη, στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται (ΟλΑΠ 3/2020, ΟλΑΠ 2/2019, ΟλΑΠ 6/2019). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση. Έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης συντρέχει, όταν στο αιτιολογικό της απόφασης, που αποτελεί την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν περιέχονται καθόλου ή δεν αναφέρονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του επί ζητήματος με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης και, έτσι, δεν μπορεί να ελεγχθεί, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν ή όχι οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόστηκε ή αν συνέτρεχαν οι όροι άλλου κανόνα που ήταν εφαρμοστέος αλλά δεν εφαρμόστηκε (ΟλΑΠ 6/2006, ΟλΑΠ 26/2004). Εξάλλου, το κατά νόμο αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος πρότασης προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της απόφασης στο αποδεικτικό της πόρισμα, και να μην καταλείπονται αμφιβολίες (ΟλΑΠ 2/2019, ΟλΑΠ 8/2018, ΑΠ 34/2021). Τα νομικά ή πραγματικά επιχειρήματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου, που συνέχονται με την ερμηνεία του νόμου ή την αξιολόγηση και στάθμιση των αποδείξεων, δεν συνιστούν παραδοχές διαμορφωτικές του αποδεικτικού πορίσματος του δικαστηρίου και, επομένως, αιτιολογία της απόφασης ικανή να ελεγχθεί αναιρετικά με τον παραπάνω λόγο για ανεπάρκεια ή αντιφατικότητα, ούτε ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης, αν το δικαστήριο της ουσίας δεν ανέλυσε ιδιαιτέρως ή διεξοδικά τα επιχειρήματα των διαδίκων που δεν συνιστούν αυτοτελείς ισχυρισμούς τους (ΑΠ 34/2021, ΑΠ 619/2021, ΑΠ 15/2021). Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 561 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η εκτίμηση από το Δικαστήριο της ουσίας των πραγματικών περιστατικών, εφόσον δεν παραβιάστηκαν με αυτά κανόνες ουσιαστικού δικαίου, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί ή εφόσον η εκτίμησή τους δεν ιδρύει λόγους αναίρεσης από τους αριθμούς 19 και 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, είναι από τον Άρειο Πάγο ανέλεγκτη, και ο αντίστοιχος λόγος αναίρεσης, από το περιεχόμενο του οποίου προκύπτει ότι δεν συντρέχει κάποια από τις προαναφερθείσες εξαιρετικές περιπτώσεις, απορρίπτεται ως απαράδεκτος, εφόσον πλέον πλήττεται η ουσία της υπόθεσης, που δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο (ΑΠ 1028/2021, ΑΠ 911/2021, ΑΠ 632/2021).

 

Στην προκείμενη περίπτωση, το Εφετείο δέχθηκε, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κατά το ενδιαφέρον τον αναιρετικό έλεγχο μέρος, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: «Η εκκαλούσα... και εφεσίβλητη... αλλοδαπή τραπεζική εταιρία (ήδη αναιρεσείουσα), εδρεύουσα στη Λευκωσία Κύπρου, είναι νομίμως εγκατεστημένη στην Ελλάδα, διατηρούσε δε κατά τον κατωτέρω αναφερόμενο στο σκεπτικό κρίσιμο χρόνο ικανό αριθμό υποκαταστημάτων ανά την ελληνική επικράτεια, διενεργώντας ευρύ φάσμα τραπεζικών και εν γένει χρηματοοικονομικών εργασιών. Την 30.4.2008 το Διοικητικό Συμβούλιό της αποφάσισε την έκδοση επενδυτικού προϊόντος υπό τον τίτλο «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ 2013/2018» (εφεξής χάριν συντομίας: Μ.Χ. 2013/2018), ειδικότερα δε την έκδοση έως πεντακοσίων εβδομήντα τριών εκατομμυρίων τετρακοσίων εννέα χιλιάδων επτακοσίων ενός (573.409.701) Μ.Χ. 2013/2018, ονομαστικής αξίας εκάστου ενός ΕΥΡ (1 Ε), με δικαίωμα προτεραιότητας εγγραφής υπέρ των τότε υφισταμένων μετόχων της. Την 25.6.2008 εκδίδεται από την εκκαλούσα αλλοδαπή  τραπεζική εταιρία το Σημείωμα Εκδιδομένου Τίτλου «ΕΚΔΟΣΗ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΓΙΑ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΣΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΧΡΕΟΓΡΑΦΩΝ 2013/18», στην πρώτη σελίδα του οποίου αναφέρεται ότι «Η έγκριση του παρόντος εγγράφου δεν συνεπάγεται παρότρυνση προς το επενδυτικό κοινό για επένδυση στον εκδότη. Πριν τη λήψη της επενδυτικής του απόφασης το επενδυτικό κοινό προτρέπεται να συμβουλεύεται το σύμβουλο επενδύσεων του. Η επένδυση στους τίτλους του Εκδότη συνεπάγεται κινδύνους, οι οποίοι περιγράφονται στο μέρος με τίτλο ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ του Δελτίου Παρουσίασης Εκδότη ημερομηνίας 21 Μαΐου 2008 και του Σημειώματος Εκδιδόμενου Τίτλου. Ο επενδυτής πρέπει να βασίζει οποιαδήποτε επενδυτική απόφαση του στην εξέταση του Ενημερωτικού Δελτίου ως σύνολο». Καθ' όσον αφορά στους βασικούς όρους εκδόσεως του ως άνω επενδυτικού προϊόντος στο από 25.6.2008 σχετικό Περιληπτικό Σημείωμα αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής: «Επιτόκιο: Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα θα φέρουν σταθερό επιτόκιο 6,5% για τις πρώτες δύο περιόδους τόκου δηλ. μέχρι τις 30 Ιουνίου 2009 και ακολούθως κυμαινόμενο επιτόκιο το οποίο θα αναθεωρείται στην αρχή της κάθε περιόδου τόκου και θα ισχύει για τη συγκεκριμένη περίοδο τόκου. Για την περίοδο 30 Ιουνίου 2009 - 30 Ιουνίου 2013 το κυμαινόμενο επιτόκιο θα είναι ίσο με το επιτόκιο Euribor 6 μηνών που θα ισχύει στην αρχή κάθε περιόδου τόκου συν περιθώριο 1,00%. Σε περίπτωση που η Τράπεζα δεν προβεί στην εξαγορά των Μετατρέψιμων Χρεογράφων, τότε για την περίοδο 1 Ιουλίου 2013 - 30 Σεπτεμβρίου 2018 το κυμαινόμενο επιτόκιο θα είναι ίσο με το επιτόκιο Euribor 6 μηνών που θα ισχύει στην αρχή κάθε περιόδου τόκου συν περιθώριο 2,00%. Περίοδος Τόκου και Ημερομηνία Πληρωμής Τόκου: Η περίοδος τόκου είναι εξαμηνιαία και ο τόκος θα πληρώνεται σε μετρητά στο τέλος κάθε περιόδου τόκου. Ως Ημερομηνίες Πληρωμής Τόκου ορίζονται η 30 Ιουνίου και η 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους. Περίοδος Μετατροπής: 15-30 Σεπτεμβρίου και 15-31 Μαρτίου κάθε έτους. Πρώτη Περίοδος Μετατροπής 15-30 Σεπτεμβρίου 2010. Τελευταία Περίοδος Μετατροπής 15-31 Μαρτίου 2013. Τιμή Μετατροπής 10,50 €. Τελευταία ημερομηνία αποπληρωμής 30 Ιουνίου 2018. Τιμή αποπληρωμής: Στο άρτιο, δηλ. στο €1 ανά αξία. Εξαγορά (Redemption) και αγορά: Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα μπορούν, κατ' επιλογή της Τράπεζας κατόπιν έγκρισης της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, να εξαγοραστούν από την Τράπεζα, στην ονομαστική τους αξία μαζί με οποιουσδήποτε δεδουλευμένους τόκους κατά τις 30 Ιουνίου 2013 ή σε οποιαδήποτε ημερομηνία πληρωμής τόκου που έπεται. Προτεραιότητα (Subordination): Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα αποτελούν άμεσες, μη εξασφαλισμένες και ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) υποχρεώσεις της Τράπεζας. Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα κατατάσσονται σε ίση προτεραιότητα προς τις αξιώσεις άλλων εκδόσεων ελάσσονος προτεραιότητας. Τα δικαιώματα και οι αξιώσεις των κατόχων των Μετατρέψιμων Χρεογράφων είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) προς τις αξιώσεις των πιστωτών της Τράπεζας που είναι καταθέτες ή άλλοι πιστωτές, των οποίων οι αξιώσεις δεν είναι ελάσσονος προτεραιότητας ως προς τις αξιώσεις των καταθετών. Τα δικαιώματα και οι αξιώσεις των κατόχων των Μετατρέψιμων Χρεογράφων έχουν προτεραιότητα έναντι των κατόχων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και μετόχων της Τράπεζας. Προορισμός υπό άντληση κεφαλαίων: Ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας του Συγκροτήματος και μαζί με τα προβλεπόμενα στο τριετές Σχέδιο του Συγκροτήματος αυξημένα αδιανέμητα κέρδη, θα μπορούν να επενδυθούν για την ανάπτυξη των εργασιών του Συγκροτήματος, τόσο οργανικά, όσο και μέσω εξαγορών. Εισαγωγή στο ΧΑΚ και στο ΧΑ: Υποβλήθηκε αίτηση για εισαγωγή των Μετατρέψιμων Χρεογράφων στο ΧΑΚ και το ΧΑ και αναμένονται οι εγκρίσεις από τα αρμόδια όργανα των δύο χρηματιστηρίων», Καθ’ όσον αφορά στους κινδύνους του συγκεκριμένου επενδυτικού προϊόντος, στο αυτό ως άνω έγγραφο της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας αναφέρονται τα ακόλουθα: «ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ: Η επένδυση στα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα και σε μετοχές της Τράπεζας Κύπρου υπόκειται σε μια σειρά κινδύνων. Μαζί με τις λοιπές πληροφορίες που περιέχονται στο παρόν Περιληπτικό Σημείωμα, στο Δελτίο Παρουσίασης Εκδότη, στο Συμπληρωματικό Ενημερωτικό Δελτίο και στο Σημείωμα Εκδιδόμενου Τίτλου, οι δυνητικοί επενδυτές θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τους κινδύνους που περιγράφονται παρακάτω, πριν επενδύσουν στα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα τα οποία παρέχουν δικαίωμα μετατροπής σε μετοχές.

Εάν επέλθει οποιοδήποτε από τα γεγονότα που περιγράφονται παρακάτω, το Συγκρότημα, η χρηματοοικονομική θέση του ή τα αποτελέσματα της λειτουργίας του ενδέχεται να επηρεαστούν δυσμενώς και ουσιωδώς και, ανάλογα, μπορεί να σημειωθεί πτώση στην αξία και την τιμή πώλησης των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων και των μετοχών της Εταιρίας, οδηγώντας σε απώλεια του συνόλου ή μέρους οποιοσδήποτε επένδυσης σε αυτές. Επιπρόσθετα, οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες που περιγράφονται παρακάτω μπορεί να μην είναι οι μόνοι που ενδεχομένως να αντιμετωπίσει το Συγκρότημα. Πρόσθετοι κίνδυνοι και αβεβαιότητες που επί του παρόντος δεν είναι γνωστοί ή που θεωρούνται επουσιώδεις, μπορεί να επιδράσουν δυσμενώς στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Συγκροτήματος. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΑ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ: - Μη επαρκής κάλυψη της παρούσας έκδοσης των Μετατρέψιμων Χρεογράφων -Επιτοκιακός Κίνδυνος - Εξαγορά (Redemption) και Αγορά - Προτεραιότητα (Subordination) - Περιορισμοί έκδοσης χρεογράφων - Επίδραση της έκδοσης των Μετατρέψιμων Χρεογράφων στην τιμή της μετοχής - Εμπορευσιμότητα των μετοχών που θα προκύψουν από τη μετατροπή των Μετατρέψιμων Χρεογράφων - Εμπορευσιμότητα και διακυμάνσεις τιμών των Μετατρέψιμων Χρεογράφων. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΜΕΤΟΧΕΣ: Το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και το Χρηματιστήριο Αθηνών έχουν χαμηλότερη ρευστότητα και παρουσιάζουν εντονότερες διακυμάνσεις από άλλα χρηματιστήρια - Η τιμή των μετοχών ενδέχεται να παρουσιάσει διακυμάνσεις. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ: Το Συγκρότημα υπόκειται σε κινδύνους, οι οποίοι δεν είναι υπό τον έλεγχό του και αν παρουσιαστούν σε σημαντικό βαθμό ενδέχεται να επηρεάσουν τα οικονομικά του αποτελέσματα και να δημιουργήσουν πρόβλημα στην πληρωμή τόκου των Χρεογράφων ή και του ίδιου του κεφαλαίου. Οι κίνδυνοι αυτοί συνοψίζονται πιο κάτω; - Υπάρχει ο κίνδυνος το Συγκρότημα να μην επιτύχει τους στρατηγικούς του στόχους όπως έχουν τεθεί στο τριετές στρατηγικό του πλάνο με δυσμενείς επιπτώσεις στα αποτελέσματα και τη χρηματοοικονομική θέση του Συγκροτήματος - Οι Μη εξυπηρετούμενες χορηγήσεις αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό ποσοστό του Δανειακού Χαρτοφυλακίου του ..Συγκροτήματος -Κίνδυνος ρευστότητας - Το ρυθμιστικό πλαίσιο του κυπριακού τραπεζικού τομέα μεταβάλλεται - Οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις στον Κυπριακό, Ελληνικό και Διεθνή Χώρο - Ένταση ανταγωνισμού Νομικός κίνδυνος (litigation risk) -Οι πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στην Κύπρο και αλλού θα μπορούσαν να επηρεάσουν δυσμενώς τη λειτουργία του Συγκροτήματος Εν τέλει η εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία την 8.8.2008 με ανακοίνωση της προς το επενδυτικό κοινό γνωστοποίησε την έναρξη της διαπραγματεύσεως των Μ.Χ. 2013/2018 στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, η δε έκδοση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων, με την οποία σκοπήθηκε η ενίσχυση του δευτεροβαθμίου κεφαλαίου της (Tier 2), καλύφθηκε πλήρως, όπως συνομολογείται και δεν αμφισβητείται ειδικώς από αμφότερα τα διάδικα μέρη. Περαιτέρω, με σκοπό την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας της εν λόγω αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, το Διοικητικό Συμβούλιο αυτής με την από 25.2.2009 ανακοίνωση του γνωστοποίησε ότι αποφάσισε να προτείνει στη Γενική Συνέλευση αυτής την έκδοση ενός νέου επενδυτικού προϊόντος, των «Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου» (εφεξής χάριν συντομίας: Μ.Α.Κ.), μέχρι του ποσού των εξακοσίων σαράντα πέντε εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (645.000.000 €). Πράγματι, την 30.4.2009 η εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία με ανακοίνωση της προς το επενδυτικό κοινό γνωστοποίησε ότι η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου ενέκρινε το από 30.4.2009 Ενημερωτικό Δελτίο «ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΓΙΑ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΣΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΜΕΧΡΙ 645.327.822 ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ € 1,00 ΤΟ ΚΑΘΕΝΑ». Καθ' όσον αφορά στους βασικούς όρους εκδόσεως του ως άνω επενδυτικού προϊόντος στο Τμήμα I (Περιληπτικό Σημείωμα) του ως άνω Ενημερωτικού Δελτίου αναφέρονται μεταξύ άλλων τα ακολούθα: «Προσφερόμενες αξίες: Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου αορίστου διαρκείας. Ύψος έκδοσης: Μέχρι € 645,327.822. Ονομαστική αξία: € 1,00 (στο άρτιο). Τιμή έκδοσης: Στο άρτιο σε αξίες του € 1 και πολλαπλάσια αυτού ... Τρόπος καταβολής αντιπαροχής: Οι Δικαιούχοι αλλά και οι λοιποί αιτητές δύνανται να εγγραφούν στην έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου καταβάλλοντας το αντίστοιχο ποσό της απαιτούμενης αντιπαροχής είτε σε μετρητά είτε με την καταβολή Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/18 της Τράπεζας αντίστοιχης ονομαστικής αξίας. Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα 2013/18 που θα καταβληθούν ως αντιπαροχή και θα γίνουν αποδεκτά για εγγραφή στην έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου της Τράπεζας, θα ακυρωθούν και η Τράπεζα θα παύσει να έχει οποιεσδήποτε υποχρεώσεις σχετικά με αυτά. Η Τράπεζα θα καταβάλει για την περίοδο από 1 Ιανουαρίου 2009 μέχρι 5 Ιουνίου 2009 τους δεδουλευμένους τόκους των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/18 τα οποία θα γίνουν αποδεκτά ως αντιπαροχή στην έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου. Καθεστώς εξασφάλισης: Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου αποτελούν άμεσες, μη εξασφαλισμένες, ελάσσονος διαβάθμισης (subordinated) υποχρεώσεις της Τράπεζας και κατατάσσονται σε ίση μοίρα (rank pari passu) μεταξύ τους. Προτεραιότητα κατάταξης: Τα δικαιώματα και οι αξιώσεις των κατόχων των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου της παρούσας έκδοσης: - είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) προς τις αξιώσεις των πιστωτών της Τράπεζας που είναι: καταθέτες ή άλλοι πιστωτές των οποίων οι αξιώσεις δεν είναι ελάσσονος προτεραιότητας ως προς τις αξιώσεις των καταθετών, πιστωτές των οποίων οι αξιώσεις είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) πλην εκείνων των οποίων οι αξιώσεις είναι ίσης προτεραιότητας (rank pari passu) με τις αξιώσεις των κατόχων Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου, κάτοχοι χρεογράφων της Τράπεζας των οποίων οι αξιώσεις είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) - είναι ίσης προτεραιότητας προς τις αξιώσεις άλλων εκδόσεων ελάσσονος προτεραιότητας, που πληρούν τα κριτήρια για περίληψη στο πρωτοβάθμιο κεφάλαιο της Τράπεζας - έχουν προτεραιότητα μόνο έναντι των μετόχων της Τράπεζας. Καμία πληρωμή σε σχέση με τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου δεν θα καθίσταται πληρωτέα εκτός και αν η Τράπεζα είναι φερέγγυα (solvent) και θα μπορεί να συνεχίσει να είναι φερέγγυα (solvent) ευθύς αμέσως μετά την πληρωμή. Διάρκεια: Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου είναι αξίες αόριστης διάρκειας χωρίς ημερομηνία λήξης (βλέπε "Εξαγορά" πιο κάτω). Επιτόκιο: Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου θα φέρουν σταθερό ετήσιο επιτόκιο 5,50% για τις πρώτες δέκα Περιόδους Τόκου μέχρι τις 30 Ιουνίου 2014 και μετέπειτα κυμαινόμενο επιτόκιο ίσο με το εκάστοτε Euribor 6 μηνών που θα ισχύει στην αρχή κάθε Περιόδου Τόκου πλέον 3,00%. Πληρωμή Τόκου: Ο τόκος είναι πληρωτέος σε εξαμηνιαία βάση στο τέλος κάθε περιόδου Πληρωμής Τόκου. Ως ημερομηνίες Πληρωμής Τόκων ορίζονται η 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους. Κάθε Μετατρέψιμο Αξιόγραφο Κεφαλαίου θα παύει να φέρει Τόκο από την ημερομηνία εξαγοράς ή μετατροπής του. Δικαίωμα Μετατροπής: Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου δύνανται κατ' επιλογή του κατόχου τους να μετατραπούν σε συνήθεις μετοχές της Τράπεζας κατά τις Περιόδους Μετατροπής. Τιμή Μετατροπής: € 5,50 ανά συνήθη μετοχή της Τράπεζας ονομαστικής αξίας € 1,00. Περίοδοι Μετατροπής: 15 - 30 Σεπτεμβρίου & 15 - 31 Μαρτίου κάθε έτος μέχρι το 2014. Πρώτη Περίοδος Μετατροπής: 15-30 Σεπτεμβρίου 2010. Τελευταία Περίοδος Μετατροπής: 15-31 Μαρτίου 2014. Εξαγορά (Redemption): Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου μπορούν, κατ' επιλογή της Τράπεζας, να εξαγοραστούν στο σύνολο τους, στην ονομαστική τους αξία μαζί με οποιουσδήποτε δεδουλευμένους τόκους στις 30 Ιουνίου 2014 ή σε οποιαδήποτε ημερομηνία πληρωμής τόκου που έπεται, κατόπιν έγκρισης της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου και υπό την προϋπόθεση ότι θα αντικατασταθούν με Πρωτοβάθμιο Κεφάλαιο, εκτός εάν η Κεντρική Τράπεζα κρίνει ότι η Τράπεζα διαθέτει ικανοποιητική επάρκεια κεφαλαίου. Τιμή Εξαγοράς: Στο άρτιο, δηλ. στο € 1 ανά Μετατρέψιμο Αξιόγραφο Κεφαλαίου. Προορισμός Προϊόντος Έκδοσης: Το καθαρό προϊόν από την έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου θα ενισχύσει την Τράπεζα με επιπρόσθετο πρωτοβάθμιο κεφάλαιο βοηθώντας στη διατήρηση ισχυρών και ανταγωνιστικών δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας ... Εισαγωγή και Διαπραγμάτευση: Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου θα εισαχθούν και θα διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο Χρηματιστήριο Αθηνών, εφόσον ληφθούν οι σχετικές εγκρίσεις από τις αρμόδιες αρχές».

Στο Μέρος Α' του Τμήματος II του εν λόγω Ενημερωτικού Δελτίου αναφέρεται σχετικώς με τους κινδύνους της επενδύσεως ότι «Η επένδυση στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και σε μετοχές της Τράπεζας Κύπρου υπόκειται σε μια σειρά κινδύνων. Μαζί με τις λοιπές πληροφορίες που περιέχονται ή ενσωματώνονται μέσω παραπομπής στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, οι δυνητικοί επενδυτές θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τους κινδύνους που περιγράφονται στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, πριν επενδύσουν στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου τα οποία παρέχουν δικαίωμα μετατροπής σε μετοχές. Εάν επέλθει οποιοδήποτε από τα γεγονότα που περιγράφονται παρακάτω, το Συγκρότημα, η χρηματοοικονομική θέση του ή τα αποτελέσματα της λειτουργίας του ενδέχεται να επηρεαστούν δυσμενώς και , ουσιωδώς και, ανάλογα, μπορεί να σημειωθεί πτώση στην αξία και την τιμή πώλησης των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και των μετοχών της Εταιρίας, οδηγώντας σε απώλεια του συνόλου ή μέρους οποιοσδήποτε επένδυσης σε αυτά. Επιπρόσθετα, οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες που περιγράφονται παρακάτω μπορεί να μην είναι οι μόνοι που ενδεχομένως να αντιμετωπίσει το Συγκρότημα. Πρόσθετοι κίνδυνοι και αβεβαιότητες που επί του παρόντος δεν είναι γνωστοί ή που δεν θεωρούνται ουσιώδεις, μπορεί να επιδράσουν δυσμενώς τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Συγκροτήματος», ακολούθως περιγράφονται οι σχετιζόμενοι με τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Συγκροτήματος της εν λόγω αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας κίνδυνοι (κίνδυνος από τις επικρατούσες στην Κύπρο και στο εξωτερικό οικονομικές συνθήκες, κίνδυνος επιτοκίων, κίνδυνος από τις μεταβολές στις τρέχουσες τιμές μετοχών και άλλων αξιών, συναλλαγματικός κίνδυνος, κίνδυνος σχετικώς με τους δανειζόμενους και την πιστωτική ικανότητα των αντισυμβαλλομένων της Τράπεζας, κίνδυνος μεταβολών των συνθηκών της αγοράς με συνέπεια αρνητικές αναπροσαρμογές στην εύλογη αξία των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων του

Συγκροτήματος, κίνδυνος ρευστότητας, κίνδυνος μη ικανοποιητικής κεφαλαιακής επάρκειας για κάλυψη των ελάχιστων εποπτικών απαιτήσεων, κίνδυνος αστοχίας ή αποτυχίας των εσωτερικών διαδικασιών και λειτουργιών του Συγκροτήματος, κίνδυνος μεταβολής του σχετικού ρυθμιστικού ή νομικού πλαισίου, νομικός κίνδυνος, φορολογικός κίνδυνος, κίνδυνος εκθέσεως σε ιδιαιτέρους ανταγωνιστικό περιβάλλον, κίνδυνος απώλειας ανωτέρων διευθυντικών στελεχών και άλλου προσωπικού, ασφαλιστικός κίνδυνος, κίνδυνος διακοπής ή παραβιάσεως των συστημάτων πληροφορικής του Συγκροτήματος, κίνδυνος γενέσεως προσθέτων υποχρεώσεων για ωφελήματα αφυπηρετήσεως προσωπικού). Περαιτέρω, καθ' όσον αφορά στους κινδύνους, οι οποίοι σχετίζονται με την εν λόγω έκδοση Μ.Α.Κ., ρητώς προβλέπεται (υπό τον τίτλο «Ακύρωση Πληρωμής Τόκων») ότι «Η Τράπεζα μπορεί κατά τη διακριτική της ευχέρεια να ακυρώσει οποιαδήποτε πληρωμή τόκου. Πριν από την ημερομηνία οποιοσδήποτε Πληρωμής Τόκου, αν η Τράπεζα, κατά τη διακριτική της ευχέρεια, διαπιστώσει ότι δεν τηρεί τη σχετική Κεφαλαιακή Επάρκεια όπως αυτή ορίζεται από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, ή ότι η Πληρωμή Τόκου θα έχει ως αποτέλεσμα η Τράπεζα να παύσει να ικανοποιεί την προαναφερόμενη Κεφαλαιακή Επάρκεια, τότε η Τράπεζα έχει τη δυνατότητα να ακυρώσει την Πληρωμή τέτοιων Τόκων, στα πλαίσια των "Περιορισμών Μερίσματος και Κεφαλαίου" ως περιγράφεται στον Όρο 4. Οποιαδήποτε τέτοια Ακύρωση Πληρωμής Τόκου θα ικανοποιηθεί από την Τράπεζα μόνο (i) κατά την εξαγορά των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και (ii) κατά την εξαγορά, ανταλλαγή ή αλλαγή των Όρων λόγω αλλαγών στο θεσμικό και φορολογικό πλαίσιο που διέπει τις εκδόσεις Πρωτοβάθμιου Κεφαλαίου και ιδιαίτερα τις εκδόσεις Αξιόγραφων Κεφαλαίου. Οποιαδήποτε Ακύρωση Πληρωμής Τόκου δύναται να ικανοποιηθεί (εκτός σε περίπτωση διάλυσης και στις περιπτώσεις που περιγράφονται στον Όρο 6) μόνο με το προϊόν έκδοσης Μετοχών της Τράπεζας μέσω του Εναλλακτικού Μηχανισμού Ικανοποίησης Πληρωμής Τόκου. Η πληρωμή τόκων προς τους κατόχους Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου θα γίνεται πάντοτε σε μετρητά. Αν η Τράπεζα δεν δύναται να προβεί στην πληρωμή τόκων σε μετρητά, δύναται να καλύψει την πληρωμή τόκων μέσω έκδοσης μετοχών στους κατόχους των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου κατόπιν έγκρισης της έκδοσης από Έκτακτη Γενική Συνέλευση των Μετόχων της Τράπεζας» και (υπό τον τίτλο «Εξαγορά [Redemption] και Αγορά») ότι «Η Τράπεζα δεν έχει καμία υποχρέωση εξαγοράς ή αγοράς των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα και οι Κάτοχοι δεν έχουν οποιοδήποτε δικαίωμα απαίτησης της εξαγοράς ή αγοράς από την Τράπεζα», ενώ επισημαίνεται (υπό τον τίτλο «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου δεν αποτελούν κατάλληλη επένδυση για όλους τους επενδυτές») ότι «Κάθε πιθανός επενδυτής σε οποιαδήποτε Μετατρέψιμια Αξιόγραφα Κεφαλαίου πρέπει να αξιολογήσει την καταλληλόλητα μιας τέτοιας επένδυσης λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Συγκεκριμένα, κάθε πιθανός επενδυτής πρέπει: (i) να έχει απαραίτητη γνώση και εμπειρία έτσι ώστε να είναι σε θέση να προβεί σε ουσιαστική αξιολόγηση των όρων των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου, των δικαιωμάτων και κινδύνων που εμπεριέχονται στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται ή που ενσωματώνονται μέσω παραπομπής στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, (ii) να έχει την κατάλληλη γνώση και πρόσβαση σε εργαλεία ανάλυσης έτσι ώστε να αξιολογήσει, στα πλαίσια της ιδιαίτερης κατάστασης του, την επένδυση στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και τις επιπτώσεις που δύναται να επιφέρει μια τέτοια επένδυση στο συνολικό του χαρτοφυλάκιο, (iii) να έχει ικανοποιητικούς πόρους και ρευστότητα έτσι ώστε να μπορεί να επωμισθεί όλους τους κινδύνους της επένδυσης του στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου, (ίν) να κατανοήσει με λεπτομέρεια τους όρους των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου, (ν) να αναγνωρίσει ότι υπάρχει περίπτωση να μην καταφέρει να πωλήσει ή να μεταφέρει τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου του για μεγάλο χρονικό διάστημα ή και καθόλου και (vi) να είναι σε θέση να αξιολογήσει (είτε ο ίδιος είτε με τη βοήθεια οικονομικών συμβούλων) τα πιθανά σενάρια που αφορούν τους παράγοντες που δύνανται να επηρεάσουν την επένδυση του όπως το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον, τα επιτόκια ή άλλους παράγοντες και στη δυνατότητα του να αναλάβει τους κινδύνους που εμπεριέχονται στην επένδυση του», ως και (υπό τον τίτλο «Οι κάτοχοι των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/18 οφείλουν να συμβουλευθούν τους οικονομικούς, φορολογικούς και νομικούς τους συμβούλους») ότι «Οι κάτοχοι των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018 οφείλουν να συμβουλευθούν τους οικονομικούς, φορολογικούς και νομικούς τους συμβούλους σχετικά με την καταλληλόλητά τυχόν ανταλλαγής ή μη των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018 και των τυχόν συνεπειών στη φορολογική τους θέση και τις λογιστικές ή οικονομικές συνέπειες τυχόν επένδυσης στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου. Η σχετική αναλογία ανταλλαγής (στη βάση της ονομαστικής τους αξίας) μπορεί κατά την εισαγωγή των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου στα δύο χρηματιστήρια να μην απεικονίζει την τιμή και σχετική σχέση στην τιμή διαπραγμάτευσης των αντίστοιχων κινητών αξιών. Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου θα εισαχθούν προς διαπραγμάτευση στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και το Χρηματιστήριο Αθηνών. Με βάση τη διαπραγμάτευση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου, οι τιμές τους θα κυμαίνονται ανάλογα με τον όγκο συναλλαγών και τις διαφορές μεταξύ των εντολών αγοράς και πώλησης, τέλος δε αναφορικώς με παράγοντες κινδύνου, σχετιζομένους με τις μετοχές, ρητώς αναφέρεται ότι τα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου έχουν χαμηλή ρευστότητα και παρουσιάζουν εντονότερες διακυμάνσεις από άλλα χρηματιστήρια της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, με συνέπεια τη δημιουργία σοβαρού ενδεχομένου δυσμενούς επηρεασμού της τιμής της μετοχής της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας. Η τελευταία την 10.6.2009 με ανακοίνωση της προς το επενδυτικό κοινό γνωστοποίησε την υπερκάλυψη της εκδόσεως του εν λόγω επενδυτικού κεφαλαίου, ως και ότι το αντληθέν ποσόν των εξακοσίων πενήντα εννέα εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (659.000.000 €) πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για την περαιτέρω ενδυνάμωση της κεφαλαιακής της επάρκειας και δη για την ενίσχυση των πρωτοβαθμίων κεφαλαίων (Tier 1) αυτής. Ακολούθως, με σκοπό την περαιτέρω ενίσχυση και διατήρηση σε υψηλά επίπεδα της κεφαλαιακής επάρκειας της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, το Διοικητικό Συμβούλιο αυτής με την από 28.2.2011 ανακοίνωσή του γνωστοποίησε ότι αποφάσισε να προτείνει στη Γενική Συνέλευση αυτής την έκδοση ενός νέου επενδυτικού προϊόντος, των «Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου» (εφεξής χάριν συντομίας: Μ.Α.Ε.Κ.), μέχρι του ποσού του ενός δισεκατομμυρίου τριακοσίων σαράντα δύο εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (1.342.000.000 €). Πράγματι, την 6.4.2011 η εκκαλοϋσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία με ανακοίνωση της προς το επενδυτικό κοινό γνωστοποίησε ότι η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου ενέκρινε το από 5.4.2011 Ενημερωτικό Δελτίο «ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΠΑ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΣΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΜΕΧΡΙ 1,342.422.297 ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ € 1,00 ΤΟ ΚΑΘΕΝΑ». Καθ' όσον αφορά στους βασικούς όρους εκδόσεως του ως άνω επενδυτικού προϊόντος στο Τμήμα 1 (Περιληπτικό Σημείωμα) του ως άνω Ενημερωτικού Δελτίου αναφέρονται μεταξύ άλλων τα ακολούθα: «Προσφερόμενες αξίες: Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου αορίστου διαρκείας. Ύψος έκδοσης: Μέχρι € 1.342.422 297. Ονομαστική αξία: € 1,00 (στο άρτιο). Τιμή έκδοσης: Στο άρτιο σε αξίες του € 1 ... Τρόπος καταβολής αντιπαροχής: Οι Δικαιούχοι αλλά και οι λοιποί αιτητές δύνανται να εγγραφούν στην έκδοση των ΜΑΕΚ καταβάλλοντας το αντίστοιχο ποσό της απαιτούμενης αντιπαροχής είτε σε μετρητά είτε με την καταβολή για ανταλλαγή άλλων υφισταμένων αξιών της Τράπεζας αντίστοιχης ονομαστικής αξίας και συγκεκριμένα (i) Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/18, (ii) Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και (iii) Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 ("Επιλέξιμες για Ανταλλαγή Αξίες"). Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα 2013/18, τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και τα Αξιόγραφα Κεφαλαίου 12/2007 (Επιλέξιμες για Ανταλλαγή Αξίες) που θα καταβληθούν ως αντιπαροχή και θα γίνουν αποδεκτά για εγγραφή στην έκδοση των ΜΑΕΚ της Τράπεζας, θα ακυρωθούν και η Τράπεζα θα παύσει να έχει οποιεσδήποτε υποχρεώσεις σχετικά με αυτά. Η Τράπεζα θα καταβάλει τους δεδουλευμένους τόκους των Επιλέξιμων για Ανταλλαγή Αξιών, οι οποίες θα γίνουν δεκτές για ανταλλαγή στην έκδοση των ΜΑΕΚ. Καθεστώς εξασφάλισης και Προτεραιότητα Κατάταξης: Τα ΜΑΕΚ αποτελούν άμεσες, μη εξασφαλισμένες, ελάσσονος διαβάθμισης (subordinated) υποχρεώσεις της Τράπεζας και κατατάσσονται σε ίση μοίρα (rank pari passu) μεταξύ τους. Τα δικαιώματα και οι αξιώσεις των κατόχων των ΜΑΕΚ της παρούσας έκδοσης: - είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) προς τις αξιώσεις των πιστωτών της Τράπεζας που είναι: καταθέτες ή άλλοι πιστωτές των οποίων οι αξιώσεις δεν είναι ελάσσονος προτεραιότητας ως προς τις αξιώσεις των καταθετών, πιστωτές των οποίων οι αξιώσεις είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) πλην εκείνων των οποίων οι αξιώσεις είναι ή εκφράζονται να είναι ίσης προτεραιότητας (rank pari passu) με τις αξιώσεις των κατόχων ΜΑΕΚ, κάτοχοι χρεογράφων της Τράπεζας των οποίων οι αξιώσεις είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) - είναι ίσης προτεραιότητας προς τις αξιώσεις άλλων εκδόσεων χαμηλότερης ελάσσονος προτεραιότητας, που πληρούν τα κριτήρια για περίληψη στο πρωτοβάθμιο κεφάλαιο της Τράπεζας που περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζονται, στα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου - έχουν προτεραιότητα έναντι των μετόχων της Τράπεζας. Οι αξιώσεις των κατόχων ΜΑΕΚ σε περίπτωση διάλυσης όπου η Τράπεζα παραμένει φερέγγυα (solvent) θα περιορίζονται στην ονομαστική αξία των ΜΑΕΚ και των δεδουλευμένων τόκων, αλλά μη συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε ακυρωθέντων τόκων. Σε περίπτωση οποιοσδήποτε πληρωμής που δεν καταβάλλεται σε σχέση με τα ΜΑΕΚ, η Τράπεζα δεν θα θεωρείται ότι περιήλθε σε γεγονός αθέτησης υποχρέωσης και οι κάτοχοι των ΜΑΕΚ δεν θα έχουν δικαίωμα υποβολής αίτησης για εκκαθάριση ή διάλυση της Τράπεζας. Διάρκεια: Τα ΜΑΕΚ είναι αξίες αόριστης διάρκειας χωρίς ημερομηνία λήξης (βλέπε " Εξαγορά " πιο κάτω). Επιτόκιο σε Ευρώ (€): Τα ΜΑΕΚ θα φέρουν σταθερό ετήσιο επιτόκιο 6,50% για τις πρώτες δέκα Περιόδους Τόκου μέχρι τις 30 Ιουνίου 2016 και μετέπειτα κυμαινόμενο επιτόκιο ίσο με το εκάστοτε Euribor 6 μηνών που θα ισχύει στην αρχή κάθε Περιόδου Τόκου πλέον 3,00%.

Επιτόκιο σε Δολάριο ($): Τα ΜΑΕΚ θα φέρουν σταθερό ετήσιο επιτόκιο 6,00% για τις πρώτες δέκα Περιόδους Τόκου μέχρι τις 30 Ιουνίου 2016 και μετέπειτα κυμαινόμενο επιτόκιο ίσο με το εκάστοτε Libor 6 μηνών που θα ισχύει στην αρχή κάθε Περιόδου Τόκου πλέον 3,00%. Πληρωμή Τόκου: Ο τόκος είναι πληρωτέος σε εξαμηνιαία βάση στο τέλος κάθε περιόδου Πληρωμής Τόκου σύμφωνα με τους Όρους έκδοσης των ΜΑΕΚ. Ως ημερομηνίες Πληρωμής Τόκων ορίζονται η 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους. Η Πρώτη Πληρωμή Τόκου θα είναι στις 31 Δεκεμβρίου 2011 και θα καλύπτει την περίοδο από την Ημερομηνία Έκδοσης μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2011. Κάθε Μετατρέψιμο Αξιόγραφο Ενισχυμένου Κεφαλαίου θα παύει να φέρει τόκο από την ημερομηνία εξαγοράς/αγοράς/μετατροπής. Δικαίωμα Μετατροπής: Τα ΜΑΕΚ δύνανται, κατ' επιλογή του κατόχου τους, να μετατραπούν σε Συνήθεις Μετοχές της Τράπεζας κατά τις Περιόδους Μετατροπής στην Τιμή Μετατροπής. Τιμή Μετατροπής: € 3,30 ανά συνήθη μετοχή της Τράπεζας ονομαστικής αξίας € 1,00 (και θα υπόκειται στις συνήθεις αναπροσαρμογές για εταιρικές πράξεις). Περίοδοι Μετατροπής: 1 - 15 Μαρτίου, 15-31 Μαϊου, 1-15 Σεπτεμβρίου και 15-30 Νοεμβρίου κάθε χρόνου με την πρώτη Περίοδο Μετατροπής να αρχίζει την Πρώτη Ημερομηνία Μετατροπής και την τελευταία Περίοδο Μετατροπής να τελειώνει την Τελευταία Ημερομηνία Μετατροπής. Πρώτη Ημερομηνία Μετατροπής: 1 Σεπτεμβρίου 2011. Τελευταία Ημερομηνία Μετατροπής:            31 Μαΐου 2016, Εξαγορά (Redemption): Τα ΜΑΕΚ μπορούν, κατ' επιλογή της Τράπεζας, να εξαγοραστούν στο σύνολο τους, στην ονομαστική τους αξία μαζί με οποιουσδήποτε δεδουλευμένους τόκους στις 30 Ιουνίου 2016 ή σε οποιαδήποτε ημερομηνία πληρωμής τόκου που έπεται, κατόπιν έγκρισης της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου και υπό την προϋπόθεση ότι θα αντικατασταθούν με Πρωτοβάθμιο Κεφάλαιο ίσης ή ψηλότερης διαβάθμισης ... Προαιρετική Επιλογή Ακύρωσης Πληρωμής Τόκων: Η Τράπεζα μπορεί κατά την κρίση της καθ' οιονδήποτε χρόνο, λαμβάνοντας υπόψη τη φερεγγυότητα καθώς και την οικονομική της κατάσταση, να επιλέξει να ακυρώσει Την Πληρωμή Τόκου σε μη σωρευτική βάση στα πλαίσια των "Περιορισμών Μερίσματος και Κεφαλαίου" που αναφέρονται πιο κάτω. Οποιαδήποτε ακυρωθείσα πληρωμή τόκου δεν θα οφείλεται και δεν θα καθίσταται πληρωτέα από την Τράπεζα. Σε περίπτωση Ακύρωσης Πληρωμής Τόκου, η Τράπεζα δεν θα θεωρείται ότι περιήλθε σε γεγονός αθέτησης υποχρέωσης και οι κάτοχοι των ΜΑΕΚ δεν θα έχουν δικαίωμα υποβολής αίτησης για εκκαθάριση ή πτώχευση της Τράπεζας. Υποχρεωτική Ακύρωση Πληρωμής Τόκων: Σε περίπτωση που η Τράπεζα δεν τηρεί τις ελάχιστες απαιτήσεις της φερεγγυότητας όπως ορίζονται από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ή δεν διαθέτει τα απαιτούμενα Διανεμητέα Στοιχεία τότε η Τράπεζα υποχρεωτικά θα ακυρώσει την Πληρωμή Τόκων στα ΜΑΕΚ. Η Κεντρική Τράπεζα δυνατόν να απαιτήσει, κατά τη διακριτική της ευχέρεια, την ακύρωση Πληρωμής Τόκων, στη βάση αξιολόγησης της φερεγγυότητας και της οικονομικής κατάστασης της Τράπεζας τα επόμενα τρία χρόνια. Διανεμητέα Στοιχεία κατά την οποιαδήποτε Ημερομηνία Πληρωμής Τόκου σημαίνει, το καθαρό κέρδος του Συγκροτήματος για το έτος που προηγείται τέτοιας Ημερομηνίας Πληρωμής Τόκου μαζί με οποιαδήποτε καθαρά κέρδη και Αδιανέμητα Κέρδη (retained earnings) που μεταφέρονται από προηγούμενα έτη και οποιεσδήποτε καθαρές μεταφορές από οποιουσδήποτε λογαριασμούς αποθεματικών σε κάθε περίπτωση οι οποίοι είναι διαθέσιμοι για διανομή  στους μετόχους της Τράπεζας. Συνεπακόλουθοι Περιορισμοί Μερίσματος και Κεφαλαίου: Αν η Τράπεζα ακυρώσει την πληρωμή τόκων για οποιονδήποτε λόγο, στα πλαίσια της Προαιρετικής Επιλογής Ακύρωσης Πληρωμής Τόκων ή της Υποχρεωτικής Ακύρωσης Πληρωμής Τόκων όπως περιγράφεται πιο πάνω, τότε δεν θα επιτρέπεται η πληρωμή μερίσματος ή οποιαδήποτε άλλη καταβολή (και εξαγορά ή αγορά) πάνω στις συνήθεις μετοχές ή σε άλλες αξίες της Τράπεζας που θα λογίζονται ως πρωτοβάθμιο κεφάλαιο από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, εκτός και εάν και μέχρις ότου η Τράπεζα προβεί στην επόμενη Πληρωμή Τόκου και με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στο Τμήμα II Μέρος Β Όρος 5 (γ). Υποχρεωτική Μετατροπή: Σε περίπτωση που επισυμβεί οποιοδήποτε Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονός Βιωσιμότητας, τα ΜΑΕΚ υποχρεωτικά θα μετατρέπονται σε Συνήθεις Μετοχές, στην Τιμή Υποχρεωτικής Μετατροπής ως ο σχετικός ορισμός πιο κάτω. Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου (Contingency Event): Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου θα θεωρείται ότι έχει επισυμβεί όταν η Τράπεζα δώσει σχετική ειδοποίηση είτε (i) ότι πριν από την ημερομηνία εφαρμογής της Βασιλείας III ως αυτή θα υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση το ύψος των Βασικών Πρωτοβαθμίων Κεφαλαίων της Core Tier I Ratio είναι χαμηλότερο του 5%, ή κατά ή μετά την ημερομηνία εφαρμογής της Βασιλείας III ως αυτή θα υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση το ύψος των Κοινών Πρωτοβαθμίων Κεφαλαίων - Common Equity Tier I Ratio είναι χαμηλότερο από το ελάχιστο ποσοστό που θα καθοριστεί, ή (ii) όταν η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου καθορίσει ότι η Τράπεζα βρίσκεται σε μη συμμόρφωση με τα απαιτούμενα κανονιστικά όρια του Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας ως καθορίζονται στους σχετικούς Εφαρμοστέους Τραπεζικούς Κανονισμούς. Σε κάθε περίπτωση θα πραγματοποιηθεί η Υποχρεωτική Μετατροπή των ΜΑΕΚ σε Συνήθεις Μετοχές συνέπεια του Γεγονότος Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου Η Τράπεζα, κατά την αξιολόγηση της φερεγγυότητας καθώς και της οικονομικής της θέσης μπορεί να κρίνει, σε συνεννόηση με την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, ή η Κεντρική Τράπεζα μπορεί να απαιτήσει, κατά τη διακριτική της ευχέρεια, ότι πιθανόν η Τράπεζα να παύσει στο άμεσο μέλλον να ικανοποιεί τα ελάχιστα αποδεκτά όρια του δείκτη Βασικών Πρωτοβαθμίων Κεφαλαίων, του δείκτη Κοινών Πρωτοβαθμίων Κεφαλαίων ή του Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας, ανάλογα με την περίπτωση, και για αυτό το λόγο θα θεωρηθεί ότι Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου έχει επισυμβεί. Γεγονός Βιωσιμότητας (Viability Event): Γεγονός Βιωσιμότητας ορίζεται οποτεδήποτε (i) η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου κρίνει ότι η υποχρεωτική μετατροπή των ΜΑΕΚ και άλλων αξιών, που με βάση τους όρους τους δυνατόν να μετατραπούν σε συνήθεις μετοχές σε Γεγονός Βιωσιμότητας, είναι αναγκαία για βελτίωση της κεφαλαιακής επάρκειας της Τράπεζας και θα συμβάλει στη διατήρηση της φερεγγυότητας της Τράπεζας και/ή (ii) η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου κρίνει ότι η Τράπεζα θα χρειαστεί έκτακτη κρατική βοήθεια για (α) τη διατήρηση της φερεγγυότητας της ή (β) αποφυγή του ενδεχομένου πτώχευσης της ή (γ) δεν είναι σε θέση να αποπληρώσει σημαντικό μέρος των υποχρεώσεων της ή (iii) σε άλλες παρόμοιες καταστάσεις. Τιμή Υποχρεωτικής Μετατροπής: Τα ΜΑΕΚ θα μετατραπούν υποχρεωτικά σε τέτοιο αριθμό Συνήθων Μετοχών που θα καθορίζεται διαιρώντας την ονομαστική αξία των ΜΑΕΚ με το ψηλότερο της Κατώτατης Τιμής (Floor Price) και της ισχύουσας Τιμής Υποχρεωτικής Μετατροπής κατά τη σχετική Ημερομηνία Υποχρεωτικής Μετατροπής. Τιμή Υποχρεωτικής Μετατροπής σε οποιαδήποτε στιγμή σε Συνήθεις Μετοχές της Εταιρίας είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε αναγνωρισμένο χρηματιστήριο ορίζεται το χαμηλότερο από (i) την ανώτατη τιμή των € 3,30 (και οποιεσδήποτε μετέπειτα τυχόν συνήθεις αναπροσαρμογές για εταιρικές πράξεις), και (ii) το 80% της μεσοσταθμικής τιμής διαπραγμάτευσης της μετοχής των πέντε εργάσιμων ημερών που προηγούνται της Ειδοποίησης για Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονός Βιωσιμότητας. Κατώτατη Τιμή (Floor Price) ορίζεται η ονομαστική αξία ανά Συνήθη Μετοχή (που κατά την ημερομηνία έκδοσης είναι € 1) ... Παράγοντες Κινδύνου: Η δυνατότητα της Τράπεζας να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της ως πηγάζουν από τα ΜΑΕΚ υπόκειται σε σειρά κινδύνων. Οι Παράγοντες Κινδύνου περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, κίνδυνους ρευστότητας, κίνδυνους αγοράς, ως επίσης και πιστωτικούς, λειτουργικούς, ρυθμιστικούς και νομικούς κινδύνους. Επιπρόσθετα, υπάρχουν κίνδυνοι οι οποίοι είναι ουσιώδεις στην αξιολόγηση των κινδύνων σε σχέση με τα ΜΑΕΚ. Οι κίνδυνοι αυτοί περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζονται, το γεγονός ότι τα ΜΑΕΚ δυνατόν να μην είναι κατάλληλη επένδυση για όλους τους επενδυτές καθώς και συγκεκριμένοι κίνδυνοι που αφορούν τους όρους έκδοσης τους, περιλαμβανομένων της υποχρεωτικής μετατροπής σε μετοχές έπειτα από Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου και Γεγονός Βιωσιμότητας αλλά και άλλους κινδύνους αγοράς, ως περιγράφονται με μεγαλύτερη λεπτομέρεια στο Τμήμα II, Μέρος A του παρόντος Ενημερωτικού Δελτίου. Προορισμός Προϊόντος Έκδοσης: Το καθαρό προϊόν από την έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου θα ενισχύσει την Τράπεζα με επιπρόσθετο πρωτοβάθμιο κεφάλαιο βοηθώντας στη διατήρηση ισχυρών και ανταγωνιστικών δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας ... Εισαγωγή και Διαπραγμάτευση: Τα ΜΑΕΚ θα εισαχθούν και θα διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο Χρηματιστήριο Αθηνών, εφόσον ληφθούν οι σχετικές εγκρίσεις από τις αρμόδιες αρχές». Στο Μέρος Α' του Τμήματος II του εν λόγω Ενημερωτικού Δελτίου αναφέρεται σχετικώς με τους κινδύνους της επενδύσεως ότι «Η επένδυση στα μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου και σε μετοχές της Τράπεζας Κύπρου υπόκειται σε μια σειρά κινδύνων. Μαζί με τις λοιπές πληροφορίες που περιέχονται ή ενσωματώνονται μέσω παραπομπής στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, οι δυνητικοί επενδυτές θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τους κινδύνους που περιγράφονται στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, πριν επενδύσουν στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου που περιλαμβάνουν την επιλογή ή/και υποχρεωτική μετατροπή τους σε μετοχές και ως εκ τούτου σε μετοχές της Εταιρίας. Εάν επέλθει οποιοδήποτε από τα γεγονότα που περιγράφονται παρακάτω, το Συγκρότημα, η χρηματοοικονομική θέση του ή τα αποτελέσματα της λειτουργίας του ενδέχεται να επηρεαστούν δυσμενώς και ουσιωδώς και, ανάλογα, μπορεί να σημειωθεί πτώση στην αξία και την τιμή πώλησης των μετοχών της Εταιρίας, οδηγώντας σε απώλεια του συνόλου ή μέρους οποιοσδήποτε επένδυσης σε αυτές. Επιπρόσθετα, οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες που περιγράφονται παρακάτω μπορεί να μην είναι οι μόνοι που ενδεχομένως να αντιμετωπίσει το Συγκρότημα. Πρόσθετοι κίνδυνοι και αβεβαιότητες που επί του παρόντος δεν είναι γνωστοί ή που δεν θεωρούνται ουσιώδεις, μπορεί να επιδράσουν δυσμενώς στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Συγκροτήματος», ακολούθως περιγράφονται οι σχετιζόμενοι με τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Συγκροτήματος της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας κίνδυνοι (κίνδυνος από τις επικρατούσες στην Κύπρο και στο εξωτερικό οικονομικές συνθήκες, κίνδυνος από τις διακυμάνσεις της αγοράς, κίνδυνος επιτοκίων, κίνδυνος από τις μεταβολές στις τρέχουσες τιμές μετοχών και άλλων αξιών, συναλλαγματικός κίνδυνος, κίνδυνος σχετικώς με τους δανειζόμενους και την πιστωτική ικανότητα των αντισυμβαλλομένων της Τράπεζας, κίνδυνος μεταβολών των συνθηκών της αγοράς με συνέπεια αρνητικές αναπροσαρμογές στην εύλογη αξία των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων του Συγκροτήματος, κίνδυνος ρευστότητας, κίνδυνος μη ικανοποιητικής κεφαλαιακής επάρκειας για κάλυψη των ελάχιστων εποπτικών απαιτήσεων, εποπτικός κίνδυνος, κίνδυνος αστοχίας ή αποτυχίας των εσωτερικών διαδικασιών και λειτουργιών του Συγκροτήματος, κίνδυνος σχετιζόμενος με τις δραστηριότητες του Συγκροτήματος στην Ελλάδα, κίνδυνος σχετιζόμενος με τις δραστηριότητες του Συγκροτήματος στη Ρωσία, κίνδυνος σχετικός με τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στην Κύπρο, κίνδυνος μεταβολής του σχετικού ρυθμιστικού ή νομικού πλαισίου, νομικός κίνδυνος, φορολογικός κίνδυνος, κίνδυνος εκθέσεως σε ιδιαιτέρως ανταγωνιστικό περιβάλλον, κίνδυνος απώλειας ανωτέρων διευθυντικών στελεχών και άλλου προσωπικού, ασφαλιστικός κίνδυνος, κίνδυνος διακοπής ή παραβιάσεως των συστημάτων πληροφορικής του Συγκροτήματος, κίνδυνος γενέσεως προσθέτων υποχρεώσεων για ωφελήματα αφυπηρετήσεως προσωπικού). Περαιτέρω, καθ' όσον αφορά στους κινδύνους, οι οποίοι σχετίζονται με την εν λόγω έκδοση Μ.Α.Ε.Κ., ρητώς αναφέρεται (υπό τον τίτλο «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου αποτελούν μια νέα μορφή επένδυσης και δυνατόν να μην είναι κατάλληλα για όλους τους επενδυτές») ότι «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου αποτελούν μια νέα μορφή επένδυσης και δυνατόν να μην είναι κατάλληλα για όλους τους επενδυτές. Κατά συνέπεια, μια επένδυση στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου και τις μετοχές της Τράπεζας (στις οποίες είναι μετατρέψιμα) εμπεριέχει αυξανόμενους και εσωτερικούς κινδύνους. Κάθε πιθανός επενδυτής στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου πρέπει να καθορίσει την καταλληλότητα μιας τέτοιας επένδυσης λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις του.   Συγκεκριμένα κάθε πιθανός επενδυτής πρέπει: i. να κατέχει τις κατάλληλες γνώσεις έτσι ώστε να είναι σε θέση να αξιολογήσει τα οφέλη και τους κινδύνους μιας επένδυσης στα Μετατρέψιμα / Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου όπως και των πληροφοριών που περιλαμβάνονται ή ενσωματώνονται στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, ii. να έχει πρόσβαση, τις κατάλληλες γνώσεις και τα κατάλληλα αναλυτικά εργαλεία έτσι ώστε να είναι σε θέση να αξιολογήσει, στα πλαίσια της δικής του οικονομικής κατάστασης, μια πιθανή επένδυση στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου και τον αντίκτυπο στο γενικό του επενδυτικό χαρτοφυλάκιο που δυνατό να έχει η επένδυση του στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου, iii. να έχει ικανοποιητικούς οικονομικούς πόρους και ρευστότητα για να αναλάβει τους κινδύνους επένδυσης στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων σε περίπτωση που το νόμισμα για την αποπληρωμή του κεφαλαίου ή των τόκων είναι διαφορετικό από το νόμισμα του επενδυτή, iv. να κατανοήσει με λεπτομέρεια τους όρους έκδοσης των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου και ιδιαίτερα  αλλά όχι μόνο τους όρους που αφορούν την Ακύρωση Τόκου, την Αναγκαστική Μετατροπή σε μετοχές, το Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου και το Γεγονός Βιωσιμότητας και να κατανοεί τη λειτουργία των σχετικών με την έκδοση κεφαλαιαγορών όπως και την πιθανότητα να υπάρξει Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου και Γεγονός Βιωσιμότητας, ν. να αναγνωρίσει ότι υπάρχει περίπτωση να μην καταφέρει να πωλήσει ή να μεταφέρει τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου για σημαντικό χρονικό διάστημα ή και καθόλου, vi. να είναι σε θέση να αξιολογήσει (είτε μόνος είτε με τη βοήθεια ενός οικονομικού συμβούλου) τα πιθανά σενάρια όσον αφορά την οικονομία, το επιτόκιο και άλλους παράγοντες που μπορούν να έχουν επιπτώσεις στην επένδυση του, τη μετατροπή των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου σε μετοχές, και τη δυνατότητα του να αναλάβει τους κινδύνους που απορρέουν. Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου είναι νέα χρηματοοικονομικά μέσα. Ένας πιθανός επενδυτής δεν πρέπει να επενδύσει στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου εκτός αν κατέχει τη γνώση και την εμπειρία (είτε από μόνος του είτε με έναν οικονομικό σύμβουλο) για να αξιολογήσει την απόδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου στις μεταβαλλόμενες συνθήκες αγοράς, τα αποτελέσματα που θα προκύψουν από την πιθανότητα μετατροπής τους, την αξία τους και την επίδραση που αυτή η επένδυση θα έχει στο γενικό τους επενδυτικό χαρτοφυλάκιο. Πριν από τη λήψη μιας απόφασης για επένδυση, οι πιθανοί επενδυτές πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά, λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές περιστάσεις και τους στόχους της επένδυσης τους και όλες τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο παρόν ενημερωτικό δελτίο ». Στο Μέρος Α' του Τμήματος II του εν λόγω Ενημερωτικού Δελτίου μεταξύ άλλων αναφέρεται επίσης: α) (υπό τον γενικό τίτλο «Οι Κάτοχοι είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένοι στον κίνδυνο διακύμανσης στην αξία των μέτοχων της Τράπεζας») ότι «Σε περίπτωση πραγματοποίησης Γεγονότος Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονότος Βιωσιμότητας τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου θα μετατραπούν υποχρεωτικά σε μετοχές ...». β) (υπό τον γενικό τίτλο «Προαιρετική Επιλογή και Υποχρεωτική Ακύρωση Πληρωμής Τόκων σε μη συσσωρευτική βάση») ότι «Η Τράπεζα μπορεί κατά την κρίση της να ακυρώσει οποιαδήποτε πληρωμή τόκου υπό τους περιορισμούς που περιγράφονται Μέρος Β, Όρο 5 "Συνεπακόλουθοι Περιορισμοί Μερίσματος και Κεφαλαίου". Πριν από την ημερομηνία οποιοσδήποτε Πληρωμής Τόκου, η Τράπεζα, κατά την κρίση της, αν διαπιστώσει ότι δεν τηρεί την σχετική Κεφαλαιακή Επάρκεια, όπως αυτή ορίζεται από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, ή ότι η Πληρωμή Τόκου θα έχει ως αποτέλεσμα η Τράπεζα να παύσει να ικανοποιεί την προαναφερόμενη Κεφαλαιακή Επάρκεια, τότε η Τράπεζα έχει τη δυνατότητα να ακυρώσει την Πληρωμή τέτοιων Τόκων σε μη σωρευτική βάση, στα πλαίσια όμως των "Συνεπακόλουθων Περιορισμών Μερίσματος και Κεφαλαίου" ως περιγράφεται στο Τμήμα Ιί. Μέρος Β/11 στον Όρο 5. Περαιτέρω, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου δύναται, και στη βάση αξιολόγησης της οικονομικής κατάστασης και της φερεγγυότητας της Τράπεζας για τα επόμενα τρία χρόνια, να απαιτήσει την ακύρωση πληρωμής τόκου ή κεφαλαίου. Η πληρωμή τόκων προς τους κατόχους Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου θα γίνεται πάντοτε σε μετρητά», γ) (υπό τον τίτλο «Αξίες Αόριστης Διάρκειας χωρίς οποιαδήποτε νομική ημερομηνία λήξης») ότι «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου είναι αξίες αόριστης διάρκειας χωρίς ημερομηνία λήξης και γι' αυτό το λόγο οι επενδυτές θα λάβουν το κεφάλαιο επένδυσης τους μόνο στην περίπτωση που η Τράπεζα επιλέξει να τα εξαγοράσει με την προηγούμενη έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου», δ) (υπό το γενικό τίτλο «Η Τράπεζα έχει το δικαίωμα αλλά όχι την υποχρέωση εξαγοράς [Redemption] και Αγοράς των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου») ότι «Η Τράπεζα δεν έχει καμία υποχρέωση εξαγοράς ή αγοράς των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα και οι Κάτοχοι δεν έχουν οποιοδήποτε δικαίωμα απαίτησης της εξαγοράς ή αγοράς από την Τράπεζα. Η Τράπεζα όμως έχει την επιλογή με την προηγούμενη έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, να εξαγοράσει ολόκληρο το ποσό των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου στην ονομαστική τους αξία μαζί με οποιουσδήποτε δεδουλευμένους τόκους στις 30 Ιουνίου 2016, ή σε οποιαδήποτε Ημερομηνία Πληρωμής Τόκου που έπεται και υπό την προϋπόθεση ότι θα αντικατασταθούν με Πρωτοβάθμιο Κεφάλαιο ...», ε) (υπό τον γενικό τίτλο «Καθεστώς Εξασφάλισης και Προτεραιότητα Κατάταξης σε περίπτωση διάλυσης») ότι «... εάν η Τράπεζα τελεί υπό διάλυση ή εκκαθάριση, ο εκκαθαριστής θα ικανοποιήσει πρώτα όλες τις αξιώσεις των καταθετών ή άλλων πιστωτών των οποίων οι αξιώσεις δεν είναι ελάσσονος προτεραιότητας ως προς τις αξιώσεις των καταθετών και πιστωτών των οποίων οι αξιώσεις είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) πλην εκείνων των οποίων οι αξιώσεις είναι ίσης προτεραιότητας (rank pari passu) με τις αξιώσεις των κατόχων Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου. Σε περίπτωση που η Τράπεζα δεν έχει ικανοποιητικά περιουσιακά στοιχεία για τον πλήρη διακανονισμό των αξιώσεων που δεν είναι ελάσσονος προτεραιότητας, τότε οι αξιώσεις των Κατόχων των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου δύνανται να χάσουν το σύνολο ή μέρος της επένδυσης τους. Επιπλέον, εάν τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου μετατραπούν σε Συνήθεις Μετοχές μετά από την πραγματοποίηση Γεγονότος Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονότος Βιωσιμότητας, κάθε Κάτοχος θα υποστεί περαιτέρω μείωση της προτεραιότητας των δικαιωμάτων και αξιώσεων του λόγω της μετατροπής της επένδυσης του σε Συνήθεις Μετοχές και υπάρχει κίνδυνος οι μέτοχοι να χάσουν μέρος ή ολόκληρη την επένδυση τους» και στ) (υπό τον τίτλο «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου κατατάσσονται ως Πρωτοβάθμιο Κεφάλαιο [Tier 1 capital]») ότι «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου κατατάσσονται ως πρωτοβάθμιο Κεφάλαιο (Tier 1 capital) και πιθανοί επενδυτές θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τα χαρακτηριστικά τους που αφορούν μεταξύ άλλων και την προτεραιότητα κατάταξης, το καθεστώς εξασφάλισης τους και την αόριστη διάρκεια τους». Τέλος, στο αυτό Τμήμα του εν λόγω Ενημερωτικού Δελτίου επισημαίνεται (υπό τον γενικό τίτλο «ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΧΟΥΣ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΧΡΕΟΓΡΑΦΩΝ 2013/18, ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΚΑΙ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΣΕΙΡΑ Γ (12/2007) ΠΟΥ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΕΠΙΛΕΕΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΣΕ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΑΞΙΟΓΡΑΦΑ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ») ότι «Οι κάτοχοι των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 της Τράπεζας, πριν τη λήψη οποιοσδήποτε απόφασης για συμμετοχή στην έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου μέσω της πιθανής ανταλλαγής των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 της Τράπεζας που ήδη κατέχουν θα πρέπει να μελετήσουν προσεκτικά, λαμβάνοντας υπόψη τη δική τους οικονομική         κατάσταση, τους επενδυτικούς στόχους και ορίζοντες και τις πληροφορίες που περιέχονται στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο και ιδιαίτερα τους κινδύνους που περιγράφονται πιο κάτω και αφορούν τη νέα έκδοση και το ενδεχόμενο ανταλλαγής ... Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου παρουσιάζουν ουσιαστικές διαφορές από τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα 2013/2018, τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και τα Αξιόγραφα Κεφαλαίου 12/2007. Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα 2013/2018 (τα οποία κατατάσσονται ως δευτεροβάθμιο κεφάλαιο (Tier 2 capital) της Τράπεζας) έχουν ουσιαστικές διαφορές από τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου (τα οποία κατατάσσονται ως πρωτοβάθμιο κεφάλαιο (Tier 1 capital) της Τράπεζας). Οι Κάτοχοι Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 θα πρέπει να εξετάσουν τις διαφορές μεταξύ των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2103/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 και των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου οι οποίες περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την προτεραιότητα κατάταξης και το καθεστώς εξασφάλισης τους, τη διάρκεια τους, το επιτόκιο, την εξαγορά και τη δυνατότητα μετατροπής σε μετοχές της Τράπεζας εφόσον υφίσταται καθώς και της υποχρεωτικής μετατροπής σε συνήθεις μετοχές σε περίπτωση που επισυμβεί Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονός Βιωσιμότητας. Οι πλήρεις όροι των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου παρουσιάζονται στο Μέρος Β του παρόντος Ενημερωτικού Δελτίου ...», ότι (υπό τον τίτλο «Αβεβαιότητα ως προς τη ρευστότητα κατά τη διαπραγμάτευση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου») άτι «Η Τράπεζα δεν σκοπεύει να υποβάλει αίτηση για εισαγωγή προς διαπραγμάτευση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου σε οποιαδήποτε ρυθμισμένη αγορά εκτός από την αγορά του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου και του Χρηματιστηρίου Αξιών. Τα νέα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου είναι τίτλοι για τους οποίους δεν υπάρχουν συναλλαγές σε καμία αγορά και δεν μπορεί να υπάρξει καμία διαβεβαίωση μελλοντικής ρευστότητας στις αγορές που αναμένεται να εισαχθούν», ως και υπό τον τίτλο «Οι κάτοχοι των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/18, Μετατρέψιμων Αξιογράφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 οφείλουν να συμβουλευθούν τους οικονομικούς, φορολογικούς και νομικούς τους συμβούλους») ότι «Οι       κάτοχοι των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 οφείλουν να συμβουλευθούν τους οικονομικούς, φορολογικούς και νομικούς τους συμβούλους σχετικά με την καταλληλότητα τυχόν ανταλλαγής ή μη της επένδυσης τους και των τυχόν συνεπειών στη φορολογική τους θέση και τις λογιστικές ή οικονομικές συνέπειες τυχόν επένδυσης στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου. Η σχετική αναλογία ανταλλαγής (στη βάση της ονομαστικής τους αξίας) μπορεί κατά την εισαγωγή των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου στα δύο χρηματιστήρια να μην απεικονίζει την τιμή και σχετική σχέση στην τιμή διαπραγμάτευσης των αντίστοιχων κινητών αξιών», τέλος δε αναφορικώς με παράγοντες κινδύνου, σχετιζομένους με τις μετοχές, ρητώς αναφέρεται ότι τα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου έχουν χαμηλή ρευστότητα και παρουσιάζουν εντονότερες διακυμάνσεις από άλλα χρηματιστήρια της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, με συνέπεια τη δημιουργία σοβαρού ενδεχομένου δυσμενούς επηρεασμού της τιμής της μετοχής της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας. Περαιτέρω, η επιδείνωση των οικονομικών μεγεθών της Ελληνικής Δημοκρατίας ιδίως μετά το έτος 2009 και η συνεπεία αυτής υποβάθμιση των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (εφεξής χάριν συντομίας: Ο.Ε.Δ.) και εντεύθεν της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας επηρέασε δυσμενώς τη θέση της εν λόγω αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, η οποία, παρά το γεγονός ότι τελούσε σε γνώση της ραγδαίας επιδεινώσεως των στοιχείων της ελληνικής οικονομίας, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ μηνός Δεκεμβρίου του έτους 2009 και μηνός Απριλίου έτους 2010 αύξησε την έκθεση της σε Ο.Ε.Δ. μέχρι του ποσού των δύο δισεκατομμυρίων τετρακοσίων εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (2.400.000.000 €), ενώ τα ίδια κεφάλαια αυτής ανέρχονταν σε δύο δισεκατομμύρια πεντακόσια εκατομμύρια ΕΥΡΩ (2.500.000.000 €), με συνέπεια η συγκέντρωση πραγματικού κινδύνου για την εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία να ανέρχεται σε ποσοστό 80%, περαιτέρω δε δεν έλαβε μέτρα περιορισμού του κινδύνου αυτού (είτε με πώληση Ο.Ε.Δ. είτε με αγορά Συμβολαίων Ανταλλαγής Πιστωτικής Αθετήσεως - Credit Default Swaps [ CDS ]). Η συνεχής επιδείνωση των μεγεθών της ελληνικής οικονομίας επέφερε εν τέλει καίριο πλήγμα στη κεφαλαιακή επάρκεια της - εκτεθειμένης σε υπερβολικό βαθμό σε Ο.Ε.Δ. - εν λόγω- αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας (δεδομένου ότι οι επενδύσεις της τελευταίας σε Ο.Ε.Δ. την 31.3.2010 είχαν λογιστική αξία 2.000.000.000 €), η τελική δε ζημία στα ίδια κεφάλαια αυτής από τη συγκεκριμένη αιτία (απομείωση αξίας Ο.Ε.Δ.) ανήλθε κατά το τέλος του έτους 2010 (31,12.2010) στο ποσόν των 529 513.000 €. Ωστόσο, η εν λόγω αλλοδαπή τραπεζική εταιρία απέφυγε να αποτυπώσει λογιστικώς τις ζημίες της από την απομείωση της αξίας των Ο.Ε.Δ. στις ετήσιες οικονομικές της καταστάσεις (καθ’ όσον τούτο θα είχε ευθεία επίπτωση στην κεφαλαιακή της επάρκεια και στον Δείκτη Tier Core 1), αποκρύπτοντας σκοπίμως την πραγματική οικονομική της κατάσταση, αλλά αντιθέτως προέβη σε επαναταξινόμηση του χαρτοφυλακίου της, περαιτέρω δε επιχείρησε την προώθηση προς το επενδυτικό κοινό μέσω του δικτύου υποκαταστημάτων της στην Ελλάδα και την Κύπρο σύνθετων επενδυτικών προϊόντων (προεχόντως των Μ.Α.Ε.Κ.), τα οποία έφεραν τα ανωτέρω περιγραφόμενα στο σκεπτικό χαρακτηριστικά, με προφανή σκοπό την απορρόφηση του μείζονος μέρους των απωλειών αυτών, εν αγνοία και με παραπλάνηση των υποψηφίων επενδυτών ως προς την πραγματική οικονομική της κατάσταση και το βαθμό ασφαλείας της επενδύσεως τους, όπως κατωτέρω θα εκτεθεί. Στο πλαίσιο αυτό, η εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία την 15.6.2012 αποφάσισε, αναφορικώς με τα Μ.Α.Κ. και τα Μ.Α.Ε.Κ., την ενεργοποίηση του όρου περί υποχρεωτικής ακυρώσεως πληρωμής τόκου για την περίοδο από 31.12.2011 έως 29.6.2012, το αυτό δε έπραξε την 18.12.2012 και για την περίοδο από 30.6.2012 έως 30.12.2012. Την 30.6 2012 η εν λόγω αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παρουσίασε έλλειμμα (οφειλόμενο εν πολλοίς στο ελληνικό πρόγραμμα PSI αναφορικώς με τα Ο.Ε.Δ.) και συμφώνησε με τους πιστωτές της τη χρηματοδότηση αυτής με το ποσόν των δέκα δισεκατομμυρίων ΕΥΡΩ (10.000.000.000 €), ενώ την 15.3.2012 είχε ήδη αντλήσει από το Ευρωσύστημα (E.L.A.) το ποσόν του ενός δισεκατομμυρίου ΕΥΡΩ (1.000.000.000 €). Ωστόσο, την 15.3.2013 το Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης (Eurogroup) αποφάσισε τη μη χρηματοδότηση της ανακεφαλαιοποιήσεως των δύο μεγάλων κυπριακών τραπεζών, ήτοι της εν λόγω τραπεζικής εταιρίας και της Λαϊκής Τράπεζας, με την αυτή δε απόφαση του Eurogroup μεταβιβάσθηκε στην εν λόγω αλλοδαπή τραπεζική εταιρία η υποχρέωση της Λαϊκής Τράπεζας προς τον E.L.A., ύψους εννέα εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (9.000.000 €). Την 26.3.2013 η εν λόγω αλλοδαπή τραπεζική εταιρία τέθηκε υπό καθεστώς ειδικής εκκαθαρίσεως δυνάμει του «Περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Αλλων Ιδρυμάτων Νόμου (17) 2013», στα πρότυπα της «Πρότασης Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου του 2012 για την εξυγίανση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων» και βάσει της «Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου αριθμ. 2001/24/ΕΚ της 4ης Απριλίου 2001 "Για την εξυγίανση και την εκκαθάριση των πιστωτικών ιδρυμάτων"» και του «Περί Τραπεζικών Εργασιών (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2004», με τον οποίο ενσωματώθηκε στην κυπριακή έννομη τάξη η ως άνω Οδηγία και επιβλήθηκε το πρώτον η διάσωση των τραπεζικών ιδρυμάτων με ίδια μέσα (bail - in), δηλαδή με «κούρεμα» καταθέσεων και μετοχοποίηση ομολόγων. Εν τέλει, με τα υπ’ αριθ. 103/29.3.2013 και 278/30.7.2013 Διατάγματα (Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις) του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, υπό την ιδιότητα της τελευταίας ως Αρχής Εξυγιάνσεως κατά τους ορισμούς των άρθρων 5 (1), 5 (7), 5 (12) (α), 7 (1) και 12 του «Περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων» Νόμου του 2013, τα Μ.Α.Ε.Κ. μετετράπησαν σε Μετοχές Δ' Τάξεως με τιμή μετατροπής ένα ΕΥΡΩ (1 €), δηλαδή στην ονομαστική τους αξία, και με ονομαστική αξία εκάστης μετοχής στο ένα ΕΥΡΩ (1 €) για κάθε ΕΥΡΩ των ως άνω χρεών της Τράπεζας. Εν συνεχεία, επήλθε μείωση της ονομαστικής αξίας των Μετοχών Δ' Τάξεως από 1 € σε 0,01 € δι’ εκάστη μετοχή, επί σκοπώ διαγραφής των συσσωρευμένων ζημιών της εν λόγω αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας. Κάθε εκατό (100) μετατραπείσες σε συνήθεις μετοχές αξίας 0,01 € δι’ εκάοτη μετοχή, οι οποίες ήσαν εγγεγραμμένες στον ίδιο μέτοχο, ενώθηκαν σε μια (νέα) συνήθη μετοχή, αξίας ενός ΕΥΡΩ (1 €) εκάστης. Οι μη ενοποιημένες μετοχές (λ.χ. αριθμός μετοχών ελάσσων των 100) ακυρώθηκαν και το ποσόν της ονομαστικής αξίας των ακυρωθεισών μετοχών χρησιμοποιήθηκε για τη διαγραφή των συσσωρευμένων ζημιών της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, εφεξής δε όλες οι μετοχές αποτελούσαν ενιαία τάξη, παρέχουσες δικαίωμα ψήφου και απολήψεως μερίσματος στους μετόχους. Την 4.1.2017 η ως άνω αλλοδαπή τραπεζική εταιρία εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο «Αναστολή διαπραγμάτευσης των Υφιστάμενων Μετοχών της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρίας Λτδ», με την οποία γνωστοποίησε στο επενδυτικό κοινό ότι η (εντασσόμενη στο σχέδιο εξυγιάνσεως της) αναστολή της διαπραγματεύσεως της μετοχής της στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου θα αρχίσει από 10.1.2017, ως και ότι η διαπραγμάτευση των νέων μετοχών της θα άρχιζε, υπό την αίρεση της λήψεως των σχετικών εγκρίσεων, στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο L.S.E. (όχι στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών) από 19.1.2017. Στο πλαίσιο αυτό η συναλλακτική σχέση των διαδίκων μερών διαμορφώθηκε ως ακολούθως, σύμφωνα και με τις περιγραφόμενες κατωτέρω ειδικές περιστάσεις ενός εκάστου εξ αυτών: γ) 1) Ως προς τον πρώτο εφεσίβλητο Βούλγαρη Αλκιβιάδη (πρώτο αναιρεσίβλητο): Είναι 69 ετών, παντρεμένος, πατέρας ενός ενήλικου τέκνου 30 ετών και συνταξιούχος. Εργάστηκε ως ιδιωτικός υπάλληλος σε μεγάλες βιομηχανίες, όπως η Χαρτοποιεία ΠΑΚΟ, η Κλωστοϋφαντουργεία ΒΕΛΚΑ και άλλες, ενώ παράλληλα λόγω της ειδικότητας του ως ναυπηγός μηχανικός έκανε και επιθεωρήσεις πλοίων. Η συνεργασία του με την Τράπεζα Κύπρου ξεκίνησε περί το έτος 2000, με το άνοιγμα του με αριθμό … λογαριασμού ταμιευτηρίου και ενδεικτικά από το 2002 προέβη στις με αρ. ………, . προθεσμιακές καταθέσεις. Η επιλογή του είδους (προθεσμιακή κατάθεση απλή, εισοδήματος με μηνιαία απόληψη τόκων κ.α.) και της διάρκειας (τρίμηνη, εξάμηνη ή έτους) της προθεσμιακής κατάθεσης γινόταν ύστερα από πρόταση των υπαλλήλων επί τη βάσει της επιδίωξης του να διατηρεί το κεφάλαιο του και να το επαυξάνει σταδιακά. Με την πάροδο των χρόνων ανέπτυξε ιδιαίτερη σχέση εμπιστοσύνης με τον υπάλληλο της Τράπεζας Κύπρου .., ο οποίος από ένα σημείο και έπειτα κατά βάση τον εξυπηρετούσε. Ο ως άνω λειτούργησε ως ο προσωπικός του τραπεζικός σύμβουλος που γνώριζε τους αποταμιευτικούς του στόχους και ήξερε ότι επιθυμούσε οι κινήσεις του να είναι συντηρητικές. Τον Ιούλιο του 2008, στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας μας, επικοινώνησε μαζί του ο εν λόγω .. και του ζήτησε να περάσει από το κατάστημα, για να τον ενημερώσει για μία «νέα δυνατότητα» που είχα, που όπως χαρακτηριστικά είπε, ήταν «μεγάλη ευκαιρία». Πράγματι την 24.7.2008 μετέβη στο υποκατάστημα της Τράπεζας Κύπρου, όπου ο παραπάνω του πρότεινε αντί της προθεσμιακής κατάθεσης να τοποθετήσει τα χρήματα του σε ένα νέο προϊόν πενταετούς διάρκειας, τύπου προθεσμιακής κατάθεσης και εξίσου ασφαλές με αυτήν, που προσφέρει προνομιακό επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα. Ότι με τον τρόπο αυτό και θα διατηρούσε το αρχικό του κεφάλαιο άθικτο και οι τόκοι θα κατετίθεντο κάθε εξάμηνο στο λογαριασμό του. Ότι θα φρόντιζε ο ίδιος να "σπάσει" την προθεσμιακή του κατάθεση χωρίς ποινή ώστε να επωφεληθεί από το καλύτερο επιτόκιο άμεσα. Ότι δήθεν υπήρχε ασφάλεια κεφαλαίου, εγγυημένη απόδοση και μηδενικό ρίσκο, για σαφώς μεγαλύτερο επιτόκιο από την προθεσμιακή κατάθεση και για πενταετή διάρκεια. Ότι κατά την γνώμη του, ήταν η καλύτερη δυνατή επιλογή εκείνη την χρονική περίοδο για τους πελάτες της τράπεζας που είχαν υψηλό κεφάλαιο, καθώς -με μόνη διαφορά την μακρόχρονη δέσμευση του κεφαλαίου- ήταν μία απολύτως εξασφαλισμένη λύση που είχε την εγγύηση της Τράπεζας Κύπρου, η οποία και εγγυόταν την επιστροφή του κεφαλαίου στην πενταετία και την τοκοφορία αυτού. Η τράπεζα άλλωστε, κατά τα λεγόμενά του, είχε καταστεί πλέον παγκόσμια δύναμη στο Παγκόσμιο Χρηματοπιστωτικό Σύστημα και κανένας δεν θα μπορούσε να αμφισβητήσει την σταθερότητα και την φερεγγυότητα της. Έτσι, ο πρώτος εφεσίβλητος πείστηκε για την ασφάλεια του προϊόντος και την έλλειψη κινδύνου οποιοσδήποτε μορφής ή είδους και την αξιοπιστία της Τράπεζας. Έτσι, η εν λόγω Τράπεζα έκλεισε χωρίς κυρώσεις την με αριθμ. . προθεσμιακή κατάθεση και διέθεσε το ποσό των 100.000,00 ευρώ, ποσό που χρεώθηκε στον με αρ. . λογαριασμό του την 5.8,2008. Περί τον Οκτώβριο του 2008 τον κάλεσε πάλι ο παραπάνω υπάλληλος για να υπογράψει και κάποια άλλα έντυπα. Όπως του είπε, με βάση νέους κανονισμούς της Τράπεζας θα έπρεπε να υπογράψει κάποια επιπλέον έγγραφα, ώστε να είναι τυπικά πλήρης ο φάκελός του. Έτσι. ο πρώτος εφεσίβλητος υπέγραψε χωρίς να το γνωρίζει την από 13.10.2008 Σύμβαση Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών χωρίς όμως να προβεί σε αγορές μετοχών. Στις 31.12.2008 έλαβε τόκους ποσού 3.229,17 ευρώ που πιστώθηκαν στο λογαριασμό του και το γεγονός αυτό επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά την εμπιστοσύνη του στον .. Τον Μάιο του έτους 2009, του τηλεφώνησε και πάλι ο παραπάνω υπάλληλος και του ζήτησε να μεταβεί στην τράπεζα, γιατί υπήρχε μία εξελιγμένη έκδοση του ίδιου πενταετούς προϊόντος, την οποία θεωρούσε άκρως συμφέρουσα γι' αυτόν. Επισκέφτηκε, πράγματι, την 27.5.2009 το κατάστημα, όπου ο ως άνω υπάλληλος τον ενημέρωσε ότι με το πέρας ενός έτους από την αρχική τοποθέτηση των χρημάτων των πελατών, η τράπεζα βελτίωνε τους όρους και έδινε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%, αντί του κυμαινόμενου που προέβλεπε η πρώτη έκδοση μετά τον πρώτο χρόνο, πάλι για μια πενταετία και ότι οι υπόλοιποι όροι έμεναν ως ήταν, δηλαδή υπήρχε δήθεν απόλυτη ασφάλεια, όπως στην προθεσμιακή κατάθεση και εγγύηση επιστροφής κεφαλαίου στην πενταετία την 30.6.2014. Ακολουθώντας αυτή την πρόταση του υπαλλήλου της Τράπεζας, αντάλλαξε χωρίς να το γνωρίζει δεκαετές υβριδικό ομόλογο μειωμένης διασφάλισης αξίας 100.000 ευρώ (MX ή ΚΥΠΡΟ 1) με υβριδικό άληκτο ομόλογο μειωμένης διασφάλισης ίσης αξίας (ΜΑΚ ή ΚΥΠΡ02). Η συνεπής καταβολή των τόκων συνεχίστηκε για τα δύο επόμενα χρόνια και έτσι στις 30.6.2009 έλαβα τόκους ποσού 3.250,00 ευρώ, ενώ ακολούθησε κανονικά και η καταβολή των τόκων με το επιτόκιο πλέον υπολογισμένο στο 5,5%, ήτοι στις 31.12.2009 έλαβε ποσό 3.193,06 ευρώ, στις 30.6.2010 ποσό 2.765,28 ευρώ και στις 31.12.2010 ποσό 2.811,11 ευρώ, όπως μου είχε εκθέσει ο υπάλληλος της εναγόμενης. Αρχές Μαίου του 2011, τον κάλεσε εκ νέου ο .. και του πρότεινε να περάσει από το κατάστημα, ώστε να τον ενημερώσει για το τρίτο σε σειρά πενταετές προϊόν της Τράπεζας εφάμιλλο με τα προηγούμενα και με πρόσθετα πλεονεκτήματα. Την 5.5,2011 επισκέφτηκε πάλι το υποκατάστημα της Τράπεζας, όπου ο παραπάνω τον συμβούλεψε να ανανεώσει τη δέσμευση των χρημάτων του για άλλη μια πενταετία μέχρι την 30.6.2016 με το νέο πενταετές εγγυημένο και δήθεν εξασφαλισμένο προϊόν που διέθετε η Τράπεζα Κύπρου, που είχε ακριβώς τους ίδιους όρους με τα προηγούμενα, και το επιτόκιο αυτή τη φορά ήταν σταθερό 6,5%. Του τόνισε μάλιστα ότι ήταν ευκαιρία να αυξήσει το ποσό και να επωφεληθεί από το σταθερό και προνομιακό επιτόκιο και ότι η διασφάλιση του κεφαλαίου γινόταν «σε ευρώ» και ότι η τράπεζα Κύπρου παρέμενε ανεπηρέαστη από την οικονομική κρίση. Με βάση τις διαβεβαιώσεις αυτές, ο εν λόγω πρώτος εφεσίβλητος δέχτηκε για άλλη μια φορά να ακολουθήσει τη συμβουλή του τόσο για να ανανεώσει τη δέσμευση του κεφαλαίου  των 100.000,00 ευρώ, όσο και να συμπληρώσει το ποσό των 40.000,00 ευρώ, με το οποίο χρεώθηκε ο με αριθμό . λογαριασμός του την 3.6.2011. Με την κίνηση αυτή κατέστη κάτοχος ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡΟ 3 συνολικής αξίας 140.000,00 ευρώ. Στις 30.6.201 έλαβε τόκους 2.093,06 ευρώ με το 5,5% και την 30.12.2011 τόκους ποσού 5.659,45 ευρώ για τις 140.000 ευρώ με το 6,5%. Έκτοτε δεν του κατεβλήθησαν άλλοι τόκοι. Επιπλέον, το κεφάλαιο των 140.000,00 ευρώ μετατράπηκε σε 1,400 νέες συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας εκάστης 1,00 ευρώ, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ. Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω πρώτο εφεσίβλητο υπεγράφηααν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 2) Ως προς τον δεύτερο εφεσίβλητο, . (ήδη δεύτερο αναιρεσίβλητο). Είναι 80 ετών, άγαμος και συνταξιούχος Γερμανίας, Από πολύ νεαρή ηλικία αποφάσισε να φύγει από την Ελλάδα και να αναζητήσει μία καλύτερη τύχη στο εξωτερικό. Έτσι, εγκαταστάθηκε στο Μόναχο της Γερμανίας, όπου σπούδασε ηλεκτρολόγος μηχανικός και μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του εργάστηκε σε μία μεγάλη πολυεθνική εταιρεία κατασκευής ηλεκτρικών, ηλεκτρονικών και μηχανολογικών προϊόντων και συσκευών. Με σκληρή εργασία κατόρθωσε με τις σημαντικές χρηματικές απολαβές που λάμβανε και μη έχοντας οικογενειακές υποχρεώσεις να συγκεντρώσει ένα αποταμιευτικό κεφάλαιο, το οποίο διαχειριζόταν με σύνεση και προνοητικότητα λόγω της συντηρητικής νοοτροπίας μου, ενώ σε αυτό στήριζε την αξιοπρεπή διαβίωσή του στα γεράματά του. Όταν πλέον συνταξιοδοτήθηκε επέστρεψε στην Ελλάδα. Οι γνώσεις του στα χρηματοοικονομικά ήταν ανύπαρκτες και η εμπειρία του μηδενική, καθώς ουδέποτε είχε ασχοληθεί με το χρηματιστήριο και δεν διέθετα μερίδα ΣΑΤ. Επέλεγα δε, προθεσμιακά και καταθετικά προϊόντα, στα οποία τοποθετούσε τις οικονομίες μου, διότι προσέφεραν εγγύηση κεφαλαίου με καλύτερο επιτόκιο. Απώτερος δε σκοπός του ήταν τα χρήματα αυτά που με κόπο είχε συγκεντρώσει να ενισχύσουν μετά το θάνατο μου την ανθρωπιστική δράση ενός συλλόγου και να συμβάλλουν έτσι στη βελτίωση των συνθηκών ζωής ανθρώπων και ιδίως παιδιών που έχουν ανάγκη. Η συνεργασία του με την εναγόμενη Τράπεζα Κύπρου ξεκίνησε την 8.2.2002, όταν άνοιξε τον με αρ. … λογαριασμό ταμιευτήριου στο κατάστημα ιδιωτών στην Ηλιούπολη, Όταν άνοιξε τον παραπάνω λογαριασμό στην τράπεζα, ήταν 66 ετών και είχε πλέον συνταξιοδοτηθεί. Ήθελε, λοιπόν, να αποταμιεύσει τις οικονομίες του διασφαλίζοντας τες, ώστε να μπορεί να ανατρέξει στο κεφάλαιο του οποιαδήποτε στιγμή παραστεί ανάγκη. Η επιδίωξη του αυτή είχε εκφραστεί από την πρώτη στιγμή και έτσι προέβαινε σταθερά σε καταθέσεις που έδιναν ασφάλεια κεφαλαίου επιλέγοντας το είδος (απλή/reflex/εισοδήματος/advanced/υπό προειδοποίηση) και τη διάρκεια σύμφωνα με τις συστάσεις των υπαλλήλων. Με τα χρόνια ξεχώρισε την υπάλληλο . η οποία διεκπεραίωνε τις τραπεζικές του συναλλαγές με υπευθυνότητα και σεβασμό προς το πρόσωπο του και αισθανόταν ότι είχε δημιουργηθεί σχέση εμπιστοσύνης και δεχόταν από εκείνη καθοδήγηση για την αποταμίευση του κεφαλαίου του. Ενδεικτικά λοιπόν προέβη στις με αρ. …… προθεσμιακές καταθέσεις Καθ’ όλη τη διάρκεια της συνεργασίας του με την τράπεζα ήταν ικανοποιημένος από τις συμβουλευτικές υπηρεσίες που παρείχε η υπάλληλος της Τράπεζας …, με την οποία ποτέ δεν είχε συζητήσει για μετοχές ή χρηματιστήριο, που ήταν εκτός του πεδίου ενδιαφερόντων και επιδιώξεων του. Περί τα τέλη Ιουλίου του 2008 τον κάλεσε τηλεφωνικώς η υπάλληλος . και του ζήτησε να επισκεφθεί το υποκατάστημα της εναγόμενης στην Ηλιούπολη για να τον ενημερώσει για ένα νέο, προνομιακό καταθετικό προϊόν της τράπεζας που δίνεται κατά προτεραιότητα, όπως του είπε «σε καλούς πελάτες». Στις 25.7.2008 μετέβη στο συγκεκριμένο υποκατάστημα, όπου η ανωτέρω του μίλησε για το προϊόν που της έφερε δήθεν όλες τις εγγυήσεις και την ασφάλεια μιας προθεσμιακής κατάθεσης, είχε πενταετή διάρκεια και έδινε σταθερό επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα, με τον τόκο να πιστώνεται ανά εξάμηνο στον λογαριασμό ταμιευτηρίου του πελάτη και ότι επρόκειτο για μια μακροπρόθεσμη τοποθέτηση κεφαλαίου, ιδανική, όπως την χαρακτήρισε για καταθέτες της δικής του οικονομικής κλίμακας, καθώς διασφάλιζε κεφάλαιο και προνομιακό επιτόκιο, προτείνοντάς του ανεπιφύλακτα να προβεί χωρίς επιβολή ποινής προεξόφλησης σε «σπάσιμο» της με αρ. . προθεσμιακής του κατάθεσης για να τοποθετήσει χρήματα στο προϊόν αυτό. Του είπε μάλιστα ότι οποτεδήποτε χρειαστεί το κεφάλαιο του πριν την πενταετία, θα το έχει, αλλά θα χάσει τους τόκους. Αδυνατώντας να διακρίνει λόγω της άγνοιας του στα χρηματοοικονομικά ότι το προϊόν το οποίο του προτάθηκε ήταν ένα σύνθετο επενδυτικό προϊόν μειωμένης διασφάλισης και υψηλού ρίσκου χωρίς καμία απολύτως εγγύηση κεφαλαίου και έχοντας την πεποίθηση ότι η ανωτέρω τον συμβούλευε καλόπιστα και με γνώμονα το συμφέρον του, αποφάσισε να ακολουθήσει την προτροπή και να αποταμιεύσει το κεφάλαιο του στο καταθετικό προϊόν αυτό. Η ανωτέρω του έδωσε μια σειρά προδιατυπωμένων και προσυμπληρωμένων εγγράφων και του υπέδειξε που να θέσει την υπογραφή του, χωρίς να του ζητήσει να τα αναγνώσει, και τον διαβεβαίωσε ότι πρόκειται για εντελώς τυπικά έγγραφα. Υπέγραψε, λοιπόν την 25.7.2008, για να τοποθετήσει 150.000,00 ευρώ, ποσό που προήλθε από την με αρ. . προθεσμιακή του κατάθεση και χρεώθηκε την 5.8.2008 στον με αρ. . λογαριασμό του. Τους επόμενους μήνες και συγκεκριμένα στις 31.12.2008 καταβλήθηκαν κανονικά στον λογαριασμό του τόκοι ποσού 4,359,37 ευρώ. Τον επόμενο χρόνο, τέλη Μαίου του 2009, του τηλεφώνησε πάλι η . και του είπε ότι η τράπεζα προσφέρει στους πελάτες της τη νέα, βελτιωμένη έκδοση του προϊόντος και του ζήτησε να περάσει από το κατάστημα. Πράγματι, στις 25.5.2009 επισκέφθηκε το υποκατάστημα, όπου η ανωτέρω ανέπτυξε τα πλεονεκτήματα του νέου προϊόντος λέγοντας του ότι είναι δήθεν σαφώς πιο συμφέρον, αφού το νέο επιτόκιο θα είναι για πέντε χρόνια σταθερό, ύψους 5,50%, ενώ το επιτόκιο στην στο προηγούμενο θα γίνει κυμαινόμενο και πολύ χαμηλότερο, παροτρύνοντας τον ανεπιφύλακτα να προσθέσει χρήματα, για να επωφεληθεί από το σταθερό επιτόκιο. Του τόνισε ότι ισχύουν οι ίδιοι όροι που ίσχυαν στο προηγούμενο, δηλαδή η εγγύηση κεφαλαίου στο 100%, όπως στην προθεσμιακή κατάθεση και ότι το προϊόν έληγε μεν την 30.6.2014, αλλά ότι οποτεδήποτε χρειαζόταν το κεφάλαιο θα το λάμβανε με μόνη απώλεια τους τόκους. Έχοντας πεισθεί για την συνέπεια των λόγω της υπαλλήλου δέχτηκε να ακολουθήσει τη συμβουλή της και να προχωρήσει στην ανανέωση και υπό την καθοδήγηση της υπέγραψε ένα μονοσέλιδο έγγραφο αιτούμενος να τοποθετήσει συνολικά 300.000,00 ευρώ, με τα 150.000,00 να προέρχονται από το προηγούμενο προϊόν και τα υπόλοιπα από την με αρ. … προθεσμιακή του κατάθεση. Σημειωτέον ότι και η προτεινόμενη ανανέωση έγινε στο κεφάλαιο που είχε αρχικά διαθέσει (150.000,00 ευρώ) και εν τέλει το επιπλέον ποσό των 122.543.,00 χρεώθηκε την 16.6.2009 στον με αρ. . λογαριασμό του (αν και είχε αιτηθεί ποσό 150.000,00 ευρώ). Πλέον ήταν κάτοχος 272.543,00 ευρώ ΜΑΚ ή ΚΥΓ1Ρ02. χωρίς να έχει αντιληφθεί ότι το προϊόν αυτό ήταν άληκτο και είχε πρόσθετο ουσιώδη όρο την μη καταβολή τόκου υπό προϋποθέσεις. Την 30.6.2009 καταβλήθηκαν στον λογαριασμό του τόκοι ποσού 4.875,00 ευρώ, και έκτοτε με το 6,5% για ποσό 272.543,00 ευρώ έλαβε την 31.12.2009 τόκους ποσού 8.702,45 ευρώ, την 30.06.2010, ποσού 7.536,57 ευρώ και την 31.12.10 ποσού 7.661,49 ευρώ. Αρχές Μαΐου του 2011 δέχτηκε ξανά τηλεφώνημα από την ., η οποία τον κάλεσε να περάσει από το υποκατάστημα, για να συζητήσουν για άλλη μία ανανέωση του προϊόντος. Την 4.5.2011 μετέβη πράγματι στο υποκατάστημα της εν λόγω τράπεζας, όπου η ανωτέρω υπάλληλος του ανακοίνωσε ότι η τράπεζα είχε κυκλοφορήσει το τρίτο κατά σειρά και ακόμη πιο προνομιακό προϊόν, καθώς είχε δήθεν διατηρήσει ακριβώς τους ίδιους όρους με τα προγενέστερα, δηλαδή εγγύηση κεφαλαίου και επιπλέον σταθερή απόδοση, με το εξαιρετικά συμφέρον επιτόκιο του 6,5%. Το επιχείρημα της υπαλλήλου ήταν ότι η μετάβασή μου στο νέο εξελιγμένο προϊόν, η οποία άλλωστε δε συνεπαγόταν καμία επιβάρυνση, ήταν εν καιρώ κρίσης ο ιδανικός τρόπος να εξασφαλίσει ότι το κεφάλαιο του μέχρι την λήξη της πενταετίας στις 30.6.2016 θα είναι εγγυημένο σε ευρώ από την Τράπεζα Κύπρου, που παρά την οικονομική κρίση παραμένει δήθεν σταθερή δύναμη στο χώρο και διακρίνεται για τη φερεγγυότητα της. Σε κάθε περίπτωση αν το χρειαζόταν, επανέλαβε ότι θα το είχε άμεσα διαθέσιμο και του συνέστησε να συμπληρώσει χρήματα, καθώς δεν υπήρχε λόγος από τη στιγμή που διαρκώς ανανέωνε τις προθεσμιακές του καταθέσεις να μην το προτιμήσει, καθώς το εν λόγω προϊόν παρέμενε σταθερά ο συγκριτικά επωφελέστερος τρόπος να εξασφαλίσει στις οικονομίες του καλύτερο επιτόκιο. Η παρουσίαση που του έκανε η ανωτέρω υπάλληλος, από την οποία τόσα χρόνια δεχόταν συμβουλές για την αποταμίευση του κεφαλαίου του τού φάνηκε ιδιαίτερα πειστική και δέχτηκε την προτροπή της και αμέσως υπέγραψε την ίδια ημέρα, ήτοι την 4.5.2011, μια μονοσέλιδη αίτηση που συμπλήρωσε η ανωτέρω για να ανανεωθεί το προϊόν και να συμπληρωθεί το ποσό των 227.457,00 ευρώ που προήλθε από τη με αρ. . προθεσμιακή του κατάθεση και χρεώθηκε την 3.6.2011 στον με αρ. . λογαριασμό του. Συνολικά δηλαδή τοποθέτησε το ποσό των 500.000,00 ευρώ. Στις 30.6.2011 ακολούθησε και πάλι η καταβολή τόκων ποσού 5.704.48 ευρώ και στις 31.12.2011 καταβλήθηκαν και οι τόκοι ποσού 20.212.33 ευρώ από το προϊόν ποσού 500.000,00 ευρώ και με επιτόκιο 6.5%. Τον Ιούνιο του 2012 οι τόκοι δεν καταβλήθηκαν στον λογαριασμό του, όπως συνέβαινε το προηγούμενο διάστημα. Τον Αύγουστο του 2013 διαπίστωσε ότι το κεφάλαιο του έγινε υποχρεωτικά μετοχές της Τράπεζας. Το εν λόγω κεφάλαιο ποσού 500.0,00 ευρώ δεν του αποδόθηκε αλλά τελικά μετατράπηκε σε 5.000 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Αν γνώριζε τα ανωτέρω, δεν θα προέβαινε στις επίμαχες τοποθετήσεις των χρημάτων του. Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσής του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 3) Ως προς τον τρίτο εφεσίβλητο .. (ήδη τρίτο αναιρεσίβλητο): Είναι ηλικίας 52 ετών, έγγαμος και πατέρας δύο ανήλικων τέκνων, ηλικίας 12 και 15 ετών. Είναι απόφοιτος της κατωτέρας τεχνικής σχολής με ειδικότητα ψυκτικού και εργάστηκε με αυτήν την ιδιότητα μέχρι το 2008, οπότε και ασχολήθηκε με την ξυλουργική, ενώ το 2015 αποφάσισε μαζί με την σύζυγο του να ανοίξουν ένα αρτοποιείο, στο οποίο εργάζονται και οι δύο και αποτελεί την κύρια πηγή των εισοδημάτων τους. Η είσοδος του στον επαγγελματικό στίβο ξεκίνησε από μικρή ηλικία, πριν ακόμα ενηλικιωθεί και εργάστηκε σε οικοδομές, ενώ παράλληλα φοιτούσε στην Τεχνική Επαγγελματικής Σχολή. Με βασικές γραμματικές γνώσεις, δεν είχε καθόλου γνώσεις περί οικονομικών, ενώ η χρηματιστηριακή του εμπειρία ήταν ελάχιστη, πριν δημιουργήσει οικογένεια και χρονικά περιορισμένη στο 1999, χωρίς έκτοτε να ασχοληθεί με το χρηματιστήριο. Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να διαφυλάσσει το κεφάλαιο του και δεν ήταν διατεθειμένος να αναλάβει κινδύνους επί των αποταμιεύσεων του, που με μακρόχρονη οικονομία είχε αποκτήσει. Η συνεργασία του με την Τράπεζα Κύπρου ξεκίνησε την 4.9.2006, με το υποκατάστημα της Νεάπολης Βόλου, όταν άνοιξα τον με αριθμό . λογαριασμό ταμιευτηρίου. Συγκεκριμένα στο ως άνω κατάστημα εργαζόταν ένα φιλικό του πρόσωπο, ο ., ο οποίος του είχε εκθειάσει την Τράπεζα Κύπρου, τονίζοντας ότι είναι η πλέον σταθερή και φερέγγυα δύναμη σε παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό επίπεδο και ότι προσέφερε πολύ καλά επιτόκια. Από τις πρώτες συναλλαγές του με την εν λόγω τράπεζα τον εξυπηρέτησε ο …, ο οποίος διαχειριζόταν αποκλειστικά τις τραπεζικές του υποθέσεις, καθώς τον εμπιστευόταν απόλυτα, όχι μόνο λόγω της προσωπικής τους σχέσης αλλά και επειδή τον θεωρούσε σωστό επαγγελματία με άριστη κατάρτιση στα χρηματοοικονομικά. Ο ως άνω υπάλληλος γνωρίζοντας τον συντηρητικό του χαρακτήρα του πρότεινε τα καταθετικά προϊόντα της τράπεζας Κύπρου, ως κατάλληλα για τις ανάγκες και τους στόχους του, στα οποία το αποθεματικό του κεφάλαιο θα ήταν δήθεν απολύτως ασφαλές και εγγυημένο και ταυτόχρονα θα είχε μία καλύτερη απόδοση λόγω των καλών επιτοκίων, όπως του είχε ζητήσει. Έτσι, ακολουθώντας τις συμβουλές του, μετέφερε σταδιακά στην εναγόμενη το σύνολο των αποταμιεύσεων του, το οποίο σταθερά τοποθετούσε σε προθεσμιακές καταθέσεις και ενδεικτικά τις με αρ. ……, τις οποίες ανανέωνε συνεχώς καθ’ υπόδειξη του ...

Στο πλαίσιο αυτής της σχέσης εμπιστοσύνης που είχε με τον υπάλληλο ., περί τα τέλη Ιουλίου του έτους 2008 τον κάλεσε τηλεφωνικά και του ζήτησε να περάσει οπωσδήποτε από το κατάστημα, καθώς υπήρχε μία «εξαιρετική ευκαιρία» που προσέφερε προνομιακά η τράπεζα Κύπρου στους «καλούς πελάτες της» και ήταν δήθεν ιδανική για έναν προθεσμιακό καταθέτη, όπως αυτός. Πράγματι στις 28.7.2008 πήγε στο κατάστημα, όπου ο παραπάνω υπάλληλος του παρουσίασε ένα «νέο αποταμιευτικό πρόγραμμα» της τράπεζας Κύπρου το οποίο ήταν δήθεν εφάμιλλο της προθεσμιακής κατάθεσης και εξίσου ασφαλές, με την μόνη διαφορά ότι είχε πενταετή διάρκεια γι’ αυτό όμως προσέφερε ανταγωνιστικό σταθερό επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα, με τον τόκο να πιστώνεται ανά εξάμηνο στον λογαριασμό ταμιευτηρίου και εγγύηση επιστροφής κεφαλαίου στο τέλος της πενταετίας. Του επανέλαβε ότι επρόκειτο για «μια εξαιρετική ευκαιρία», την οποία σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να χάσει καθώς ήταν «ιδανική» γι' αυτόν που ήταν σταθερός αποταμιευτής, καθώς το συγκεκριμένο πρόγραμμα είχε δήθεν όλα τα χαρακτηριστικά και τα εχέγγυα της εγγύησης και της ασφάλειας του κεφαλαίου και μία καλή απόδοση μέσω των τόκων. Ο .. ανέπτυξε με πειστικότητα τα πλεονεκτήματα του νέου αυτού αποταμιευτικού προγράμματος και όλη η συζήτηση στηρίχθηκε κατά βάση στην σύγκριση του προϊόντος με την προθεσμιακή κατάθεση, αλλά για τον ως άνω υπάλληλο το νέο αυτό προϊόν ήταν συγκριτικά επωφελέστερο, καθώς τα επιτόκια των προθεσμιακών το επόμενο διάστημα θα κινούνταν σε χαμηλότερα επίπεδα. Για το λόγο αυτό του πρότεινε αντί της προθεσμιακής κατάθεσης να τοποθετήσει τα χρήματα του σε αυτό το νέο πρόγραμμα και μάλιστα του είπε ότι θα κανόνιζε ο ίδιος να μην χρεωθεί ποινή πρόωρης λήξης.

Πεισθείς εξ αυτών, ο εν λόγω τρίτος εφεσίβλητος, δέχθηκε τη συμβουλή αυτή και την ίδια μέρα, 28.7.2008, υπό την καθοδήγηση του .. προέβη σε μερική ανάληψη ποσού 52.500,00 ευρώ από την με αρ. .. τρέχουσα προθεσμιακή του κατάθεση ύψους 100.000,00 ευρώ, χωρίς να του χρεωθεί ποινή, και εν συνεχεία το τοποθέτησε στο προϊόν που του προτάθηκε, χρεώνοντας την 5.8.2008 τον με αριθμό .. λογαριασμό. Προς τούτο λοιπόν υπέγραψε μία μονοσέλιδη αίτηση που προετοίμασε η υπάλληλος., κατ’ εντολή του .., υποδεικνύοντας του μόνο που να θέσει την υπογραφή του, χωρίς να του δοθεί η δυνατότητα να την αναγνώσει, ούτε του χορηγήθηκε κάποιο άλλο έγγραφο πληροφοριακό υλικό. Στις 31.12.2008 έλαβε τόκους ποσού 1.695,31 ευρώ. Παράλληλα, συνέχιζε να διατηρεί τα υπόλοιπα χρήματα του σε κλασσικές βραχυπρόθεσμες προθεσμιακές καταθέσεις και συγκεκριμένα στις με αριθ. …………. Περί τα τέλη Μαΐου του έτους 2009 τον κάλεσε και πάλι ο υπάλληλος … και του ζήτησε να περάσει το συντομότερο δυνατόν από το κατάστημα καθότι με την λήξη ενός έτους από την έκδοση του πρώτου προγράμματος, η τράπεζα το αντικαθιστούσε με την νέα δήθεν βελτιωμένη εκδοχή, που περιλαμβάνει πολύ καλύτερα χαρακτηριστικά, δηλαδή σταθερό επιτόκιο 5,5% για μια πενταετία από το 2009 μέχρι το 2014, παρατείνοντας στην ουσία την δέσμευση του κεφαλαίου κατά ένα έτος, Πράγματι, την 6.6.2009 επισκέφθηκε το κατάστημα, όπου ως άνω υπάλληλος, του είπε πως είναι προς το συμφέρον του όχι μόνο να ανανεώσει τη δέσμευση το κεφαλαίου του για άλλη μια πενταετία αλλά και να προσθέσει περισσότερα χρήματα στο νέο πρόγραμμα, προκειμένου να επωφεληθεί περισσότερο. Τον έπεισε ότι ήταν σαφώς καλύτερο, καθώς είχε δήθεν τους ίδιους όρους με το προηγούμενο, δηλαδή είχε την ασφάλεια και την εγγύηση επιστροφής του κεφαλαίου, όπως ακριβώς στην προθεσμιακή κατάθεση αλλά με σταθερό επιτόκιο, 5,5%, σε αντίθεση με το προηγούμενο πρόγραμμα που για το επόμενο έτος θα ήταν κυμαινόμενο και χαμηλότερο και φυσικά με την καταβολή των τόκων ανά εξάμηνο. Πεπεισμένος από τα λεγόμενό του ΄., την ίδια μέρα, στις 6.6.2009, υπέγραψε ένα μονοσέλιδο έγγραφο και αντάλλαξε το προϊόν του 2008 με το νέο, προσθέτοντας το επιπλέον ποσό των 2.500,00 ευρώ, που χρεώθηκε την 16.6.2009 στον με αρ. . λογαριασμό, χωρίς φυσικά να αντιληφθεί τον κίνδυνο ολικής απώλειας του κεφαλαίου που αναλάμβανε και ότι στην πραγματικότητα, εκείνη την στιγμή αντάλλασσε δεκαετές ομόλογο (MX ή ΚΥΠΡΟ 1) με υβριδικό που δεν είχε ημερομηνία λήξης (άληκτο) και είχε μεταξύ άλλων πρόσθετο ουσιώδη όρο τη μονομερή δυνατότητα ακύρωσης υπό προϋποθέσεις των τόκων από την τράπεζα (ΜΑΚ ή ΚΥΠΡ02). ιδιότητες για τις οποίες ουδέποτε ενημερώθηκε από τον υπάλληλο .. Τα επόμενα δύο σχεδόν χρόνια εισέπραττε κανονικά ανά εξάμηνο τους τόκους. Συγκεκριμένα την 30.06.2009 έλαβε τόκους ποσού ύψους 1.706,25 ευρώ με επιτόκιο 7,5%, και έκτοτε με 5,5% δηλαδή την 31.12.09 έλαβε τόκους ποσού 1.756,18 ευρώ, την 30.06.10 τόκους ποσού 1.368,81 ευρώ και την 31.12.2010 τόκους 1.546.11 ευρώ. Διατηρούσε δε στην εν λόγω τράπεζα προθεσμιακές καταθέσεις όπως τις με αριθ …….. Αρχές Μαίου του 2011 τον κάλεσε και πάλι τηλεφωνικά ο υπάλληλος . και με αφορμή τη λήξη της με αρ. . προθεσμιακής κατάθεσης περίπου 100.000,00 ευρώ, του ζήτησε να περάσει από το κατάστημα. Πράγματι, επισκέφτηκε το κατάστημα και στη συζήτηση που ακολούθησε, ο.. του είπε ότι ήταν πολύ τυχερός, καθώς αυτή την περίοδο η Τράπεζα Κύπρου διέθετε στους πελάτες της το τρίτο κατά σειρά προθεσμιακό πρόγραμμα της με ακόμα καλύτερο επιτόκιο σταθερό 6,5% για όλη την πενταετία και με την εγγύηση της Τράπεζας Κύπρου, της κορυφαίας και ισχυρής τράπεζας παγκοσμίως που δεν θα επηρεαζόταν από τον κυκεώνα της ελληνικής κρίσης. Τον προέτρεψε ανεπιφύλακτα, αντί να ανανεώσει την λήξασα προθεσμιακή του κατάθεση να τοποθετήσει επιπλέον κεφάλαιο στο νέο αυτό πενταετές πρόγραμμα, το οποίο δεν είχε καμία απολύτως διαφορά από τα προηγούμενα προϊόντα, για να επωφεληθεί αφενός του καλύτερου και σταθερού επιτοκίου και αφετέρου να εξασφαλίσει τις αποταμιεύσεις του. Έτσι, την 9.5.2011 υπέγραψε την ανανέωση του προϊόντος του 2009 για άλλη μία πενταετία, συμπληρώνοντας μάλιστα το ποσό των 45.000,00 ευρώ, που χρεώθηκε την 3.6.2011 στον με αρ. .  λογαριασμό του και το οποίο προερχόταν από την με αρ. . προθεσμιακή του κατάθεση. Του δόθηκε μία προσυμπληρωμένη μονοσέλιδη αίτηση, την οποία και υπέγραψε. Έτσι, κατέστη πλέον κάτοχος ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡΟ 3 αξίας 100.000,00 ευρώ. Οι τόκοι ποσού 1.151,18 ευρώ καταβλήθηκαν μειωμένοι την 30.6.2011 και την επόμενη φορά του Δεκεμβρίου του 2011 καταβλήθηκαν κανονικά τόκοι ύψους 4.042,47 ευρώ για τα 100.000,00 €. Η καταβολή των τόκων Δεκεμβρίου του 2011 έγινε κανονικά. Τέλη Ιουνίου του 2012, οι τόκοι του πρώτου εξαμήνου δεν κατετέθησαν. Μετέπειτα, η εν λόγω τράπεζα Κύπρου έκλεισε τα υποκαταστήματά της στην Ελλάδα και το ως άνω κεφάλαιο μετατράπηκε αναγκαστικά σε μετοχές. Έκτοτε ούτε οι τόκοι του Ιουνίου 2012 καταβλήθηκαν ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων και το κεφάλαιο του των 100.000,00 ουδέποτε επεστράφη σ' αυτόν αλλά τελικά μετατράπηκε μονομερώς και αναγκαστικά σε 1.000 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ. Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Αν γνώριζε όλα τα ανωτέρω, δεν θα προέβαινε στην επίμαχη τοποθέτηση. Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των  ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 4) Ως προς τον τέταρτο εφεσίβλητο, . (ήδη τέταρτο αναιρεσίβλητο): Είναι 60 ετών, έγγαμος και πατέρας δύο ενήλικων τέκνων, του . ηλικίας 21 ετών που είναι φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και της ., 18 ετών. Είναι δημόσιος υπάλληλος και η σύζυγος του νηπιαγωγός. Λόγω της σταθερής εισοδηματικής τους κατάστασης, φρόντιζαν με συνετή διαχείριση και μετρημένη ζωή να αποταμιεύουν με σκοπό τη δημιουργία ενός κεφαλαίου για την κάλυψη των μελλοντικών αναγκών των παιδιών τους, κυρίως των σπουδών τους και της μετέπειτα επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας αλλά και για οποιαδήποτε τυχόν έκτακτη ανάγκη προέκυπτε. Για το λόγο αυτό τις οικονομίες τους τις έκλειναν σταθερά σε ασφαλείς απλές ή προθεσμιακές καταθέσεις με σκοπό τη διαφύλαξη και την επαύξηση τους με ένα καλύτερο επιτόκιο. Η συνεργασία του με την εν λόγω τράπεζα άρχισε τον Φεβρουάριο του 2008 όταν πρωτοάνοιξε το υποκατάστημα της στη Φλώρινα, επί της οδού .. Αφορμή της συνεργασίας μου αποτέλεσε το γεγονός ότι στο κατάστημα αυτό τοποθετήθηκε διευθυντής ο φίλος του, ., που ήταν άνθρωπος της απολύτου εμπιστοσύνης του και εργαζόταν για χρόνια στον τραπεζικό κλάδο. Ανοιξε λοιπόν αρχικά τον με αρ. . λογαριασμό ταμιευτηρίου και αρχές Ιουλίου μαζί με τη σύζυγο του τους με αρ. . και . λογαριασμούς μισθοδοσίας τους, αντίστοιχα, και μετέφεραν εκεί το σύνολο των αποταμιεύσεων τους. Την 23.5.2008 υπέγραψε με την εν λόγω τράπεζα σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών. Προηγουμένως μάλιστα του ζητήθηκε να απαντήσει σε σχετικές ερωτήσεις και δήλωσε ότι έχει βασικές γνώσεις και ότι κύριος στόχος του ήταν η διαφύλαξη του αρχικού του κεφαλαίου συν μια σταθερή απόδοση. Στο πλαίσιο αυτό θεωρούσε έκτοτε ότι κινούνταν και όλες οι συμβουλές του .. Περί τα μέσα Ιουλίου 2008 του τηλεφώνησε ο τελευταίος και του είπε για μία ευκαιρία που έδινε η Τράπεζα Κύπρου στους πελάτες της. Πράγματι, στις 28.7.2008 επισκέφθηκε το κατάστημα και ο διευθυντής του πρότεινε ένα δήθεν προνομιακό προϊόν πενταετούς διάρκειας που έχει την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης και απολαμβάνει την εγγύηση της ίδιας της τράπεζας Κύπρου και με πρόσθετα πλεονεκτήματα το πολύ καλό επιτόκιο, σταθερό το πρώτο χρόνο 7,5% και κυμαινόμενο τα υπόλοιπα τέσσερα μέχρι τον Ιούνιο του 2013 που έληγε και το γεγονός ότι οι τόκοι θα πέφτουν κάθε εξάμηνο στο λογαριασμό ταμιευτηρίου. Όλοι δε οι όροι του προϊόντος του αναπτύχθηκαν προφορικά και δεν του παραδόθηκε κανένα έγγραφο που να αναλύει τα παραπάνω. Πεπεισμένος λοιπόν από τις διαβεβαιώσεις του ανωτέρω υπαλλήλου δέχτηκε να κλείσει 5.000 ευρώ χρεώνοντας με το ποσό αυτό τον με αρ. . λογαριασμό μου την 5.8.2008. Υπέγραψε έτσι ένα μονοσέλιδο έγγραφο που του δόθηκε προσυμπληρωμένο και του ζητήθηκε μόνο να θέσει την υπογραφή του, χωρίς να του δοθεί η δυνατότητα να το αναγνώσει. Στις 31.12.2008 έλαβε τόκους ποσού 145,31 ευρώ που πιστώθηκαν στο με αρ. . λογαριασμό του. Περί τα τέλη Μαϊου του έτους 2009 τον κάλεσε εκ νέου ο . και του ζήτησε να περάσει εκ νέου από το κατάστημα της τράπεζας, καθότι με τη λήξη του έτους το επιτόκιο από σταθερό θα γινόταν κυμαινόμενο και γι' αυτό τον συνέφερε δήθεν να το ανανεώσει με το νέο εφάμιλλο προϊόν της Τράπεζας Κύπρου, για μια ακόμα πενταετία από το 2009   έως το 2014, που έδινε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,50%, παρατείνοντας στην ουσία τη δέσμευση του κεφαλαίου του κατά ένα έτος και το οποίο προσφερόταν κατά προτεραιότητα σε όσους είχαν ήδη προβεί στην αρχική τοποθέτηση. Πράγματι την 1.6.2009 πήγε στο κατάστημα, όπου του προτάθηκε το νέο προϊόν, αφού είχε καλύτερη απόδοση κεφαλαίου με σταθερό επιτόκιο 5,5% και ότι επρόκειτο περί ενός τρόπου αξιοποίησης του αποταμιευτικού κεφαλαίου που υπερτερεί δήθεν αισθητά σε πλεονεκτήματα από μια απλή προθεσμιακή κατάθεση λόγω του σταθερού επιτοκίου και με την ίδια ασφάλεια. Έτσι, αποφάσισε την αγορά του νέου προϊόντος, με τη συμπλήρωση επιπλέον κεφαλαίου 15.000,00 ευρώ που έλαβε από την με αρ. . προθεσμιακή κατάθεση που διατηρούσε στην ίδια τράπεζα, χωρίς να του επιβληθεί «ποινή μερικής ανάληψης» και το ποσό των 15.000 ευρώ χρεώθηκε την 16.6.2009 στον με αρ. . λογαριασμό του. Υπέγραψε δε ένα μονοσέλιδο έγγραφο ανταλλάσσοντας ένα δεκαετές σύνθετο χρηματοοικονομικό προϊόν (MX ή ΚΥΠΡ01) με ένα σύνθετο χρηματοοικονομικό προϊόν άληκτο, προσθέτοντας μάλιστα χρήματα και δεν έλαβε κανένα έγγραφο πληροφοριακό υλικό πέρα από την ως άνω προφορική ενημέρωση από τους υπαλλήλους της τράπεζας. Στοιχείο για την διατήρηση της πλάνης του αποτελεί το γεγονός ότι και για τα επόμενα δύο σχεδόν χρόνια εισέπραττε κανονικά κάθε εξάμηνο τους τόκους. Στις 30.6.2009 έλαβε τόκους ευρώ για το προηγούμενο προϊόν (MX) και το διάστημα έως 5.6.2009 ποσού 162,50 ευρώ και έκτοτε για το επόμενο προϊόν (ΜΑΚ). δηλαδή στις 31.12.2009 ποσό 638,61 ευρώ. στις 30.6.2010 ποσό 553,06 ευρώ. Στις 31.12.2010 ποσό 562,22 ευρώ. Διατηρούσε μάλιστα και τα υπόλοιπα χρήματα του στη με αρ. . προθεσμιακή κατάθεση, ανανεώνοντας την επί τρία χρόνια από 5.5.2009 έως 14.4.2012 επαυξάνοντας ανά διαστήματα το ποσό με όσα χρήματα μπορούσε να αποταμιεύσει. Τον Μάιο του 2011, του τηλεφώνησε πάλι ο .. και του είπε ότι η εν λόγω τράπεζα του έδινε το δικαίωμα να παρατείνει για δύο έτη το πρόγραμμα με 1% καλύτερο επιτόκιο, το νέο μάλιστα προϊόν τον πληροφόρησε πως ήταν «φυσική συνέχεια» του προηγούμενου προϊόντος που είχε εκδώσει η Τράπεζα και στο οποίο είχε ήδη τοποθετήσει τις αποταμιεύσεις του από το 2008. Όταν την 11.5.2011 επισκέφτηκε την τράπεζα του μίλησε για ένα προϊόν με τους ίδιους ακριβώς όρους, δηλαδή την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με καλύτερο και εγγυημένο επιτόκιο 6,5% και πάνω από όλα την εγγύηση της Τράπεζας Κύπρου. Αυτό που του πρότεινε ήταν κατά τα λεγόμενα του «απόλυτα προσαρμοσμένο» στις ανάγκες και τους αποταμιευτικούς του στόχους, αφού θα εξασφάλιζε τα έξοδα των φροντιστηρίων και θα διατηρούσε άθικτο και εγγυημένο το κεφάλαιο του από την Τράπεζα, που παρέμενε σύμφωνα με τα λεγάμενα των υπαλλήλων σταθερά τα τελευταία χρόνια η πλέον φερέγγυα τράπεζα για να εμπιστευτεί κανείς σε αυτήν τα χρήματα του. Του επεσήμανε δε εμφατικά ότι το τελευταίο διάστημα η τράπεζα Κύπρου όχι μόνο δεν έχει πληγεί από την οικονομική κρίση και δεν έχει τα προβλήματα των ελληνικών τραπεζών αλλά ενισχύεται, καθώς προσελκύει συνεχώς νέα κεφάλαια λόγω και της αβέβαιης οικονομικής κατάστασης που επικρατεί στην Ελλάδα. Μάλιστα του διευκρίνισε ότι δεν θα χάσει τους τόκους της προηγούμενης περιόδου με 5,5% που είχε ήδη τρέξει, αλλά θα του καταβληθούν μέχρι τον Μάιο, αντί για τον Ιούνιο, και το επόμενο διάστημα το κεφάλαιο που θα κλείσει θα τοκίζεται με 6,5%. Η επιχειρηματολογία του ήταν ιδιαίτερα πειστική, οπότε αυτός δέχτηκε και, μάλιστα, συμπλήρωσε και άλλες 10.000 ευρώ προβαίνοντας και πάλι σε πρόωρη ανάληψη από την με αρ. . προθεσμιακή του κατάθεση «χωρίς ποινή» και το επιπλέον αυτό ποσό χρεώθηκε στον με αρ. . λογαριασμό του την 3.6.2011. Συνολικά λοιπόν επένδυσε 30.000 ευρώ και ήταν πλέον κάτοχος 30.000 ευρώ ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ03. Ούτε αυτή τη φορά του παρασχέθηκε οποιοδήποτε έγγραφο πληροφοριακό υλικό. Του καταβλήθηκαν τόκοι ποσού 418,61 ευρώ, για την προηγούμενη κατάθεση των 20.000 ευρώ και καταβλήθηκαν μειωμένοι την 17.5.2011. Οι τόκοι του Δεκεμβρίου του 2011 της νέας κατάθεσης των 30.000 ευρώ καταβλήθηκαν κανονικά, ήτοι 1.212,74 ευρώ. Τον Μάρτιο του 2012 του τηλεφώνησε ο . και του είπε ότι τα πράγματα δεν εξελίσσονταν καλά και όταν πήγε στο κατάστημα και άκουσε ότι με το κούρεμα των Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου η Τράπεζα Κύπρου είχε υποστεί οικονομική ζημία και έκανε για το λόγο αυτό αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Αυτός ζήτησε να αναλάβει αμέσως το κεφάλαιό του, αλλά του είπαν ότι αυτό είναι αδύνατο. Ο . τότε την ίδια στιγμή του πρότεινε ως λύσεις να μετέτρεπε εθελοντικά είτε ολόκληρο είτε μέρος του κεφαλαίου του σε μετοχές της Τράπεζας και να περίμενε την άνοδο της τιμής της μετοχής, ώστε να καλυφθεί η ζημιά του. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να περισώσει το κεφάλαιο του δέχτηκε την επαχθή αλλά αναγκαία, όπως του παρουσιάστηκε, λύση που του πρότεινε ο διευθυντής να μετατρέψει έστω το μισό του κεφαλαίου του σε μετοχές και την 19.3.2012 υπέγραψε αίτηση μετατροπής 15.000 ευρώ σε μετοχές και έλαβε 15.000 μετοχές και 5.000 ακόμα χαριστικές, δηλαδή συνολικά 20.000 μετοχές, διατηρώντας τα υπόλοιπα 15.000 ευρώ στα ΜΑΕΚ. Έκτοτε δεν του καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων και το κεφάλαιο του των 30.000,00 ευρώ δεν του αποδόθηκε αλλά τελικά μετατράπηκε αρχικά το 2012, υπό τις συνθήκες που ανωτέρω εκτέθηκαν, κατά το μέρος των 15.000 ευρώ σε 20.000 μετοχές και το 2013 μονομερώς και αναγκαστικά τόσο οι παραπάνω μετοχές (20.000) όσο και το υπόλοιπο κεφάλαιο των ΜΑΕΚ (15.000) σε 350 νέες συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης (δηλαδή 15.000 ΜΑΕΚ σε 150 μετοχές και 20.000 μετοχές σε 200 μετοχές) δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΑΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους 'Εκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 5) Ως προς τον πέμπτο εφεσίβλητο . (ήδη πέμπτο αναιρεσίβλητο): Είναι συνταξιούχος, ηλικίας 72 ετών, παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών. Προερχόμενος από φτωχή οικογένεια γεωργών - κτηνοτρόφων του χωριού Χρυσόπετρα Γαλλικού Κιλκίς μόλις τελείωσε το δημοτικό σχολείο, αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει και να εργαστεί, προκειμένου να βοηθήσει τους γονείς του να αντεπεξέλθουν στα καθημερινά βασικά έξοδα διαβίωσης της τρίτεκνης οικογένειας τους. Έχει εργαστεί σε κάθε είδους χειρωνακτικές και αγροτικές εργασίες, ενώ όταν στα 25 του, το 1969 παντρεύτηκε και αποφάσισε με τη σύζυγο του να φύγουν από την Ελλάδα αναζητώντας μια καλύτερη τύχη στη Γερμανία, ως μετανάστες. Εκεί, εργάστηκαν στο εργοστάσιο της Bosch στο Βαϊπλένκεν της Γερμανίας και αποταμίευσαν οικονομίες, με το όνειρο κάποια στιγμή να επιστρέφουν στην Ελλάδα. Έτσι, όταν Α ύστερα από χρόνια στερήσεων οι οικονομικές συνθήκες ωρίμασαν, μετεγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη, όπου με τη σύζυγό του ανάθρεψαν τις δυο κόρες τους και αυτός ασχολήθηκε με το εμπόριο ξυλείας. Με συνετό βίο κατόρθωσε να συγκεντρώσει ένα κεφάλαιο, το οποίο, αποτελούσε γι’ αυτόν την ασφάλεια ότι θα μπορούσε να ανταποκριθεί αξιοπρεπώς σε οποιαδήποτε έκτακτη ανάγκη. Δεν ήταν συνεπώς διατεθειμένος να αναλάβει κανένα κίνδυνο. Σημειωτέον μάλιστα ότι τέλος του 2007 διέκοψε την επαγγελματική του δραστηριότητα και ανέμενε μέχρι το 2009 την καταβολή της σύνταξης του, πληρώνοντας στο ενδιάμεσο τις εισφορές του χωρίς να έχει κανένα εισόδημα. Με την εν λόγω Τράπεζα Κύπρου και συγκεκριμένα με το υποκατάστημα Μοναστηριού Θεσσαλονίκης, ξεκίνησε να συνεργάζεται το 2001, καθότι εκεί εργαζόταν ο γιος ενός καλού του πελάτη, ο .. Στην πορεία των χρόνων όμως συνεργάστηκε και με το κατάστημα Εύοσμου Θεσσαλονίκης. Στα ως άνω καταστήματα διατηρούσε, με συνδικαιούχους τη σύζυγό του (.) και την κόρη του (.), λογαριασμούς ταμιευτηρίου, όπως τον αρ. . και . και καταθετικούς λογαριασμούς υπό προειδοποίηση με αρ. . και . καθώς και προθεσμιακές καταθέσεις, όπως τις με αρ. ……….. Οι συμβουλευτικές υπηρεσίες που δεχόταν από το προσωπικό της τράπεζας ήταν γι' αυτόν καθοριστικής σημασίας, καθώς πίστευε ότι συνεργαζόταν με ένα αξιόπιστο τραπεζικό ίδρυμα που διέθετε σοβαρούς και καταρτισμένους τραπεζικούς συμβούλους που γνώριζαν καλά τα χρηματοοικονομικά και οι οποίοι με την αμεσότητα και τον επαγγελματισμό τους είχαν κερδίσει την εμπιστοσύνη του. Περί τα τέλη Νοεμβρίου του 2006 υπέγραψε πρώτη φορά σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών με την εν λόγω τράπεζα, με παρότρυνση της υπαλλήλου … στο κατάστημα Εύοσμου και προέβη για το πρώτο εξάμηνο του 2007 σε αγορές κάποιων μετοχών, διαθέτοντας συνολικά περί τα 10.000 ευρώ, χωρίς έκτοτε να ασχοληθεί ξανά με το χρηματιστήριο και οι μετοχές αυτές διατηρούνται μέχρι σήμερα στο χαρτοφυλάκιό του. Η χρηματιστηριακή αυτή εμπειρία του δεν τον κατέστησε έμπειρο επενδυτή, ικανό να αντιληφθεί τους όρους και τα χαρακτηριστικά των επίμαχων επενδυτικών προϊόντων και απευθύνονταν σε θεσμικούς και επαγγελματίες επενδυτές. Τον Ιανουάριο του 2008 μετέφερε το ποσό των 400.000 ευρώ από τον με αρ. . καταθετικό λογαριασμό υπό προειδοποίηση στη με αρ. . εξάμηνη προθεσμιακή κατάθεση. Τον Ιούλιο του 2008 με αφορμή την λήξη της παραπάνω με αρ. . προθεσμιακής κατάθεσης, του τηλεφώνησε ο υπάλληλος . και του ζήτησε να περάσει από το κατάστημα, γιατί υπήρχε μια «μοναδική ευκαιρία» που απευθυνόταν στους «καλούς πελάτες» της τράπεζας. Στις 17.7.2008 επισκέφτηκε το υποκατάστημα Εύοσμου, όπου ο διευθυντής ., επιβεβαίωσε τα λεγόμενά του, και του είπε ότι από τη στιγμή που ανανέωνε διαρκώς τις προθεσμιακές του καταθέσεις και είχε μακρόχρονο ορίζοντα αποταμίευσης τον συμφέρει δήθεν αντί της προθεσμιακής κατάθεσης να κλείσει για μία πενταετία το κεφάλαιο του σε ένα προνομιακό αποταμιευτικό πρόγραμμα της Τράπεζας Κύπρου, εφάμιλλο με την προθεσμιακή κατάθεση και το ίδιο ασφαλές που θα του έδινε για ένα χρόνο επιτόκιο 7,5%, και έπειτα κυμαινόμενο. Προσέθεσε ακόμα ότι οι τόκοι θα "πέφτουν" κάθε εξάμηνο στο λογαριασμό ταμιευτηρίου, ώστε να μπορεί να τους χρησιμοποιεί όπως επιθυμεί και τον προέτρεψε να τοποθετήσει τα χρήματα του σε αυτό «ανεπιφύλακτα». Ο . του ανέπτυξε με πειστικότητα τα πλεονεκτήματα αυτού του προγράμματος χαρακτηρίζοντας το ιδανικό για έναν καταθέτη της δικής του οικονομικής κλίμακας, καθώς μέσω της τοποθέτησης αυτής που είχε πενταετή διάρκεια θα διατηρούσε το αρχικό του κεφάλαιο άθικτο και με τους τόκους θα είχε ένα πρόσθετο εισόδημα, όπως αυτός πράγματι επιθυμούσε. Του είπε, μάλιστα, ότι με δεδομένο ότι μόλις έληξε η προθεσμιακή κατάθεση του και το πρόγραμμα αρχίζει σε 15 ημέρες, θα φρόντιζε, για να μην χάσει τους ενδιάμεσους τόκους να ανανεωθεί η προθεσμιακή κατάθεσή του με αρ. με επιτόκιο 6% από την οποία θα προέβαινε σε μερική ανάληψη «χωρίς χρηματική επιβάρυνση». Έτσι, αυτός προέβη σε μερική ανάληψη ποσού 210.000,00 από τις συνολικές 400.000,00 ευρώ που είχε κλείσει στην με αρ. . προθεσμιακή κατάθεση και το ποσό αυτό χρεώθηκε στον με αρ. . λογαριασμό του την 5.8.2008. Έτσι, κατέστη κάτοχος MX ή ΚΥΠΡΟ 1 αξίας 210.00,00 ευρώ. Στις 31 Δεκεμβρίου 2008 καταβλήθηκαν στο λογαριασμό του τόκοι, ανερχόμενοι μάλιστα σε 6.781,25 ευρώ. Τον Μάιο του 2009, τον κάλεσε και πάλι ο  διευθυντής . στο τηλέφωνο προκειμένου να τον ενημερώσει πως υπήρχε μια συμφέρουσα «αναβάθμιση στο πρόγραμμα» όπως χαρακτηριστικά του είπε, και για τον λόγο αυτό του ζήτησε να περάσει από το υποκατάστημα προκειμένου να υπογράψει τα απαραίτητα έγγραφα. Έτσι, στις 28.5.2009, του μίλησε για το «νεότερο και καλύτερο «πρόγραμμα» επίσης «πενταετούς διάρκειας» και με «καλύτερο επιτόκιο 5,5 %, σταθερό καθ' όλη τη διάρκεια». Όσον αφορά στην εγγύηση και την ασφάλεια του προϊόντος ο διευθυντής δήλωσε ότι όλοι οι υπόλοιποι όροι ήταν αμετάβλητοι και μόνο προς το καλύτερο άλλαζαν οι παροχές του προγράμματος το οποίο πλέον θα έληγε τον Ιούνιο του 2014. Ο διευθυντής θεώρησε εκ προοιμίου δεδομένη την συναίνεση του και του είπε ήταν μακράν ό,τι καλύτερο διέθετε η τράπεζα λόγω της σταθερής και προνομιακής απόδοσης του επιτοκίου. Τον πληροφόρησε, μάλιστα, ότι τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων θα πέσουν πολύ το επόμενο διάστημα, ενώ έτσι θα «κλείδωνε" για μια πενταετία το 5,5%. Έτσι, αυτός δέχθηκε και υπέγραψε τα σχετικά έγγραφα. Στο διάστημα που ακολούθησε οι τόκοι συνέχισαν να καταβάλλονται κανονικά στο λογαριασμό του και συγκεκριμένα στις 30.6.2009 έλαβε τόκους ύψους 6.825,00 ευρώ, στις 31.12.2009 τόκους ύψους 6.705,42 ευρώ, στις 30.6.2010 τόκους ύψους 5 807,08 ευρώ και στις 31.12.2010 τόκους ύψους 5.903,33 ευρώ. Τον Μάιο του 2011, ο διευθυντής . τον κάλεσε στο τηλέφωνο και τον ενημέρωσε για την περαιτέρω δήθεν βελτίωση και εξέλιξη του προγράμματος, το οποίο προσέφερε τώρα επιτόκιο ύψους 6,5% και ανανεωνόταν για ακόμα πέντε χρόνια μέχρι την 30.6.2016. Ο διευθυντής του είπε ότι δεν είχε κανένα λόγο να μην προχωρήσει στην αναβάθμιση αυτή, με δεδομένο το προνομιακό επιτόκιο και τη φερεγγυότητα και αξιοπιστία της Τράπεζας Κύπρου που σε καιρό οικονομικής ύφεσης κατέγραψε κέρδη. Έτσι, πεισθείς υπέγραψε την 17.05.2011 μονοσέλιδο προσυμπληρωμένο έγγραφο που του προτάθηκε. Έτσι, κατέστη πλέον κάτοχος ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ03 ύψους 210.000,00 ευρώ. Οι τόκοι από το προϊόν συνέχισαν να καταβάλλονται κανονικά, και έτσι στις 30 Ιουνίου 2011 εισέπραξε στο λογαριασμό του το ποσό των 4.395,42 ευρώ, ενώ στα τέλη Δεκεμβρίου καταβλήθηκαν κανονικά και οι τόκοι για το δεύτερο εξάμηνο του έτους ύψους 8.489,18 ευρώ, υπολογισμένοι μάλιστα με το νέο επιτόκιο του 6,5%, όπως ακριβώς του είχαν πει.   Τον Ιούνιο του 2012 ^«ειδοποιήθηκε από τον διευθυντή του καταστήματος ότι η τράπεζα να δεν θα δώσει τόκους το εξάμηνο αυτό. Κατόπιν του απεστάλη η από 8 Αυγούστου 2013 επιστολή με την οποία ενημερώθηκε για την αναγκαστική μετατροπή του κεφαλαίου του σε 2.100 μετοχές για την εξυγίανση της Τράπεζας. Έκτοτε δεν του καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το κεφάλαιο του ποσού 210.000,00 ευρώ δεν του αποδόθηκε αλλά τελικά μετατράπηκε σε 2.100 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 6) Ως προς τον έκτο εφεσίβλητο, . (ήδη έκτο αναιρεσίβλητο): Είναι 48 ετών, έγγαμος και πατέρας δύο ανήλικων τέκνων του . και του ., 16 και 11 χρονών αντίστοιχα. Είναι ιατρός παθολόγος και από το 2000 που έλαβε την ειδικότητα του παρείχε τις υπηρεσίες του ως Επιμελητής του ΕΣΥ στα νοσοκομεία Πτολεμαΐδας και Κοζάνης μέχρι το 2012, οπότε παραιτήθηκε και άνοιξε ιδιωτικό ιατρείο στην Πτολεμαΐδα. Η σύζυγός του, είναι επίσης ιατρός καρδιολόγος και άνοιξε το ιατρείο της το 2002. Στόχος του ήταν να ανταποκριθεί, μέσα από συνετή και μετρημένη διαχείριση, στις τρέχουσες και καθημερινές ανάγκες των παιδιών του και ταυτόχρονα να αποταμιεύει κατά την οικονομική του δυνατότητα, προκειμένου να δημιουργήσει ένα αποταμιευτικό κεφάλαιο που θα μπορούσε να το χρησιμοποιήσει για τις μελλοντικές σπουδές και την επαγγελματική αποκατάσταση των παιδιών του και για οποιαδήποτε έκτακτη ανάγκη τυχόν προέκυπτε στην οικογένειά του. Επέλεγε λοιπόν να τοποθετεί τις αποταμιεύσεις του σε λογαριασμούς ταμιευτηρίου και δεν ήταν διατεθειμένος να αναλάβει κίνδυνο απώλειας τους. Η συνεργασία του με την εν λόγω Τράπεζα Κύπρου ξεκίνησε το 2002, όταν η σύζυγος του χρειάστηκε ένα κεφάλαιο για τον εξοπλισμό του ιατρείου της και για αυτά επισκέφτηκαν το Κατάστημα της Κοζάνης, στην οδό ., καθώς στην Πτολεμαίδα δεν υπήρχε υποκατάστημα. Εκεί, η σύζυγος του συνήψε την με αρ. ./5.4.2002 σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, με τον ίδιο ως εγγυητή. Για την αποπληρωμή των δόσεων άνοιξε και τον με αρ. . καταθετικό λογαριασμό ταμιευτηρίου κοινό με τη σύζυγό του. Τον Δεκέμβριο του 2007, η σύζυγός του χρειάστηκε καινούριο μηχάνημα υπερήχου στο ιατρείο της, οπότε υπέγραψε και νέα σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, τη με αρ. ./18-12-2007. Η συνεργασία τους έγινε με την υπάλληλο . η οποία με τον επαγγελματισμό και την αμεσότητα της του έδωσε την εικόνα ενός καταρτισμένου ατόμου που κάνει σωστά τη δουλειά του και σέβεται τον πελάτη του. Προς τα τέλη Ιουλίου του 2008 έλαβε ένα τηλεφώνημα από την ως άνω υπάλληλο της Τράπεζας ., η οποία του ζήτησε να περάσει από το υποκατάστημα στην Κοζάνη, γιατί, όπως του είπε, υπήρχε μία εξαιρετική ευκαιρία να ενισχύσουν τη συνεργασία τους. Πράγματι, επισκέφτηκε το κατάστημα, όπου η ως άνω . τον ενημέρωσε για ένα νέο αποταμιευτικό πρόγραμμα της τράπεζας Κύπρου, πενταετούς διάρκειας που είχε δήθεν ασφάλεια και εγγύηση κεφαλαίου στο 100%, όπως ακριβώς στην προθεσμιακή κατάθεση, αλλά με καλύτερο επιτόκιο, 7,5 % τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο για τα υπόλοιπα τέσσερα. Του υπογράμμισε, επίσης, ότι ο τόκος θα καταβαλλόταν κάθε εξάμηνο στο λογαριασμό και ο ίδιος θα μπορούσε να χρησιμοποιεί τα χρήματα, για να καλύπτει τα τρέχοντα έξοδα και ιδίως την αποπληρωμή του δανείου, όπως χαρακτηριστικά του τόνισε. Του είπε, μάλιστα, ότι ήταν δήθεν ένα πρόγραμμα ισοδύναμο προθεσμιακής κατάθεσης και ταυτόχρονα απόλυτα προσαρμοσμένο στις ανάγκες ενός αποταμιευτή και καταθέτη και ότι υπήρχε δυνατότητα ανταλλαγής με μετοχές, που ήταν ένα πρόσθετο χαρακτηριστικό του προγράμματος εντελώς προαιρετικό. Έτσι, πεισθείς, μετέφερε την 29.7.2008, 30.000,00 ευρώ από τον με αρ. . λογαριασμό του, χρεώνοντας τον την 5.8.2008 κατά το ως άνω ποσό. Υπέγραψε δε μόνο μια προσυμπληρωμένη αίτηση. Κατόπιν, υπέγραψε την 3.12.2008 σύμβαση παροχής υπηρεσιών απαντώντας σε ερωτηματολόγιο, όπως του ζητήθηκε και στο οποίο έδωσε τις εξής απαντήσεις: ότι οι χρηματιστηριακές του γνώσεις είναι βασικές, ότι ο στόχος της επένδυσης του είναι η διαφύλαξη του αρχικού κεφαλαίου συν μία σταθερή απόδοση και ότι ο επενδυτικός κίνδυνος που ήταν διατεθειμένος να αναλάβει είναι σχετικά μικρός. Από τις απαντήσεις και μόνο αυτές πέρα από τη συζήτηση που είχε προηγηθεί για την αγορά του επίμαχου προϊόντος προέκυπτε ότι η επίμαχη επένδυση ήταν προδήλως ακατάλληλη και μη συμβατή με τις επιδιώξεις και τις ανάγκες του, η δε τράπεζα μέσω της υπαλλήλου της δεν του επέστησε την προσοχή ούτε τον προειδοποίησε για την υψηλού ρίσκου επένδυση στην οποία είχε ήδη προβεί. Την 31.12.2008, έλαβε κανονικά τους τόκους ύψους 968,75 ευρώ. Τον Μάιο του 2009, η υπάλληλος Πλόσκα Αικατερίνη επικοινώνησε και πάλι μαζί του τηλεφωνικά και τον ενημέρωσε για την εξέλιξη του προγράμματος στο οποίο συμμετείχε και του συνέστησε να ανανεώσει τη συμμετοχή του για μία πενταετία με το επιτόκιο να ανέρχεται σε 5,5 % σταθερό και όχι κυμαινόμενο. Του ζήτησε να περάσει από το υποκατάστημα, όπου και τον προέτρεψε να ακολουθήσει την εξέλιξη του προγράμματος και να παρατείνει την δέσμευση των χρημάτων του για έναν ακόμα χρόνο, αφού το προϊόν θα έληγε το 2014, αντί για το 2013 με τους όρους να παραμένουν οι ίδιοι, τονίζοντας του ότι μόνο όφελος μπορούσε να έχει από την νέα και βελτιωμένη έκδοση, παρατείνοντας την διάρκεια για ένα ακόμα έτος, θα εξασφάλιζε δήθεν καλύτερο και σταθερό επιτόκιο 5,5% για όλη την πενταετία και το κεφάλαιο του όσο και οι τόκοι θα ήταν εγγυημένα από την ίδια την τράπεζα. Ως εκ τούτου, την ίδια μέρα, την 28.05.2009, υπέγραψε μονοσέλιδο προσυμπληρωμένο έγγραφο και έτσι αντάλλαξε δεκαετές υβριδικό ομόλογο αξίας 30.000,00 ευρώ (MX ή ΚΥΠΡΟ 1) με υβριδικό άληκτο ίσης αξίας (ΜΑΚ ή ΚΥΠΡΟ 2). Η συνεπής καταβολή των τόκων συνεχίστηκε για τα δύο επόμενα χρόνια. Συγκεκριμένα, την 30.06.2009 έλαβε τόκους ποσού 975,00 ευρώ με επιτόκιο 7,5%, και έκτοτε με σταθερό 5,5% έλαβε τόκους 957,92 ευρώ την 31.12.2009, 829,58 ευρώ την 30.06.2010 και έλαβα ποσό 843,33 ευρώ την 31.12.2010. Τον Μάιο του 2011, τον κάλεσε τηλεφωνικά και πάλι η και του συνέστησε όχι μόνο να ανανεώσει το πρόγραμμα για νέα πενταετία μέχρι και την 30.6.2016 αλλά και να συμπληρώσει χρήματα χωρίς φόβο γιατί δήθεν η Τράπεζα Κύπρου τα εγγυάται σε ευρώ ακόμα και αν η Ελλάδα βγει από την ευρωζώνη. Του είπε ότι στην Κύπρο δεν χάθηκαν καταθέσεις ούτε το 1974 και έκανε και πάλι λόγο για το ίδιο πρόγραμμα με τους ίδιους ακριβώς όρους, δηλαδή την ασφάλεια της προθεσμιακής και πάλι καταβολή τόκων ανά εξάμηνο, αλλά το επιτόκιο ήταν πλέον στο 6,5,% σταθερό και όλα αυτά υπό την εγγύηση της τράπεζας Κύπρου, μιας κορυφαίας και εξαιρετικά ισχυρής τράπεζας παγκοσμίως Εμπιστευόμενος, λοιπόν, για άλλη μια φορά την ανωτέρω υπάλληλο δέχθηκε και την 13.5.2011 ανανέωσε τα 30.000,00 ευρώ για άλλη μία πενταετία, συμπληρώνοντας μάλιστα και το ποσό των 20.000,00 ευρώ που χρεώθηκε την 3.6.2011 στον με αρ…. λογαριασμό του. Έτσι έγινε πλέον κάτοχος 50.000,00 ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ03. Προς τούτο, και πάλι, υπέγραψε απλώς μονοσέλιδο προσυμπληρωμένο έντυπο. Την 30.6.2011 οι τόκοι ύψους 627,92 ευρώ κατατέθηκαν κανονικά στο λογαριασμό του ενώ το ίδιο συνέβη και 6 μήνες μετά, στις 31 Δεκεμβρίου του 2011, για το ποσό των 50.000 ευρώ πλέον και με επιτόκιο 6,5%, όποτε και κατατέθηκε στον λογαριασμό του το ποσό των 2.021,23 ευρώ. Τον Μάρτιο του 2012 του τηλεφώνησε η ως άνω υπάλληλος . και του είπε ότι η Τράπεζα Κύπρου προσέφερε μετοχές της σε προνομιακή τιμή και επιπλέον μετοχές δωρεάν, εφόσον επιθυμούσε να συμμετάσχει στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, είτε με τις 50.000 ευρώ είτε με κάποιο άλλο ποσό και αυτός δέχθηκε για το ποσό των 5.050 ευρώ, ώστε να λάβει τις διπλάσιες (10.100) μετοχές. Ωστόσο, τον Ιούλιο του 2012 διαπίστωσε ότι δεν έχουν καταβληθεί οι τόκοι του αντιστοίχου εξαμήνου και τον Αύγουστο του 2013 έλαβε επιστολή με την οποία ενημερώθηκε ότι η τράπεζα προέβη σε αναγκαστική μετατροπή του κεφαλαίου του σε μετοχές. Έκτοτε, δεν του καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων και το κεφάλαιο του ποσού 50.000,00 ευρώ δεν του απεδόθη αλλά τελικά μετατράπηκε σε 500 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητά της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 7) Ως προς τον έβδομο εφεσίβλητο, . (ήδη έβδομο αναιρεσίβλητο): είναι 42 ετών, άγαμος, χωρίς τέκνα και ιδιωτικός υπάλληλος στο χώρο των Μ.Μ.Ε. Γνώσεις ora οικονομικά δεν διαθέτει. Η συνεργασία του με την Τράπεζα Κύπρου ξεκίνησε το 2006 στο υποκατάστημα Βάρκιζας επί της οδού .. Στην εναγόμενη διατηρούσε ατομικούς και κοινούς λογαριασμούς ταμιευτηρίου και συγκεκριμένα τον με αρ. . ατομικό λογαριασμό σε δολάρια Αμερικής και τους με αρ. …. κοινούς με τη μητέρα μου, . τους οποίους χρησιμοποιούσε για αποταμιευτικούς σκοπούς. Ειδικότερα, από την αρχή της αμιγώς καταθετικής συνεργασίας του με την τράπεζα διατηρούσε προθεσμιακές καταθέσεις και, ενδεικτικά: για το με αρ. . λογαριασμό σε δολάρια Αμερικής τις με αρ. . προθεσμιακή κατάθεση Κύπρου advance, . τρίμηνη προθεσμιακή κατάθεση, . προθεσμιακή Κύπρου advance, …….τρίμηνη προθεσμιακή κατάθεση, . δίμηνη προθεσμιακή, . και για τους με αρ. . και . λογαριασμούς ταμιευτηρίου σε ευρώ τις . προθεσμιακή, . προθεσμιακή με μηνιαία απόδοση τόκων, . με μηνιαία απόδοση τόκων, . με μηναία απόδοση τόκων …. εξάμηνη προθεσμιακή, . εξάμηνη προθεσμιακή, . τρίμηνη προθεσμιακή . τρίμηνη προθεσμιακή, τις οποίες διαρκώς ανανέωνε συμπληρώνοντας και αυξάνοντας το ποσό κατά την οικονομική του δυνατότητα σε τακτική βάση. Στο πλαίσιο λοιπόν σχέσης εμπιστοσύνης που είχε με την υπάλληλο της τράπεζας ., τέλη Ιουλίου 2008 τον κάλεσε αυτή τηλεφωνικά και του είπε ότι υπήρχε μια πολύ μεγάλη ευκαιρία για τους «καλούς πελάτες της τράπεζας» από την οποία έπρεπε οπωσδήποτε να επωφεληθεί και του ζήτησε να περάσει από το κατάστημα. Όταν στις 24.7.2008 πήγε στο κατάστημα, του τόνισε ότι από τη στιγμή που ανανέωνε διαρκώς τις προθεσμιακές του καταθέσεις και είχε μακρόχρονο ορίζοντα αποταμίευσης τον συμφέρει δήθεν αντί της κλασικής προθεσμιακής κατάθεσης να «κλείσει» για μία πενταετία το κεφάλαιο του σε ένα αποταμιευτικό προϊόν της Τράπεζας Κύπρου, που λειτουργεί σαν την προθεσμιακή κατάθεση, είναι το ίδιο ασφαλές και θα του δώσει για ένα χρόνο επιτόκιο 7,5%, και έπειτα κυμαινόμενο. Ο τόκος, όπως του είπε, θα καταβαλλόταν ανά εξάμηνο, δηλαδή κάθε Δεκέμβριο και Ιούνιο. Πράγματι, πεισθείς, την επόμενη κιόλας ημέρα στις 25.7.2008 μετέφερε 10.000,00 ευρώ από το λογαριασμό μισθοδοσίας του στη Eurobank και αποδεχόμενος της συμβουλή της έδωσε εντολή να κλείσουν το ποσό 15.000,00 ευρώ στο προτεινόμενο προϊόν, ποσό που χρεώθηκε στον με αρ. . λογαριασμό ταμιευτηρίου του την 5.8.2008. Στη συνέχεια, η ίδια υπάλληλος συμπλήρωσε ένα μονόφυλλο έγγραφο με το ποσό και τα στοιχεία του και του υπέδειξε πού να θέσει την υπογραφή του, χωρίς να του δοθεί η δυνατότητα να το αναγνώσει και, έτσι, κατέστη κάτοχος 15.000,00 ευρώ MX ή ΚΥΠΡΟ 1. Στις 31.12.2008 έλαβε τόκους ποσού 484,38 ευρώ που πιστώθηκαν στον με αρ. .λογαριασμό του. Παράλληλα διατήρησε και τις υπόλοιπες αποταμιεύσεις του στην Τράπεζα Κύπρου. Περί τα τέλη Μαΐου του έτους 2009 του τηλεφώνησε η υπάλληλος . και τον κάλεσε να περάσει από το κατάστημα, όπου και του συνέστησε να ανανεώσει για νέα πενταετία μέχρι τις 30.6.2014 λέγοντας του ότι η τράπεζα προσφέρει στους πελάτες τη δυνατότητα να παρατείνουν τη δέσμευση για ένα χρόνο με προνομιακό σταθερό επιτόκιο 5,50%, καθώς το πρώτο προϊόν είχε πλέον κυμαινόμενο και χαμηλότερο. Κατά τα λοιπά του είπε ότι ίσχυαν δήθεν οι ίδιοι όροι με το προηγούμενο, δηλαδή η ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης και η εγγύηση κεφαλαίου στο 100% από τη φερέγγυα τράπεζα Κύπρου. Έτσι, δέχτηκε να ακολουθήσει τη συμβουλή της εν λόγω υπαλλήλου και να τοποθετήσει επιπλέον 5.000,00 ευρώ που χρεώθηκαν την 16.6.2009 στον με αρ. . λογαριασμό του με την πεποίθηση ότι τοποθετεί συνολικά 20,000,00 ευρώ κλειστά για πέντε έτη μέχρι τις 30,6.2014 σε εγγυημένου κεφαλαίου και τόκων προϊόν. Υπέγραψε λοιπόν την ίδια μέρα, στις 29.5.2009, το έγγραφο που συμπλήρωσε η ως άνω υπάλληλος και δεν έλαβε κανένα έγγραφο πληροφοριακό υλικό και κατέστη πλέον κάτοχος ΜΑΚ ή ΚΥΠΡ02 αξίας 20.000,00 ευρώ. Η συνεπής καταβολή των τόκων συνεχίστηκε για τα επόμενα δύο χρόνια. Αρχικά για τα 15.000 ευρώ στις 30.6.2009 έλαβε τόκους ποσού 487,50 ευρώ και στη συνέχεια για το επόμενο προϊόν με επιτόκιο σταθερό 5,5% των 20.000 ευρώ, έλαβα στις 31.12.2009 ποσό 638,61 ευρώ, στις 30.6.2010 ποσό 553,06 ευρώ, στις 31.12.2010 ποσό 562,22 ευρώ. Μετέπειτα, η ως άνω . τον κάλεσε στο ως άνω στο κατάστημα στις 11.5.2011 και του συνέστησε να συμπληρώσει κεφάλαια στο προνομιακό προϊόν που και πάλι προσέφερε η τράπεζα Κύπρου σε ευρώ αλλά και σε δολάρια λέγοντας του ότι με δεδομένη την οικονομική κρίση που διέρχεται η χώρα και τα προβλήματα του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος με τον τρόπο αυτό θα διαφυλάξει το κεφάλαιο του σε ευρώ ή σε δολάρια Αμερικής μέχρι τις 30.6.2016, δήθεν με τους ίδιους ακριβώς όρους, δηλαδή την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, εγγυημένο και σταθερό επιτόκιο 6,5% για το ευρώ και 6% για το δολάριο, ανά εξάμηνο και όλα αυτά με την εγγύηση της Τράπεζας Κύπρου, μιας κορυφαίας και εξαιρετικά ισχυρής τράπεζας παγκοσμίως. Του είπε μάλιστα ότι και πάλι θα λάβει κανονικά τους τόκους για τα προηγούμενα διαστήματα και μετά τις 30.6.2011 θα παίρνει 6,5% για το ευρώ και 6% για το δολάριο. Έτσι, πεισθείς, αντάλλαξε τα 20.000,00 ΜΑΚ ή ΚΥΠΡ02 με ίσης αξίας ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ03 και συμπλήρωσε 60.000,00 ευρώ από την προθεσμιακή του κατάθεση . που είχε λήξει και τα οποία χρεώθηκαν στον με αριθμό . λογαριασμό του την 3.6.2011, και συνολικά επένδυσε 80.000,00 ευρώ και κατέστη κάτοχος 80.000,00 ευρώ ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ03. Περαιτέρω, με την καθοδήγηση της ως άνω υπαλλήλου "έσπασε" την με αρ. . προθεσμιακή του κατάθεση σε δολάρια Αμερικής χωρίς ποινή πρόωρης ανάληψης, αναλαβών το ποσό των 35.224,00 δολαρίων Αμερικής την 3.6.2011 (δηλαδή το ισόποσο την 03.06.2011 των 24.312,53 ευρώ, όπως προκύπτει από το με Α/Α ./03.06.2011 Δελτίο συναλλαγματικών ισοτιμιών αναφοράς της ΕΚΤ της 03.06.2011 όπου η ισοτιμία ποσότητας νομίσματος ανά 1 ευρώ προς (USD) δολάριο ΗΠΑ ανήρχετο στο 1,4488, καθιστάμενος κάτοχος 35.224,00 δολαρίων ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ04. Τόκοι ποσού 418,61 ευρώ για τα 20.000 ΜΑΚ ή ΚΥΠΡ02 καταβλήθηκαν μειωμένοι την 30.6.2011 για το διάστημα έως 17.5.2011 και την επόμενη φορά του Δεκεμβρίου του 2011 για τις 80.000 ευρώ ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ03 καταβλήθηκαν κανονικά 3.233,97 και 1.314,39 δολάρια για τα 35.224 δολάρια ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ04. Στις αρχές του 2012, η υπάλληλος . του τηλεφώνησε να πάει στο κατάστημα να συζητήσουν, γιατί θα ήταν προς το συμφέρον του μία μετατροπή σε μετοχές, με ευνοϊκούς όρους. Τον Ιούνιο του 2012, τον κάλεσε εκ νέου τηλεφωνικά και του είπε ότι λόγω του προβλήματος που είχε προκύψει με το κούρεμα των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου δεν θα καταβληθούν οι τόκοι του τελευταίου εξαμήνου Δεκεμβρίου - Ιουνίου. Έκτοτε δεν του καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το δε κεφάλαιο του των 80.000,00 ευρώ και 35.224,00 δολαρίων Αμερικής δεν του απεδόθη αλλά τελικά μετατράπηκε σε 1.073 νέες συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ. Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευσή τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 8) Ως προς τον όγδοο εφεσίβλητο, . (ήδη όγδοο αναιρεσίβλητο): Είναι 65 ετών, παντρεμένος από το 1978, με δύο ενήλικα τέκνα ηλικίας 35 και 36 ετών και συνταξιούχος. Γεννημένος σε ένα μικρό χωριό της Κω, το Ασφανδιού, από αγρότες γονείς, όταν τελείωσε το δημοτικό σχολείο, άρχισε να εργάζεται, για να στηρίξει την πατρική οικογένεια. Εργάστηκε τα πρώτα χρόνια στο νησί σε γεωργικές και χειρωνακτικές εργασίες και την επόμενη δεκαετία ως αυτοκινητιστής οδηγός στην Αθήνα και μετά εργάστηκε ένα διάστημα ως ναυτικός και από το 1981 άνοιξε μία κάβα ποτών στο Τιγκάκι της Κω. Έκτοτε ασχολήθηκε μέχρι το 2000 με το εμπόριο ποτών και αργότερα και με τον τουρισμό και ειδικότερα με τις ενοικιάσεις διαμερισμάτων, από όπου αποκόμισε σημαντικά εισοδήματα. Απόφοιτος δημοτικού με βασικές γραμματικές γνώσεις, δεν είχε γνώσεις περί οικονομικών, ενώ η χρηματιστηριακή του εμπειρία ήταν ελάχιστη. Η συνεργασία του με την Τράπεζα Κύπρου ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2003 στο κατάστημα της στην Κω Σημαντικό κίνητρο γι’ αυτόν αποτέλεσε η γνωριμία του με τον διευθυντή της ., που ήταν συγχωριανός του και τον ήξερε για άνθρωπο μορφωμένο, με κύρος και γνώστη των οικονομικών, Επισκέφτηκε λοιπόν το παραπάνω υποκατάστημα, με σκοπό να μεταφέρει τις καταθέσεις του και να ξεκινήσει τη συνεργασία του, τόσο για τις ανάγκες της επιχείρησης του όσο και για τις προσωπικές του ανάγκες. Την 5.9.2003 αποφάσισε να συνεργαστεί με την Τράπεζα Κύπρου ανοίγοντας μεταξύ άλλων τον με αρ. . καταθετικό λογαριασμό ταμιευτηρίου, όπου μετέφερε τις αποταμιεύσεις του, που προορίζονταν για την κάλυψη των οικογενειακών του αναγκών. Οι συναλλαγές του ήταν πολύ συχνές λόγω και της φύσης της δουλειάς του, αλλά ειδικότερα για την κάλυψη των προσωπικών αναγκών του αποταμίευσης και συνεργαζόταν πάντα με το διευθυντή . και όταν αυτός συνταξιοδοτήθηκε με τον επόμενο διευθυντή . που με την αμεσότητα και τον επαγγελματισμό του είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη του. Έτσι, τοποθετούσε τις οικονομίες του σε προθεσμιακές καταθέσεις απλές ή συνδυασμένες με αμοιβαίο ή τύπου advanced με μηνιαία απόληψη τόκων, και καταθετικούς λογαριασμούς «υπό προειδοποίηση (notice account) 35 ημερών». Ενδεικτικά τις με αριθμούς . Notice Account και τις με αρ. αρ. ……. προθεσμιακές καταθέσεις. Περί τα τέλη Ιουλίου του 2008 τον κάλεσε ο ως άνω υπάλληλος . στο κατάστημα και του είπε ότι υπήρχε μια πολύ μεγάλη ευκαιρία για τους «καλούς πελάτες της τράπεζας» από την οποία έπρεπε οπωσδήποτε να επωφεληθεί. Πράγματι, την 24.7.2008 τον επισκέφτηκε και του τόνισε ότι από τη στιγμή που ανανέωνε διαρκώς τις προθεσμιακές του καταθέσεις και είχε μακρόχρονο ορίζοντα αποταμίευσης τον συμφέρει δήθεν αντί της προθεσμιακής κατάθεσης να "κλείσει" για μία πενταετία το κεφάλαιο του σε ένα προνομιακό αποταμιευτικό πρόγραμμα της Τράπεζας Κύπρου, που μοιάζει με την προθεσμιακή κατάθεση και είναι το ίδιο ασφαλές και θα του δώσει για ένα χρόνο επιτόκιο 7,5%, και έπειτα κυμαινόμενο. Προσέθεσε ακόμα ότι οι τόκοι θα "έπεφταν" κάθε εξάμηνο στο λογαριασμό ταμιευτηρίου, ώστε να μπορεί να τους χρησιμοποιεί όπως επιθυμούσε, και τον προέτρεψε να τοποθετήσει τα χρήματα του σε αυτό ανεπιφύλακτα. Ο εν λόγω . του ανέπτυξε με πειστικότητα τα πλεονεκτήματα αυτού του προγράμματος χαρακτηρίζοντας το ιδανικό για έναν καταθέτη της δικής του οικονομικής κλίμακας. Έτσι, πεισθείς, "έσπασε” πρόωρα χωρίς ποινή προεξόφλησης τόσο τη με αρ. . προθεσμιακή του κατάθεση από την οποία ανέλαβε το ποσό των 400.000,00 ευρώ όσο και τη με αριθ. . από την οποία ανέλαβε το ποσό των 115.113,58 ευρώ και το συνολικό ποσό των 515.000,00 ευρώ (400.000,00 + 115.000,00) χρεώθηκε στον με αριθμό . λογαριασμό του την 5.8.2008. Μετά του ζητήθηκε να υπογράψει προσυμπληρωμένα έγγραφα, χωρίς να του δοθεί η δυνατότητα ανάγνωσης ή άλλη περαιτέρω επεξήγησης. Στις 31 12.2008 έλαβε κανονικά τους τόκους ύψους 14.967,19 ευρώ. Στα τέλη Μαΐου του 2009, ο ίδιος ως άνω διευθυντής του καταστήματος επικοινώνησε εκ νέου μαζί του τηλεφωνικώς και του ζήτησε να περάσει από την τράπεζα, καθότι με τη λήξη ενός έτους, η τράπεζα αντικαθιστούσε το πρόγραμμα με ένα νέο και πιο βελτιωμένο που έδινε, όπως του είπε σταθερό επιτόκιο 5,5% για μία πενταετία από το 2009 έως τις 30,6.2014, παρατείνοντας στην ουσία την δέσμευση του κεφαλαίου του κατά ένα έτος. Πράγματι, πήγε στο κατάστημα τις επόμενες ημέρες, όπου ο ως άνω . του σύστησε να ανανεώσει την δέσμευση του κεφαλαίου του για άλλη μια πενταετία, ώστε να επωφεληθεί από το σταθερό επιτόκιο και του δήλωσε ρητά ότι όλοι οι υπόλοιποι όροι του προγράμματος ήταν ίδιοι. Τον πληροφόρησε μάλιστα ότι τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων θα πέσουν πολύ το επόμενο διάστημα, ενώ έτσι θα «κλείδωνε για μια πενταετία το 5.5%». Πεισθείς, αποδέχθηκε την ανανέωση και υπέγραψε μονοσέλιδο προσυμπληρωμένο έγγραφο τοποθέτησης συνολικά 595.000,00 ευρώ, με τα 515.000,00 να προέρχονται από το προηγούμενο προϊόν και τα υπόλοιπα από την με αρ. Ν. προθεσμιακή του κατάθεση. Σημειωτέον ότι και η προτεινόμενη ανανέωση έγινε στο κεφάλαιο που είχε αρχικά διαθέσει (515.000,00 ευρώ) και προστέθηκε τελικά ποσό 67.919,00, που χρεώθηκε την 16.6.2009 στον με αρ. . λογαριασμό του και, έτσι, κατέστη κάτοχος 582.919,00 ευρώ ΜΑΚ ή ΚΥΠΡ02, χωρίς ο ως άνω διευθυντής να του γνωστοποιήσει ότι το προϊόν αυτό ήταν άληκτο και είχε πρόσθετο ουσιώδη όρο την μη καταβολή τόκου υπό προϋποθέσεις. Για τα επόμενα δύο χρόνια λάμβανε κανονικά τόκους κάθε εξάμηνο και συγκεκριμένα έλαβε την 30.6.2009 τόκους ποσού 16.737,50 ευρώ για το πρώτο προϊόν και έκτοτε για το δεύτερο προϊόν, ήτοι την 31.12.2009 τόκους ποσού 18.612,93, την 30.6.2010 τόκους ποσού 16.119,33 ευρώ και την 31.12.2010 τόκους ποσού 16.386,50 ευρώ. Στις αρχές Μαΐου του 2011 ο εν λόγω ., τον κάλεσε και του συνέστησε το καινούριο -τρίτο κατά σειρά- προθεσμιακό πρόγραμμά της.

 

Συγκεκριμένα, στις 10.5.2011 ο ως άνω διευθυντής του είπε ότι το εν λόγω προϊόν παρέμενε σταθερά ο συγκριτικά επωφελέστερος τρόπος να εξασφαλίσει τις οικονομίες του σε ευρώ και ότι ήταν δήθεν μία δυνατή και αξιόπιστη τράπεζα που δεν ήταν εκτεθειμένη στην κρίση και μπορούσε να προσφέρει ασφαλές καταφύγιο στους πελάτες της λέγοντας του χαρακτηριστικά ότι στην Κύπρο ούτε το 1974 δεν χάθηκαν καταθέσεις. Ο .. εξήρε και πάλι το προϊόν τονίζοντας μόνο πλεονεκτήματα του, δηλαδή το δήθεν εγγυημένο και σταθερό επιτόκιο 6.5% και την εγγύηση κεφαλαίου σε ευρώ στο 100% στη λήξη του την 30.6.2016 από την τράπεζα. Πεισθείς, υπέγραψε στις 10.5.2011, καθ' υπόδειξη του ως άνω υπαλλήλου, ένα μονοσέλιδο προσυμπληρωμένο έγγραφο και, έτσι, κατέστη πλέον κάτοχος 582.919.00 ευρώ ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ03. Την 30.6.2011 έλαβε τόκους 12.200,82 ευρώ και την 31.12.2011 έλαβε τόκους ποσού 23.564,30 ευρώ και διατηρούσε τις προθεσμιακές του καταθέσεις. Αρχές Ιουλίου του 2012, του τηλεφώνησε ο ως άνω υπάλληλος . και του είπε ότι δημιουργήθηκε πρόβλημα με την καταβολή των τόκων και ήλπιζε ότι θα επιλυθεί. Τον Αύγουστο του 2013, διαπίστωσε ότι το κεφάλαιο του έγινε υποχρεωτικά μετοχές της Τράπεζας Κύπρου. Έκτοτε δεν του καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το κεφάλαιο του ποσού 582.919,00 ευρώ δεν του απεδόθη αλλά τελικά μετατράπηκε σε 5.829 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλό της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κίνδυνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 9) Ως προς τον ένατο εφεσίβλητο, . (ήδη ένατο αναιρεσίβλητο): Είναι 61 ετών, διαζευγμένος και πατέρας δύο τέκνων. Διατηρεί από το 1987 μία ατομική επιχείρηση παροχής υπηρεσιών καθαρισμού και φύλαξης. Είναι απόφοιτος δημοτικού σχολείου. Σκοπός του ήταν να δημιουργήσει ένα αποταμιευτικό κεφάλαιο. Η σχέση του με την Τράπεζα Κύπρου και συγκεκριμένα με το κατάστημα Ιωαννίνων, στην οδό . ξεκίνησε από το 2002 καθώς σε εκείνη τηρούσε τους λογαριασμούς μισθοδοσίας των υπαλλήλων του. Επίσης, διατηρούσε σε αυτήν τους με αριθμ. . και με αριθμ. . λογαριασμούς ταμιευτηρίου. Έχοντας μάλιστα συχνή επαφή με το συγκεκριμένο κατάστημα είχε καταστεί σαφές από μεριάς του ότι δεν είχε επενδυτική διάθεση και σκοπός του ήταν η αποταμίευση, κατά την οικονομική του δυνατότητα. Τις οικονομίες του τις διατηρούσε σε καταθέσεις ταμιευτηρίου, προθεσμιακές καταθέσεις ή προθεσμιακούς λογαριασμούς εισοδήματος. Περί τα μέσα Ιουλίου 2008 δέχτηκε τηλεφώνημα από τον διευθυντή του καταστήματος ., στο οποίο τον ενημέρωσε για ένα νέο δήθεν καταθετικό προϊόν που το πρότεινε ανεπιφύλακτα σε όσους ενδιαφέρονται για ένα «αποταμιευτικό πρόγραμμα». Όταν την 24.7.2008 τον επισκέφτηκε στο γραφείο του στην Τράπεζα, τον ενημέρωσε για το επίμαχο προϊόν, λέγοντας του ότι ήταν δήθεν εξίσου ασφαλές με την προθεσμιακή κατάθεση, γιατί η τράπεζα Κύπρου εγγυόταν τόσο την επιστροφή του κεφαλαίου στο τέλος της πενταετίας όσο και την τοκοφορία του με 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα υπόλοιπα τέσσερα χρόνια. Προσέθεσε ακόμα ότι οι τόκοι θα "έπεφταν" κάθε εξάμηνο στο λογαριασμό ταμιευτηρίου, ώστε να μπορεί να τους χρησιμοποιεί, ενώ ταυτόχρονα το κεφάλαιο του θα ήταν εγγυημένο. Ως εκ τούτου δεν είχε πλέον νόημα να κρατάει τα χρήματα του σε μία απλή προθεσμιακή κατάθεση αλλά να τα τοποθετήσει στο προϊόν αυτό που το χαρακτήρισε ιδανικό για έναν καταθέτη με μακρόχρονο ορίζοντα αποταμίευσης, καθώς μέσω της τοποθέτησης αυτής που είχε πενταετή διάρκεια θα διατηρούσε το αρχικό του κεφάλαιο στο ακέραιο και με τους τόκους θα το επαύξανε σημαντικά, όπως ακριβώς αυτός επιθυμούσε και ότι οποτεδήποτε μπορούσε να λάβει το κεφάλαιο του, αλλά θα έχανε όλους τους τόκους του τρέχοντος εξαμήνου. Τέλος, του είπε ότι θα φρόντιζε ο ίδιος προσωπικά να μεταφέρει τα χρήματα από την προθεσμιακή κατάθεση με αρ. . που διατηρούσε, "σπάζοντας" την χωρίς ποινή προεξόφλησης. Μην έχοντας αντιληφθεί τους  κινδύνους του προϊόντος που επρόκειτο να αγοράσει, αποδέχτηκε τη συμβουλή του και με την καθοδήγηση του ως άνω υπαλλήλου "έσπασε" την με αριθμ. . προθεσμιακή κατάθεση που τηρούσε μέχρι τότε και τοποθέτησε στο εν λόγω προϊόν το ποσό των 46.500,00 ευρώ, ποσό που χρεώθηκε στον με αρ. . λογαριασμό του την 5.8.2008. Ο ως άνω . τον παρέπεμψε στον υπάλληλο ., προκειμένου να υπογράψει μια σειρά εγγράφων. Ο υπάλληλος αυτός δεν του τα ανέγνωσε ούτε του ζήτησε να τα αναγνώσει. Στις 31.12.2008 έλαβε κανονικά τους τόκους ύψους 1.501,56 ευρώ. Στα τέλη Μάιου του 2009, ο . επικοινώνησε εκ νέου μαζί του τηλεφωνικώς και του ζήτησε να περάσει άμεσα από την τράπεζα, καθότι με τη λήξη ενός έτους από την έκδοση του πρώτου προϊόντος, η τράπεζα το αντικαθιστούσε με μια νέα δήθεν πιο βελτιωμένη έκδοση που έδινε σταθερό επιτόκιο 5,5% για μία πενταετία από το 2009 έως τις 30.6.2014, με μόνη διαφορά ότι το κεφάλαιο του θα δεσμευόταν επιπλέον κατά ένα έτος. Πράγματι, πήγε στο κατάστημα την 29.05.2009, όπου ο ως άνω ., μαζί με τον . του είπαν ότι θα ήταν αναμφίλεκτα περισσότερο επωφελές να ανανεώσει την δέσμευση του κεφαλαίου του για άλλη μια πενταετία, ώστε να κλειδώσει το σταθερό επιτόκιο που αυτό προσέφερε. Επιπλέον, τον διαβεβαίωσαν ότι όλοι οι υπόλοιποι όροι του προγράμματος ήταν ίδιοι, λέγοντας του ότι το κεφάλαιο του είναι εγγυημένο για μία πενταετία, η Τράπεζα είναι φερέγγυα και καταγράφει συνεχώς κέρδη και οι τόκοι θα συνεχίσουν να καταβάλλονται κάθε εξάμηνο στον λογαριασμό του. Πεισθείς, συμφώνησε σε ανταλλαγή υβριδικού ομολόγου δεκαετούς διάρκειας, αξίας 46.500,00 ευρώ, (MX ή ΚΥΠΡΟ 1) με υβριδικό άληκτο ίσης ονομαστικής αξίας (ΜΑΚ ή ΚΥΠΡ02). Εκτοτε και για τα επόμενα δύο χρόνια λάμβανε κανονικά τόκους κάθε εξάμηνο και συγκεκριμένα έλαβε την 30.6.2009 τόκους ποσού 1.511,25 ευρώ για το πρώτο προϊόν και έκτοτε για το δεύτερο προϊόν, ήτοι την 31.12.2009 τόκους ποσού 1.484,77 ευρώ, την 30.6.2010 τόκους ποσού 1.285,85 ευρώ και την 31.12.2010 τόκους ποσού 1.307,17 ευρώ. Τον Μάιο του 2011 δέχθηκε και πάλι τηλεφώνημα από τον διευθυντή του υποκαταστήματος Ιωαννίνων της εν λόγω τράπεζας, ο οποίος του πρότεινε να περάσει από το κατάστημα, προκειμένου να τον ενημερώσει για ακόμα ένα νέο -τρίτο κατά σειρά- προθεσμιακό πακέτο της, εξέλιξη του προηγουμένου το οποίο κατείχε. Κατόπιν επιμονής του . στις 17.5.2011 μετέβη στο κατάστημά Ιωαννίνων, όπου τον υποδέχθηκε μαζί με τον .. Εκεί, του ανακοίνωσαν ότι η τράπεζα ανανέωσε το προηγούμενο προθεσμιακό πρόγραμμα προσφέροντας πλέον στους "καλούς πελάτες" της σταθερό επιτόκιο 6,5% για μια πενταετία. Τον διαβεβαίωσαν ότι το εν λόγω προϊόν αποτελούσε δήθεν τον συγκριτικά επωφελέστερο τρόπο εξασφάλισης σε ευρώ των αποταμιεύσεων του και ότι η τράπεζα Κύπρου δεν έχει σταματήσει να προσελκύει νέα κεφάλαια λόγω και της αβέβαιης οικονομικής κατάστασης που επικρατεί στην Ελλάδα. Ο εν λόγω . εξήρε το προϊόν, τονίζοντας τα πλεονεκτήματα του, δηλαδή το δήθεν εγγυημένο και σταθερό επιτόκιο 6.5% και την εγγύηση κεφαλαίου σε ευρώ στο 100% στη λήξη του την 30.6.2016. Πεπεισμένος, υπέγραψε ένα μονοσέλιδο και ήδη συμπληρωμένο από τον ίδιο τον υπάλληλο έγγραφο και κατέστη πλέον κάτοχος 46.500,00 ευρώ ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ03. Την 30.6.2011 έλαβε τόκους 875,94 ευρώ και την 31.12.2011 έλαβε τόκους ποσού 1.879,75 ευρώ. Τον Μάρτιο του 2012 δέχτηκε εκ νέου τηλεφώνημα από τον ως άνω διευθυντή ., ο οποίος για ακόμη μία φορά του ζήτησε να περάσει από το κατάστημα. Στο γραφείο του βρισκόταν και ο υπάλληλος ., οι οποίο από κοινού προσπάθησαν να τον πείσουν να μετατρέψει με ευνοϊκούς όρους το κεφάλαιο των 46.500 ευρώ σε μετοχές αλλά αυτός αρνήθηκε, χωρίς να γνωρίζει το μονομερές δικαίωμα της Τράπεζας περί αναγκαστικής μετατροπής των ΜΑΕΚ σε μετοχές και ότι ήδη είχαν συντρέξει οι προϋποθέσεις εφαρμογής του. Έκτοτε, δεν του καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το κεφάλαιο του ποσού 46.500,00 ευρώ δεν του απεδόθη αλλά τελικά μετατράπηκε σε 465 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, μ;^' δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 10) Ως προς τον δέκατο εφεσίβλητο . (ήδη δέκατο αναιρεσίβλητο): Είναι 52 ετών, έγγαμος και πατέρας δύο ανήλικων παιδιών, του ., 10 ετών, και του ., 12 ετών. Εργάζεται ως διοικητικός υπάλληλος στο Δήμο Ερέτριας και η σύζυγος του είναι αγρότισσα. Λόγω των χαμηλών εισοδημάτων του, η αποταμιευτική του ικανότητα ήταν περιορισμένη αλλά τον Σεπτέμβρη του 2006 και τον Ιούλιο του 2007 πώλησε κάποια αγροτεμάχια κυριότητας του και έλαβε κάποια χρήματα που αμέσως τα αποταμίευσα. Επιθυμία του ήταν η διαφύλαξη στο ακέραιο του κεφαλαίου αυτού, το οποίο προοριζόταν για την κάλυψη των μελλοντικών αναγκών, ιδίως τις σπουδές των παιδιών του. Η συνεργασία του με την εν λόγω τράπεζα ξεκίνησε στα τέλη του 2006 με το κατάστημα Χαλκίδας στην οδό ., οπότε την 12.12.2006 άνοιξε τον κοινό, με τη σύζυγο και τα παιδιά του λογαριασμό ταμιευτηρίου με αρ. ., όπου μετέφερε τις αποταμιεύσεις του. Ξεκίνησε δε να τοποθετεί τα χρήματα του σε προθεσμιακές καταθέσεις και ενδεικτικά στις με αρ. …, τις οποίες ανανέωνε συνεχώς. Μάλιστα στις αρχές του 2008 η υπάλληλος . γνωρίζοντας τις ανάγκες του τού πρότεινε να επενδύσει σε ένα νέο παιδικό αποταμιευτικό πρόγραμμα με ιδιαίτερα πλεονεκτήματα - το οποίο ονομαζόταν «Κύπρου Προγραμματισμός Νέα Γενιά». Περί τα τέλη Ιουλίου του 2008, δέχτηκε εκ νέου τηλεφώνημα από την ως άνω υπάλληλο …, η οποία του ζήτησε να περάσει από το κατάστημα, για να τον ενημερώσει για μια «εξαιρετική ευκαιρία» που προσέφερε η τράπεζα στους «καλούς πελάτες» της. Πράγματι, την 15.7.2008 την επισκέφτηκε και του μίλησε για ένα προϊόν της τράπεζας Κύπρου που ήταν δήθεν εξίσου ασφαλές με την προθεσμιακή κατάθεση και απόλυτα προσαρμοσμένο στις ανάγκες του. Του τόνισε ότι η τράπεζα Κύπρου εγγυάται δήθεν τόσο την επιστροφή του κεφαλαίου κατά την λήξη του σε πέντε χρόνια, όσο και την τοκοφορία του με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα υπόλοιπα τέσσερα χρόνια και τον προέτρεψε να τοποθετήσει τα χρήματά του στο προϊόν ανεπιφύλακτα. Η ως άνω υπάλληλος ανέπτυξε με πειστικότητα τα πλεονεκτήματα αυτού του προϊόντος χαρακτηρίζοντας το ιδανικό , για έναν συντηρητικό καταθέτη με μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Πεισθείς στις διαβεβαιώσεις αυτές, αποφάσισε να επενδύσει το ποσό των 7.000,00 ευρώ το οποίο είχε στο ταμιευτήριο. Στην συνέχεια, η ως άνω υπάλληλος διεκπεραίωσε τα απαραίτητα έγγραφα, τα οποία συμπλήρωσε και του υπέδειξε πού να θέσει την υπογραφή του, χωρίς να του δώσει τη δυνατότητα να τα αναγνώσει και χωρίς να του δώσει καμία περαιτέρω έγγραφη πληροφόρηση αναφορικά με τους όρους. Απάντησε δε σε ένα ερωτηματολόγιο, δηλώνοντας ότι η ηλικία του είναι 36-50 ετών, πως οι χρηματιστηριακές του γνώσεις περιορίζονται στις βασικές, ότι ο βασικός στόχος της επένδυσης του είναι η διαφύλαξη του αρχικού κεφαλαίου, ο επενδυτικός κίνδυνος που ήταν διατεθειμένος να αναλάβει είναι σχετικά μικρός και τέλος ότι ο επενδυτικός ορίζοντας του είναι μεσοπρόθεσμος (1 ΜΗΝΑΣ - 6 ΜΗΝΕΣ). Έπειτα, υπέγραψε προσυμπληρωμένη αίτηση και το ποσό των 7.000,00 ευρώ χρεώθηκε την 5,8.2008 στον με αρ. . λογαριασμό του. Τίποτα άλλο δεν του ειπώθηκε, ούτε του αναγνώστηκε ούτε του δόθηκε να αναγνώσει οποιοδήποτε ενημερωτικό φυλλάδιο και πλέον έγινε κάτοχος 7.000 ευρώ MX ή ΚΥΠΡ01. Στις 31.12.2008 έλαβε τόκους ποσού 226,04 ευρώ που πιστώθηκαν στο λογαριασμό του. Περί τα τέλη Μαΐου του έτους 2009 του τηλεφώνησε και πάλι η ως άνω . και του ζήτησε να περάσει από την τράπεζα, καθότι με τη λήξη ενός έτους από την έκδοση του πρώτου προϊόντος, η τράπεζα το αντικαθιστούσε με μια «νέα πιο βελτιωμένη έκδοση» που έδινε σταθερό επιτόκιο 5,5% για μια πενταετία από το 2009 έως το 2014, παρατείνοντας στην ουσία τη δέσμευση του κεφαλαίου κατά ένα έτος. Πράγματι, την 5.6.2009 πήγε στο κατάστημα, όπου η ως άνω υπάλληλος του είπε πως είναι προς το συμφέρον του να ανανεώσει τη δέσμευση του κεφαλαίου του για άλλη μία πενταετία, ώστε να επωφεληθεί από το σταθερό επιτόκιο και του δήλωσε ότι καμία άλλη διαφορά δεν υπάρχει με το προηγούμενο προϊόν, καθώς όλοι οι υπόλοιποι όροι του ήταν ίδιοι. Του τόνισε δε ότι αν έμενε στο πρώτο προϊόν το επιτόκιο τον επόμενο χρόνο θα ήταν κυμαινόμενο και προβλεπόταν ότι θα έπεφτε σημαντικά και του δινόταν η ευκαιρία να αυξήσει το ποσό σπάζοντας «χωρίς ποινή» την με αρ. . προθεσμιακή του κατάθεση και να τοποθετήσει όλο το ποσό στο προϊόν. Έτσι, προέβη σε "σπάσιμο" της με αρ. . προθεσμιακής του κατάθεσης, ποσού 50.000,00 ευρώ και υπέγραψε την ίδια ημέρα μία μονοσέλιδη προσυμπληρωμένη αίτηση για το ποσό των 50.000,00 ευρώ εκ των οποίων τα 43.000,00 ευρώ προέρχονταν από την προθεσμιακή του κατάθεση και τα 7.000,00 ευρώ μεταφέρονταν από το προηγούμενο προϊόν. Λίγες ημέρες αργότερα η ίδια υπάλληλος τον ενημέρωσε πως λόγω της μεγάλης ζήτησης εγκρίθηκε η αίτηση του για το ποσό των 46.046,00 ευρώ και το επιπλέον ποσό των 39.046,00 ευρώ χρεώθηκε την 16.6.2009 στον  με αρ. . λογαριασμό του. Η συνεπής καταβολή των τόκων συνεχίστηκε για τα επόμενα δύο χρόνια. Στις 30.6.2009 έλαβε τόκους 204,75 ευρώ για το κεφάλαιο των 7.000 ευρώ, και έκτοτε για το κεφάλαιο των 46.046,00 ευρώ, δηλαδή στις 31.12.2009 ποσό 1.4727,97 ευρώ, στις 30.6.2010 ποσό 1.273,30 ευρώ, στις 31.12.2010 ποσό 1.294,40 ευρώ, Στο διάστημα αυτό συνέχιζε να διατηρεί τα υπόλοιπα χρήματα του σε προθεσμιακές καταθέσεις, όπως τις με αρ. ……. Τον Μάιο του 2011 τον κάλεσε και πάλι τηλεφωνικά η υπάλληλος . και του είπε ότι η τράπεζα προσφέρει kαι πάλι το ίδιο προϊόν με καλύτερο επιτόκιο 6,5% για την επόμενη πενταετία μέχρι την 30.6.2016 και του ζήτησε να περάσει από το κατάστημα, για να υπογράψει τα σχετικά έγγραφα. Πράγματι, την 13.5.2011 πήγε στο κατάστημα, όπου η ως άνω υπάλληλος τόνισε τα πλεονεκτήματα του νέου προϊόντος, δηλαδή το εγγυημένο και σταθερό επιτόκιο 6.5% και την εγγύηση δήθεν μιας κορυφαίας και εξαιρετικά ισχυρής τράπεζας παγκοσμίως, ειδικά σε μία περίοδο οικονομικής και τραπεζικής κρίσης που έπληττε τη χώρα. Του είπε μάλιστα ότι ήταν ευκαιρία να τοποθετήσει αμέσως το ποσό που δεν είχε εγκριθεί από την τράπεζα πριν δυο χρόνια κι έτσι να στρογγυλοποιήσει το δεσμευμένο κεφάλαιο στα 50.000,00 ευρώ. Πεισθείς, δέχτηκε και προέβη σε μερική ανάληψη ποσού 3.954,00 ευρώ από την με αρ. . προθεσμιακή του κατάθεση, το οποίο χρεώθηκε στον με αρ. . λογαριασμό του. Για τον λόγο αυτόν την ίδια μέρα, 13.5.2011, υπέγραψε και πάλι ένα μονοσέλιδο προσυμπληρωμένο έγγραφο και έτσι έγινε κάτοχος 50.000,00 ευρώ ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡΟ 3. Τόκοι ποσού 963,77 ευρώ του καταβλήθηκαν την 30.6.2011, καθώς και τον Δεκέμβριο του 2011 του καταβλήθηκαν 2.021,23 ευρώ. Τον Μάρτιο του 2012 η παραπάνω υπάλληλος . του τηλεφώνησε εκ νέου και του πρότεινε να μετατρέψει τα χρήματά του, που είχε κλειστά στο εν λόγω προϊόν, σε μετοχές της τράπεζας, ως καλή ευκαιρία. Μετά από επιμονή τής ως άνω υπαλλήλου αποφάσισε να επενδύσει το ποσό των 5.050,00 ευρώ, λαμβάνοντας έτσι διπλάσιες μετοχές της εναγόμενης. Τον Ιούνιο του 2012 οι τόκοι του προϊόντος δεν καταβλήθηκαν. Έκτοτε, δεν του καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το κεφάλαιο του ποσού 50.000,00 ευρώ δεν του απεδόθη αλλά τελικά μετατράπηκε σε 500 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του. ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων Λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 11) Ως προς τον ενδέκατο εφεσίβλητο, . (ήδη ενδέκατο αναιρεσίβλητο): Είναι 42 ετών, άγαμος και δημόσιος υπάλληλος. Από μικρή ηλικία άρχισε να εργάζομαι, για να αποκομίσω μόνος του τα προς το ζην. Έχοντας όμως από καιρό αναλάβει τη φροντίδα των ηλικιωμένων γονέων του υπήρξε προνοητικός και φρόντιζε να είναι συντηρητικός, αποφεύγοντας τις επενδύσεις υψηλού ρίσκου επιδιώκοντας την ασφαλή τοποθέτηση των οικονομιών του. Για τον λόγο αυτό επέλεγε κατά βάση ασφαλείς απλές ή προθεσμιακές καταθέσεις για τις αποταμιεύσεις του. Η συνεργασία του με την τράπεζα Κύπρου ξεκίνησε από την 31.07.2006 στο υποκατάστημα Αγίου Δημητρίου, όταν άνοιξε τον με αρ. . καταθετικό λογαριασμό, επειδή είχε ακούσει ότι έχουν καλύτερο επιτόκιο οι καταθετικοί λογαριασμοί δημοσίων υπαλλήλων. Μετέφερε, λοιπόν, εκεί σταδιακά όλα τα χρήματα που είχε καταφέρει να αποταμιεύσει από την εργασία του και μέσω αυτής συνέχισε να αποταμιεύει κατά την οικονομική του δυνατότητα. Έκτοτε, οι υπάλληλοι της εν λόγω Τράπεζας και ειδικότερα η . με την οποία συνεργαζόταν τον έπεισαν για τον επαγγελματισμό και την αξιοπιστία τους, αφού έδειχναν να δρουν με γνώμονα το συμφέρον των πελατών τους. Είχε αναπτυχθεί, λοιπόν, μία καλή συναλλακτική επαφή με την τράπεζα και αίσθημα εμπιστοσύνης. Σύμφωνα με τις συμβουλές της Σύρμα Βασιλικής έκλεινε τα χρήματα του σε προθεσμιακές καταθέσεις και συγκεκριμένα τους προθεσμιακούς λογαριασμούς εισοδήματος διάρκειας ενός έτους με μηνιαία απόληψη τόκων, όπως τους με αρ. …. Προθεσμιακούς λογαριασμούς εισοδήματος τριμηνιαίας διάρκειας όπως τους με αρ. ……, τις προθεσμιακές καταθέσεις τριμηνιαίας διάρκειας όπως τις με αρ. ……. και τον προθεσμιακό λογαριασμό εισοδήματος 22003706. Έτσι, μέχρι την αγορά των επίμαχων σύνθετων επενδυτικών προϊόντων η σχέση του με την τράπεζα Κύπρου ήταν αμιγώς καταθετική, καθώς είχε ανάγκη το επιτόκιο τέτοιων καταθετικών προγραμμάτων και η . έδειχνε ότι είχε κατανοήσει και αντιληφθεί απόλυτα την επιθυμία και επιδίωξη του αυτή. Περί τα τέλη Ιουλίου του 2008, λίγες ημέρες πριν τη λήξη του προθεσμιακού λογαριασμού εισοδήματος με αρ. ., δέχτηκε τηλεφώνημα από την ως άνω υπάλληλο ., που του ζήτησε να περάσει από το κατάστημα για να συζητήσουν για ένα προϊόν παρόμοιο δήθεν με τις προθεσμιακές καταθέσεις, με πενταετή δέσμευση του κεφαλαίου και με προνομιακό επιτόκιο που του ταίριαζε απόλυτα. Πράγματι, την 28.7.2008 πήγε στο κατάστημα, όπου η υπάλληλος του πρότεινε αντί της προθεσμιακής κατάθεσης ένα δήθεν ισοδύναμο της προθεσμιακής κατάθεσης αποταμιευτικό προϊόν, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου στην πενταετία και με σταθερό επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα και με τον τόκο να πιστώνεται ανά εξάμηνο στον λογαριασμό ταμιευτηρίου. Τού είπε ότι επρόκειτο για μια εξαιρετική ευκαιρία προνομιακού επιτοκίου, που εκείνες τις ημέρες η τράπεζα παρείχε στους προθεσμιακούς πελάτες της, η οποία ήταν, όπως είπε, «ιδανική» για την περίπτωση του που προέβαινα σε ανανεώσεις προθεσμιακών καταθέσεων, καθώς είχε τα χαρακτηριστικά και τα εχέγγυα που αναζητούσε, δηλαδή της εγγύησης του κεφαλαίου και της μακρόχρονης αποταμίευσης, καθώς και το εγγυημένο πρόσθετο εισόδημα μέσω των τόκων και το καλύτερο επιτόκιο το καθιστούσε συγκριτικά επωφελέστερο της προθεσμιακής κατάθεσης, προσθέτοντας ότι θα είχε τη δυνατότητα να λάβει τα χρήματα του δύο φορές το χρόνο, ανταλλάσσοντας τα με μετοχές της Τράπεζας Κύπρου σε προκαθορισμένη τιμή και ότι αυτό είναι ένα πρόσθετο χαρακτηριστικό, εντελώς προαιρετικό και ότι η μετατροπή θα γινόταν μόνο αν ο ίδιος το επέλεγε και ότι δεν χρειαζόταν να το κάνει ποτέ, αν δεν ήθελε. Τον διαβεβαίωσε, μάλιστα, ρητά ότι το προϊόν προορίζεται για προθεσμιακούς καταθέτες με μακρόχρονο ορίζοντα αποταμίευσης και ότι δήθεν λειτουργεί σαν μακροπρόθεσμη προθεσμιακή κατάθεση και για το λόγο αυτό και προς διευκόλυνση των καταθετών - πελατών της τράπεζας η διοίκηση τους είχε δώσει εντολή να "σπάνε" τις προθεσμιακές καταθέσεις των πελατών «χωρίς ποινή», ώστε να επωφεληθούν αυτοί από το προνομιακό επιτόκιο. Πεισθείς, δέχτηκε την συμβουλή της, οπότε η εν λόγω υπάλληλος τον κάλεσε να υπογράψει ένα έγγραφο που η ίδια προετοίμασε, υποδεικνύοντας μόνο πού να θέσει την υπογραφή του και ακολουθήθηκε μια καθαρά διεκπεραιωτική, σύντομη και τυπική διαδικασία, χωρίς να του παρασχεθεί κάποιο έγγραφο που να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τους όρους του προϊόντος. Έτσι, λοιπόν, τοποθέτησε το ποσό των 35.000,00 ευρώ που προήλθε από την προθεσμιακή του κατάθεση με αρ… που με την καθοδήγηση της . "έσπασε" λίγες ημέρες νωρίτερα «χωρίς ποινή», ποσό που χρεώθηκε την 05.08.2008 στον με αριθμό . καταθετικό λογαριασμό του. Στις 31.12.2008 έλαβε τόκους ποσού 1.130,21 ευρώ. Περί τα μέσα Μάιου του 2009 η ως άνω . επικοινώνησε ξανά μαζί του τηλεφωνικώς, για να τον ενημερώσει ότι η τράπεζα Κύπρου δίνει την δυνατότητα ανανέωσης του προϊόντος και για  άλλη μια πενταετία τονίζοντας του ότι αυτή τη φορά είχε σταθερό επιτόκιο 5,5%, καταβαλλόμενο κάθε εξάμηνο και του ζήτησε να περάσει από το υποκατάστημα στον Αγιο Δημήτριο, για να τον ενημερώσει σχετικά με το εν λόγω προϊόν. Πράγματι, την 21.5.2009 επισκέφτηκε το κατάστημα στον Άγιο Δημήτριο, όπου η εν λόγω υπάλληλος του δήλωσε ότι πρόκειται και πάλι για το ίδιο πενταετές προϊόν το οποίο προσφέρει επιτόκιο 5,5 %, Η προτροπή της υπαλλήλου ήταν ανεπιφύλακτη, αφού πρακτικά ήταν για το ίδιο προϊόν του 2008 και απλά παρατεινόταν η δέσμευση του κεφαλαίου κατά ένα έτος σε σχέση με το προηγούμενο έως την 30.6.2014. Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία της με τον τρόπο αυτό «κλείδωνε» σταθερό επιτόκιο έναντι του κυμαινόμενου και χαμηλότερου επιτοκίου που είχε το προηγούμενο προϊόν, γεγονός που καθιστούσε το επόμενο συγκριτικά επωφελέστερο και ανταποκρινόμενο απολύτως στις ανάγκες του για πρόσθετο σταθερό εισόδημα μέσω των τόκων. Η ανωτέρω άλλωστε τον διαβεβαίωσε ρητά και κατηγορηματικά ότι το νεότερο προϊόν έχει τους ίδιους ακριβώς όρους, δηλαδή της δήθεν απόλυτα εξασφαλισμένης, εγγυημένης και μηδενικού ρίσκου τοποθέτησης των χρημάτων του και είναι απόλυτα ασφαλές, όπως ακριβώς στην προθεσμιακή κατάθεση. Του είπε μάλιστα ότι όλοι οι πελάτες της τράπεζας είχαν ήδη ανανεώσει με το επόμενο προϊόν, καθώς κανέναν δεν συμφέρει να μείνει στο κυμαινόμενο επιτόκιο, όταν η ίδια η τράπεζα προσφέρει το ίδιο προϊόν με καλύτερο επιτόκιο. Για εκείνη ήταν «τυπικό» το θέμα της ανανέωσης και ταυτόχρονα επέμεινε να προσθέσει χρήματα καθώς, όπως επέμενε, τέτοιο καλό επιτόκιο δεν θα ξαναέβρισκε σε προϊόν και έχανε την ευκαιρία να αποκομίζει περισσότερα από ένα κεφάλαιο που δεν είχε ούτως ή άλλως άμεσα ανάγκη. Πεισθείς, ότι το νέο προϊόν ήταν συγκριτικά επωφελέστερο ανανέωσε τις 35.000,00 ευρώ και προσέθεσε το ποσό των 15.000,00 ευρώ, που μετέφερε αυθημερόν και το οποίο χρεώθηκε την 16.06.2009 στον με αριθμ. . λογαριασμό του, τοποθετώντας δηλαδή συνολικά το ποσό των 50.000,00 ευρώ. Για άλλη μια φορά η εν λόγω υπάλληλος δε του χορήγησε πληροφοριακό υλικό και ακολουθήθηκε μια σύντομη τυπική διαδικασία, η οποία διήρκησε λίγα μόλις λεπτά και το μόνο που του ζήτησε ήταν να θέσει απλώς την υπογραφή του σε ένα έγγραφο, όπου είχε η ίδια συμπληρώσει το ποσό και τα στοιχεία μου. Για τα επόμενα δύο χρόνια έλαβε κανονικά τους τόκους. Πιο συγκεκριμένα, την 30.06.2009 έλαβε τόκους ποσού ύψους 1.137,50 ευρώ με επιτόκιο ύψους 7,5%, και έκτοτε με επιτόκιο 5,5%, δηλαδή την 31.12.2009 έλαβε τόκους ποσού 1.596,53 ευρώ, την 30.06.2010 τόκους ποσού 1.382,64 ευρώ, την 31.12 2010 τόκους ποσού 1.405,56, ευρώ χωρίς καθυστέρηση. Περί τα μέσα Μαΐου 2011 επικοινώνησε μαζί του η υπάλληλος ., καθώς η ως άνω . δεν εργαζόταν πλέον στο κατάστημα αυτό, και του είπε ότι εμφανίστηκε και πάλι η ευκαιρία για εκ νέου ανανέωση για μια πενταετία του προηγούμενου προϊόντος, παρουσιάζοντας ως επιχείρημα το καλύτερο σταθερό επιτόκιο που προσφέρει, ύψους 6,5%. Πράγματι, την 18.05.2011 πήγε πάλι στο συγκεκριμένο κατάστημα, προκειμένου να τον ενημερώσει η ως άνω . για το εν λόγω προϊόν. Κατά την επίσκεψη του στο κατάστημα, η υπάλληλος κατάφερε να τον πείσει να προβεί στην ανταλλαγή του προϊόντος που ήδη κατείχε, καθώς όπως του είπε οι όροι του νέου προϊόντος είναι δήθεν σαφώς ευνοϊκότεροι, ενώ διατηρούνται τα πλεονεκτήματα που προσέφερε το προηγούμενο προϊόν, δηλαδή και πάλι εγγυημένο το κεφάλαιο στη λήξη της πενταετίας στις 30.06.2016, ενώ οι τόκοι θα καταβάλλονταν ανά εξάμηνο και ότι δεν επρόκειτο να χάσει τους τόκους της προηγούμενης περιόδου ύψους 5,5%, και του διευκρίνισε ότι το επόμενο διάστημα θα λαμβάνει τόκους με το νέο επιτόκιο ύψους 6,5%. Προχώρησε, έτσι, στην ανανέωση του προϊόντος υπογράφοντας την 18.05.2011 ένα έγγραφο, με το ίδιο ποσό, δηλαδή 50.000,00 ευρώ Έπειτα, έλαβε την 30,06.2011 τόκους ύψους 1.046,53 ευρώ με επιτόκιο 5,5% και την 31.12.2011 τόκους ύψους 2.021,23 ευρώ με επιτόκιο 6,5%. Έκτοτε δεν του καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το κεφάλαιο του ύψους 50.000,00 ευρώ δεν του απεδόθη αλλά τελικά μετατράπηκε το 2013 μονομερώς και αναγκαστικά σε 500 νέες συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ. Διατάγματος του 2013 που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013 που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»), Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλό της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντος τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 12) Ως προς τον δωδέκατο εφεσίβλητο (ήδη δωδέκατος αναιρεσίβλητος) και την δέκατη τρίτη εφεσίβλητη (ήδη δέκατη τρίτη αναιρεσίβλητη): Ο ., 74 ετών και η ., 68 ετών, είναι Παντρεμένοι και έχουν τρία ενήλικα τέκνα. Ο πρώτος είναι συνταξιούχος αντισμήναρχος της Πολεμικής Αεροπορίας, ενώ η δεύτερη είμαι νοικοκυρά. Φύσει συντηρητικοί, ζούσαν μετρημένα, όπως άλλωστε τους επέτρεπε ο ένας μισθός που έμπαινε στο σπίτι της τρίτεκνης οικογένειάς τους. Μάλιστα λόγω και του αγχώδους χαρακτήρα του πρώτου από αυτούς, ήδη από τα 31 του έτη υπέστη έμφραγμα του μυοκαρδίου. Η μεγάλη τους κόρη τέλη του 2008 εμφάνισε καρκίνο και υποβλήθηκε σε μαστεκτομή, υποβλήθηκε σε θεραπεία και για το λόγο αυτό χρειάστηκε και την οικονομική στήριξη τους, καθώς τόσο αυτή όσο και ο γιος τους είναι άνεργοι. Η χρηματιστηριακή τους εμπειρία είναι ανύπαρκτη και δεν είχαν ποτέ ούτε μία μετοχή στην κατοχή τους. Η συνεργασία τους με την Τράπεζα Κύπρου και συγκεκριμένα με το υποκατάστημα της στη Νέα Μάκρη, στη … ξεκίνησε το 2006, όταν ο πρώτος από αυτούς μετέφερα σε αυτήν τον λογαριασμό συνταξιοδότησης του, ανοίγοντας τον με αριθ. . κοινό με τη σύζυγό του λογαριασμό ταμιευτηρίου. Στις 23.7.2008, όταν ο πρώτος από αυτούς επισκέφθηκε το ως άνω κατάστημα, για να εισπράξει τη σύνταξη του, τον κάλεσε στο γραφείο του ο υπάλληλος .. και του πρότεινε να επενδύσει σε ένα νέο αποταμιευτικό προϊόν της Τράπεζας Κύπρου πενταετούς διάρκειας, παρόμοιο με την προθεσμιακή κατάθεση και εξίσου ασφαλές με αυτήν, με πλεονέκτημα το προνομιακό επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενα τα υπόλοιπα τέσσερα και με καταβολή των τόκων ανά εξάμηνο σε λογαριασμό. Τα χαρακτηριστικά του προϊόντος που του εξέθεσε ο ως άνω . πράγματι ήταν προσαρμοσμένα στις αποταμιευτικές τους ανάγκες και το μόνο που ρώτησε ήταν αν σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης θα μπορούσαν να αναλάβουν τα χρήματα τους και έλαβε την απάντηση ότι θα μπορούσαν όποτε τα χρειάζονταν αλλά θα έχαναν τους τόκους. Του πρότεινε μάλιστα να "σπάσει" πρόωρα την με αριθ. . προθεσμιακή κατάθεση τους, ποσού 30.000,00 ευρώ και του είπε ότι θα κανόνιζε να μη τους επιβληθεί καμία ποινή προεξόφλησης (penalty), για να τοποθετήσει τα χρήματα στο προϊόν, επωφελούμενος έτσι στο έπακρο από το επιτόκιο. Πεισθείς, τοποθέτησε στο επίμαχο προϊόν κεφάλαιο ύψους 40.000,00 ευρώ που χρεώθηκε στον με αριθ. . κοινό λογαριασμό τους, στις 05.08.2008. Σημειωτέον ότι από το ως άνω ποσό των 40.000,00 ευρώ, τα 30.000,00 ευρώ προέρχονταν από την με αριθ. . εξάμηνη προθεσμιακή κατάθεση που «έσπασε» πρόωρα την ίδια μέρα, ενώ το υπόλοιπο κεφάλαιο των 10.000,00 ευρώ ήταν στο ταμιευτήριο. Του ζητήθηκε να υπογράψει κάποια προσυμπληρωμένα έγγραφα, χωρίς να του δοθεί η δυνατότητα να τα αναγνώσει και να κατανοήσει το περιεχόμενο τους. Λίγους μήνες αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2008 και η δεύτερη από αυτούς υπέγραψε τα έγγραφα που της υπέδειξε ο παραπάνω υπάλληλος. Λόγω της άγνοιας τους και της έλλειψης διαφώτισης μας δεν ήταν σε θέση να διαγνώσουν ότι με τα έγγραφα αυτά άνοιξαν μερίδα στο χρηματιστήριο, μη έχοντας έως τότε οποιοδήποτε χρηματιστηριακή εμπειρία και εάν είχαν λάβει σωστή ενημέρωση δεν θα είχαν τοποθετήσει τις οικονομίες τους στο επίδικο προϊόν. Στις 31.12.2008 έλαβαν τόκους ποσού 1.162,50 ευρώ. Παράλληλα, διατήρησαν τις λοιπές αποταμιεύσεις μας ύψους 7.500 ευρώ περίπου στην ίδια Τράπεζα. Περί τα τέλη Μαϊου του 2009 τους τηλεφώνησε η υπάλληλος . και τους ζήτησε να περάσουν από την τράπεζα, όπου τους συνέστησε να ανανεώσουν το προϊόν για μια νέα πενταετία με προνομιακό σταθερό αυτή τη φορά επιτόκιο 5,5%, λέγοντας τους ότι κατά τα λοιπά ίσχυαν οι ίδιοι όροι με το προηγούμενο, δηλαδή η ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, η εγγυημένη επιστροφή κεφαλαίου στη λήξη της πενταετίας και πίστωση των τόκων ανά εξάμηνο στο λογαριασμό μας. Τόνιζε δε επανειλημμένως ως πρόσθετο πλεονέκτημα του νέου προϊόντος τη σταθερότητα του επιτοκίου για τα επόμενα πέντε έτη, ενώ αν έμεναν στην αρχική έκδοση το επιτόκιο θα ήταν κυμαινόμενο και πολύ χαμηλότερο. Πεισθέντες, υπέγραψαν την από 29.05.2009 μονοσέλιδη προσυμπληρωμένη αίτηση, χωρίς πάλι να τους χορηγηθεί κανένα έγγραφο πληροφοριακό υλικό. Ήταν πλέον κάτοχοι ΜΑΚ ή ΚΥΠΡΟ 2 αξίας 40.000,00 ευρώ. Τα επόμενα δύο χρόνια εισέπρατταν κανονικά κάθε εξάμηνο τους τόκους και συγκεκριμένα στις 30.06.2009 έλαβαν τόκους 1.300.00 ευρώ με το προηγούμενο προϊόν (7,5%) και το διάστημα έως 05.06.2009 και έκτοτε με το επόμενο επιτόκιο (5,5%), δηλαδή στις 31.12.2009 έλαβαν τόκους ποσού 1.277,22 ευρώ και στις 30.6.2010 έλαβαν τόκους ποσού 1.106,11 ευρώ. Τον Σεπτέμβριο του 2010 είχαν μεγάλη ανάγκη από χρήματα, για να βοηθήσουν οικονομικά την κόρη τους, που είχε νοσήσει από τα τέλη του 2008 κατά τα προαναφερθέντα, και πήγαν στο υποκατάστημα της Νέας Μάκρης και ζήτησαν να αναλάβουν, πριν την προκαθορισμένη πενταετή λήξη του προϊόντος, μέρος των χρημάτων τους, δυνατότητα, για την οποία τους είχε ενημερώσει ήδη από το 2008 ο υπάλληλος .. Στο κατάστημα τους εξυπηρέτησε ο υπάλληλος .  καθώς ο … δεν εργαζόταν πλέον στην τράπεζα Κύπρου, και του είπαν ότι θέλουμε να «σπάσουν την πενταετή κατάθεση» και του ζήτησαν να τους αποδεσμεύσει άμεσα ποσό 10.000,00 ευρώ, από το συνολικό κεφάλαιο των 40.000,00 ευρώ που είχαν τοποθετήσει στο προϊόν. Έτσι, την 17.9.2010 έδωσαν την σχετική εντολή και πράγματι λίγες ημέρες αργότερα την 20.09.2010 πιστώθηκε στον με αρ. . λογαριασμό τους το ποσό των 9.569,69 ευρώ. Χωρίς να το αντιληφθούν την 17.9.2010 διενήργησαν την πρώτη χρηματιστηριακή τους πράξη. Περί τις αρχές Μαΐου του 2011 δέχθηκαν και πάλι τηλεφώνημα από τον υπάλληλο .. ο οποίος τους ζήτησε να περάσουν από την Τράπεζα, για να ανανεώσουν το προϊόν για άλλα πέντε έτη μέχρι την 30.6.2016. Κατά την επίσκεψή τους στο κατάστημα στις 6.5.2011, ο ως άνω υπάλληλος τους είπε σε σχέση με την προταθείσα ανανέωση ότι δεν υπάρχει διαφορά στη λειτουργία και τα χαρακτηριστικά μεταξύ του προηγούμενου προϊόντος του 2009 και του καινούριου που προσφέρει η τράπεζα, πέραν του υψηλότερου σταθερού επιτοκίου 6,5% και στη συνέχεια τους δήλωσε ότι όλοι οι πελάτες που είχαν τοποθετήσει χρήματα στο παλαιότερο προϊόν, έχουν ανανεώσει, προτρέποντας τους να πράξουν το ίδιο. Μας τόνισε ιδιαιτέρως ότι η ανανέωση είχε μόνο πλεονεκτήματα, καθώς σύμφωνα με τα λεγόμενα του πέρα από το σταθερό και καλύτερο επιτόκιο η εγγύηση της τράπεζας δινόταν και για το νόμισμα σε ευρώ, ακόμα και αν η Ελλάδα γύριζε στη δραχμή. Πεισθέντες, προχώρησαν στην ανανέωση των 30.000,00 ευρώ υπογράφοντας απλώς και πάλι μια μονοσέλιδη προσυμπληρωμένη αίτηση ενώ και αυτή τη φορά δε τους χορηγήθηκε κανένα έγγραφο πληροφοριακό υλικό. Κατέστησαν, έτσι, κάτοχοι ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ03 αξίας 30.000,00 ευρώ αγνοώντας την αληθή φύση, τα χαρακτηριστικά και τους κινδύνους του επίμαχου προϊόντος μεταξύ των οποίων το μονομερές δικαίωμα της τράπεζας να ακυρώνει την καταβολή τόκων, αλλά και το εξουσιαστικό της δικαίωμα να μετατρέπει αναγκαστικά το κεφάλαιο σε μετοχές. Την 30.06.2011 έλαβαν κανονικά τόκους ύψους 627.92 ευρώ με το 5,5% και την 31.12.2011 οπότε έλαβαν τόκους ύψους 1.212,74 ευρώ που αντιστοιχούσαν πλέον στο νέο προϊόν με το επιτόκιο του 6,5% και εισέπραξαν και τους τόκους του Δεκεμβρίου του 2011. Το Μάρτιο του 2012 τους κάλεσε τηλεφωνικά στο κατάστημα ο υπάλληλος ., ο οποίος τους ζήτησε να περάσουν από το κατάστημα, όπου τους προέτρεψε να μετατρέψουν το προϊόν τους σε μετοχές της τράπεζας. Τους είπε τότε ότι από τη διοίκηση είχαν την ενημέρωση ότι, αν θέλουν να πάρουν το κεφάλαιο τους πρέπει να πάρουν μετοχές και να τις πουλήσουν και ότι η λύση αυτή ήταν «μονόδρομος» σημειώνοντας μας ότι όσες περισσότερες μετοχές έχουν τόσο καλύτερα θα είναι. Τους είπε ότι μετά το κούρεμα των ελληνικών ομολόγων, η τράπεζα εμφάνιζε οικονομική δυσχέρεια και θα αναγκαζόταν να διακόψει βίαια την καταβολή των τόκων και πιθανόν να μην ήταν σε θέση να τους αποδώσει το κεφάλαιό τους. Πεισθέντες, αποφάσισαν την 14.3.2012 να διαθέσουν 3.030 ευρώ λαμβάνοντας 6.060 μετοχές και μετέτρεψαν τις 30.000 ευρώ σε μετοχές λαμβάνοντας συνολικά 40.000 μετοχές. Η τιμή της μετοχής, όμως, έπεφτε διαρκώς και αυτοί είχαν πλέον εγκλωβιστεί μη μπορώντας να αναλάβουν το κεφάλαιο τους. Έκτοτε, δεν τους απεδόθη το κεφάλαιό τους, των 30.000,00 ευρώ αλλά τελικά μετατράπηκε αρχικά το 2012, υπό τις ανωτέρω συνθήκες σε 40 000 μετοχές και το 2013 μονομερώς και αναγκαστικά σε 400 νέες συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τους εν λόγω εφεσίβλητους υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωναν ότι έχουν τη γνώση και τις ικανότητες να προβούν σε αξιολόγηση της επένδυσης τους, ότι αποδέχονται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν τους είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε τους παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε τους δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 13) Ως προς τον δέκατο τέταρτο εφεσίβλητο, . (ήδη δέκατο τέταρτο αναιρεσίβλητο): Είναι 62 ετών, παντρεμένος και πατέρας μίας κόρης, που σπουδάζει στο Τμήμα της Φαρμακευτικής του Πανεπιστημίου Πατρών. Είναι συνταξιούχος υπάλληλος της ΔΕΗ, όπου εργάστηκε ως τεχνίτης - ηλεκτρολόγος μέχρι τη συνταξιοδότηση του την 1.12.2013, Η σύζυγος του είναι επίσης συνταξιούχος από το 2011 και εργαζόταν ως υπάλληλος στο Ειρηνοδικείο Πρέβεζας. Το κύριο μέλημα του ήταν να δημιουργήσει ένα αποταμιευτικό κεφάλαιο που θα ήταν χρήσιμο για την κάλυψη οποιουδήποτε εκτάκτου γεγονότος.   Για τον σκοπό αυτό, επέλεγε κατά κύριο λόγο την τοποθέτηση των αποταμιεύσεων του σε προθεσμιακές καταθέσεις οι οποίες προσέφεραν εξασφάλιση και καλύτερα επιτόκια και δεν ήταν διατεθειμένος να αναλάβει τον κίνδυνο ολικής απώλειας τους. Η συνεργασία του με την εν λόγω τράπεζα και συγκεκριμένα με το υποκατάστημα Πρέβεζας, στην ., όταν την 15.6.2006 άνοιξε τον με αρ. . κοινό με τη σύζυγό του λογαριασμό ταμιευτηρίου και τον με αρ. . λογαριασμό ταμιευτηρίου ανηλίκων για την κόρη του .. Επίσης, άνοιξε την 26.7.2006 και 22.8.2006 τους με αρ. . και . λογαριασμούς ταμιευτηρίου, αντίστοιχα και τοποθετούσε τα χρήματά του αποκλειστικά σε προθεσμιακές καταθέσεις και ενδεικτικά τις με αρ. ………………………τις οποίες ανανέωνε σύμφωνα με τις υποδείξεις της ως άνω υπαλλήλου. Τον Ιούλιο του 2008 του τηλεφώνησε η υπάλληλος της εν λόγω τράπεζας . και του ζήτησε να περάσει οπωσδήποτε από το κατάστημα, γιατί υπήρχε μια εξαιρετική ευκαιρία ένα προϊόν δήθεν παρόμοιο με τις προθεσμιακές καταθέσεις, με πενταετή δέσμευση του κεφαλαίου και με προνομιακό επιτόκιο που σας ταιριάζει απόλυτα. Πράγματι, την 22.7.2008 πήγε στο κατάστημα, όπου του μίλησε για ένα προνομιακό αποταμιευτικό προϊόν της Τράπεζας, πενταετούς διάρκειας και με πρόσθετο πλεονέκτημα το πολύ καλό επιτόκιο, σταθερό τον πρώτο χρόνο 7,5% και κυμαινόμενο τα υπόλοιπα τέσσερα μέχρι το 2013. Του εξήγησε ότι πρόκειται για δήθεν απολύτως εξασφαλισμένη τοποθέτηση, αφού το αρχικά κατατεθειμένο κεφάλαιο μου θα επιστρεφόταν σίγουρα στο τέλος της πενταετίας, με το περαιτέρω πλεονέκτημα των εγγυημένων και προνομιακών τόκων που θα πιστώνονταν κάθε εξάμηνο στο λογαριασμό μου. Μάλιστα, τον προέτρεψε να ακούσει και όσα θα είχε να του πει σχετικά με την εν λόγω πρόταση ο εξειδικευμένος τραπεζικός σύμβουλος της Τράπεζας Κύπρου από το κατάστημα Ιωαννίνων, ., ο οποίος ήταν επιφορτισμένος με την υποχρέωση ενημέρωσης των «καλών πελατών» για τα επίμαχα προϊόντα. Ικανοποιημένος από το έντονο προσωπικό ενδιαφέρον της υπαλλήλου, άκουσε τον εν λόγω . που επανέλαβε ουσιαστικά όσες πληροφορίες του είχαν ήδη δοθεί από την υπάλληλο του καταστήματος, προσθέτοντας όμως περισσότερα στοιχεία σχετικά με την αξιοπιστία και την φερεγγυότητα της τράπεζας, που, όπως του δήλωσε, κάνει πλέον επενδύσεις σε όλο τον κόσμο και έχει ανοίξει νέα καταστήματα στη Ρωσία, γεγονός που την καθιστά μία από τις πιο ισχυρές και μεγάλες Τράπεζες σε παγκόσμιο επίπεδο και κατέληξε πως ήταν προς το συμφέρον του να τοποθετήσει όσα περισσότερα χρήματα μπορεί στο νέο αυτό προϊόν. Στη συζήτηση που έγινε αυτός ανέφερε ότι δεν επιθυμούσε κανενός είδους ρίσκο. Τόσο η . όσο και ο . τον διαβεβαίωσαν ότι δεν υπήρχε κανένας απολύτως κίνδυνος, αφού η τοποθέτηση αυτή που μου πρότειναν ήταν εξίσου ασφαλής με την προθεσμιακή κατάθεση και συγκριτικά επωφελέστερη σε επιτόκιο λόγω της πενταετούς διάρκειας της. Λόγω μάλιστα της συνάφειας των προϊόντων, όπως του είπε η ., η τράπεζα επέτρεπε τη μεταφορά των κεφαλαίων από την προθεσμιακή κατάθεση στο επίμαχο «χωρίς ποινή». Πεπεισμένος από τις διαβεβαιώσεις των ανωτέρω και μην έχοντας αντιληφθεί τους κινδύνους του προϊόντος αποδέχτηκε τη συμβουλή τους και "έσπασε" πρόωρα την τρέχουσα με αρ. . προθεσμιακή κατάθεση (ποσού 18.038,45 ευρώ) και χρεώθηκε την 5.8.2008 ο με αρ. . λογαριασμός του με το ποσό των 18.500 ευρώ. Επιπλέον, τοποθέτησε το ποσό των 10.000 ευρώ που χρεώθηκε την 5.8.2008 στον λογαριασμό με αρ. . που ήταν στο όνομα της ανήλικης κόρης του. Ακολούθως, την επόμενη ημέρα  προέβη σε πρόωρη λήξη και της με αριθμό . προθεσμιακής κατάθεσης (ποσού 30.000 ευρώ) με μερική ανάληψη του ποσού των 20.000, που χρεώθηκε την 5.8.2008 στον με αρ. . λογαριασμό του. Στο πλαίσιο αυτό η . τον κάλεσε να υπογράψει μια σειρά προσυμπληρωμένων εγγράφων υποδεικνύοντας του μόνο πού να θέσει την υπογραφή του, χωρίς να του δοθεί η δυνατότητα να τα αναγνώσει και δεν του δόθηκε κανένα έγγραφο πληροφοριακό υλικό. Συνολικά δηλαδή τοποθέτησε στα επίμαχα προϊόντα (18.500+10.000+20.000) 48.500 ευρώ. Οι τόκοι του πρώτου εξαμήνου από την ως άνω τοποθέτηση κατετέθησαν κανονικά στο λογαριασμό του και συγκεκριμένα την 31.12.2008 έλαβε τόκους ύψους 1.566,15. Τον Μάιο του 2009, επικοινώνησε εκ νέου μαζί του τηλεφωνικώς η … Βίκυ και του ζήτησε να περάσει άμεσα, όπως του είπε, από την τράπεζα, καθότι με τη λήξη ενός έτους από την έκδοση του πρώτου προϊόντος, η τράπεζα το αντικαθιστούσε με μια νέα πιο βελτιωμένη έκδοση» που έδινε σταθερό επιτόκιο 5,5% για μία πενταετία από το 2009 έως τις 30.6.2014. Επισκεπτόμενος την 26,5.2009 το κατάστημα, η ως άνω υπάλληλος του είπε ότι το μόνο που χρειαζόταν, ήταν να υπογράψει ένα έγγραφο θεωρώντας απολύτως «αυτονόητη» την ανανέωση, καθώς το επόμενο προϊόν είχε τους ίδιους ακριβώς όρους με το προηγούμενο δηλαδή δήθεν την ασφάλεια της προθεσμιακής, την εγγύηση κεφαλαίου και την καταβολή των τόκων ανά εξάμηνο με σταθερό επιτόκιο 5,5% και όχι κυμαινόμενο όπως το προηγούμενο και την εγγύηση μιας κορυφαίας και εξαιρετικά ισχυρής τράπεζας παγκοσμίως. Εκείνος συναίνεσε. Και πάλι, δεν του δόθηκε κάποιο ενημερωτικό έγγραφο που να αναφέρει τους όρους του προϊόντος και έτσι την ίδια εκείνη ημέρα, την 26.05.2009, υπέγραψε όπως του υπεδείχθη χωρίς να αντιληφτεί ότι εκείνη τη στιγμή προέβαινα σε ανταλλαγή υβριδικού ομολόγου δεκαετούς διάρκειας, αξίας 48.500,00 ευρώ, (MX ή ΚΥΠΡΟ 1} με υβριδικό άληκτο ίσης ονομαστικής αξίας (ΜΑΚ ή ΚΥΠΡ02). Έλαβα τόκους 1.576,25 ευρώ με το 7,5% και την 31.12.2009 έλαβε τόκους ύψους 1.548,63 ευρώ, την 30.06.2010 έλαβε τόκους ύψους 1.207,04 ευρώ, ενώ την 31.12.2010 έλαβε τόκους ύψους 1.227,05 ευρώ. Τον Μάιο του 2011, η ως άνω υπάλληλος, . τον κάλεσε τηλεφωνικά για να του προτείνει και πάλι την ανανέωση για επόμενη πενταετία μέχρι τις 30.6.2016. Την 17.5.2011 που την επισκέφτηκε στο κατάστημα επανέλαβε ότι η τράπεζα Κύπρου παραμένει δήθεν ανεπηρέαστη από την οικονομική κρίση και του μίλησε για τα πρόσθετα πλεονεκτήματα του νέου εφάμιλλου προϊόντος, του τρίτου κατά σειρά, όπως του είπε που με επιτυχία η τράπεζα προσφέρει όλα αυτά τα χρόνια στους πελάτες της με καλύτερο επιτόκιο για μία ακόμα πενταετία μέχρι την 30.6.2016 με την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης και γενικά με τους ίδιους όρους. Σημείωσε ότι και αυτό το προϊόν, όπως και τα προηγούμενα, είναι απόλυτα προσαρμοσμένα στις ανάγκες και τους στόχους του λέγοντας χαρακτηριστικά ότι έχει εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου σε ευρώ στην λήξη της πενταετίας 30,6.2016 και εγγυημένο σταθερό επιτόκιο 6,5 % και όλα αυτά με τη εγγύηση μιας κορυφαίας και ισχυρής τράπεζας παγκοσμίως, της τράπεζας Κύπρου, Πεισθείς, αποφάσισε να συναινέσει στην ανανέωση, και, την 17.05.2011, υπέγραψε και πάλι μία προσυμπληρωμένη μονοσέλιδη αίτηση χωρίς και πάλι να λάβει οποιοδήποτε έγγραφο πληροφοριακό υλικό. Την 30.06.2011 έλαβε κανονικά τους τόκους ύψους 913,62 ευρώ, ενώ την 31.12.2011 έλαβε τόκους ύψους 1.960,60 ευρώ. Η καταβολή των τόκων ενέτεινε για άλλη μια φορά την πλάνη του ότι τα χρήματα του ήταν ασφαλή. Ωστόσο, τον Μάρτιο του 2012 δέχτηκε τηλεφώνημα από την ως άνω . που τον κάλεσε στο γραφείο της, όπου του είπε ότι η Τράπεζα αντιμετώπιζε προβλήματα λόγω του «κουρέματος» των Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου και έκανε αύξηση κεφαλαίου για να το αντιμετωπίσει. Έτσι, όπως του είπε, εκείνη τη στιγμή υπήρχε ένας μόνο τρόπος για να διαφυλάξει τα συμφέροντα του, να μετατρέψει τα χρήματα του που βρίσκονταν στο συγκεκριμένο πενταετές προϊόν εθελοντικά σε μετοχές της ίδιας της Τράπεζας Κύπρου. Πεισθείς, υπέγραψε στις 12.03.2012, μία μονοσέλιδη προσυμπληρωμένη αίτηση, για ανταλλαγή των ΜΑΕΚ αξίας 48.500 ευρώ που κατείχε σε 64.666 μετοχές της τράπεζας. Τον Αύγουστο του 2013 του εστάλη ταχυδρομικά μία επιστολή με την οποία η εν λόγω τράπεζα τον ενημέρωνε ότι οι 67.359 μετοχές του (64,666 από την μετατροπή των ΜΑΕΚ + περίπου 2.500 που είχε αγοράσει το 2009) είχαν αναγκαστικά και μονομερώς μετατραπεί σε 673 μετοχές. Το κεφάλαιο του ποσού 48.500 ευρώ ουδέποτε του απεδόθη αλλά τελικά μετατράπηκε αρχικά το 2012, υπό τις συνθήκες που ανωτέρω εκτέθηκαν, σε 64.666 μετοχές (48.500 από ανταλλαγή + 16.166 χαριστικές) και το 2013 μονομερώς και αναγκαστικά σε 646 νέες συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 14) Ως προς τον δέκατο πέμπτο εφεσίβλητο, …. (ήδη δέκατο πέμπτο αναιρεσίβλητο): Είναι ετών 44 ετών και παντρεμένος, απόφοιτος του Τμήματος Ηλεκτρονικής και Μηχανικών υπολογιστών του Πολυτεχνείου Κρήτης και μόνιμο μέλος του διδακτικού προσωπικού στο Εργαστήριο του Πολυτεχνείου, που αποτελεί κέντρο Έρευνας, Ανάπτυξης και Εκπαίδευσης στα πληροφοριακά συστήματα, της μηχανικής των εφαρμογών, και της μηχανικής εξομοιώσεων και υπολογιστικών γραφικών. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ρέθυμνο της Κρήτης από αγροτική οικογένεια, Η δημιουργία ενός αποθεματικού κεφαλαίου αποτελούσε βασική επιδίωξη του. Προς το σκοπό αυτό, στα τραπεζικά ιδρύματα με τα οποία συνεργαζόταν διατηρούσε καταθετικούς λογαριασμούς και αποταμίευε σε σταθερή βάση κατά την οικονομική του δυνατότητα. Η σχέση του με την Τράπεζα Κύπρου και συγκεκριμένα με το υποκατάστημα αυτής στα Χανιά ξεκίνησε το 2002. Μεταξύ άλλων στην εν λόγω Τράπεζα διατηρούσε τον με αρ. . τρεχούμενο λογαριασμό \ ταμιευτηρίου Personal Banking, τον με αριθμ. . λογαριασμό 35 ημερών προειδοποίησης / 10 ημερών διαθεσιμότητας με συνδικαιούχους τον πατέρα του και τον αδελφό του, τον . λογαριασμό 35 ημερών προειδοποίησης / 10 ημερών διαθεσιμότητας με συνδικαιούχους τον πατέρα μου, τον αδελφό μου και τη σύζυγό μου, ενώ διαρκώς προέβαινα και σε προθεσμιακές καταθέσεις, όπως τις με αρ. . (διάρκεια: 3 μήνες), (2 μήνες) …. (20 μήνες), … (4 μήνες), … (12 μήνες), (12 μήνες),.. (8 μήνες), …(2 μήνες), .. (12 μήνες), .. (2 μήνες) …(4 μήνες), (1 μήνας) …(3 μήνες) και .. (3 μήνες). Η επιλογή του είδους και της διάρκειας της προθεσμιακής κατάθεσης γινόταν ύστερα από πρόταση της ….. επί τη βάσει της επιδίωξης του να διατηρεί το κεφάλαιο του και να το επαυξάνει σταδιακά. Από την έναρξη σχεδόν της τραπεζικής αυτής σχέσης είχε υπογράψει την από 15.4.2003 σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, με τις χρηματιστηριακές του συναλλαγές να είναι εντελώς περιορισμένες και να αφορούν 3 αγορές και αντίστοιχες πωλήσεις στο αμέσως επόμενο διάστημα μετοχών των τραπεζών Αγροτικής, Γενικής και της εν λόγω Τράπεζας Κύπρου. Τέλη Ιουλίου του 2008, η υπάλληλος . τον κάλεσε στο τηλέφωνο, προκειμένου να του προτείνει ένα πενταετές προνομιακό τραπεζικό προϊόν εφάμιλλο δήθεν της προθεσμιακής κατάθεσης, το οποίο σύμφωνα με τα λεγάμενα της απευθυνόταν «σε καλούς πελάτες" με τις δικές του αποταμιευτικές επιδιώξεις και του ζήτησε να περάσει από το κατάστημα. Όταν την 28.7.2008 πέρασε από το κατάστημα, του είπε ότι πρόκειται για ένα προϊόν που έχει δήθεν την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, πενταετή διάρκεια και μακράν το καλύτερο επιτόκιο, καθώς όπως του είπε είχε επιτόκιο 7,5% σταθερό για τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο για τα υπόλοιπα τέσσερα, με τους τόκους να καταβάλλονται δύο φορές το χρόνο, στο τέλος Ιουνίου και Δεκεμβρίου. Πεισθείς, ακολούθησε τη συμβουλή της να "σπάσει" την με αριθμ. . προθεσμιακή του κατάθεση, την οποία ανανέωνε διαρκώς από την 21.12.2007, και διέθεσε το ποσό των 80.000,00 ευρώ, ποσό που χρεώθηκε στον με αρ. . λογαριασμό του την 5.8.2008, Για το σκοπό αυτό υπέγραψε σχετική αίτηση, δίχως να του χορηγηθεί οποιοδήποτε πληροφοριακό υλικό. Την 31.12.2008 εισέπραξε τόκους ύψους 2.583,33 ευρώ. Περί τα τέλη Μαΐου του 2009 του τηλεφώνησε πάλι η υπάλληλος .  και του είπε ότι με την πάροδο ενός έτους η τράπεζα αντικαθιστά το προηγούμενο προϊόν με μία νέα και καλύτερη έκδοση επίσης πενταετούς διάρκειας και με καλύτερο επιτόκιο 5,5 %, σταθερό καθ' όλη τη διάρκεια. Όσον αφορά την εγγύηση και την ασφάλεια του προϊόντος διατεινόταν ότι όλοι οι υπόλοιποι όροι ήταν αμετάβλητοι, δηλαδή η ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης και η εγγύηση κεφαλαίου στο 100% από την ίδια την τράπεζα Κύπρου που αποτελεί ισχυρή τραπεζική δύναμη. Το μεγάλο πλεονέκτημα, ήταν ότι το επιτόκιο θα ήταν σταθερό για μία πενταετία, ενώ αν διατηρούσε το προηγούμενο προϊόν, το επιτόκιο θα ήταν πολύ χαμηλότερο και κυμαινόμενο. Πεισθείς, υπέγραψε την ίδια στιγμή την από 29.5.2009 αίτηση χωρίς να έχει αντιληφθεί ότι και το επόμενα προϊόν ήταν μειωμένης διασφάλισης και περαιτέρω δεν είχε καμία απολύτως ημερομηνία λήξης, φέροντας μεταξύ άλλων πρόσθετο ουσιώδη όρο που αφορούσε στη δυνατότητα ακύρωσης τόκων μονομερώς από την Τράπεζα. Έτσι, κατέστη πλέον κύριος 80.000,00 ευρώ ΜΑΚ ή ΚΥΠΡ02. Στις 30.6.2009 έλαβε τόκους ποσού 2.340,00 ευρώ, ενώ ακολούθησε κανονικά και η καταβολή των τόκων με το επιτόκιο πλέον υπολογισμένο στο 5,5%, ήτοι στις 31.12.2009 έλαβε ποσό 2.554,44 ευρώ, στις 30.6.2010 ποσό 2.212,22 ευρώ και στις 31.12.2010 ποσό 2.248,89 ευρώ. Τον Μάιο του 2011, η ως άνω . τον κάλεσε εκ νέου να ανανεώσει το προϊόν για την επόμενη πενταετία διατεινόμενη ότι η τράπεζα Κύπρου παρέμενε βράχος σε καιρό διεθνούς οικονομικής ύφεσης και ότι όλοι σπεύδουν να φέρουν τα χρήματα τους σε αυτήν, για να τα εξασφαλίσουν και ότι είναι δήθεν απόλυτα προς το συμφέρον του η ανταλλαγή του προηγούμενου προϊόντος με το επόμενο με τους ίδιους ακριβώς όρους, δηλαδή την δήθεν ασφάλεια της προθεσμιακής και με εγγυημένο και σταθερό επιτόκιο 6,5% για μία πενταετία μέχρι τις 30.6.2016, με καταβολή και πάλι των τόκων ανά εξάμηνο Πεισθείς, υπέγραψε την από 6.5.2011 προσυμπληρωμένη αίτηση Έλαβε δε τόκους 1.674,44 ευρώ στις 30.6.2011, ενώ στις 30.12.2011 εισέπραξε και τον τόκο για το δεύτερο εξάμηνο του έτους, ο οποίος ήταν υπολογισμένος με το νέο επιτόκιο 6,5%,  ποσού 3.233,97. Τέλος Ιουνίου 2012 δεν έλαβε τόκους. Στις 8 Αυγούστου 2013 έλαβε από την Τράπεζα επιστολή, η οποία τον ενημέρωνε για την αναγκαστική μετατροπή του κεφαλαίου του, ποσού 80.000,00 ευρώ σε 800 μετοχές για την εξυγίανση της Τράπεζας. Το κεφάλαιο του ποσού 80.000,00 ευρώ δεν του απεδόθη αλλά μετατράπηκε οριστικά σε 800 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 15) Ως προς τον δέκατο έκτο εφεσίβλητο … (ήδη δέκατο έκτο αναιρεσίβλητο) και τον δέκατο έβδομο εφεσίβλητο … (ήδη δέκατο έβδομο αναιρεσίβλητο): Είναι αδέλφια. Ο πρώτος από αυτούς, .., είναι 46 ετών, παντρεμένος και πατέρας δύο ανηλίκων κοριτσιών, τα οποία φοιτούν στο δημοτικό και δεύτερος, .., είναι 50 ετών, παντρεμένος και πατέρας δύο ενηλίκων αγοριών, ηλικίας 25 και 20 ετών σήμερα, που σπουδάζουν στην Αθήνα, ο μεγαλύτερος στο Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και ο μικρότερος στο Τμήμα Πληροφορικής του ίδιου Πανεπιστημίου. Είναι αμφότεροι απόφοιτοι ΤΕΙ με την ιδιότητα του τεχνολόγου-μηχανολόγου και από το 2010 έχουν συστήσει μια ομόρρυθμη εταιρεία (ΑΦΟΙ . ΟΕ) με έδρα τα Φάρσαλα Λάρισας, στην οδό ., με δραστηριότητα το εμπόριο ειδών θέρμανσης, κλιματισμού, ηλιακών συστημάτων και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και υπηρεσίες σε δημόσια και ιδιωτικά κατασκευαστικά έργα. Η επαγγελματική τους δραστηριότητα άρχισε το 1999, όταν οι προοπτικές του κατασκευαστικού κλάδου τους ώθησαν στην δραστηριοποίησή τους. Η ανοδική του τάση, όμως, δεν κράτησε πολύ και ιδίως από το 2005 και μετά, ο κλάδος των κατασκευών πέρασε σε ύφεση και πλέον, λόγω της οικονομικής κρίσης είναι υπό κατάρρευση, ιδίως σε μια ούτως ή άλλως περιορισμένη αγορά, όπως είναι η κωμόπολη των Φαρσάλων. Η σύζυγος του πρώτου, ., είναι αισθητικός και διατηρεί ένα στούντιο αισθητικής στα Φάρσαλα στην οδό . και του δεύτερου, ., είναι συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος. Ως συνετοί οικογενειάρχες, σκόπευαν στη δημιουργία ενός αποθεματικού κεφαλαίου για τη στήριξη των μελλοντικών αναγκών των οικογενειών τους. Η συνεργασία τους με την τράπεζα Κύπρου ξεκίνησε τον 2008 στο υποκατάστημα .  Λάρισας, στην οδό . και συνεχίστηκε με το υποκατάστημα . Λάρισας, στην οδό . και της οδού .. Τον Ιανουάριο του 2008 άνοιξαν τον με αρ. . κοινό λογαριασμό και μετέφεραν το ποσό των 150.000 ευρώ στη με αρ. . προθεσμιακή κατάθεση και αργότερα το ποσό των 30.000 ευρώ στη με αρ. . προθεσμιακή κατάθεση. Τον Ιούλιο του 2008 ο υπάλληλος της εν λόγω Τράπεζας και διευθυντής ., τηλεφώνησε στον πρώτο . και τον ενημέρωσε ότι η τράπεζα προσφέρει ένα καινούριο καταθετικό προϊόν παρόμοιο δήθεν με τις προθεσμιακές καταθέσεις, με πενταετή δέσμευση του κεφαλαίου και με προνομιακό επιτόκιο, λέγοντας του να περάσουν άμεσα από το κατάστημα. Επειδή καθυστερούσαν, ο παραπάνω διευθυντής ., τους επισκέφθηκε την 28.7.2008 στο γραφείο τους, στην οδό ., στα Φάρσαλα. Εκεί τους μίλησε για μία «νέα μορφή προθεσμιακής κατάθεσης» που όπως τους τόνισε, ήταν προορισμένο μόνο για τους «καλούς πελάτες», γιατί είχε αυτό το προνομιακό επιτόκιο δημιουργώντας τους την αίσθηση ότι ανήκαν σε ένα κλειστό κύκλο πελατών στον οποίο δινόταν προτεραιότητα. Τους είπε ότι κλείνουν τα χρήματα τους για πέντε έτη και η τράπεζα τους δίνει επιτόκιο 7,5 % τον πρώτο χρόνο και τα υπόλοιπα τέσσερα κυμαινόμενο και στο τέλος της πενταετίας τους επιστρέφεται το κεφάλαιο στο ακέραιο. Παρουσίασε το προϊόν ως «ιδανικό» για αυτούς που είχαν μακρόχρονο ορίζοντα αποταμίευσης, γιατί δεσμεύοντας τα χρήματά τους για πέντε χρόνια θα εξασφάλιζαν άθικτο το κεφάλαιο τους και ένα πολύ καλό επιτόκιο, με τους τόκους να μπαίνουν ανά εξάμηνο στο λογαριασμό ταμιευτηρίου, Συνέκρινε συνεχώς το προϊόν αυτό με την προθεσμιακή κατάθεση διαβεβαιώνοντας τους ότι είναι παρόμοια και το ίδιο ασφαλή. Τους προέτρεψε λοιπόν "σπάσουν" την με αριθμό . προθεσμιακή κατάθεση «χωρίς ποινή προεξόφλησης (penalty), για να επωφεληθούν από το καλύτερο επιτόκιο, Πεπεισμένοι για την αλήθεια και την πληρότητα των λεγομένων του παραπάνω διευθυντή και χωρίς να έχουν τις γνώσεις να αμφισβητήσουν τα λεγάμενα του δέχθηκαν τη συμβουλή του. Ο παραπάνω έχοντας προεξοφλήσει από πριν ότι θα συμφωνούσαν στην πρόταση του είχε μαζί του τα αναγκαία έγγραφα και τους υπέδειξε πού να θέσουν την υπογραφή τους και τους ζήτησε να συμπληρώσουν στην τελευταία σελίδα ένα ερωτηματολόγιο, όπου απάντησαν ότι οι γνώσεις τους περί των χρηματιστηριακών περιορίζονται σε βασικές, ο βασικός στόχος της επένδυσης τους ήταν η διαφύλαξη του αρχικού κεφαλαίου συν μια σταθερή απόδοση κεφαλαίου, ο επενδυτικός κίνδυνος που ήταν διατεθειμένοι να αναλάβουν ήταν σχετικά μικρός και τέλος ότι ο επενδυτικός ορίζοντας τους ήταν μακροχρόνιος. Από τις απαντήσεις τους και μόνο προέκυπτε ότι η επίμαχη επένδυση ήταν ασύμβατη και ακατάλληλη γι’ αυτούς. Στην συνέχεια, ο . τους έδωσε να υπογράψουν προσυμπληρωμένη αίτηση και αποχώρησε από το γραφείο τους χωρίς να τους αφήσει κανένα πληροφοριακό υλικό ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο, ώστε να μελετήσουν τα χαρακτηριστικά του επίμαχου προϊόντος. Έτσι, το ποσό των 150.000,00 ευρώ που αποτελούσε το σύνολό της με αριθμό . προθεσμιακής κατάθεσης χρεώθηκε την 5.8.2008 στον με αρ. .κοινό λογαριασμό τους. Μετέπειτα, πιστώθηκαν στον κοινό λογαριασμό τους, την 31 12.2008, τόκοι ποσού 4.843,75 ευρώ. Το καλοκαίρι του 2009 τηλεφώνησε και πάλι ο.  στον πρώτο από αυτούς και συμφώνησαν να μεταβεί στο γραφείο τους, για να υπογράψουν την αντικατάσταση του προηγούμενου προϊόντος με τη «βελτιωμένη του έκδοση». Ο παραπάνω τους πρότεινε να ανανεώσουν για μία περαιτέρω πενταετία με επιτόκιο 5,5 % σταθερό και τους λοιπούς όρους να παραμένουν ως έχουν μέχρι την λήξη του προϊόντος την 30.6.2014, ενώ στην αρχική έκδοση το επιτόκιο θα ήταν κυμαινόμενο και πολύ χαμηλότερο. Στις 2.6.2009 τους δόθηκε προς υπογραφή μονοσέλιδη προσυμπληρωμένη αίτηση. Για τα επόμενα δύο σχεδόν χρόνια λάμβαναν κανονικά κάθε εξάμηνο τους τόκους και συγκεκριμένα, έλαβαν την 30.6.2009 τόκους ποσού 4.387,50 ευρώ, την 31.12.2009 τόκους ποσού 4.789,58 ευρώ και την 30.6.2010 τόκους ποσού 3.733,13 ευρώ. Τον Μάιο του 2011 τους επισκέφτηκε και πάλι ο .  στο γραφείο τους στα Φάρσαλα και τους συνέστησε να ανανεώσουν το παλαιότερο προϊόν με τη νέα μορφή για μια πενταετία ακόμα μέχρι την 30.6.2016 με εγγυημένο και σταθερό επιτόκιο 6,5% και την εγγύηση μιας κορυφαίας και εξαιρετικά ισχυρής τράπεζας παγκοσμίως ειδικά σε μία περίοδο οικονομικής κρίσης που έπληττε τη χώρα. Πράγματι, δείχνοντας και πάλι εμπιστοσύνη στις διαβεβαιώσεις του στις 12.5.2011 υπέγραψαν μονοσέλιδη προσυμπληρωμένη αίτηση και έτσι, κατέστησαν πλέον κάτοχοι 150.000,00 ευρώ ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ03. Την 30.6.2011 καταβλήθηκαν τόκοι ύψους 3.139,58 ευρώ και την 31.12.2011 με το 6,5% τόκοι ποσού 6.063,70 ευρώ. Τελικά τους απεστάλη η από 8.8.2013 επιστολή, με την οποία ενημερώνονταν ότι το κεφάλαιο τους, ποσού 150.000,00 ευρώ, είχε μονομερώς μετατραπεί σε 1.500 μετοχές της Τράπεζας. Έκτοτε δεν τους καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το κεφάλαιο τους ποσού 150.000,00 ευρώ δεν τους απεδόθη αλλά τελικά μετατράπηκε σε 1.500 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ. Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική  πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τους εν λόγω εφεσίβλητους υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωναν ότι έχουν τη γνώση και τις ικανότητες να προβούν σε αξιολόγηση της επένδυσης τους, ότι αποδέχονται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν τους είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε τους παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε τους δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 16) Ως προς τον δέκατο όγδοο εφεσίβλητο . (ήδη δέκατο όγδοο αναιρεσίβλητο) και την δέκατη ένατη εφεσίβλητη . (ήδη δέκατη ένατη αναιρεσίβλητη): Είναι 58 ετών και 52 ετών, αντίστοιχα, είναι σύζυγοι και έχουν τρεις κόρες, την ., 21 ετών, φοιτήτρια του τμήματος λογιστικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, την ., 22 ετών, φοιτήτρια επίσης στο πανεπιστήμιο Μακεδονίας στο τμήμα εκπαιδευτικής και κοινωνικής πολιτικής και την ., 16 ετών που ετοιμάζεται για τις πανελλήνιες εξετάσεις. Είναι επιχειρηματίες και συγκεκριμένα διατηρούν εταιρεία οδικών μεταφορών. Σκοπός τους ήταν να συγκεντρώσουν ένα αποταμιευτικό κεφάλαιο, για το μέλλον και την επαγγελματική αποκατάσταση των τριών θυγατέρων αλλά και για οποιαδήποτε έκτακτη ανάγκη τυχόν προέκυπτε. Είναι απόφοιτοι Λυκείου και οι γνώσεις και η εμπειρία τους στα χρηματοοικονομικά είναι ανύπαρκτες και ουδέποτε είχαν ασχοληθεί με το χρηματιστήριο και τις επενδύσεις και δεν διέθεταν μερίδα στο Σ.ΑΤ.. Η συνεργασία τους με την Τράπεζα Κύπρου ξεκίνησε το 2001, όταν άνοιξαν τον με αρ. . λογαριασμό ταμιευτηρίου στο υποκατάστημα Μοναστηριού Θεσσαλονίκης στην οδό .. και το 2004 άνοιξαν και τον με αρ. .. λογαριασμό ταμιευτηρίου. Περί τα τέλη Ιουλίου του 2008 ο πρώτος από αυτούς δέχτηκε τηλεφώνημα από τον υπάλληλο της τράπεζας .., με αφορμή την λήξη της με αρ. .. προθεσμιακής τους κατάθεσης, ο οποίος τον κάλεσε να περάσει από το κατάστημα Μοναστηριού, διότι ήθελε να τον ενημερώσει για ένα νέο «καταθετικό προϊόν» που η Τράπεζα Κύπρου προσέφερε στους «καλούς της πελάτες». Ακολούθησε πράγματι συνάντηση με τον ανωτέρω υπάλληλο και το διευθυντή στις 29.7.2008, οι οποίοι του πρότειναν ένα δήθεν μοναδικό και πενταετούς διάρκειας αποταμιευτικό προϊόν, το οποίο έφερε τις εγγυήσεις και την ασφάλεια κεφαλαίου μιας προθεσμιακής κατάθεσης. Ο διευθυντής μάλιστα του τόνισε ότι απευθύνεται στους καλούς πελάτες της τράπεζας, στους οποίους ανήκαν και οι ίδιοι, που είχε την εγγύηση επιστροφής του κεφαλαίου στη λήξη της πενταετίας την 30.6.2013, και έδινε σταθερό επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα, με τον τόκο να πιστώνεται ανά εξάμηνο στον λογαριασμό ταμιευτηρίου του πελάτη. Τον προέτρεψε, λοιπόν, αντί να ανανεώσει την με αρ.. προθεσμιακή κατάθεση, να τοποθετήσει τα χρήματα τους στο προϊόν αυτό. Πεισθείς αυτός, τοποθέτησε στο προϊόν το ποσό των 25.000,00 ευρώ, το οποίο χρεώθηκε την 5.8.2008 στον με . λογαριασμό και το οποίο εν μέρει προέρχονταν από την λήξασα με αρ. . προθεσμιακή κατάθεση. Του δόθηκε να υπογράψει σειρά προδιατυπωμένων εγγράφων. Το υπόλοιπο μέρος των χρημάτων τους το τοποθέτησαν σε εξάμηνη προθεσμιακή με αρ .. Χωρίς να λάβει δε κάποιο ενημερωτικό έντυπο, υπέγραψε ό,τι του ζητήθηκε, θεωρώντας πάντοτε ότι προβαίνει σε άνευ κινδύνου αποταμίευση. Την 31.12.2008 έλαβαν τόκους ποσού 807,29 ευρώ από το προϊόν και διατήρησαν τις βραχυπρόθεσμες προθεσμιακές τους καταθέσεις, όπως τις με αρ. .. Περί τα τέλη Μαϊου του 2009, ο . κάλεσε ξανά τον πρώτο από αυτούς στο τηλέφωνο, ζητώντας του να επισκεφθεί εκ νέου το υποκατάστημα Μοναστηριού. Έτσι, στις 29.5.2009 που αυτός μετέβη στο κατάστημα, ο ανωτέρω του εξέθεσε πως η τράπεζα Κύπρου του δίνει την δυνατότητα να αναβαθμίσει το καταθετικό προϊόν του 2008 με το νέο, το οποίο ήταν πενταετούς διάρκειας και είχε τους ίδιους όρους, δηλαδή είχε την ασφάλεια και εγγύηση κεφαλαίου αλλά με σταθερό αυτή τη φορά επιτόκιο ύψους 5,5% μέχρι τη λήξη του την 30.6.2014. Πεισθείς, αποφάσισε να ανανεώσει για μια ακόμα πενταετία στο ποσό των 25.000,00 ευρώ. Στη συνέχεια ο . συμπλήρωσε ένα μονοσέλιδο έγγραφο με τα στοιχεία του, υποδεικνύοντας του μόνο που να θέσω την υπογραφή του, χωρίς και πάλι να του χορηγήσει κάποια έγγραφη πληροφόρηση σχετικά με τους όρους του προϊόντος. Όπως εκ των υστέρων αντιλήφθηκαν, εκείνη την στιγμή, αντάλλαξαν δεκαετές υβριδικό ομόλογο αξίας 25.000 ευρώ με υβριδικό άληκτο ίσης αξίας με πρόσθετο ουσιώδη όρο την δυνατότητα ακύρωσης τόκων υπό προϋποθέσεις. Την 30.6.2009 εισέπραξαν τόκους ποσού 812,50 ευρώ με επιτόκιο 7,5% και στη συνέχεια με το νέο επιτόκιο 5,5%, την 31,12.2009 τόκους ποσού 798,26 ευρώ, την 30.06.2010 τόκους ποσού 6.91,32 ευρώ και την 31.12.10 τόκους ποσού 702,78 ευρώ. Επιπλέον, συνέχισαν να δεσμεύουν το υπόλοιπο κεφάλαιο τους σε προθεσμιακές καταθέσεις, όπως τις με αρ. .., ενώ την 15.12.2009 άνοιξαν επίσης στο κατάστημα Μοναστηριού τον με αρ. . λογαριασμό ταμιευτηρίου. Περί τα τέλη Απριλίου του 2011 επικοινώνησε ξανά με τον πρώτο από αυτούς ο διευθυντής . και του ζήτησε να επισκεφθεί το υποκατάστημα, προκειμένου να τον ενημερώσει για την καινούρια έκδοση του ίδιου προϊόντος. Όταν στις 2.5.2011 επισκέφτηκε το κατάστημα, αυτός του ανακοίνωσε ότι η Τράπεζα Κύπρου κυκλοφορούσε εκείνη την περίοδο το τρίτο κατά σειρά και ακόμα πιο προνομιακό "καταθετικό" πενταετές προϊόν της, όμοιο με τα προγενέστερα δύο, καθώς και πάλι προσέφερε δήθεν ασφάλεια προθεσμιακής κατάθεσης και την εγγύηση επιστροφής του κεφαλαίου αλλά πλέον απέδιδε το εξαιρετικά συμφέρον επιτόκιο της τάξεως του 6,5%, σταθερό μέχρι τη λήξη της πενταετίας, την 30.6.2016. Ο ως άνω διευθυντής τον παρότρυνε όχι μόνο να ανανεώσει το ποσό των 25.000,00 ευρώ για μία ακόμα πενταετία αλλά και να προσθέσει επιπλέον χρήματα, λέγοντας του ότι είναι μία εξαιρετική ευκαιρία να διασφαλίσει στο κεφάλαιο του ένα εγγυημένο και σταθερό επιτόκιο από τη φερέγγυα και δυνατή τράπεζα Κύπρου που εγγυάται την επιστροφή του κεφαλαίου στο τέλος της πενταετίας σε ευρώ και την τοκοδοσία σε ευρώ, ακόμα και εάν η Ελλάδα βγει από την ευρωζώνη. Πεισθείς, δέχτηκε τη σύστασή του, οπότε ο εν λόγω . του χορήγησε έγγραφα προς υπογραφή, τα οποία αυτός υπέγραψε την ίδια μέρα, 2.5.2011, και έτσι ανανέωσε το ποσό των 25.000,00 ευρώ, για άλλη μία πενταετία προσθέτοντας το επιπλέον ποσό των 25.000,00 ευρώ, το οποίο χρεώθηκε στον με αρ. . λογαριασμό την 3.6.2011. Ακολούθως στις 31.12.2011 καταβλήθηκαν κανονικά τόκοι ύψους 470,93 ευρώ, καθώς και οι τόκοι του Δεκεμβρίου του 2011. Έκτοτε δεν τους καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το κεφάλαιό τους, ποσού 50.000,00 ευρώ, δεν τους επεστράφη αλλά τελικά μετατράπηκε αναγκαστικά σε 500 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τους εν λόγω εφεσίβλητους υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωναν ότι έχουν τη γνώση και τις ικανότητες να προβούν σε αξιολόγηση της επένδυσης τους, ότι αποδέχονται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν τους είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε τους παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε τους δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 17) Ως προς τον εικοστό δεύτερο εφεσίβλητο, . (ήδη εικοστό δεύτερο αναιρεσίβλητο): Είναι 43 ετών, παντρεμένος από το έτος 2010 και πατέρας ενός αγοριού έξι ετών. Σήμερα είναι άνεργος, ενώ μέχρι το 2015 είχε κατάστημα πώλησης προϊόντων και υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών και δικτύων υπολογιστών, αλλά οι αυξανόμενες οικονομικές δυσκολίες τον ανάγκασαν να κλείσει την επιχείρηση του και έτσι, πλέον, βρίσκεται υπό καθεστώς ανασφάλειας. Απόφοιτος Λυκείου, χωρίς γνώσεις στα χρηματοοικονομικά και περιορισμένη εμπειρία από αγορές μετοχών. Η συνεργασία του με την εν λόγω Τράπεζα Κύπρου ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2004, όταν άνοιξε τον με αριθμό . λογαριασμό ταμιευτηρίου και τον με αριθμό . λογαριασμό υπό προειδοποίηση, στο κατάστημα της στον Άγιο Αντώνιο στο Περιστέρι, καθώς τότε το κατάστημα του βρισκόταν στην περιοχή των Αγίων Αναργύρων. Τον Φεβρουάριο του 2008 μετέφερε στην εν λόγω Τράπεζα τον κύριο όγκο των αποταμιεύσεων του που είχε συγκεντρώσει από την εργασία του. με μοναδική επιδίωξη έναν ασφαλή και αποδοτικό τρόπο αποταμίευσης τους. Την επιδίωξη του αυτή, για μακρόχρονες σταθερές αποταμιευτικές επιλογές, εξέφρασε ρητώς στους υπαλλήλους με τους οποίους συνεργάστηκε, οι οποίοι του πρότειναν την με αρ. . εξάμηνη προθεσμιακή κατάθεση. Από το έτος 2008 μετέφερε το κατάστημα του στο Παγκράτι, έναντι του υποκαταστήματος της εν λόγω τράπεζας στο Παγκράτι, επί της οδού ., και έκτοτε το επισκεπτόταν καθημερινά για τις ανάγκες της λειτουργίας της επιχείρησης του. Έτσι, είχε γνωριστεί σχεδόν με όλους τους υπάλληλους της εν λόγω τράπεζας που εργάζονταν στο παραπάνω κατάστημα Παγκρατίου. Τον Ιούλιο του 2008 σε μία από τις καθημερινές επισκέψεις του στο κατάστημα στο Παγκράτι ο υπάλληλος , με τον οποίο είχαν συχνή επαφή κατά τις προηγούμενες συναλλαγές του και του είχε δώσει την εντύπωση ότι είναι σωστός επαγγελματίας και ιδιαιτέρως ευγενής με τους πελάτες, του πρότεινε ένα καινούριο καταθετικό προϊόν, που είχε δήθεν όλα τα χαρακτηριστικά και τα εχέγγυα της προθεσμιακής κατάθεσης, αλλά με πενταετή δέσμευση του κεφαλαίου και με προνομιακό σταθερό επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα υπόλοιπα τέσσερα χρόνια και ότι θα κανόνιζε ο ίδιος να "σπάσει" πρόωρα την προθεσμιακή του κατάθεση, χωρίς να του επιβληθεί ποινή προεξόφλησης. Οι προτροπές του ήταν πειστικές, καθώς ο υπάλληλος του τόνιζε συνεχώς τα προφανή πλεονεκτήματα που θα είχε αυτή η τοποθέτηση, ήτοι την ελκυστική απόδοση του επιτοκίου, την δήθεν απόλυτη ασφάλεια του κεφαλαίου και την εγγύηση του κεφαλαίου και των τόκων από την αξιόπιστη Τράπεζα Κύπρου. Εμπιστευόμενος τον υπάλληλο αποφάσισε να ακολουθήσω τη συμβουλή του και να τοποθετήσω τις οικονομίες του στο συγκεκριμένο καταθετικό, ως νόμιζε, προϊόν, με την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης με ακόμα μεγαλύτερη απόδοση. Ο υπάλληλος τον κάλεσε για το λόγο αυτό να υπογράψει μια μονοσέλιδη προσυμπληρωμένη αίτηση, υποδεικνύοντας του μόνο που να θέσω την υπογραφή του, χωρίς να του δοθεί η δυνατότητα να την αναγνώσει και δεν του χορήγησε κάποιο πληροφοριακό υλικό, αντιθέτως τον διαβεβαίωσε ότι το έγγραφο δεν περιείχε καμία επιπλέον πληροφορία, από όσα του είχε ήδη εκθέσει προφορικά. Έτσι, λοιπόν, τοποθέτησε το σύνολο των 112.147,00 ευρώ που προήλθε από την προθεσμιακή του κατάθεση με αρ. . που "έσπασε" πρόωρα, χωρίς ποινή, καθώς και τους τόκους της και το ποσό αυτό χρεώθηκε στις 5.8.2008 στον με αριθμό . λογαριασμό ταμιευτηρίου του. Την 31.12.2008 έλαβε κανονικά τόκους ποσού 3.621,41 ευρώ. Τον Μάιο του 2009, η υπάλληλος . τον ενημέρωσε ότι υπάρχει επόμενο εφάμιλλο προϊόν, το οποίο θα έπρεπε οπωσδήποτε να προτιμήσει, γιατί προσέφερε σταθερό επιτόκιο 5,5% για μία πενταετία από το 2009 έως τις 30.6.2014 παρατείνοντας στην ουσία την δέσμευση του κεφαλαίου κατά ένα έτος. Στη συζήτηση που έκαναν την 2.6.2009 στο υποκατάστημα Παγκρατίου τον διαβεβαίωσε ότι το νεότερο προϊόν έχει τους ίδιους ακριβώς όρους με το προηγούμενο, δηλαδή της δήθεν εξασφαλισμένης, εγγυημένης και μηδενικού ρίσκου τοποθέτησης των χρημάτων του, όπως ακριβώς στην προθεσμιακή κατάθεση αλλά ήταν μία περισσότερο συμφέρουσα λύση γιατί προσφέρει σταθερό επιτόκιο 5,5% έναντι του κυμαινόμενου που έχει πλέον το προηγούμενο προϊόν. Παρά το γεγονός ότι το κεφάλαιο μου θα δεσμευόταν για ένα επιπλέον έτος, πείστηκε ότι η εν λόγω ανανέωση ήταν προς το συμφέρον του και ότι δεν εγκυμονεί οποιονδήποτε κίνδυνο. Κατόπιν τούτου, η εν λόγω . του έδωσε να υπογράψει ένα μονοσέλιδο προσυμπληρωμένο έγγραφο, πάλι χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις ή πληροφόρηση, με το οποίο μετέβαινε στο νέο προϊόν προσθέτοντας μάλιστα το ποσό από τους τόκους που είχε στον λογαριασμό του, δηλαδή ποσό 3.663.00 ευρώ, που χρεώθηκε στον με αρ. . λογαριασμό ταμιευτηρίου του και ήταν πλέον κύριος ΜΑΚ ή ΚΥΠΡ02 115.810,00 ευρώ. Την 30.6.2009 έλαβε κανονικά ποσό τόκων 3.644,78 ευρώ με το 7,5% και για την επόμενη τοποθέτηση με το 5,5% σταθερό έλαβε κανονικά την 31.12.2009 τόκους ποσού 3.697,88 ευρώ, την 30.6.2010 ποσού 3.202,47 ευρώ και την 31.12.2010 ποσού 3.255,55 ευρώ. Το ότι λάμβανε τόκους κάθε εξάμηνο εμπρόθεσμα και κανονικά του δημιούργησε την πεποίθηση ότι είχε προβεί στην καλύτερη αποταμιευτική κίνηση. Κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο ως άνω κατάστημα την 10.5.2011, η ως άνω υπάλληλος . του είπε ότι η τράπεζα προσφέρει το ίδιο προϊόν με καλύτερο επιτόκιο 6,5%, ότι το νέο προϊόν είχε πάλι διάρκεια πενταετίας και είχε ακριβώς την ίδια λειτουργία και τους ίδιους όρους δηλαδή την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, και το εγγυημένο και σταθερό επιτόκιο αυξημένο κατά μία μονάδα. Πεισθείς, υπέγραψε την από 10.5.2011 προσυμπληρωμένη μονοσέλιδη αίτηση, χωρίς να λάβει και πάλι κανένα ενημερωτικό φυλλάδιο. Έτσι, κατέστη πλέον κύριος 115,810,00 ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ03. Την 30.6.2011 έλαβε κανονικά τόκους ποσού 2.423,97 ευρώ με το 5,5% και το εξάμηνο που ακολούθησε έλαβα κανονικά τόκους στις 31.12.2011 ποσό τόκων 4.681,58 ευρώ με το 6,5%. Το επόμενο εξάμηνο ήταν η πρώτη φορά που καθυστέρησε η καταβολή των τόκων και τότε κατά τη διάρκεια επίσκεψης του στο κατάστημα της εν λόγω τράπεζας Κύπρου, πληροφορήθηκε ότι δεν θα λάβει τόκους, γιατί η Τράπεζα αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα. Κατόπιν, έλαβε την από 8 Αυγούστου 2013 επιστολή της Τράπεζας Κύπρου, με την οποία ενημερώθηκε ότι η τράπεζα μετέτρεψε μονομερώς το σύνολο του κεφαλαίου του ύψους 115.810,00 ευρώ σε μετοχές της. Έκτοτε δεν του καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το κεφάλαιο του των 115.810,00 ευρώ δεν του απεδόθη αλλά τελικά μετατράπηκε μονομερώς και αναγκαστικά σε 1.158 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 18) Ως προς τον εικοστό τρίτο εφεσίβλητο, Παπαδόπουλο Κωνσταντίνο (ήδη εικοστό τρίτο αναιρεσίβλητο): Είναι 51 ετών, άγαμος και χωρίς τέκνα. Από την παιδική του ηλικία εμφάνισε ψυχωσική συνδρομή και έκτοτε βρίσκεται σε τακτική ψυχιατρική παρακολούθηση και συνεχή φαρμακοθεραπεία. Η νόσος μου εμφανίζει ενεργά στοιχεία (ιδίως καταθλιπτικά συμπτώματα, άγχος, διωκτικό παραλήρημα) τα οποία επιδεινώνονται από τις καταστάσεις που βιώνει. Η μητέρα του ήταν δασκάλα και ο πατέρας του ιατρός στο ΙΚΑ και με τη βοήθεια τους φοίτησε ένα διάστημα στην Σχολή Καλών Τεχνών και έχει ένα σπίτι στο οποίο σήμερα κατοικεί. Η συγκέντρωση ενός αποταμιευτικού κεφαλαίου αποτέλεσε για τον αποβιώσαντα πατέρα του στόχος ζωής με απώτερο σκοπό την ^οικονομική του εξασφάλιση, ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται στις καθημερινές του ανάγκες, που στην περίπτωση του είναι ιδιαίτερα αυξημένες. Έχει δε κριθεί ανίκανος εφόρου ζωής για κάθε βιοποριστικό επάγγελμα με ποσοστό 80% και μέσω της σύνταξης που λαμβάνει και των αποταμιεύσεων των γονέων του, φρόντιζε να καλύπτει τις ανάγκες του. Οι γνώσεις του στα οικονομικά είναι μηδενικές και η εμπειρία του με αγορές μετοχών ελάχιστη, το 1999, χωρίς έκτοτε να ασχοληθεί ξανά με το χρηματιστήριο. Με τα τραπεζικά ιδρύματα που συνεργαζόταν υπήρξα πάντοτε απλός ή προθεσμιακός καταθέτης καθώς, δεν ήταν διατεθειμένος να αναλάβει το παραμικρό ρίσκο σε σχέση με το αποταμιευτικό μου κεφάλαιο, στο οποίο στήριζε την αξιοπρεπή του διαβίωση, Η συνεργασία του με την Τράπεζα Κύπρου και συγκεκριμένα με το υποκατάστημα αυτής στην Κυψέλη, στην οδό . ξεκίνησε την 2.9.2004, όταν άνοιξε τον με αρ. .. λογαριασμό ταμιευτηρίου. Μετέπειτα, προχώρησε στις με αρ. αριθ. ……. προθεσμιακές καταθέσεις. Στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας, περί τα τέλη Ιουλίου του 2008 τον κάλεσε η υπάλληλος της εν λόγω τράπεζας . και του είπε ότι βρήκε την τέλεια αποταμιευτική λύση γι' αυτόν και του ζήτησε να περάσει από το κατάστημα. Πράγματι, την επισκέφτηκε στο κατάστημα, όπου του παρουσίασε ένα προνομιακό πενταετές και δήθεν αποταμιευτικό προϊόν, το οποίο είχε όλες τις εγγυήσεις και την ασφάλεια μιας προθεσμιακής κατάθεσης και ήταν «ιδανικό» όπως το χαρακτήρισε για την περίπτωση του, αφού έθετε μακρόχρονο ορίζοντα αποταμίευσης και ενδιαφερόταν για ένα καλό επιτόκιο. Του είπε πολύ απλά ότι με αυτόν τον τρόπο δεν χρειάζεται να ανανεώνει διαρκώς τις προθεσμιακές του καταθέσεις και κάθε μήνα να ανησυχώ για το επιτόκιο και ότι με αυτό το προϊόν "έκλεινε" για πέντε έτη το κεφάλαιο του και η τράπεζα του έδινε σταθερό επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα, με τους τόκους να πιστώνονται ανά εξάμηνο στον λογαριασμό ταμιευτηρίου, ώστε να μπορεί να τους χρησιμοποιεί για τα καθημερινά του έξοδα και χρειαστεί το κεφάλαιο του πριν την πενταετία θα το λάβει αλλά θα χάσει τους τόκους. Πεισθείς, την 25,7.2008 "έσπασε" χωρίς ποινή την τρέχουσα με αρ. . προθεσμιακή του κατάθεση ποσού 29.000,00 και μετέφερε στο ταμιευτήριο την ίδια μέρα 61.000,00 ευρώ και υπέγραψε την αντίστοιχη προσυμπληρωμένη αίτηση. Ομοίως και στις 28.7.2008 για τις υπόλοιπες 23.500,00 που μετέφερε στο ταμιευτήριο και εντέλει τοποθέτησε συνολικά το ποσό των 113.500,00 ευρώ, που χρεώθηκε στον με αριθμό . λογαριασμό μου την 5.8.2008. Στις 31.12.2008 έλαβε τόκους ύψους 3.665,10 ευρώ, Περί τα τέλη Μαΐου του 2009, η . τον κάλεσε στο τηλέφωνο, ζητώντας του να επισκεφθεί εκ νέου το υποκατάστημα της Κυψέλης, προκειμένου να τον ενημερώσει για μια «ευχάριστη εξέλιξη». Έτσι, στις 28.5.2009, επισκέφτηκε ξανά το υποκατάστημα της εν λόγω τράπεζας, όπου η υπάλληλος του είπε ότι το προϊόν είχε αναβαθμιστεί και πλέον έδινε σταθερό αυτή τη φορά επιτόκιο ύψους 5,5% για πέντε χρόνια μέχρι τη λήξη του την 30.6.2014, Το προηγούμενο προϊόν, όπως του είπε θα είχε πλέον κυμαινόμενο και χαμηλότερο επιτόκιο και δεν συνέφερε κανένα πελάτη και η συμβουλή της, ήταν οπωσδήποτε να ακολουθήσω την εξέλιξη του προϊόντος στο οποίο είχε ήδη τα χρήματά του, γιατί έτσι «κλειδώνει" ένα επωφελές και σταθερό επιτόκιο, που θα στηρίζει τις ανάγκες του με το καλύτερο δυνατό τρόπο. Πεισθείς, συμφώνησε και δέχτηκε την ανανέωση. Για τα επόμενα δύο χρόνια εισέπραξε τόκους και ειδικότερα: την 30.6.2009 τόκους ύψους 3.688,75 ευρώ, την 31.12.2009  τόκους ύψους 3.624,12 ευρώ, την 30.06.2010 τόκους ύψους 3.138,59 ευρώ και την 31.12.10 τόκους ύψους 3.190,61 ευρώ. Τον Μάιο του 2011, η ίδια υπάλληλος.. τον κάλεσε εκ νέου τηλεφωνικά και να του ζήτησε να περάσει από το κατάστημα να συζητήσουν για μια ακόμη ανανέωση. Όταν, στις 17.5.2011 πήγε στο υποκατάστημα της Κυψέλης, η παραπάνω του συνέστησε ανεπιφύλακτα το τρίτο κατά σειρά και ακόμη πιο προνομιακό προϊόν, καθώς είχε ακριβώς τους ίδιους όρους με τα προγενέστερα, ήτοι, προσέφερε δήθεν την ασφάλεια μιας προθεσμιακής κατάθεσης και την εγγύηση επιστροφής του κεφαλαίου σε ευρώ από την Τράπεζα Κύπρου, αλλά απέδιδε το εξαιρετικά συμφέρον επιτόκιο της τάξεως του 6,5%, σταθερό μέχρι τη λήξη της πενταετίας την 30,6.2016. Συνέχισε, δε, την παρουσίαση της λέγοντας ότι η φερεγγυότητα της εναγόμενης, ακόμη και σε περίοδο παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, προσέφερε στους πελάτες που της είχαν εμπιστευτεί τις αποταμιεύσεις τους ένα ασφαλές λιμάνι. Πεισθείς, υπέγραψε την ίδια ημέρα, μονοσέλιδη προσυμπληρωμένη αίτηση, χωρίς να του δοθούν περαιτέρω διευκρινίσεις ή κάποιο έγγραφο πληροφοριακό υλικό ως προς τους όρους του νέου προϊόντος. Η ανανέωση έγινε για το κεφάλαιο που είχε αρχικά διαθέσει, δηλαδή 113.500,00 ευρώ και πλέον ήταν κύριος ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡΟ 3 αξίας 113.500,00 ευρώ. Στις 30.6.2011 ακολούθησε και πάλι η καταβολή τόκων ποσού  2.138,06 ευρώ και στις 31.12.2011 καταβλήθηκαν κανονικά και οι τόκοι 4.588,20 ευρώ από το νέο προϊόν. Ωστόσο, τον Ιούνιο του 2012, δεν καταβλήθηκαν τόκοι, όπως συνέβαινε τόσα χρόνια. Απευθύνθηκε τότε στην ως άνω υπάλληλο . που αυτή τη φορά του μίλησε για οικονομικά προβλήματα της τράπεζας. Έκτοτε δεν του καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το κεφάλαιο του των 113.500,00 ευρώ δεν του απεδόθη αλλά τελικά μετατράπηκε σε 1.135 νέες συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 19) Ως προς την εικοστή τέταρτη εφεσίβλητο, ., (εικοστή τέταρτη αναιρεσίβλητη)       και την εικοστή πέμπτη εφεσίβλητο (ήδη εικοστή πέμπτη αναιρεσίβλητη): Η πρώτη εξ αυτών, ., είναι 79 ετών, χήρα από το 2006 και έχει ένα γιο και μία κόρη, τη δεύτερη εξ αυτών, ... Λαμβάνει σύνταξη χηρείας από τον Οργανισμό Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών (ΟΑΕΕ), καθώς ο αποθανών σύζυγος της διατηρούσε κατάστημα ηλεκτρικών ειδών και αυτή ήταν οικοκυρά ενώ παράλληλα βοηθούσε και στην επιχείρηση. Το αποταμιευτικό από την εργασία τους κεφάλαιο επέλεγαν με τον σύζυγό της, όσο ήταν εν ζωή, να το διατηρούν σε ασφαλείς καταθέσεις. Η δεύτερη εξ αυτών, .., είναι άγαμη, ηλικίας 41 ετών και κάτοχος ανώτατου πτυχίου πιάνου. Η εισοδηματική της κατάσταση δεν είχε καμία σταθερότητα και ασφάλεια, καθώς εργαζόταν περιστασιακά σε ωδεία και παραμένει το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου άνεργη. Οι γνώσεις τους και η εμπειρία τους επί των χρηματοοικονομικών είναι μηδενικές και ποτέ δεν είχαν καμία επενδυτική δραστηριότητα και δεν διέθεταν ούτε μερίδα στο χρηματιστήριο. Η σύνταξη χηρείας άλλωστε και αυτές οι οικονομίες του συζύγου της 1ης και πατέρα της 2ης αποτελούσαν ιδίως από το 2006 που αυτός απεβίωσε, το οικονομικό τους στήριγμα για αξιοπρεπή διαβίωση. Σημαντικό βοήθημα αποτέλεσε γι' αυτές δωρεά που έλαβαν από τη θεία της 1ης (αδελφή της μητέρας της) και αδελφή της γιαγιάς της 2ης .., η οποία δεν είχε παιδιά, η οποία τον Μάιο του 2011, τις όρισε συνδικαιούχους στον τραπεζικό λογαριασμό της σε δολάρια Αμερικής, που άνοιξαν στην εν λόγω τράπεζα. Η συνεργασία τους με την τράπεζα Κύπρου είχε ξεκινήσει από το 2002, όταν άνοιξαν στο υποκατάστημα Βριλησσίων Αττικής στη ., τον με αρ. . κοινό λογαριασμό καταθέσεων ταμιευτηρίου, με συνδικαιούχο τον ήδη αποθανόντα σύζυγο της πρώτης και πατέρα της δεύτερης, .. Και μετά το θάνατο του . το 2006, διατήρησαν την συνεργασία τους με το ως άνω κατάστημα, ανοίγοντας τον με αρ. . κοινό καταθετικό λογαριασμό, στον οποίο μετέφεραν το σύνολο των αποταμιεύσεων τους. Έτσι, άνοιξαν τις προθεσμιακές καταθέσεις με αρ. .,. Περί τα τέλη του 2008 τηλεφώνησε στη δεύτερη από αυτές η υπάλληλος . για να την ενημερώσει ότι έληξε η τρέχουσα προθεσμιακή τους κατάθεση με αρ. ., προτρέποντας τις να περάσουν από το κατάστημα για την ανανέωση της. Όταν πέρασαν από το κατάστημα την 21.7.2008, συνάντησαν την ως άνω υπάλληλο και στην συζήτηση που ακολούθησε τους πρότεινε αντί να ανανεώσουν την ίδια κατάθεση, να τοποθετήσουν τις αποταμιεύσεις τους στο νέο αποταμιευτικό προϊόν της τράπεζας Κύπρου, που κατά τα λεγόμενα της λειτουργούσε ως προθεσμιακή κατάθεση, απόλυτα προσαρμοσμένο στις ανάγκες τους, που έφερε την αξιοπιστία και την φερεγγυότητα της τράπεζας Κύπρου με τη μόνη διαφορά ότι είχε πενταετή διάρκεια και ήταν δήθεν εξίσου ασφαλές με την προθεσμιακή κατάθεση, γιατί η τράπεζα Κύπρου εγγυόταν τόσο την επιστροφή κεφαλαίου στο τέλος της πενταετίας στο 100% όσο και την τοκοφορία του 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα υπόλοιπα τέσσερα, προσθέτοντας ότι οι τόκοι θα καταβάλλονταν κάθε εξάμηνο στο λογαριασμό τους, προκειμένου να μπορούν να τους χρησιμοποιούν. Συμπλήρωσε δε πως ήταν ολοφάνερο ότι το συγκεκριμένο προϊόν τις συνέφερε περισσότερο λόγω του ανταγωνιστικού επιτοκίου (7,5%) καθώς προβλέπονταν ότι τα επιτόκια των προθεσμιακών το επόμενο διάστημα θα κινηθούν σε χαμηλότερα επίπεδα. Η όλη συζήτηση στηρίχθηκε σε μία σύγκριση του προϊόντος με την προθεσμιακή κατάθεση και καμία νύξη δεν έγινε σχετικά χρηματιστήριο και επενδύσεις, Πεισθείσα η δεύτερη από αυτές, ανανέωσαν την προθεσμιακή τους κατάθεση με τη με αρ. . και η 2η από αυτές, ., τις επόμενες ημέρες, υπέγραψε προσυμπληρωμένη την από 23.7.2008 αίτηση και έτσι τοποθέτησε το ποσό των 5.000,00 ευρώ, που χρεώθηκε την 5.8.2008 στον με αρ. . κοινό λογαριασμό τους. Μεταξύ των εγγράφων που υπέγραψε η δεύτερη από αυτές, χωρίς να αντιληφθεί, συμπεριλαμβανόταν και μια σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών μεταξύ αυτής και της τράπεζας, με την οποία μεταξύ άλλων την εξουσιοδοτούσε να της ανοίξει για πρώτη φορά ατομική μερίδα στο χρηματιστήριο που δεν διέθετε. Έτσι, η 2η από αυτές, ., κατέστη κυρία 5.000,00 MX ή ΚΥΠΡΟ 1. Στις 31.12.2008 η δεύτερη από αυτές έλαβε κανονικά τους τόκους ύψους 161,46 ευρώ. Περί τις αρχές Ιουνίου του 2009, τηλεφώνησε στη 2η από αυτές και πάλι η ως άνω και τους ζήτησε να περάσουν από την τράπεζα. Πράγματι την 1.6.2009 επισκέφτηκαν το κατάστημα, όπου στην συζήτηση που ακολούθησε παρουσία μάλιστα και του νέου διευθυντή ., η υπάλληλος . τους είπε ότι τους δίνεται η δυνατότητα να ανανεώσουν το προϊόν του 2008 για άλλη μία πενταετία, από το 2009 μέχρι το 2014, με σταθερό επιτόκιο 5,5% παρατείνοντας την δέσμευση του κεφαλαίου τους στην ουσία για 1 έτος. Μάλιστα ο διευθυντής . προσέθεσε ότι τις συμφέρει πολύ περισσότερο να ανανεώσουν με το νέο πενταετές προϊόν γιατί έχει τους ίδιους ακριβώς όρους, δηλαδή την δήθεν απόλυτα εξασφαλισμένη, εγγυημένη και μηδενικού ρίσκου τοποθέτηση ακριβώς στην προθεσμιακή κατάθεση αλλά έχει καλύτερη απόδοση κεφαλαίου με σταθερό επιτόκιο 5,5% και επιστροφή κεφαλαίου τον Ιούνιο του 2014 και επέμεινε να προσθέσουν κεφάλαιο που διατηρούσαν σε προθεσμιακές καταθέσεις. Δεν δέχτηκαν να συμπληρώσουν χρήματα αλλά δέχτηκε η 2η από αυτές την επέκταση της δέσμευσης των χρημάτων της για ένα έτος με επιτόκιο 5,5% σταθερό. Υπέγραψε προς τούτο την από 1.6.2009 μονοσέλιδη προσυμπληρωμένη αίτηση χωρίς ούτε αυτή την φορά να τους χορηγηθεί κάποιο πληροφοριακό έγγραφο. Έτσι, η δεύτερη από αυτές αντάλλαξε δεκαετές ομόλογο αξίας 5.000 ευρώ (MX ή ΚΥΠΡΟ 1) με υβριδικό άληκτο ίσης ονομαστικής αξίας. Την 31.06.09 έλαβε η δεύτερη από αυτές τόκους 162,50 ευρώ, ομοίως την 31.12.2010 έλαβε τόκους 159,65 ευρώ και την 30.06.2010 έλαβε τόκους 138,26 ευρώ, ενώ καθ' όλη την διάρκεια των παραπάνω χρόνων ανανέωναν και τις προθεσμιακές τους καταθέσεις με τα υπόλοιπα χρήματα τους, όπως τις με αρ. …... Αρχές Μαΐου του 2011 η ηλικιωμένη θεία τους, ήθελε να ανοίξει λογαριασμό στην τράπεζα Κύπρου. Πράγματι, στις 17.5.2011 επισκέφτηκαν όλες μαζί το κατάστημα Βριλησσίων. Ο διευθυντής τους πρότεινε να κλείσουν τα χρήματα αυτά στο νέο αποταμιευτικό προϊόν της τράπεζας Κύπρου που για πρώτη φορά δινόταν και σε δολάρια Αμερικής. Τις διαβεβαίωσε και πάλι ότι ήταν το ίδιο ασφαλές προϊόν που η 2η από αυτές διέθετε από το 2008, λέγοντας τους ότι είχε ακριβώς την ίδια λειτουργία και τους ίδιους όρους με το προηγούμενο, δηλαδή την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης και το εγγυημένο και σταθερό επιτόκιο, αλλά υψηλότερο σταθερό επιτόκιο 6.5% αν τοποθετούσε κανείς ευρώ και 6% για δολάρια. Πεισθείσες, η μεν 2η από αυτές υπέγραψε την ίδια μέρα μία μονοσέλιδη αίτηση και ανανέωσε την τοποθέτηση του ποσού των 5.000,00 ευρώ για άλλη μία πενταετία. Ακολούθως, μαζί με την εν λόγω ., δέχτηκαν να δεσμεύσουν 150.000,00 δολάρια Αμερικής, ποσό που χρεώθηκε στις 3.6.2011 στον με αρ. . κοινό σε δολάρια λογαριασμό τους (σημειωτέον ότι το ισόποσο σε ευρώ ποσό των 150.000,00 δολαρίων την ημέρα

 εκείνη, ήτοι την 03.06.2011    ήταν 103.533,96 ευρώ, όπως προκύπτει από το με A/A ./03.06.2011 Δελτίο συναλλαγματικών ισοτιμιών αναφοράς της ΕΚΤ της 03.06.2011 όπου η ισοτιμία ποσότητας νομίσματος ανά 1 ευρώ προς (USD) δολάριο ΗΠΑ ανήρχετο στο 1,4488. Υπέγραψαν, λοιπόν για το σκοπό αυτό ό,τι χρειαζόταν για το άνοιγμα του με αρ. . κοινού και με την ήδη αποβιώσασα λογαριασμού ταμιευτηρίου σε δολάρια Αμερικής, καθώς και όλα τα απαραίτητα έγγραφα που τους υπέδειξε ο διευθυντής .. Στα έγγραφα που υπέγραψαν συμπεριλαμβάνονταν και συμβάσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, με τις οποίες άνοιγαν για πρώτη φορά εν άγνοια τους μερίδες στο χρηματιστήριο ατομικές και κοινή (η 2η από αυτές διέθετε ήδη με την αγορά των MX ατομική) μαζί με την αποθανούσα . χωρίς να το αντιληφθούν, καθώς δεν έγινε συζήτηση περί επενδυτικών προϊόντων, αλλά η όλη διαδικασία χαρακτηρίστηκε ως τυπική. Έτσι κατέστημεν η 2η από αυτές κυρία 5.000,00 ευρώ ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡΟ 3 και έγιναν συνδικαιούχοι 150.000,00 δολαρίων Αμερικής ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡ04 χωρίς να γνωρίζουν, τουλάχιστον τους δύο ουσιώδεις όρους, δηλαδή το μονομερές δικαίωμα της τράπεζας να ακυρώνει την καταβολή τόκων και το εξουσιαστικό δικαίωμά της να μετατρέπει αναγκαστικά το κεφάλαιο σε μετοχές. Τα υπόλοιπα χρήματα τα τοποθέτησαν στην με αρ. 34553191 ετήσια προθεσμιακή κατάθεση, προκειμένου να μπορούν να έχουν πρόσβαση σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, όπως και τελικά συνέβη, καθώς μέσα στην διάρκεια του χρόνου χρειάστηκαν τρεις φορές να αναλάβουν πρόωρα ένα ποσό χρημάτων, προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες τους. Την 30.06.2011 η δεύτερη από αυτές έλαβα τόκους ύψους 104,65 ευρώ, που αντιστοιχούσαν στο προϊόν του 2009, ενώ το ίδιο συνέβη και την 31.12.2011 οπότε, η ίδια δεύτερη από αυτές, έλαβε για το νέο προϊόν και για το ποσό των 5.000 ευρώ τόκους ύψους 202,12 ευρώ ενώ η πρώτη και η δεύτερη από αυτές έλαβαν για το ποσό των δολαρίων 5.597,26 ευρώ. Τον Ιούνιο του 2012 και ενώ ως άνω η θεία τους και τρίτη συνδικαιούχος του προϊόντος του 2011 ύψους 150.000 $ είχε αποβιώσει, διαπίστωσαν ότι δεν πιστώθηκαν στο λογαριασμό τους οι τόκοι ούτε της κατάθεσης σε ευρώ ούτε των δολαρίων. Έκτοτε, δεν έλαβαν ποτέ ξανά τόκους και ειδικότερα δεν τους καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το κεφάλαιο τους, ύψους 150.000,00 δολαρίων, δηλαδή 103.533,96 ευρώ και των δυο από αυτές και 5.000,00 ευρώ της δεύτερης από αυτές δεν τους αποδόθηκε αλλά τελικά μετατράπηκε αναγκαστικά σε 1,166 και 50 νέες συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, αντίστοιχα δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ. Διατάγματος του 2013 που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013 που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Σημειώνεται, ότι από τις εν λόγω εφεσίβλητες υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωναν ότι έχουν τη γνώση και τις ικανότητες να προβούν σε αξιολόγηση της επένδυσής τους, ότι αποδέχονται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 201 1 και ότι δεν τους είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε τους παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε τους δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 20) Ως προς τον εικοστό έκτο εφεσίβλητο, .  (ήδη εικοστό έκτο αναιρεσίβλητο): Είναι 53 ετών, έγγαμος και έχει μία κόρη 24 ετών. Προέρχεται από αγροτική και χαμηλής οικονομικής επιφάνειας οικογένεια και τα παιδικά του χρόνια ήταν δύσκολα, καθώς αναγκάστηκε να διακόψω το σχολείο, όταν τελείωσε το δημοτικό, προκειμένου να βγει στον εργασιακό στίβο και να συνεισφέρει στην οικογένειά του, εργαζόμενος ως οικοδόμος. Όταν παντρεύτηκε, προσπάθησε με τη συνδρομή της συζύγου του, η οποία από το 2001 εργάζεται ως εποχιακή υπάλληλος σε ξενοδοχειακή επιχείρηση, να αποταμιεύει όσα περισσότερα χρήματα μπορούσε. Ως άνθρωπος της βιοπάλης, είχε επίγνωση ότι τα χρήματα κερδίζονται με πολύ κόπο και δεν είχε επιθυμία ανάληψης του παραμικρού επενδυτικού ρίσκου. Η συνεργασία του με την Τράπεζα Κύπρου και συγκεκριμένα με το υποκατάστημα Κορωναίου στο Ηράκλειο Κρήτης, στην οδό . - Πάρκο …. ξεκίνησε το 2008. Συγκεκριμένα στο ως άνω κατάστημα εργαζόταν η ανιψιά του, ., παιδί της ήδη αποθανούσας αδελφής του. Η ανωτέρω, ως υπάλληλος της τράπεζας και άνθρωπος της οικογένειας του, όπως ήταν εύλογο και αναμενόμενο, τον εξυπηρετούσε αποκλειστικά και έδειχνε αυξημένο προσωπικό ενδιαφέρον για τις υποθέσεις του. Έτσι, λοιπόν υπό την καθοδήγηση της .  άνοιξε τον με αρ.. λογαριασμό ταμιευτηρίου και τοποθέτησε το σύνολο σχεδόν των αποταμιεύσεων του ύψους 30.000 ευρώ στην με αρ. . προθεσμιακή κατάθεση ετήσιας διάρκειας που έληγε 12.5.2009. Λίγους μήνες αργότερα, του τηλεφώνησε η ως άνω υπάλληλος της . και τον κάλεσε να περάσει από το κατάστημα καθώς, όπως του είπε, υπήρχε μία «εξαιρετική ευκαιρία», που προσφερόταν προνομιακά σε λίγους πελάτες της τράπεζας. Όταν πέρασε από το κατάστημα, την 25.7.2008, η παραπάνω του είπε ότι η Τράπεζα Κύπρου διέθετε εκείνη την περίοδο ένα νέο δήθεν αποταμιευτικό προϊόν, το οποίο του το περιέγραψε ως πενταετή προθεσμιακή κατάθεση με προνομιακό επιτόκιο 7,5 % τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα υπόλοιπα τέσσερα, με τον τόκο να καταβάλλεται κάθε εξάμηνο. Η παραπάνω του είπε ότι είναι η τέλεια αποταμιευτική λύση και

 ιδανική γι' αυτόν, που δεν έχει σκοπό να χρησιμοποιήσει άμεσα τα χρήματα του, προτρέποντας τον να το προτιμήσω αντί της ετήσιας προθεσμιακής κατάθεσης, την οποία, όπως του είπε μπορούσε να «σπάσει» νωρίτερα, «χωρίς ποινή». Πεισθείς, προέβη σε μερική ανάληψη ποσού 20.000 ευρώ, από την με αρ. . προθεσμιακή του κατάθεση, χρεώνοντας την 5.8.2008 τον με αρ. . λογαριασμό του. Ακολούθως, η υπάλληλος ., κατ' εντολή της ., του έδωσε προς υπογραφή μια σειρά προδιατυπωμένων εγγράφων, λέγοντας ότι επρόκειτο για τυπικά τραπεζικά έγγραφα, υποδεικνύοντάς του μόνο το σημείο θέσης της υπογραφής και χωρίς να λάβει το παραμικρό ενημερωτικό έντυπο. Το υπόλοιπο μέρος του κεφαλαίου του (ύψους 10.000 Ε) το άφησε στην με αρ. . ετήσια προθεσμιακή του κατάθεση. Δεν αντιλήφθηκε δε ότι είχε ανοίξει για πρώτη φορά μερίδα στο χρηματιστήριο και ότι η τοποθέτηση στην οποία είχε μόλις προβεί ήταν μία υψηλού ρίσκου επένδυση, στην οποία δέσμευε το κεφάλαιο του για 10ετη σε μετατρέψιμο ομόλογο μειωμένης διασφάλισης που δεν απολαμβάνει εγγύηση προθεσμιακής κατάθεσης και επιστροφής κεφαλαίου στην πενταετία, όπως αναληθώς είχε ενημερωθεί. Στις 31.12.2008 έλαβε τόκους ύψους 645,83 ευρώ. Περί τα μέσα Μαΐου 2009, τον κάλεσε εκ νέου η ., προκειμένου να περάσει από το κατάστημα της τράπεζας, καθότι με τη λήξη ενός έτους από την έκδοση του πρώτου προϊόντος, η τράπεζα βελτίωνε το επιτόκιο με νέα πενταετή κατάθεση, με επιτόκιο «σταθερό 5,5%» για μια ακόμα πενταετία από το 2009 έως το 2014, παρατείνοντας στην ουσία τη δέσμευση του κεφαλαίου κατά ένα έτος. Πράγματι, μέσα στις επόμενες ημέρες πήγε αυτός στο κατάστημα, όπου η ως άνω του είπε ότι το νέο προϊόν τον συμφέρει πολύ περισσότερο, καθώς με τους ίδιους ακριβώς όρους θα έχει σταθερό επιτόκιο 5,5%, ενώ αν έμενε στο πρώτο προϊόν το επιτόκιο θα ήταν κυμαινόμενο και μάλιστα, όπως του είπε, προβλεπόταν ότι θα έπεφτε σημαντικά. Πεισθείς, ανανέωσε τα 20.000 ευρώ για άλλη μια πενταετία και αποφάσισε το υπόλοιπο μέρος των αποταμιεύσεων μου να το τοποθετήσω στην με αρ. προθεσμιακή κατάθεση με αρ. .. Υπέγραψε αυθημερόν ένα μονοσέλιδο προσυμπληρωμένο έγγραφο και δεν έλαβε κανένα έγγραφο πληροφοριακό υλικό. Έτσι, αντάλλαξε, χωρίς να το αντιληφθεί, δεκαετές υβριδικό ομόλογο αξίας 20.000 ευρώ με υβριδικό άληκτο ίσης αξίας με πρόσθετο ουσιώδη όρο την δυνατότητα ακύρωσης τόκων υπό προϋποθέσεις. Για τα επόμενα δύο χρόνια εισέπραττε κανονικά τους τόκους επί του κεφαλαίου του, και συγκεκριμένα την 30.06.2009 έλαβε τόκους ποσού 650,00 ευρώ με επιτόκιο 7,5%, και έκτοτε με 5,5% την 31.12.2009 έλαβε τόκους 638,61 ευρώ, την 30,06.2010 έλαβε τόκους 553,06 ευρώ και την 31.12.2010 έλαβε τόκους ύψους 562,22 ευρώ. Τον Μάιο 2011, τον κάλεσε τηλεφωνικούς η υπάλληλος . που επίσης είχε ήδη γνωρίσει και του ζήτησε να περάσει από την τράπεζα, για να ανανεώσει την «κατάθεση» για άλλα πέντε έτη μέχρι την 30.6.2016, θεωρώντας εκ προοιμίου δεδομένη τη συναίνεση του. Κατά την επίσκεψη μου στο κατάστημα στις 11.5.2011, η υπάλληλος του είπε σε σχέση με την προταθείσα ανανέωση ότι δεν υπάρχει διαφορά στη λειτουργία και τα χαρακτηριστικά μεταξύ των προηγούμενων προϊόντων και του καινούριου που προσφέρει η τράπεζα, πέραν του υψηλότερου σταθερού επιτοκίου 6,5% και στη συνέχεια τον ενημέρωσε ότι όλοι οι πελάτες που είχαν τοποθετήσει χρήματα στο παλαιότερο προϊόν, έχουν ανανεώσει, προτρέποντας τον να πράξει το ίδιο. Του τόνισε ιδιαιτέρως ότι η ανανέωση είχε μόνο πλεονεκτήματα να του προσφέρει, καθώς σύμφωνα με τα λεγάμενα της πέρα από το σταθερό και καλύτερο επιτόκιο η εγγύηση της τράπεζας δινόταν και για το νόμισμα σε ευρώ, ακόμα και αν η Ελλάδα γύριζε στη δραχμή- Έδωσε μάλιστα ιδιαίτερη έμφαση στην οικονομική ευρωστία της τράπεζας, καθώς, όπως του είπε από τη διοίκηση είχαν την ενημέρωση ότι η τράπεζα Κύπρου καταγράφει κέρδη και κατατάσσεται στις καλύτερες τράπεζες παγκοσμίως και δεν επρόκειτο να την αγγίξει η κρίση και για αυτό μπορεί να εξασφαλίσει τις οικονομίες του σε ευρώ.   Τον παρότρυνε για το λόγο αυτό να προσθέσει επιπλέον χρήματα, λέγοντας του ότι είναι δήθεν μια εξαιρετική ευκαιρία να ,, ^ασφαλίσει το κεφάλαιο του από την οικονομική κρίση, καθώς η τράπεζα Κύπρου εγγυάται την επιστροφή του κεφαλαίου στο τέλος της πενταετίας σε ευρώ και την τοκοδοσία σε ευρώ, ακόμα και εάν η Ελλάδα βγει από την ευρωζώνη. Πεισθείς, υπέγραψε τα έγγραφα, για να ανανεώσει την κατάθεση των 20,000 ευρώ για άλλη μία πενταετία, προσθέτοντας μάλιστα το ποσό των 10.000 ευρώ που προέρχονταν από μερική ανάληψη «χωρίς ποινή» από την με αρ. . προθεσμιακή του κατάθεση, ποσό που χρεώθηκε την 3.6.2011 στον με αρ. . λογαριασμό του. Ήταν πλέον κύριος ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡΟ 3, αξίας 30.000,00 ευρώ, Όπως και τα προηγούμενα χρόνια, οι τόκοι συνέχιζαν να κατατίθενται κανονικά τις προκαθορισμένες ημερομηνίες. Στις 30.6.2011 έλαβε ποσό 418,61 ευρώ με 5,5% για τις 20.000 ευρώ και στις 31,12.2011 έλαβε τόκους 1.212,74 ευρώ με 6,5%. Τον Ιούνιο του 2012, η καταβολή του τόκου για το εξάμηνο του έτους δεν κατατέθηκε στο λογαριασμό του, όπως συνέβαινε τόσα χρόνια. Οι υπάλληλοι ήταν καθησυχαστικοί και του είπαν ότι κάποιο τεχνικό πρόβλημα δημιουργήθηκε που θα λυθεί. Έκτοτε οι τόκοι του Ιουνίου 2012 δεν καταβλήθηκαν ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το κεφάλαιο του συνολικού ύψους 30.000,00 ευρώ δεν του απεδόθη αλλά τελικά μετατράπηκε μονομερώς και αναγκαστικά σε 300 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΑΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από τον εν λόγω εφεσίβλητο υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης του, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν του είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε του παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε του δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 21) Ως προς την τριακοστή δεύτερη εφεσίβλητη, … (ήδη τριακοστή δεύτερη αναιρεσίβλητη): Είναι 74 ετών, έγγαμη με τρία ενήλικα τέκνα και είναι συνταξιούχος δημοσίου, πρώην νοσηλεύτρια. Κατάγεται από την …. Λασιθίου Κρήτης, όπου έζησε μέχρι την ηλικία των είκοσι ετών και ασχολούμενος με αγροτικές εργασίες. Με τον .., σήμερα απόστρατο αστυνομικό, παντρεύτηκε το 1975 και απέκτησε τρία τέκνα, τον ., την . και τον ., ηλικίας 38, 36 και 33 ετών, αντίστοιχα. Σκοπός της ήταν να συγκεντρώσει ένα αποταμιευτικό κεφαλαίο, που ενισχύθηκε σημαντικά με τα εφάπαξ συνταξιοδότησης αυτής και του συζύγου της και προοριζόταν για την αξιοπρεπή διαβίωσή τους, μετά τη συνταξιοδότηση τους αλλά και για την οικονομική ενίσχυση των παιδιών της. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια το εν λόγω κεφάλαιο κατέστη ζωτικής σημασίας, καθότι τόσο αυτή όσο και ο σύζυγος της παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα υγείας και τα έξοδα ιατροφαρμακευτικής τους περίθαλψης είναι ιδιαιτέρως αυξημένα. Ειδικότερα, προ δεκαετίας περίπου διαγνώσθηκε με καρκίνο του παχέος εντέρου και υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση και ο σύζυγος της υποβλήθηκε το 2007 σε ριζική προστατεκτομή λόγω καρκίνου, ενώ έχει επίσης σοβαρά καρδιολογικά προβλήματα (συνεπεία των οποίων έχει περάσει έμφραγμα και εγκεφαλικό) και πάσχει και από χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Στις τραπεζικές συναλλαγές της, μη έχοντας γνώσεις οικονομικές, διατηρούσε τα χρήματα της σε προθεσμιακούς και καταθετικούς λογαριασμούς και μέχρι την αγορά των επίμαχων προϊόντων δεν είχε καμία σχέση με το χρηματιστήριο, και δεν διέθετα επενδυτική μερίδα. Η συνεργασία της με την Τράπεζα Κύπρου άρχισε στο συγκεκριμένα με το υποκατάστημα αυτής στην Αγία Παρασκευή την 30.4.2003, όταν άνοιξε τον με αρ. . λογαριασμό για την καταβολή της σύνταξης της, γιατί η τράπεζα έδινε καλά επιτόκια στους λογαριασμούς σύνταξης δημοσίων υπαλλήλων. Επίσης, άνοιξε τους λογαριασμούς με αρ. . διάρκειας 35 ημερών, με αρ. . διάρκειας ενός έτους, με αρ. . διάρκειας ενός μήνα που ανανέωνα για 10 μήνες, με αρ. . διάρκειας 3 μηνών, με αρ. . διάρκειας 3 μηνών, με αρ. . διάρκειας 3 μηνών, με αρ. . διάρκειας 3 μηνών, με αρ. . διάρκειας 3 μηνών, με αρ. . διάρκειας ενός μήνα που ανανέωνα επί 4 έτη με σταδιακή αύξηση κεφαλαίου, με αρ. . διάρκειας 3 μηνών, με αρ. . διάρκειας 6 μηνών που ανανέωνα επί 2 έτη και 8 μήνες, με αρ. . διάρκειας 46 ημερών και των ανανεώσεων της για 3 μήνες, με αρ. . διάρκειας 3 μηνών που ανανέωνε επί 2 έτη. Τον Ιούλιο του 2008 την κάλεσε στο τηλέφωνο ο υπάλληλος . και της ζήτησε να περάσει από το ανωτέρω υποκατάστημα, γιατί η τράπεζα είχε μόλις εκδώσει ένα «νέο αποταμιευτικό πρόγραμμα» με πολύ προνομιακό επιτόκιο. Πράγματι, την 25.7.2008 πήγε στο υποκατάστημα, όπου ο ανωτέρω της παρουσίασε αναλυτικά το εν λόγω πρόγραμμα, το οποίο όπως της είπε ήταν δήθεν εφάμιλλο της προθεσμιακής κατάθεσης έχει πενταετή διάρκεια και ήταν ιδανικό για συνεπείς αποταμιευτές, όπως αυτή, ενώ προσέθεσε ότι έχει σαφώς επωφελέστερο επιτόκιο από τις καταθέσεις στις οποίες προέβαινε ως τότε, αφού λόγω της μακρόχρονης διάρκειας του ανταμείβει με το πολύ καλό επιτόκιο του 7,50%. Επιπλέον, της εξήγησε ότι το επιτόκιο αυτό θα ήταν σταθερό τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα υπόλοιπα τέσσερα χρόνια και ότι η καταβολή των τόκων θα γινόταν δύο φορές ετησίως με πίστωση στον λογαριασμό της. Πεισθείσα, προέβη σε μερική ανάληψη ποσού 30.000 ευρώ από τη με αρ. . εξαμηνιαία προθεσμιακή κατάθεση, ποσό που χρεώθηκε την 5.8.2008 το ποσό των 30.000,00 ευρώ στον με αρ. . λογαριασμό της. Για την διεκπεραίωση της συναλλαγής της δόθηκε να υπογράψει μία σειρά από έγγραφα, χωρίς να της χορηγηθεί οποιοδήποτε έγγραφο πληροφοριακό υλικό. Την 31.12.2008 πιστώθηκαν κανονικά στον λογαριασμό της τόκοι 968,75 ευρώ. Περί τα μέσα Μαίου του 2009 επικοινώνησε ξανά μαζί της ο υπάλληλος Κλαουδάτος Κυριάκος και την κάλεσε στο υποκατάστημα, προτείνοντας της την ανανέωση του πενταετούς αποταμιευτικού προγράμματος. Πράγματι, την 22.5.2009 επισκέφθηκε το συγκεκριμένο υποκατάστημα, όπου ο ανωτέρω της είπε ότι η Τράπεζα Κύπρου είχε εκδώσει τη νέα βελτιωμένη έκδοση του προγράμματος που στην ουσία ήταν συνέχεια του προηγούμενου και έπρεπε οπωσδήποτε να την ακολουθήσει. Αναλυτικότερα της ανέφερε ότι το πλεονέκτημα του νέου καταθετικού προγράμματος το οποίο διατηρεί τους ίδιους όρους με το προγενέστερο, δηλαδή την ασφάλεια κεφαλαίου και την απόδοση τόκων ανά εξάμηνο, είναι το επιτόκιο το οποίο θα είναι πλέον σταθερό, της τάξεως του 5,50%, και γι' αυτό τη συμφέρει απόλυτα να το ανανεώσει, παρατείνοντας κατά ένα χρόνο τη δέσμευση του κεφαλαίου. Της τόνισε, δε, ότι δε τη συνέφερε να παραμείνει στην αρχική έκδοση του προγράμματος, διότι το επιτόκιο θα γινόταν πλέον κυμαινόμενο και θα μειώνονταν κατά πολύ οι τόκοι που θα λάμβανα ανά εξάμηνο. Πεισθείσα, υπέγραψε προσυμπληρωμένη αίτηση για την ανανέωση στο ίδιο ποσό, ήτοι 30.000 ευρώ, χωρίς να της χορηγηθεί ούτε αυτή τη φορά γραπτή ενημέρωση. Την 30.6.2009 έλαβε τόκους ποσού 877,50 ευρώ, την 31.12.2009 τόκους ποσού 862,13 ευρώ, την 30.6.2010 τόκους ποσού 746,62 ευρώ και την 31.12.2010 τόκους ποσού 759,00 ευρώ. Εν τω μεταξύ, εξακολουθούσε να ανανεώνει τις με αρ. . και . προθεσμιακές καταθέσεις που τηρούσε στην ίδια τράπεζα. Περί τα τέλη Απριλίου του 2011 επικοινώνησε μαζί της η υπάλληλος . και την κάλεσε να περάσει από το υποκατάστημα, διότι ήθελε να συζητήσουν για νέα αναβάθμιση του πενταετούς αποταμιευτικού μου προγράμματος. Την 3.5.2011 επισκέφθηκε το υποκατάστημα, οπότε η ανωτέρω υπάλληλος της συνέστησε τη νέα, δήθεν ακόμα πιο βελτιωμένη έκδοση του καταθετικού προγράμματος, το οποίο πλέον έδινε κατά 1% μεγαλύτερο σταθερό επιτόκιο, ήτοι 6,50%, διατηρώντας τους όρους του προγενέστερου, δηλαδή την εγγύηση του κεφαλαίου στη λήξη της πενταετίας την 30.6.2016 και την καταβολή των τόκων δύο φορές ετησίως. Της τόνισε μάλιστα ότι οι τόκοι που θα της καταβάλλονται εξαμηνιαίως θα αυξηθούν σημαντικά, ενώ παράλληλα θα έχει την ασφάλεια ότι το κεφάλαιο της παραμένει άθικτο μέσα σε αυτή την ασταθή οικονομική κατάσταση που βρίσκεται η χώρα. Πεισθείσα, υπέγραψε αυθημερόν αίτηση για να ανανεώσει το πρόγραμμα στο ποσό που είχε αρχικά διαθέσει, δηλαδή 30.000 ευρώ. Την 30.6.2011 έλαβε τόκους ποσού 627,92 ευρώ και την 31.12.2012 τόκους ποσού 1.212,74 ευρώ. Παράλληλα συνέχιζε να τηρεί το μεγαλύτερο μέρος του κεφαλαίου της σε προθεσμιακές καταθέσεις, όπως τη με αρ. . και τη με αρ. .. Τον Ιούνιο του 2012, όμως, δεν καταβλήθηκαν στον λογαριασμό της οι συμφωνηθέντες τόκοι. Πήγε, λοιπόν, στο υποκατάστημα της τράπεζας και εκεί οι υπάλληλοι της είπαν ότι δημιουργήθηκε κάποιο τεχνικό πρόβλημα με την καταβολή των τόκων λόγω του κουρέματος των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου και της συνέστησαν να μην ανησυχεί, διότι οι τόκοι θα μεταφέρονταν το επόμενο εξάμηνο οπότε θα

καταβάλλονταν μαζί με τους τόκους του Δεκέμβρη 2012. Εντούτοις ο καιρός περνούσε και οι τόκοι δεν καταβάλλονταν στον λογαριασμό της. Έτσι, σε μεταγενέστερη επίσκεψή της στο υποκατάστημα ζήτησε από την ως άνω . να της επιστραφεί το κεφάλαιο της. Η απάντηση που έλαβε ήταν κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο και ότι θα έπρεπε να περιμένει. Έκτοτε δεν της κατεβλήθησαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το κεφάλαιο της ποσού 30.000,00 ευρώ δεν της απεδόθη αλλά τελικά μετατράπηκε σε 300 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με          Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από την εν λόγω εφεσίβλητη υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης της, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν της είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε της παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε της δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό. 22) Σχετικά με την εκκαλούσα . (ήδη τριακοστή τρίτη αναιρεσίβλητη): Είναι ηλικίας 38 ετών, άγαμη και μητέρα δυο ανήλικων παιδιών, του .. και της .. ηλικίας 8 και 3 ετών, αντίστοιχα. Είναι διπλωματούχος μηχανικός του Εθνικού Ινστιτούτου Εφηρμοσμένων Επιστημών της Λυών στη Γαλλία και μετά την αποφοίτηση της το 2002, εργάστηκε σε μία ιδιωτική εταιρία επί τέσσερα χρόνια μέχρι το 2006, που επέστρεψε στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα εργάστηκε με την ιδιότητα της αυτή από τον Απρίλιο του 2007 στο Τεχνικό της Τμήμα της τράπεζας Κύπρου ως υπεύθυνη για την τεχνική συντήρηση των υφιστάμενων υποκαταστημάτων της και την κατασκευή νέων, ενώ μετά το κλείσιμο των εν Ελλάδι καταστημάτων της εργάζεται στο ίδιο τμήμα της Τράπεζας Πειραιώς. Το αντικείμενο της εργασίας της στην εν λόγω τράπεζα Κύπρου δεν σχετιζόταν με τα χρηματοοικονομικής φύσεως ζητήματα και στα καθήκοντα της ως τραπεζικής υπαλλήλου ενέπιπταν μονάχα τεχνικά θέματα που είχαν άμεση συνάρτηση με την κατάρτισή της. Γνώσεις στα οικονομικά δεν διαθέτει όπως δεν διαθέτει και επενδυτική εμπειρία, καθώς δεν θέλησε να ασχοληθεί με το χρηματιστήριο. Η μόνη της χρηματιστηριακή εμπειρία ήταν η αγορά 50 μετοχών της αεροπορίας Αιγαίου το 2007, όταν άνοιξε για πρώτη φορά μέσω της τράπεζας Κύπρου χρηματιστηριακή μερίδα. Σκοπός της ήταν, από τα πρώτα χρόνια της εργασίας της στη Γαλλία, να αποταμιεύσει όσο τον δυνατόν περισσότερα χρήματα μπορούσα μη έχοντας οικογενειακές υποχρεώσεις, προκειμένου να δημιουργήσει ένα αποταμιευτικό κεφάλαιο που θα της παρείχε ασφάλεια στα μελλοντικά επαγγελματικά και προσωπικά της σχέδια. Τα χρήματα που συγκέντρωνε τα διατηρούσα πάντοτε σε απλούς καταθετικούς ή προθεσμιακούς λογαριασμούς, αποβλέποντας στη συντηρητική επαύξηση του αποταμιευτικού της κεφαλαίου, δίχως την ανάληψη ρίσκου Η τραπεζική συνεργασία της με την τράπεζα Κύπρου ξεκίνησε με αφορμή την πρόσληψη της τον Απρίλιο του 2007, και προς τούτο άνοιξε την 2.4.2007 τον με αρ.. λογαριασμό μισθοδοσίας προσωπικού στο κατάστημα της στη ., στον οποίο σταδιακά μετέφερε το σύνολο των αποταμιεύσεων της, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων είχε συγκεντρώσει από την εργασία της στη Γαλλία και τις διατηρούσα σε Γαλλικό Τραπεζικό Ίδρυμα Ο εργασιακός της χώρος ήταν στον πρώτο όροφο του κεντρικού κτιρίου της . και για αυτό άνοιξε τον λογαριασμό μισθοδοσίας της στο κατάστημα της ., όπου εξυπηρετήθηκε από την τραπεζική υπάλληλο .. Της εξέφρασε την επιθυμία της να τοποθετήσει τις αποταμιεύσεις της σε έναν ασφαλή καταθετικό λογαριασμό και ακολουθώντας τις συμβουλές της αλλά και των άλλων υπαλλήλων του υποκαταστήματος με τους οποίους είχε γνωριστεί, έκτοτε "έκλεινε" τα χρήματα της σε προθεσμιακή κατάθεση, αυξάνοντας συνεχώς το ποσό με όσα επιπλέον χρήματα κατάφερνε ενδιαμέσως να αποταμιεύει. Στο πλαίσιο αυτό άνοιξε τη με αρ. . προθεσμιακή κατάθεση, την οποία έκτοτε ανανέωνε συνεχούς. Μάλιστα, στην ως άνω προθεσμιακή κατάθεση συμπλήρωσε την 11.6.2008 το ποσό των 70.000 ευρώ που μετέφερε από το Γαλλικό πιστωτικό ίδρυμα. Στην εν λόγω τράπεζα υπήρχε ένα πολύ καλό εργασιακό περιβάλλον και ευδοκιμούσε συναδελφικό κλίμα, και η διοίκηση είχε καλλιεργήσει σε όλο το προσωπικό το αίσθημα ότι εργάζονται για μια ιστορική κυπριακή τράπεζα, με ραγδαία αύξηση κύκλου εργασιών και κερδοφορίας, με όραμα την επέκταση του δικτύου των καταστημάτων στην Ελλάδα και τη διεύρυνση της παρουσίας της στο εξωτερικό. Όλα αυτά είχαν εμπνεύσει το προσωπικό της με όρεξη και αυτοπεποίθηση για τη δυναμική ανάπτυξη των εργασιών του συγκροτήματος, όπως το τμήμα το οποίο είχε αναλάβει την επέκταση του δικτύου καταστημάτων στην ελληνική επικράτεια. Αλλωστε, συναλλασσόταν μέσω συναδέλφων που γνώριζα και εκτιμούσα. Τον Ιούλιο του 2008, κυκλοφόρησε στους κόλπους της τράπεζας ότι υπήρχε μια μεγάλη αποταμιευτική ευκαιρία χρεογράφων, για τα οποία έλαβε από την Τράπεζα Κύπρου ένα μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας (e-mail). Χωρίς να έχει τη δυνατότητα αξιολόγησης των επίμαχων πληροφοριών και επηρεασμένη από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα περί προνομιακής περίπτωσης εξασφάλισης υψηλού επιτοκίου, με την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης απευθύνθηκε την 25.7.2008 στην ως άνω υπάλληλο . στο κατάστημα της Λ. Αλεξάνδρας, προκειμένου να ενημερωθεί από αυτήν ως ειδική και καταρτισμένη υπάλληλο. Στη συζήτηση που ακολούθησε η ως άνω υπάλληλος επιβεβαίωσε απόλυτα την φημολογία περί «εξαιρετικού προϊόντος» και της είπε πως είναι μοναδικό για τα ελληνικά δεδομένα, γιατί συνδύαζε τη δήθεν την ασφάλεια των προθεσμιακών καταθέσεων, με ένα υψηλό και προνομιακό επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και στη συνέχεια κυμαινόμενο σε εξαμηνιαία βάση καταβαλλόμενο. Την ενημέρωσε επίσης, ότι είχε πρόσθετο δικαίωμα μετατροπής σε μετοχές, κατά τη διακριτική της ευχέρεια και δεν επηρεαζόταν η εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου από την τράπεζα, στη λήξη των 5 ετών, υπογραμμίζοντάς της ότι αν δεν το επιθυμούσε δεν χρειαζόταν να το κάνει, διατηρώντας το προϊόν σαν προθεσμιακή κατάθεση μέχρι την λήξη του. Της είπε ότι από τη διοίκηση έχουν την ενημέρωση ότι αποτελεί την ιδανική αποταμιευτική λύση για συντηρητικούς καταθέτες που έχουν μακροπρόθεσμο ορίζοντα αποταμίευσης και ότι όλο το προσωπικό που έχει οικονομίες θα προτιμήσει το προϊόν αυτό. Την πληροφόρησε, μάλιστα, ότι η τράπεζα έχει και ειδικό πρόγραμμα δανειοδότησης του προσωπικού για όποιον ενδιαφέρεται για τα χρεόγραφα με πολύ ευνοϊκό επιτόκιο που θα καλύπτεται από το 7,5% . Σημειωτέον ότι την εποχή εκείνη περίμενε το πρώτο της παιδί και την ενδιέφερε ένα καλό και μακροπρόθεσμο αποταμιευτικό πρόγραμμα για ένα μέρος του κεφαλαίου της και η εν λόγω . ήταν σίγουρη για την ασφάλεια των χρημάτων της. Της είπε, μάλιστα, ότι ο διευθυντής καταθετικών προϊόντων ιδιωτών είχε δώσει εντολή να «σπάνε» της προθεσμιακές καταθέσεις «χωρίς ποινή. Έτσι, υπό τη συμβουλευτική της καθοδήγηση την ίδια ημέρα, 25.7.2008 προέβη σε μερική ανάληψη ποσού 50.000 ευρώ από την με αρ. . προθεσμιακή της κατάθεση, με σκοπό να προβεί στην τοποθέτησή τους στο επίμαχο προϊόν χρεώνοντας την 5.8.2008 τον με αρ. .. λογαριασμό της. Για το λόγο αυτό η ως άνω υπάλληλος της έδωσε προς υπογραφή μία μονοσέλιδη αίτηση την οποία συμπλήρωσε η ίδια επιτόπου και την οποία αυτή υπέγραψε, θεωρώντας ότι υπογράφει τυπικά διαδικαστικά έγγραφα, όπως όλοι κάνουν κατά τις τραπεζικές τους συναλλαγές. Η συζήτηση τους έγινε άλλωστε σε φιλικό επίπεδο και στο πλαίσιο της συναδελφικότητας και δικαιολογημένα θεώρησε ότι ως συνάδελφος προς συνάδελφο η ενημέρωση που έλαβε ήταν πλήρης και ειλικρινής. Την 31.12.2008 έλαβε τόκους ύψους 1.453,12 ευρώ και τις υπόλοιπες οικονομίες της διατηρούσε σε προθεσμιακή κατάθεση. Επιπλέον, η εργασιακή της σχέση εξελισσόταν ομαλά και διαπίστωνε ότι η τράπεζα διεύρυνε το δίκτυο καταστημάτων της σε όλη την ελληνική επικράτεια και επομένως αύξανε την πελατειακή βάση που αποτελούσαν δείγματα υγιούς οικονομικής κατάστασης της. Περί τα τέλη Μαΐου του 2009 έλαβε ένα τηλεφώνημα από την ως άνω υπάλληλο ., η οποία τη ρώτησε εάν είχε διαβάσει στο εσωτερικό ηλεκτρονικό δίκτυο της Τράπεζας Κύπρου την νέα ανακοίνωση αναφορικά με την εξέλιξη του χρεογράφου. Όταν αυτή της απάντησε αρνητικά, της είπε να περάσει να υπογράψει, γιατί κυκλοφορούσε το επόμενο αξιόγραφο σε συνέχεια του προηγούμενου, που είχε δήθεν ακριβώς του ίδιους όρους με αυτό, δηλαδή ήταν πενταετούς διάρκειας μέχρι την 30,6.2014 και είχε την εγγύηση και ασφάλεια κεφαλαίου, όπως στην προθεσμιακή κατάθεση. Την 29.5.2009 πέρασε από το ισόγειο στο υποκατάστημα της Λ. Αλεξάνδρας, όπου η υπάλληλος . της είπε ότι κανείς δεν έχει λόγο να μείνει στο προϊόν του 2008, που έχει κυμαινόμενο και πολύ χαμηλότερο επιτόκιο, ενώ η τράπεζα δίνει την δυνατότητα ανανέωσης με το επιτόκιο του 5,5% σταθερό για πέντε χρόνια, παρουσιάζοντας της την ανανέωση ως αυτονόητη. Πεισθείσα, ότι το κεφάλαιο της είναι εξασφαλισμένο, ακολούθησα τη συμβουλή της ., υπογράφοντας μία μονοσέλιδη αίτηση. Την 30.6.2009 έλαβε τόκους ύψους 1.625,00 ευρώ που αντιστοιχούσαν στο προϊόν του 2009, στις 31.12.2009 τόκους ύψους 1.596,53 ευρώ για το νέο προϊόν, στις 30.6.2010 έλαβε τόκους ύψους 1 382,64 ευρώ και στις 31.12.2010 τόκους ύψους 1.405,56 ευρώ. Ταυτόχρονα οι πληροφορίες που λάμβανα από τη διοίκηση για την τράπεζα Κύπρου ήταν πάντα ιδιαιτέρως θετικές και ενθαρρυντικές, αφού εξακολουθούσαν να μιλούν για την πιο υγιή και φερέγγυα τράπεζα, που δεν επηρεαζόταν από την δίνη των δυσμενών οικονομικών συνθηκών που έτειναν να κατακλείσουν την χώρα μας, γεγονός που την καθησύχαζε. Αξιοσημείωτο είναι ότι, από το 2007 που είχε αρχίσει να εργάζεται στην τράπεζα Κύπρου έως το 2010, άνοιξε 50 νέα καταστήματα στην Ελλάδα, γεγονός που έδειχνε ανοδική της πορεία και φερεγγυότητα. Τον Μάιο του 2011, και ενώ στο μεταξύ το Τεχνικό Τμήμα που εργαζόμουν είχε μεταφερθεί στο Χολαργό, πληροφορήθηκε από το υποκατάστημα Χολαργού της Λεωφόρου Μεσογείων 248, ότι κυκλοφορούσε η έκδοση του τρίτου κατά σειρά αξιόγραφου, με καλύτερο επιτόκιο στο 6,5% σταθερό. Εξυπηρετήθηκε, λοιπόν από την τραπεζική υπάλληλο ., η οποία της είπε ότι αφού ήταν κάτοχος του προϊόντος του 2009 «δεν άλλαζε κάτι» παρά μόνο το επιτόκιο που ήταν αυτή την φορά 6,5 % σταθερό και η παράταση δέσμευσης του κεφαλαίου για επιπλέον δύο χρόνια μέχρι την 30.6.2016. Ως προς τους υπόλοιπους όρους της είπε ότι αυτοί δήθεν παρέμεναν ίδιοι με αυτούς των προηγούμενων εκδόσεων και επέμεινε ότι δεν είχε λόγο να μην ανανεώσει με το νέο προϊόν, καθώς κεφάλαιο και τόκοι ήταν και πάλι εγγυημένοι. Πεισθείσα, την ίδια ημέρα 9.5.2011, υπέγραψα όπως και τις προηγούμενες φορές μία προσυμπληρωμένη μονοσέλιδη αίτηση και ανανέωσε το προϊόν του 2009 με το νεότερο του 2011 και, έτσι, κατέστη κυρία ΜΑΕΚ ή ΚΥΠΡΟ 350.000,00 ευρώ. Το γεγονός ότι ως πολιτικός μηχανικός ανήκε στο προσωπικό της εν λόγω τράπεζας δεν την προϊδέασε για τα αληθή χαρακτηριστικά και τους κινδύνους των προϊόντων, τους οποίους της απέκρυψαν, καθώς δεν είχε καμία εξειδικευμένη γνώση ή εμπειρία από αυτά τα νέα χρηματοοικονομικά, υβριδικό, άληκτα και σύνθετα επενδυτικά προϊόντα, που απευθύνονταν σε θεσμικούς επενδυτές. Πολύ περισσότερο τίποτε δεν μπορούσε να της δημιουργήσει αβεβαιότητα για την αληθή κεφαλαιακή κατάσταση της τράπεζας και της ανάγκης άντλησης ιδίων κεφαλαίων μέσω των επίμαχων προϊόντων για την κάλυψη της διαρκώς επιδεινούμενης οικονομικής της κατάστασης, των ζημιών της και εν τέλει της ίδιας της βιωσιμότητας της, αφού ακόμα και οι άμεσα εμπλεκόμενοι στην προώθηση των προϊόντων τα αγνοούσαν. Όπως μάλιστα εκ των υστέρων πληροφορήθηκα ούτε οι ίδιοι οι τραπεζικοί σύμβουλοι, ακόμα και άτομα που είχαν μεγάλη τραπεζική εμπειρία είχαν διαγνώσει τον κίνδυνο των προϊόντων αυτών. Περί τα τέλη του επόμενου μήνα 30.6.2011, έγινε κανονικά η καταβολή του τόκου για το πρώτο εξάμηνο του έτους, που αντιστοιχούσε στο  αξιόγραφο του 2009 κατά την οποία έλαβε 941,88 ευρώ, ενώ στα τέλη του έτους, 31.12.2011, έλαβε τόκους με το νέο επιτόκιο 6,5% ύψους 2.021,23 ευρώ. Ο επόμενος τόκος για τον Ιούνιο του 2012, ωστόσο, που κανονικά θα έπρεπε να έχει καταβληθεί στις 30 του μηνός, δεν καταβλήθηκε στο λογαριασμό μου. Βλέποντας πως υπήρχε μια σχετική αναστάτωση σε σχέση με το ζήτημα, όταν το Σεπτέμβριο του 2012 βρέθηκε στο υποκατάστημα της Μητροπόλεως για μια ανακαίνιση, ρώτησε τον διευθυντή του Private Banking, ., αν είχε κάποια περαιτέρω πληροφόρηση και εκείνος αποκρίθηκε ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, η Κύπρος δεν αφήνει να δοθούν οι τόκοι, αλλά το πρόβλημα θα λυθεί σύντομα και το Δεκέμβρη θα δοθούν οι τόκοι διπλοί. Τον Δεκέμβριο του 2012 πλέον όλοι μιλούσαν για ζημιές της τράπεζας από το "κούρεμα" των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου αλλά εξέφραζαν την αισιοδοξία ότι θα ανακάμψει. Δύο μήνες πριν αποκτήσει το δεύτερο παιδί της, τον Μάρτιο του 2013 αιφνιδιάστηκαν όλοι οι εργαζόμενοι, όταν πλέον η Τράπεζα Πειραιώς έγινε ειδική διάδοχος της Τράπεζας Κύπρου στην Ελλάδα, ενώ λίγους μήνες αργότερα έλαβε μία επιστολή ότι το κεφάλαιο της έχει μετατραπεί αναγκαστικά σε 500 μετοχές της εναγόμενης. Έκτοτε δεν της καταβλήθηκαν οι τόκοι του Ιουνίου 2012 ούτε οι τόκοι των επόμενων εξαμήνων. Το κεφάλαιο της ποσού 50.000,00 ευρώ δεν της απεδόθη παντάπασιν αλλά τελικά μετατράπηκε σε 500 συνήθεις μετοχές της Τράπεζας Κύπρου ονομαστικής αξίας 1,00 ευρώ εκάστης, δυνάμει του «περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης την 29 Μαρτίου 2013 (το «Διάταγμα») και του «Διατάγματος περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (Τροποποιητικό) (Αρ. 3) Διατάγματος του 2013» που εκδόθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπό την ιδιότητα της ως Αρχή Εξυγίανσης στις 30 Ιουλίου 2013 (το «Τροποποιητικό Διάταγμα»). Οι μετοχές δε αυτές είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και εν τέλει ανεστάλη η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου. Σημειώνεται, ότι από την εν λόγω εφεσίβλητη υπεγράφησαν προδιατυπωμένες δηλώσεις με τις οποίες βεβαίωνε ότι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να προβεί σε αξιολόγηση της επένδυσης της, ότι αποδέχεται τους Όρους Έκδοσης όπως περιέχονται στα Ενημερωτικά Δελτία ημερομηνίας 25 Ιουνίου 2008/30 Απριλίου 2009/5 Απριλίου 2011 και ότι δεν της είχε παρασχεθεί επενδυτική συμβουλή από την Τράπεζα Κύπρου ή από οποιονδήποτε υπάλληλο της. Πλην ουδέποτε της παραδόθηκε το ως άνω αναφερόμενο στο σκεπτικό Ενημερωτικό Δελτίο ούτε της δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οιεσδήποτε διευκρινίσεις για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, τα στοιχεία των οποίων λεπτομερώς παρατίθενται ανωτέρω στο σκεπτικό, δ) Συνολικά, σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις, έλαβαν χώρα τα κάτωθι περιστατικά: 1. Η πρωτοβουλία προσεγγίσεως των εφεσίβλητων - πελατών της Τράπεζας Κύπρου, η προσέλκυση και η πρόκληση της αποφάσεως να επενδύσουν στα προαναφερόμενα επενδυτικά προϊόντα ανήκε αποκλειστικώς στην τελευταία. Οι υπάλληλοι της, στο πλαίσιο οργανωμένου σχετικού σχεδιασμού και ενεργούντες επί τη βάσει ρητών οδηγιών από τις κεντρικές υπηρεσίες της, επικοινώνησαν είτε τηλεφωνικώς είτε δια ζώσης με υφιστάμενους πελάτες τους, που διατηρούσαν ήδη ιδίως προθεσμιακούς λογαριασμούς, προκειμένου να ενημερώσουν και εν τέλει να προτείνουν σε αυτούς την επένδυση των εις χρήμα κεφαλαίων τους. Το γεγονός ότι υπήρξε οργανωμένη και βάσει σχεδίου προσέγγιση των πελατών της αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας με σκοπό τη μαζική προώθηση των ως άνω επενδυτικών προϊόντων αποδεικνύεται από σειρά προσκομιζομένων μετ' επικλήσεως από αμφότερα τα διάδικα μέρη εσωτερικών εγγράφων της προς τα στελέχη της, ενδεικτικώς δε αναφέρονται (σχετικώς με την έκδοση των Μ.Α.Ε.Κ.): α) το από 10.3.2011 υπ' αριθ. CRM/. έγγραφο με τίτλο «ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ 99: ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ» και β) το από 11.4.20011 υπ' αριθ. πρωτ. CRM/. όμοιο με τίτλο «ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ 101: ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΑΞΙΟΓΡΑΦΑ», τα οποία απευθύνονται σε ανώτερα στελέχη της Τράπεζας και στα οποία γίνεται αναφορά σε «εκστρατεία» και «στόχους», προσδιορίζονται οι ομάδες ενδιαφέροντος - στόχοι (με αναφορά στο χαρτοφυλάκιο και το ύψος των καταθέσεων τους), καθορίζεται ο τρόπος επικοινωνίας και προσεγγίσεως των πελατών, αλλά η μέθοδος καταγραφής της προσεγγίσεως αυτής και των αποτελεσμάτων της, II. Οι κατά περίπτωση εξειδικευμένοι τραπεζικοί υπάλληλοι δεν έθεσαν υπόψη των πελατών τα ανωτέρω αναφερόμενα στο σκεπτικό Ενημερωτικά Δελτία ούτε γνωστοποίησαν σε αυτούς εάν και πού αυτά είναι διαθέσιμα, αλλά φρόντισαν να εξασφαλίσουν την υπογραφή τους στις προαναφερόμενες (συνοπτικές και ολίγων σελίδων) αιτήσεις συμμετοχής στα επίμαχα επενδυτικά προϊόντα, στις οποίες περιλαμβάνεται - σε «ψιλά» γράμματα η τυπική - αλλά όχι ανταποκρινόμενη στην πραγματικότητα -παραδοχή ότι έλαβαν υπόψη το περιεχόμενο και τους όρους των εν λόγω προϊόντων και επιπλέον τους κατανόησαν πλήρως, περιστατικό που δεν αποδείχθηκε, ακόμη και εάν ήθελε υποτεθεί ότι πράγματι έλαβαν στην κατοχή τους και ανέγνωσαν τα εν λόγω Ενημερωτικά Δελτία ή πληροφορήθηκαν καθ' οιονδήποτε τρόπο το περιεχόμενο τους, δεδομένου ότι αυτά ήσαν πυκνογραμμένα, σε δυσνόητη τεχνική γλώσσα, με σύνθετους νομικούς και χρηματοοικονομικούς όρους, μη κατανοητούς από τον στερούμενο ειδικών γνώσεων μέσο μη επαγγελματία αποταμιευτή ή επενδυτή. III. Οι κατά περίπτωση ως άνω τραπεζικοί υπάλληλοι σκοπίμως απέκρυψαν (αποσιώπησαν) από τους πελάτες τους, εφεσίβλητους και την τελευταία εκκαλούσα, την πραγματική φύση και λειτουργία των επιδίκων, επενδυτικών προϊόντων, δηλαδή ότι επρόκειτο για μη εξασφαλισμένες και ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) απαιτήσεις, ως και ότι συνιστούσαν υβριδικό και μετατρέψιμα σε μετοχές παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα, με σκοπό την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας της εν λόγω Τράπεζας Κύπρου και, ειδικότερα, είτε του δευτεροβαθμίου κεφαλαίου της (Tier 2 - τα Μ.Χ. 2013/2018) είτε του πρωτοβαθμίου κεφαλαίου της (Tier 1 - τα Μ.Α.Κ. και τα Μ.Α.Ε.Κ ). Ια προϊόντα αυτά ήσαν σύνθετα στη σύλληψη και στη λειτουργία τους, συνδεόμενα με πλήθος γενικών και ειδικών κινδύνων όχι μόνο για τους τόκους, αλλά και για το ίδιο το επενδυόμενο κεφάλαιο, κατά τα λεπτομερώς εκτεθέντα ανωτέρω στο σκεπτικό, (αναφορικώς με τα Μ.Α.Κ. και τα Μ.Α.Ε.Κ.) αόριστης διάρκειας (« άληκτα » ή « αιώνια » - perpetual bonds), υπό την έννοια ότι ο επενδυτής δεν είχε αξίωση κατά της εκδότριας Τράπεζας να αναζητήσει το κεφάλαιο του σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο ή οποτεδήποτε, αλλά μόνο δυνατότητα να διαθέσει αυτά στη δευτερογενή (χρηματιστηριακή) αγορά υπό τις επικρατούσες σε δεδομένη χρονική στιγμή συνθήκες διαπραγματεύσεως. Ιδίως, οι ως άνω τραπεζικοί υπάλληλοι εκ προθέσεως απέκρυψαν και δεν επισήμαναν στους εφεσίβλητους και στην τελευταία εκκαλούσα τους ιδιαιτέρως δυσμενείς όρους της μονομερούς, κατά την κρίση της αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, ακυρώσεως πληρωμής τόκων (κατά την επένδυση σε Μ.Α.Κ.) και, επιπλέον (αναφορικώς με την επένδυση σε Μ.Α.Ε.Κ.) της μονομερούς και αναγκαστικής μετατροπής των τελευταίων κατά σειρά επενδυτικών προϊόντων σε μετοχές της, δεδομένου ότι όλα τα ως άνω επενδυτικά προϊόντα σχεδιάσθηκαν ως μέσα απορροφήσεως ζημιών της αλλοδαπής εταιρίας. Ιδίως τα Μ.Α.Κ. και προεχόντως τα Μ.Α.Ε.Κ. αποτέλεσαν προστατευτικό μέσο («μαξιλάρι»), το οποίο ήταν σχεδιασμένο να απορροφήσει τις ιδιαιτέρως αυξημένες ζημίες αυτής λόγω της υπερβολικής εκθέσεως της σε Ο.Ε.Δ., το ενδεχόμενο προκλήσεως των οποίων ήταν ορατό και αναμφιβόλως γνωστό στα στελέχη της αλλοδαπής εταιρίας ήδη κατά το χρόνο σχεδιασμού τόσο των Μ.Χ. 2013/2018 και των Μ.Α.Κ., όσο - και κυρίως - των Μ.Α.Ε.Κ. και IV. Οι κατά περίπτωση ως άνω τραπεζικοί υπάλληλοι σκοπίμως και παραπλανητικώς προέβησαν σε (άμεση ή έμμεση) σύγκριση των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων με τις κοινές προθεσμιακές καταθέσεις (με τη λειτουργία των οποίων ήσαν εξοικειωμένοι οι εφεσίβλητοι και η εν λόγω εκκαλούσα), υπερτονίζοντας και προβάλλοντας τα πλεονεκτήματα αυτών σε σχέση με τις καταθέσεις αυτές (αυξημένο και ιδιαιτέρως ελκυστικό επιτόκιο), αποσιωπώντας τους κινδύνους, όπως αυτοί περιγράφονται ανωτέρω, προβάλλοντας το διεθνές κύρος και την ευρωστία της αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας και διαβεβαιώνοντας ότι το επενδυόμενο κεφάλαιο είναι «ασφαλές» και «εγγυημένο», καίτοι, τα ανώτερα στελέχη τουλάχιστον, καλώς γνώριζαν, ότι ίσχυε το ακριβώς αντίθετο. Κατά την προσέγγιση των πελατών της Τράπεζας με σκοπό την προώθηση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων σημαντικό επιχείρημα αποτελούσε η προβολή των πλεονεκτημάτων αυτών σε σχέση με την απλή προθεσμιακή κατάθεση, όπως προειπώθηκε. Τούτο, μεταξύ άλλων, αποδεικνύεται και από το προοριζόμενο «αυστηρώς για εσωτερική χρήση» έγγραφο της εν λόγω αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας αναφορικώς με τα Μ.Α.Ε.Κ. με τίτλο «ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ», όπου αναφέρεται επί λέξει (υπό τον τίτλο « ΜΑΕΚ Vs κατάθεση € ») ότι «Τη ΜΑΕΚ θα φέρουν τόκο 6:50% (νια τα πρώτα 5 χρόνια) μια απόδοση που είναι ψηλότερη από την κατάθεση ...», χωρίς όμως να γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στους σχετικούς κινδύνους του προϊόντος. Ενόψει των ανωτέρω κρίνεται ότι η εκκαλούσα/εφεσίβλητη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία, υπό την ιδιότητα της παρέχουσας επενδυτικές υπηρεσίες, εντασσόμενες στον κύκλο της συνήθους εμπορικής της δραστηριότητας, παρά τα περί του αντιθέτου διαλαμβανόμενα στα προαναφερόμενα Ενημερωτικά Δελτία προς αποφυγή δυσμενών για την ίδια εννόμων συνεπειών, σαφώς παρέσχε δια των ως άνω προστηθέντων υπαλλήλων της επενδυτική υπηρεσία - συμβουλή (υπό τη μορφή της συστάσεως) στους πελάτες της εφεσίβλητους και στην τελευταία εκκαλούσα. Εξάλλου, οι τελευταίοι φέρουν την ιδιότητα του καταναλωτή των παρερχομένων επενδυτικών υπηρεσιών, ως τελικοί αποδέκτες αυτών και δεν υπερέβαιναν το πρότυπο του μέσου αποταμιευτή - μη «επαγγελματία» επενδυτή, δεδομένου ότι τα επενδυθέντα ποσά (ακόμη και τα υψηλότερα) δεν είναι ασυνήθη στο πεδίο της τρέχουσας αποταμιευτικής - ιδιωτικής επενδυτικής δραστηριότητας και δεν αποδείχθηκε συστηματική ενασχόληση των εφεσίβλητων με χρηματιστηριακές και εν γένει επενδυτικές δραστηριότητες. Πέραν και ανεξαρτήτως των ανωτέρω, οι ως άνω τραπεζικοί υπάλληλοι δεν διενήργησαν τον επιβαλλόμενο στη συγκεκριμένη περίπτωση από τις διατάξεις του Ν. 3606/2007 έλεγχο καταλληλόλητας και συμβατότητας των εφεσίβλητων αναφορικώς με τις συγκεκριμένες επενδύσεις, δεδομένου, μάλιστα, ότι γνώριζαν τα συντηρητικά επενδυτικά χαρακτηριστικά των τελευταίων, αλλά και το γεγονός ότι - κατά τα ρητώς αναφερόμενα σε όλα τα προαναφερόμενα Ενημερωτικά Δελτία - τα εν λόγω επενδυτικά προϊόντα (ιδίως τα Μ.Α.Κ. και τα Μ.Α.Ε.Κ.) δεν ήσαν κατάλληλα για όλους τους επενδυτές. Είναι, λοιπόν, σαφές ότι η εκκαλούσα/εφεσίβλητη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία εκμεταλλεύθηκε με κακοπιστία την πληροφοριακή ασυμμετρία μεταξύ αυτής και των ως άνω πελατών της, με μοναδικό σκοπό να τους προωθήσει επενδυτικά προϊόντα, ιδιαιτέρως πολύπλοκα και ριψοκίνδυνα, επιφυλάσσοντας στην ίδια υπέρμετρα και υπερβολικά εξουσιαστικά δικαιώματα (ιδίως υποχρεωτικής ακυρώσεως πληρωμής τόκων και υποχρεωτικής μετατροπής σε μετοχές, ανυπαρξία υποχρεώσεως επιστροφής του κεφαλαίου). Εξάλλου, αποδεικνύεται ότι εάν οι εφεσίβλητοι και η τελευταία εκκαλούσα, συντηρητικοί αποταμιευτές και επενδυτές, ενεργούντες με γνώμονα την εξασφάλιση του κεφαλαίου τους, γνώριζαν εξαρχής το σύνολο των πραγματικών δεδομένων των εν λόγω επενδύσεων, που ήταν απολύτως συνυφασμένη με την κεφαλαιακή επάρκεια, την ευρωστία, την τιμή της μετοχής της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας και τις εν γένει διεθνείς και εσωτερικές χρηματοοικονομικές και πολιτικές συνθήκες, αναμφιβόλως δεν θα προέβαιναν στις συγκεκριμένες επενδυτικές επιλογές. Το γεγονός ότι η εκκαλούσα/εφεσίβλητη αλλοδαπή εταιρία πράγματι τήρησε τις διατάξεις του Ν. 3401/2005 « Ενημερωτικό Δελτίο προσφοράς κινητών αξιών και εισαγωγής τους για διαπραγμάτευση», του κυπριακού Νόμου περί Εταιριών και της σχετικής ευρωπαϊκής νομοθεσίας (Οδηγία 2003/71 /ΕΚ και Κανονισμός 809/2004) για τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών, στερείται εννόμου επιρροής στην υπό κρίση περίπτωση, διότι δεν επάγεται, άνευ άλλου τινός, τον αποκλεισμό της εφαρμογής του Ν. 3606/2007, ο οποίος ενσωμάτωσε στο εσωτερικό δίκαιο την Οδηγία MiFID, καθ' όσον ναι μεν δεν εμπίπτει κατ' αρχήν στο ρυθμιστικό πεδίο του τελευταίου η πρωτογενής διάθεση χρηματοοικονομικών προϊόντων (δηλαδή η απ’ ευθείας διάθεση αυτών από τον εκδότη στον επενδυτή, όπως συνέβη με τα επίδικα επενδυτικά προϊόντα), αλλά μόνο η διάθεση στη δευτερογενή (χρηματιστηριακή) αγορά, πλην οι ρυθμίσεις του Ν. 3606/2007 ενεργοποιούνται και εφαρμόζονται και στην περίπτωση αυτή, εφ' όσον εν τοις πράγμασι διαπιστώνεται η παροχή επενδυτικής υπηρεσίας υπό τη μορφή της επενδυτικής συμβουλής από τους αρμοδίους προς διάθεση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων υπαλλήλους των κατά τόπους υποκαταστημάτων της εκκαλούσας/εφεσίβλητης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, κατά τα προεκτιθέμενα, όπως ορθώς έκρινε συναφώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Ο υποστηρίζων δε τα αντίθετα πρώτος λόγος εφέσεως περί εφαρμογής αποκλειστικώς της ως άνω ειδικής νομοθεσίας περί δημόσιας προσφοράς κινητών αξιών και όχι του Ν. 3606/2007 τυγχάνει αβάσιμος και απορριπτέος. Ότι η εκκαλούσα/εφεσίβλητη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παρέσχε επενδυτική υπηρεσία υπό τη μορφή της επενδυτικής συμβουλής (παροχή συστάσεως) αποδεικνύεται ιδίως από: α) την «Έκθεση ειδικού ελέγχου της Τράπεζας Κύπρου», η οποία εκπονήθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, με αντικείμενο τη διερεύνηση της παροχής της επενδυτικής υπηρεσίας της επενδυτικής συμβουλής κατά την προώθηση των Μ.Α.Κ. και των Μ.Α.Ε.Κ. και στην οποία καταγράφεται η πρακτική των υπαλλήλων της εκκαλούσας/εφεσίβλητης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας κατά την προσέγγιση των πελατών της, με σκοπό την προώθηση των Μ.Α.Κ. και των Μ.Α.Ε.Κ., η μη επαρκής ενημέρωση των τελευταίων για τους κινδύνους των προϊόντων αυτών, ο υπερτονισμός των πλεονεκτημάτων τους, η πρακτική της μη επιβολής ποινών για τυχόν προεξόφληση λογαριασμών υπό προειδοποίηση, εφ' όσον με τα κεφάλαια αυτών θα ελάμβανε χώρα αγορά των εν λόγω αξιόγραφων, διατυπώνεται δε το συμπέρασμα αναφορικώς με αμφότερα τα εν λόγω επενδυτικά προϊόντα (Μ.Α.Κ. και Μ.Α.Ε.Κ.) ότι υπήρξε παροχή επενδυτικής συμβουλής υπό τη μορφή της συστάσεως, με την οποία παρουσιάσθηκαν τα εν λόγω προϊόντα ως κατάλληλα για έκαστο συγκεκριμένο επενδυτή, β) την υπ' αριθ. 9/700/10.12,2014 Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, με την οποία επιβλήθηκαν στην εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία: βα) πρόστιμο 5.000 € για παράβαση του άρθρου 16 παρ. 1 της υπ' αριθ. 1/452/1.11.2007 αποφάσεως αυτής και ββ) πρόστιμο 5.000 € για παράβαση των διατάξεων του άρθρου 25 παρ. 4 Ν. 3606/2007, καθ' όσον διαπιστώθηκε από την εν λόγω δημόσια αρχή μεταξύ άλλων ότι: i. «Η Τράπεζα εξέδωσε εσωτερικές οδηγίες προς τους υπαλλήλους της προκειμένου να τους προετοιμάσει για να παρουσιάσουν τα συγκεκριμένα επενδυτικά προϊόντα στους πελάτες με τους οποίους έρχονταν σε επαφή. Στις οδηγίες αυτές διαπιστώθηκε η ύπαρξη σημείων παροχής επιλεκτικής πληροφόρησης προς τους πελάτες και παροχής κινήτρων προς ορισμένες κατηγορίες πελατών με ενδεχόμενο αποτέλεσμα να επηρεάζεται η απόφαση τους προς επένδυση. Η ύπαρξη επιλεκτικής πληροφόρησης και παρότρυνσης αποτελούν στοιχεία που χαρακτηρίζουν την επενδυτική συμβουλή, Η Τράπεζα κατά την προώθηση των ΜΑΚ και ΜΑΕΚ ενήργησε κατά τρόπο που ακόμη και αν δεν ήταν στις προθέσεις της, φαίνεται να παρείχε επενδυτικές συμβουλές Ακόμα και εάν στα έντυπα των "αιτήσεων αγοράς" των επενδυτικών προϊόντων διατυπώνεται σαφής αποποίηση ότι καμία συμβουλή δεν δίνεται, ο χειρισμός από την Τράπεζα της προώθησης των επενδυτικών προϊόντων ως προς τα σημεία που περιγράφονται ανωτέρω, οδηγεί σε βάσιμες ενδείξεις για την παροχή εκ μέρους της επενδυτικών συμβουλών. Επομένως προκύπτει ότι η Τράπεζα, κατά την προώθηση των ΜΑΚ και ΜΑΕΚ παρείχε την επενδυτική υπηρεσία των  επενδυτικών συμβουλών, χωρίς να έχει συνάψει τις προβλεπόμενες προς τούτο συμβάσεις κατά παράβαση της παρ. 1 του άρθρου 16 της απόφασης 1/452/1.11.2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς» και ii. «iii. Στο έντυπο "Ερωτήσεις και Απαντήσεις” που στάλθηκε στο δίκτυο για αυστηρά εσωτερική χρήση με σκοπό την ελάχιστη απαιτούμενη ενημέρωση των υπαλλήλων του δικτύου για τα ΜΑΕΚ υπό τη μορφή ερωταπαντήσεων, στην ερώτηση υπ’ αριθμ. 24 "ΜΑΕΚ vs Κατάθεση" αναφέρεται ότι: "Τα ΜΑΕΚ θα φέρουν τόκο 6,50% (για τα πρώτα 5 χρόνια) μια απόδοση υψηλότερη από την κατάθεση. Τα ΜΑΕΚ δυνατόν να εξασφαλίσουν στους κατόχους τους αρκετά ψηλότερες αποδόσεις εάν η τιμή της μετοχής στο Χρηματιστήριο είναι ψηλότερη από την τιμή της μετατροπής. Η μετατροπή των ΜΑΕΚ σε μετοχές δεν είναι υποχρεωτική. Η απόφαση για την μετατροπή εναπόκειται στον κάθε επενδυτή αν επιλέξει να τα μετατρέψει .. Επίσης σχετικά με τα υπό iii. Αναφερόμενα, στην ερώτηση υπ’ αριθμ. 24”ΜΑΕΚνs Κατάθεση" του εντύπου" Ερωτήσεις και Απαντήσεις" διενεργείται σύγκριση των ΜΑΕΚ με τις καταθέσεις, με επισήμανση μόνο των πλεονεκτημάτων του παρόντος (όπως το υψηλό επιτόκιο και τις υψηλότερες αποδόσεις από μια κατάθεση), χωρίς στην ίδια παράγραφο να αναφέρεται ότι σε περίπτωση που συμβεί οποιοδήποτε γεγονός έκτακτης ανάγκης κεφαλαίου ή γεγονός βιωσιμότητας, τα ΜΑΕΚ υποχρεωτικά θα μετατραπούν σε συνήθεις μετοχές. Επίσης, ενώ υπάρχει η αναφορά "... Η μετατροπή των ΜΑΕΚ σε μετοχές δεν είναι υποχρεωτική. Η απόφαση για την μετατροπή εναπόκειται στον κάθε επενδυτή αν επιλέξει να τα μετατρέψει δεν αναφέρεται ότι η Τράπεζα μπορεί κατά την κρίση της καθ' οιονδήποτε χρόνο, λαμβάνοντας υπόψη τη φερεγγυότητα καθώς και την οικονομική της κατάσταση, να επιλέξει να ακυρώσει την πληρωμή τόκου και ότι οποιαδήποτε ακυρωθείσα πληρωμή τόκου δεν θα οφείλεται και δεν θα καθίσταται πληρωτέα από την Τράπεζα. Επομένως, οι υπάλληλοι της Τράπεζας, οι οποίοι, προκειμένου να είναι σε θέση να ενημερώνουν για τα βασικά χαρακτηριστικά των επενδυτικών προϊόντων τους δυνητικούς επενδυτές, έλαβαν γνώση του συγκεκριμένου ερωτηματολογίου, οδηγούνται να συγκρίνουν ένα σύνθετο επενδυτικό προϊόν με μια κατάθεση, αποκρύπτοντας τους κινδύνους που ενέχει η συγκεκριμένη επένδυση, καθώς τονίζονται επιλεκτικά μόνο τα πλεονεκτήματα της, καθώς εκτός των άλλων, δεν υπάρχει καν η αναφορά ότι τα συγκεκριμένα προϊόντα δεν εντάσσονται σε κανένα "σχέδιο προστασίας", όπως συμβαίνει με τις καταθέσεις. Η παροχή επιλεκτικής πληροφόρησης είναι δυνατόν να επηρεάσει την απόφαση του επενδυτή ...» και, αφού επισημάνθηκε ότι παρασχέθηκαν από την εκκαλούσα/εφεσίβλητη αλλοδαπή τραπεζική εταιρεία διαφόρων τύπων κίνητρα προς διευκόλυνση της προωθήσεως των Μ.Α.Κ. και των Μ.Α.Ε.Κ. στο επενδυτικό κοινό (μη επιβολή επιβαρύνσεων για πρόωρη άντληση κεφαλαίων από λογαριασμούς υπό προειδοποίηση, υπό την προϋπόθεση ότι τα αντλούμενα κεφάλαια θα χρησιμοποιηθούν για την αγορά των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων, παροχή δανείων με ευνοϊκούς όρους χρηματοδοτήσεως για το προσωπικό της Τράπεζας, παροχή καταναλωτικών δανείων με ευνοϊκούς όρους χρηματοδοτήσεως σε νέους επενδυτές, παροχή δανείων καταναλωτικής, επαγγελματικής και στεγαστικής πίστεως με εξασφάλιση τα συγκεκριμένα επενδυτικά προϊόντα), κρίθηκε ότι «Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι στη διαδικασία προώθησης των ΜΑΕΚ από την Τράπεζα εντοπίστηκαν σημεία παροχής επιλεκτικής πληροφόρησης προς τους πελάτες και παροχής κινήτρων προς ορισμένες κατηγορίες πελατών με ενδεχόμενο αποτέλεσμα να επηρεάζεται η απόφαση τους νια επένδυση Το γεγονός αυτό ενισχύεται από την κοινή θέση των καταγγελλόντων ότι για την αγορά των συγκεκριμένων προϊόντων παρακινήθηκαν από υπαλλήλους της Τράπεζας, τους οποίους σε αρκετές περιπτώσεις κατονομάζουν. Επομένως, προκύπτει ότι η Τράπεζα κατά την προώθηση των ΜΑΕΚ ενήργησε με τρόπο που ακόμη κι αν δεν ήταν στις προθέσεις της, φαίνεται να παρείχε επενδυτικές συμβουλές, χωρίς να έχει συνάψει τις προβλεπόμενες προς τούτο συμβάσεις, κατά παράβαση της παρ. 1 του άρθρου 16 της απόφασης 1/452/1.11.2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και χωρίς να έχει διενεργήσει ως όφειλε αξιολόγηση της καταλληλότητας των επενδυτών, κατά παράβαση της παρ. 4 του άρθρου 25 του ν. 3606/2007 ...», γ) την υπ' αριθ. πρωτ. 4995/25.2.2013 Έγγραφη Σύσταση του Συνηγόρου του Καταναλωτή (κατά τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 5 Ν. 3297/2004) προς την εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία, με την οποία διαπιστώνεται παράβαση των άρθρων 4 παρ. 1, 12 παρ. 3 και 25 Ν. 3606/2007, των άρθρων 8 παρ. 1 και 9ε Ν. 2251/1994 και 197 ΑΚ, με αναφορά στα αυτά ως άνω πραγματικά περιστατικά, αλλά και με επισήμανση: γα) της ελλείψεως πιστοποιήσεως των υπαλλήλων της εκκαλούσας/εφεσίβλητης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας για την παροχή των συγκεκριμένων επενδυτικών υπηρεσιών, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι οι συγκεκριμένοι ανωτέρω αναφερόμενοι στο σκεπτικό τραπεζικοί υπάλληλοι ήσαν κατά τον κρίσιμο χρόνο ειδικώς πιστοποιημένοι για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών και γβ) της συνδρομής περιπτώσεως συγκρούσεως συμφερόντων κατά την έκδοση και διάθεση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων, διότι η εκκαλούσα/εφεσίβλητη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία είναι ταυτοχρόνως ο εκδότης αυτών και ο παρέχων την επενδυτική συμβουλή περί αγοράς τους και ως εκ τούτου ενδεχομένως να μην έχει συμφέρον σε πλήρη ενημέρωση και διαφώτιση των υποψηφίων επενδυτών αναφορικώς με τα στοιχεία της επενδύσεως, διότι αυτό ενδεχομένως θα απέτρεπε μέρος αυτών από την επένδυση, με συνέπεια την μη πλήρη κάλυψη της συγκεκριμένης εκδόσεως και δ) την από 13.9.2013 Απόφαση του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου με θέμα «Παράλειψη συμμόρφωσης της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρίας Λτδ με ορισμένες διατάξεις του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου του 2007 και της Οδηγίας που εκδόθηκε βάσει του εν λόγω Νόμου για την Επαγγελματική Συμπεριφορά των Τραπεζών κατά την Παροχή Επενδυτικών ή Παρεπόμενων Υπηρεσιών και κατά την άσκηση Επενδυτικών Δραστηριοτήτων του 2007», με την οποία με ανάλογο σκεπτικό επιβλήθηκε στην εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία διοικητικό πρόστιμο για παράβαση της προαναφερομένης κυπριακής νομοθεσίας περί παροχής επενδυτικών συμβουλών (παροχή μη σαφών, ανακριβών και παραπλανητικών πληροφοριών προς πελάτες ή πιθανούς πελάτες, παροχή πληροφορήσεως σε μη κατανοητή μορφή, παράλειψη αντλήσεως πληροφοριών για τους πελάτες ή πιθανούς πελάτες αναφορικώς με τη γνώση και την πείρα τους στον επενδυτικό τομέα, παροχή επενδυτικών συμβουλών από μη εγγεγραμμένα στο δημόσιο μητρώο πρόσωπα, παράλειψη γενικής περιγραφής της φύσεως και των κινδύνων των χρηματοοικονομικών μέσων με επαρκείς λεπτομέρειες, ώστε να είναι δυνατή η λήψη επενδυτικής αποφάσεως επί τη βάσει σωστής ενημερώσεως, παράλειψη αξιολογήσεως της καταλληλότητας των πελατών ή πιθανών πελατών να επενδύσουν σε αξιόγραφα). Ενόψει των ανωτέρω, η ως άνω περιγραφείσα στο σκεπτικό παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των κατά περίπτωση υπαλλήλων της εκκαλούσας/εφεσίβλητης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας συνιστά παράβαση: α) των διατάξεων του Ν. 3606/2007, ιδίως δε των διατάξεων των άρθρων 3 παρ. 1 και 2, 4 παρ. 1 και 2 και 25 αυτού, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 4, 8, 12, 13 και 14 της υπ' αριθ. 1/452/1.11.2007 Αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ως και των άρθρων 281, 288 και 334 ΑΚ, β) της διατάξεως του άρθρου 8 Ν. 2251/1994 περί ευθύνης αυτής ως παρέχουσας τραπεζικές - επενδυτικές υπηρεσίες,..., δεδομένου ότι η εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παραβίασε στοιχειώδεις συναλλακτικές της υποχρεώσεις, επιβαλλόμενες από την αρχή της καλής πίστεως, και δεν κατέβαλε πάσα δυνατή επιμέλεια κατά την εκπλήρωση της υποχρεώσεως ενημερώσεως, διαφωτίσεως και παροχής κατάλληλης συμβουλής στους αντισυμβαλλομένους της επενδυτές καταναλωτές της παρεχόμενης επενδυτικής υπηρεσίας και γ) των διατάξεων των άρθρων 147, 149 εδ. β', 197, 198, 297, 298, 914 επ., 922, 932 ΑΚ, καθ' όσον συνιστά εν ταυτώ αδικοπραξία,..., διότι με απατηλά μέσα οι ως άνω προστηθέντες της εκκαλούσας/εφεσίβλητης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας τραπεζικοί υπάλληλοι δολίως προκάλεσαν στους εφεσίβλητους και στην τελευταία εκκαλούσα, οι οποίοι ήσαν συντηρητικοί πελάτες της Τράπεζας, με χαρακτηριστικά μέσου αποταμιευτή και επενδυτή, την απόφαση να επενδύσουν το εις χρήμα κεφάλαιο τους στα εν λόγω επενδυτικά προϊόντα, παριστώντας σε αυτούς ψευδώς ότι αυτά αποτελούν ασφαλή για το κεφάλαιο τους επενδυτική επιλογή, ενώ γνώριζαν οι ίδιοι ή τουλάχιστον τα ανώτερα στελέχη της ότι αυτό δεν ισχύει. Περαιτέρω δε, επιμελώς αποσιώπησαν τους κινδύνους των συγκεκριμένων επενδύσεων, προβάλλοντας σκοπίμως μόνο τα ελκυστικά στοιχεία αυτών, με μόνο σκοπό τη διασφάλιση της κεφαλαιακής επάρκειας της εκκαλούσας/εφεσίβλητης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, μέσω της αντλήσεως κεφαλαίων από τα εν λόγω επενδυτικά προϊόντα και εν τέλει δια της μετατροπής των Μ.Α.Ε.Κ. σε μετοχές, όπως τελικώς συνέβη, κατά τα προεκτεθέντα, με συνέπεια οι τελευταίοι να υποστούν περιουσιακή ζημία, αλλά και ηθική βλάβη λόγω της ψυχικής ταλαιπωρίας, η οποία προκλήθηκε σε αυτούς από την απώλεια του κεφαλαίου τους υπό τις προπεριγραφείσες συνθήκες. Επομένως, το πρωτοβάθμιο το οποίο δέχθηκε τα ίδια, ως προς τους εφεσίβλητους, δεν έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή των ως άνω διατάξεων και την εκτίμηση των αποδείξεων, οι υποστηρίζοντες δε τα αντίθετα τρίτος, τέταρτος και ένατος λόγοι εφέσεως τυγχάνουν αβάσιμοι και απορριπτέοι. Μετά ταύτα, από την ως άνω συμπεριφορά της εκκαλούσας/εφεσίβλητης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας οι εφεσίβλητοι και η τελευταία εκκαλούσα υπέστησαν περιουσιακή ζημία, συνισταμένη στην ποιοτική μετατροπή (ήδη κατά την αγορά των Μ.Χ. 2013/2018 και εν συνεχεία με την αγορά των Μ.Α.Κ. και των Μ.Α.Ε.Κ.) του διαθεσίμου εις χρήμα κεφαλαίου τους σε ιδιαιτέρως επισφαλείς απαιτήσεις κατά της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας (σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα) με τα αναλυτικώς ανωτέρω περιγραφόμενα στο σκεπτικό χαρακτηριστικά, η οποία (ζημία) ισούται με το σύνολο του επενδυθέντος τελικώς σε Μ.Α.Ε.Κ. κεφαλαίου αυτών. Επίσης, υπέστησαν ηθική βλάβη, που πρέπει να αποκατασταθεί με την καταβολή σε αυτούς εύλογης χρηματικής ικανοποίησης, αφού ληφθεί υπόψη η αδικοπραξία της εφεσίβλητης, η οικονομική κατάσταση των μερών, η κοινωνική κατάσταση αυτών, το ύψος της ζημίας τους και η στενοχώρια που υπέστησαν... Έτσι, πρέπει να τους καταβληθούν: α) στον πρώτο το ποσόν των εκατόν σαράντα χιλιάδων ΕΥΡΩ (140.000 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των τριών χιλιάδων ΕΥΡΩ (3.000 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, β) στον δεύτερο το ποσόν των πεντακοσίων χιλιάδων ΕΥΡΩ (500.000 €) ως αποζημίωση και το ποσόν των τριών χιλιάδων ΕΥΡΩ (3.000 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, γ) στον τρίτο το ποσόν των εκατό χιλιάδων ΕΥΡΩ (100.000 €) ως αποζημίωση και το ποσόν των δύο χιλιάδων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (2.500 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, δ) στον τέταρτο το ποσόν των τριάντα χιλιάδων ΕΥΡΩ (30.000 €) ως αποζημίωση και το ποσόν των χιλίων ΕΥΡΩ (1.000 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ε) στον πέμπτο το ποσόν των διακοσίων δέκα χιλιάδων ΕΥΡΩ (210.000 €) ως αποζημίωση και το ποσόν των τριών χιλιάδων ΕΥΡΩ (3.000 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, στ) στον έκτο το ποσόν των πενήντα χιλιάδων ΕΥΡΩ (50.000 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των χιλίων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (1.500 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ζ) στον έβδομο το ποσόν των εκατόν τεσσάρων χιλιάδων τριακοσίων δώδεκα ΕΥΡΩ και πενήντα τριών λεπτών (104.312,53 €) ως αποζημίωση και το ποσόν των δύο χιλιάδων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (2.500 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, η) στον όγδοο το ποσόν των πεντακοσίων ογδόντα δύο χιλιάδων εννιακοσίων δεκαεννέα ευρώ (582.919 €) ως αποζημίωση και το ποσόν των τριών χιλιάδων ΕΥΡΩ (3.000 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, θ) στον ένατο το ποσόν των σαράντα έξι χιλιάδων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (46.500 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των χιλίων ΕΥΡΩ (1.000 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ι) στον δέκατο το ποσόν των πενήντα χιλιάδων ΕΥΡΩ (50.000 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των χιλίων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (1.500 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ια) στον ενδέκατο το ποσόν των πενήντα χιλιάδων ΕΥΡΩ (50.000 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των χιλίων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (1.500 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ιβ) στους δωδέκατο και δέκατη τρίτη, εις ολόκληρον, το ποσόν των τριάντα χιλιάδων τετρακοσίων τριάντα ΕΥΡΩ και τριάντα ενός λεπτών (30.430,31 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε σε καθέναν από αυτούς το ποσόν των χιλίων ΕΥΡΩ (1.000 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ιγ) στον δέκατο τέταρτο το ποσόν των σαράντα οκτώ χιλιάδων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (48.500 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των χιλίων ΕΥΡΩ (1.000 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ιδ) στον δέκατο πέμπτο το ποσόν των ογδόντα χιλιάδων ΕΥΡΩ (80.000 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των δύο χιλιάδων ΕΥΡΩ (2.000 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ιε) στους δέκατο έκτο και δέκατο έβδομο, εις ολόκληρον, το ποσόν των εκατόν πενήντα χιλιάδων ΕΥΡΩ (150.000 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε σε καθέναν από αυτούς το ποσόν των δύο χιλιάδων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (2.500 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ιστ) στους δέκατο όγδοο και δέκατη ένατη, εις ολόκληρον, το ποσόν των πενήντα χιλιάδων ΕΥΡΩ (50.000 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε σε καθέναν από αυτούς το ποσόν των χιλίων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (1,500 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ιθ) στον εικοστό τέταρτο (ήδη εικοστό δεύτερο αναιρεσίβλητο) το ποσόν των εκατόν δεκαπέντε χιλιάδων οκτακοσίων δέκα ΕΥΡΩ (115.810 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των δύο χιλιάδων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (2.500 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, κ) στον εικοστό πέμπτο (ήδη εικοστή τρίτο αναιρεσίβλητο) το ποσόν των εκατόν δεκατριών χιλιάδων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (113.500 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των δύο χιλιάδων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (2.500 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, κα) στις εικοστή έκτη και εικοστή έβδομη (ήδη εικοστή τέταρτη και εικοστή πέμπτη αναιρεσίβλητοι), εις ολόκληρον, το ποσόν των εκατόν τριών χιλιάδων πεντακοσίων τριάντα τριών ΕΥΡΩ και ενενήντα έξι λεπτών (103.533.96 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε σε καθεμία από αυτές το ποσόν των δύο χιλιάδων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (2.500 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, κβ) στην εικοστή έβδομη (ήδη εικοστή Πέμπτη αναιρεσίβλητη) το ποσόν των πέντε χιλιάδων ΕΥΡΩ (5.000 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των δύο χιλιάδων πεντακοσίων ΕΥΡΩ (2.500 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, κγ) στον εικοστό όγδοο (ήδη εικοστό έκτο αναιρεσίβλητο) το ποσόν των τριάντα χιλιάδων ΕΥΡΩ (30.000 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των χιλίων ΕΥΡΩ (1.000 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, και κζ) στην τριακοστή έκτη (ήδη τριακοστή δεύτερη αναιρεσίβλητη) το ποσόν των τριάντα χιλιάδων ΕΥΡΩ (30.000 €) ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των χιλίων ΕΥΡΩ (1.000 €) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Σημειωτέον ότι η εκκαλούσα/εφεσίβλητη αλλοδαπή τραπεζική εταιρεία δεν προσβάλλει με ειδικό λόγο εφέσεως το κεφάλαιο της επιδικασθείσας εις έκαστον των εφεσίβλητων χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης, ως προς το ύψος των επιδικασθέντων επιμέρους ποσών, και ως εκ τούτου, μετά την απόρριψη του ενάτου λόγου εφέσεως περί εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής του άρθρου 932 ΑΚ λόγω μη συνδρομής των όρων της αδικοπραξίας, το Δικαστήριο δεν επιλαμβάνεται περαιτέρω του συγκεκριμένου κεφαλαίου της εκκαλουμένης αποφάσεως. Εξάλλου, με τον έκτο λόγο εφέσεως η εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 297, 298 και 914 ΑΚ, δεχόμενο ότι υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ του προβαλλομένου ως ζημιογόνου γεγονότος και της επελθούσας ζημίας των εφεσίβλητων, διότι μετά τη θέση αυτής υπό καθεστώς ειδικής εξυγιάνσεως την 26.3.2013 με τον «Περί Εξυγίανσης Τραπεζικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμο (17) 2013» της Κυπριακής Δημοκρατίας η μετατροπή των Μ.Χ. 2013/2018, Μ.Α.Κ. και Μ.Α.Ε.Κ. σε μετοχές αυτής έλαβε χώρα σε εκτέλεση των διατάξεων του Νόμου αυτού με τα αναφερόμενα ανωτέρω στο σκεπτικό της παρούσας Διατάγματα της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, η οποία οριζόταν ως Αρχή Εξυγιάνσεως, η όποια περιουσιακή ζημία των εφεσίβλητων δεν οφείλεται στην αγορά των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων κατά τα έτη 2008, 2009 και 2011, αλλά σε επιγενόμενα γεγονότα ανωτέρας βίας, μη δυνάμενα να προβλεφθούν εκ των προτέρων, λαβόντα χώρα κατά το μήνα Μάρτιο του έτους 2013, και μάλιστα μη συνδεόμενα με δικές της ενέργειες ή παραλείψεις (ήτοι στην ψήφιση του ως άνω Νόμου της Κυπριακής Δημοκρατίας και στην έκδοση των προαναφερομένων Διαταγμάτων της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου), και ως εκ τούτου συντρέχει περίπτωση διακοπής του αιτιώδους συνδέσμου. Εν προκειμένω, ως αναγκαίος όρος για την κατάφαση ευθύνης προς αποζημίωση αποτελεί, μεταξύ άλλων η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ του νομίμου λόγου ευθύνης (αντισυμβατική ή παράνομη συμπεριφορά) του δράστη και της επελθούσας ζημίας του θύματος. Στην προκειμένη περίπτωση, νόμιμο λόγο ευθύνης της εν λόγω αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας συνιστούν (και δη σωρευτικώς) η παράβαση της εν τοις πράγμασι καταρτισθείσας μεταξύ των διαδίκων συμβάσεως παροχής επενδυτικών συμβουλών (εν προκειμένω υπό τη μορφή της συστάσεως - παράβαση άρθρων 3 παρ. 1 και 2, 4 παρ. 1 και 2 και 25 Ν. 3606/2007, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 4, 8, 12, 13 και 14 της υπ’ αριθ. 1/452/1.11.2007 Αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ως και των άρθρων 281, 288 ΑΚ), η παράβαση του άρθρου 8 Ν. 2251/1994 περί ευθύνης του παρέχοντος υπηρεσίες και η αδικοπραξία (άρθρα 914 επ. ΑΚ), κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα ανωτέρω στο σκεπτικό, ενώ ζημία, όπως έχει ήδη επισημανθεί, συνιστά όχι αυτή καθ' εαυτή η μετατροπή κεφαλαίου (μετρητών χρημάτων) των εφεσίβλητων σε μετοχές, αλλά το γεγονός ότι το κεφάλαιο αυτό εξήλθε της περιουσίας τους και αντ' αυτού δεν εισήλθε ισοδύναμο ποιοτικώς μέγεθος, αλλά κάτι έτερο (aliud), ήτοι σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα, ιδιαιτέρως επισφαλή, μη παρέχοντα δικαίωμα επιστροφής του κεφαλαίου και, εν τέλει, μηδενικής αξίας λόγω της πραγματικής οικονομικής καταστάσεως της εν λόγω αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, με συνέπεια η ζημία των εφεσίβλητων και της τελευταίας εκκαλούσας να θεωρείται επελθούσα, ακόμη και σε περίπτωση, καθ' ην δεν είχε χωρήσει μετατροπή σε τραπεζικές μετοχές, Μεταξύ των πλειόνων συρρεόντων νομίμων λόγων ευθύνης της εν λόγω αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας και της ως άνω ζημίας των εφεσίβλητων και της τελευταίας εκκαλούσας υφίσταται πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος, δεδομένου ότι, εάν η εκκαλούσα είχε παράσχει, ως ώφειλε κατά τις αρχές της καλής συναλλακτικής πίστεως, τη δέουσα πλήρη ενημέρωση και διαφώτιση στους ως άνω πελάτες της ως προς τη φύση, τη λειτουργία και, κυρίως, τους κινδύνους της επενδύσεως στα συγκεκριμένα προϊόντα και δεν επεδείκνυε συστηματικώς την προπεριγραφείσα απατηλή συμπεριφορά, οι εφεσίβλητοι και τη τελευταία εκκαλούσα, κατά τους κανόνες της λογικής και τα διδάγματα της κοινής πείρας, δεν θα είχαν επενδύσει στα προϊόντα αυτά και θα είχε αποφευχθεί η ζημία τους. Πρέπει, ιδίως, να επισημανθεί ότι κατά το χρόνο εκδόσεως των Μ.Α.Ε.Κ. (2011), το Ενημερωτικό Δελτίο των οποίων αναφέρεται εκτενώς - το πρώτον - σε «Γεγονός Βιωσιμότητας» και σε «Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου», τα οποία, εφ' όσον επισυμβούν, οδηγούν υποχρεωτικώς σε μετατροπή των Μ.Α.Ε.Κ. σε μετοχές, η εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία σαφώς γνώριζε την σημαντική επιδείνωση των οικονομικών μεγεθών της και τη δραματική υποβάθμιση της κεφαλαιακής της επάρκειας λόγω της υπερβολικής εκθέσεως αυτής σε Ο.Ε.Δ., γεγονός, το οποίο επιρρωνΰει τη βασική παραδοχή ότι προεχόντως τα Μ.Α.Ε.Κ. σχεδιάσθηκαν ειδικώς, προκειμένου να απορροφήσουν τις ιδιαιτέρως αυξημένες ζημίες της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας από την υπερβολική έκθεση της σε Ο.Ε.Δ. και να αναπληρώσουν τις απώλειες της σε πρωτοβάθμιο κεφάλαιο. Ζήτημα διακοπής του αιτιώδους συνδέσμου από την παρεμβολή του Κυπριακού Δημοσίου (δια της θέσεως σε ισχύ του ως άνω Νόμου) και της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (δια της εκδόσεως των προαναφερομένων Διαταγμάτων) δεν τίθεται, αφ' ενός διότι η ζημία των κατόχων των Μ.Α.Ε.Κ. είχε ήδη επέλθει με την αγορά των επιδίκων τριών επενδυτικών προϊόντων σε προγενέστερο χρόνο, αφ’ ετέρου δε διότι, εν πάση περιπτώσει, με τις εν λόγω νομοθετικές παρεμβάσεις απλώς υλοποιήθηκαν οι όροι του αφορώντος στα Μ.Α.Ε.Κ. Ενημερωτικού Δελτίου, όπως αυτοί παρατίθενται αναλυτικώς ανωτέρω στο σκεπτικό δηλαδή δεν πρόκειται περί επελεύσεως άλλου εξαιρετικού και απροβλέπτου γεγονότος, ανεξάρτητου προς την αρχική αδικοπραξία, εντελώς ασχέτου προς το γεγονός, το οποίο ήταν πρόσφορο να επιφέρει και θα επέφερε το βλαπτικό αποτέλεσμα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και εν τέλει δεν επήλθε λόγω του πράγματι επελθόντος εξαιρετικού και απροβλέπτου γεγονότος, με συνέπεια τη διακοπή του αιτιώδους συνδέσμου .... Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με παρεμφερή,  έστω και ελλιπή αιτιολογία, η οποία παραδεκτώς συμπληρώνεται από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 534 ΚΠολΔ), απέρριψε τον ισχυρισμό της εν λόγω αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας περί διακοπής της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ του νομίμου λόγου ευθύνης της και της επελθούσας ζημίας των εφεσίβλητων λόγω παρεμβολής γεγονότων ανωτέρας βίας, δεν έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 297, 298 και 914 ΑΚ, ο υποστηρίζων δε τα αντίθετα έκτος λόγος εφέσεως τυγχάνει αβάσιμος και απορριπτέος. Περαιτέρω, με τον έβδομο λόγο εφέσεως η εκκαλούσα/εφεσίβλητη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 300 ΑΚ και την εκτίμηση των αποδείξεων, με συνέπεια να απορρίψει ως αβάσιμη κατ' ουσίαν την παραδεκτώς με τις προτάσεις προταθείσα εκ μέρους της ένσταση συντρέχοντας πταίσματος των εφεσίβλητων περί την πρόκληση και την έκταση της ζημίας τους, διότι αυτοί: α) δεν ζήτησαν πληροφορίες για την ακριβή φύση και τους κινδύνους των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων, ώστε να προβούν σε εκποίηση αυτών στη δευτερογενή αγορά (Χρηματιστήριο) και β) μετά την ακύρωση των τόκων περί το μήνα Ιούνιο του έτους 2012 δεν έσπευσαν να ρευστοποιήσουν τα χρεόγραφα τους στη χρηματιστηριακή αγορά με τον αυτό σκοπό, ακολούθως δε να εισπράξουν το τίμημα της πωλήσεως, αποκομίζοντας ενδεχομένως και κέρδος, ενώ, εάν ορθώς έκρινε, έπρεπε να αφαιρέσει από τα επιδικασθέντα ποσά αποζημιώσεως τα αναφερόμενα στο δικόγραφο της εφέσεως δι' έκαστο εφεσίβλητο ποσά. Ωστόσο, η υπό κρίση ένσταση τυγχάνει αβάσιμη και απορριπτέα, κατά το πρώτο μεν σκέλος της διότι υπό τις ανωτέρω λεπτομερώς περιγραφόμενες συνθήκες προσεγγίσεως και καταπείσεως των εφεσίβλητων με απατηλά μέσα να προβούν στις επίδικες επενδύσεις δεν νοείται συνδρομή συντρέχοντος πταίσματος αυτών (πολλώ δε μάλλον δεν τίθεται ζήτημα ετοιμότητας των εφεσίβλητων να προβούν σε χρηματιστηριακή πώληση των ομολόγων τους καθ' ο χρόνο εισπράττουν τόκους με κανονικούς ρυθμούς), αφ’ ετέρου δε μετά την ακύρωση των τόκων κατά το μήνα Ιούνιο του έτους 2012 η κατακόρυφη πτώση της χρηματιστηριακής αξίας των εν λόγω προϊόντων και εν τέλει ο μηδενισμός της (μετά την υποχρεωτική μετατροπή αυτών σε μετοχές μηδενικής πραγματικής αξίας) καθιστούν κάθε απόπειρα πωλήσεως αυτών στη χρηματιστηριακή αγορά άνευ αντικειμένου. Άλλωστε, οι εδώ εφεσίβλητοι, ως μέσοι συντηρητικοί αποταμιευτές - επενδυτές, δεν είχαν ειδικές νομικές και χρηματοοικονομικές γνώσεις και, εν πάση περιπτώσει, δεν διέθεταν ειδικούς νομικούς και χρηματιστηριακούς συμβούλους (όπως εθεωρείτο αναγκαίο, κατά τα αναφερόμενα στα σχετικά Ενημερωτικά Δελτία), ώστε να λαμβάνουν συνεχώς νομική και χρηματοοικονομική ενημέρωση για την εξέλιξη της επενδύσεως τους και να αντιλαμβάνονται πλήρως και επαρκώς τις μεταβολές των χρηματιστηριακών δεικτών, για το λόγο δε αυτό μόνη η προς τους εφεσίβλητους αποστολή από την εν λόγω αλλοδαπή τραπεζική εταιρία εγγράφων ενημερώσεων (statements) για τις αποδόσεις των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων σε τακτά χρονικά διαστήματα δεν αρκεί προς απόδειξη της πλήρους γνώσεως αυτών περί τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των προϊόντων αυτών, αλλά μόνο περί το χαρακτήρα τους ως επενδύσεων (τον οποίο οι εφεσίβλητοι και η τελευταία εκκαλούσα δεν αμφισβητούν, καθ' όσον δεν ισχυρίζονται ότι τα εν λόγω προϊόντα ήσαν προθεσμιακές καταθέσεις, αλλά προϊόντα ομοιάζοντα προς προθεσμιακές καταθέσεις, προς τις οποίες και συγκρίθηκαν από τους κατά περίπτωση τραπεζικούς υπαλλήλους, κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα ανωτέρω στο σκεπτικό), τις οποίες όμως ευλόγως θεωρούσαν ασφαλείς και χωρίς κίνδυνο για το επενδυόμενο κεφάλαιο τους, το αυτό δε ισχύει και για τις από 18.5.2009 (για τα Μ.Α.Κ.) και από 20.4.2011 (για τα Μ.Α.Ε.Κ.) ενημερωτικές επιστολές της εν λόγω αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας προς τους μετόχους και τους κατόχους Μ.Χ. 2013/2018, Μ.Α.Κ. και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 2007 (κατά περίπτωση), οι οποίες απεστάλησαν και στους εφεσίβλητους, διότι η αποστολή των εν λόγω εγγράφων καλύπτει μεν τύποις τη γενική υποχρέωση ενημερώσεως των υποψηφίων επενδυτών (με χρήση συνθέτων και μη ευχερώς κατανοητών από τον μέσο μη «επαγγελματία» επενδυτή τεχνικών νομικών - χρηματοοικονομικών όρων), δεν αποδεικνύει όμως πλήρη και ουσιαστική γνώση της πραγματικής φύσεως και λειτουργίας των εν λόγω προϊόντων και – προεχόντως - των κινδύνων τους από τους συγκεκριμένους στερούμενους ειδικών νομικών και χρηματοοικονομικών γνώσεων επενδυτές, στοιχεία, τα οποία κατά τη ζώσα επικοινωνία των τελευταίων με τους κατά περίπτωση υπαλλήλους (οι οποίοι και είχαν την πρωτοβουλία της προσεγγίσεως των υποψηφίων επενδυτών είτε τηλεφωνικώς είτε δια ζώσης στο πλαίσιο τραπεζικής συναλλαγής) επιμελώς αποσιωπήθηκαν, ενώ παρεσχέθησαν σαφείς και ρητές διαβεβαιώσεις για την κεφαλαιακή επάρκεια της εκκαλούσας/εφεσίβλητης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, την ασφάλεια του επενδυόμενου κεφαλαίου και την καταγραφή υψηλών αποδόσεων τόκου. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε ως αβάσιμη την προταθείσα ένσταση συντρέχοντος πταίσματος, δεν έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 297, 298 και 300 ΑΚ και την εκτίμηση των αποδείξεων, ο υποστηρίζων δε τα αντίθετα έβδομος λόγος εφέσεως τυγχάνει αβάσιμος και απορριπτέος. ...   Επιπλέον, καθ' όσον αφορά στον πέμπτο λόγο εφέσεως (περί αντιφατικών ισχυρισμών της εκκαλουμένης αποφάσεως ως προς τους μη διαδίκους στην παρούσα δίκη δεύτερο και τρίτο εναγομένους . και ., διευθυντικά στελέχη της εκκαλούσας/εφεσίβλητης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας), αυτός τυγχάνει απορριπτέος προεχόντως ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, δεδομένου ότι η ευθύνη της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας προς αποζημίωση είναι αυτοτελής και θεμελιώνεται επαρκώς στην εκκαλουμένη απόφαση, κατά τα ανωτέρω αναλυτικώς εκτεθέντα στο σκεπτικό, και δεν επηρεάζεται από την κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ως προς τη θεμελίωση ή μη ατομικής (ενδοσυμβατικής ή αδικοπρακτικής) ευθύνης συγκεκριμένων φυσικών προσώπων (στελεχών της) προς αποζημίωση, ε) Εξάλλου, οι κρίσεις που προεκτέθηκαν σχετικά με τους απορριφθέντες λόγους της με ΓΑΚ/2018 και ΕΑΚ/2018 εφέσεως της Τράπεζας Κύπρου, ισχύουν ομοίως και επί των αντίστοιχων ισχυρισμών της τελευταίας, για κακή ερμηνεία του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, επί της συνεκδικαζομένης εφέσεως με ΓΑΚ/2017 και ΕΑΚ/21-12-2017 της τριακοστής έβδομης ενάγουσας (.) (ήδη τριακοστή τρίτη αναιρεσίβλητη), που κρίνονται ομοίως απορριπτέοι. Πέραν τούτων αναφορικά με την τελευταία, δεν αποδείχθηκε ότι η εν λόγω εκκαλούσα γνώριζε τους όρους και τους κινδύνους επένδυσης στα ένδικα προϊόντα της Τράπεζας Κύπρου, όπως προεκτέθηκε. Το γεγονός ότι ήταν υπάλληλος της αντιδίκου της δεν της προσέδωσε περισσότερες γνώσεις επ' αυτών, σε σχέση με τους άλλους επενδυτές - εφεσίβλητους. Η ιδιότητα της ως τραπεζικής υπαλλήλου δεν αποτελεί αρκετό εφόδιο για την κατανόηση των ένδικων επενδυτικών κινδύνων, δεδομένου ότι αυτή ήταν ειδική επί των τεχνικών, ως μηχανικός και δεν είχε γνώσεις περί τα οικονομικά, ως προεκτέθηκε. Εξάλλου, οι συνάδελφοί της στο εργασιακό της περιβάλλον δεν (ενν. είχαν) τη βούληση να την προστατεύσουν από την αποδεδειγμένα επικίνδυνη και επιζήμια αυτή επενδυτική κίνηση. Εξάλλου, και στη δική της περίπτωση, η πρωτοβουλία για την επένδυση ανάγεται στην εφεσίβλητη τράπεζα, η οποία την προσκάλεσε προς τούτο με ηλεκτρονικό μήνυμα. Συνεπώς, εσφαλμένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε άλλως και πρέπει, κατά τούτο, αφού γίνει δεκτή η εν λόγω έφεση στην ουσία της, να της αποδοθεί το παράβολο, να εξαφανιστεί κατά το κεφάλαιο αυτό η εκκαλουμένη, να γίνει δεκτή η αγωγή της κατά το αιτούμενο ποσό αποζημίωσης των 50.000 ευρώ και εν μέρει ως προς το αιτούμενο για χρηματική ικανοποίηση της ποσό των 2.000 ευρώ, αφού ληφθεί υπόψη η αδικοπραξία της εφεσίβλητης, η οικονομική κατάσταση των μερών, η κοινωνική κατάσταση της εκκαλούσας, το ύψος της ζημίας της και η στενοχώρια που υπέστη, το οποίο κρίνεται κατ' αυτά εύλογο..». Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, το Εφετείο: 1. Δέχθηκε την έφεση της 33ης αναιρεσίβλητης, εξαφάνισε την εκκαλούμενη απόφαση με την οποία είχε απορριφθεί η αγωγή αυτής, και, αφού απέρριψε τις ενστάσεις της αναιρεσείουσας, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και υποχρέωσε την αναιρεσείουσα να καταβάλει στην 33η αναιρεσίβλητη το συνολικό ποσό των 52.000,00 ευρώ, ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης, και 2. απέρριψε την έφεση της αναιρεσείουσας κατά της εκκαλούμενης απόφασης, με την οποία είχε γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή των 1ου, 2ου, 3ου, 4ου, 5ου, 6ου, 7ου, 8ου, 9ου, 10ου, 11ου, 12ου, 13ης, 14ου, 15ου, 16ου, 17ου, 18ου, 19ης, 22ου, 23ου, 24ης, 25ης, 26ου, 32ου των αναιρεσίβλητων και υποχρεώθηκε η αναιρεσείουσα να καταβάλει τα παραπάνω αντίστοιχα ποσά στον καθένα, με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της επίδοσης της αγωγής, ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.

 

Με αυτά που δέχθηκε και έτσι που έκρινε το Εφετείο, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 297, 298, 330, 342 και 914 του ΑΚ, καθόσον τα παραπάνω ανελέγκτως γενόμενα δεκτά ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά συνιστούν, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, αυτοτελώς και ανεξάρτητα από τη σύμβαση (παροχής επενδυτικών υπηρεσιών με σύσταση), παράνομη και υπαίτια (υπό τη μορφή του δόλου) συμπεριφορά των προστηθένων υπαλλήλων της αναιρεσείουσας, λόγω παραβίασης των συναλλακτικών υποχρεώσεών τους, που επιβάλλονται από την αρχή της καλής πίστης και τις προαναφερθείσες ουσιαστικές διατάξεις, υφίσταται δε μεταξύ της συμπεριφοράς αυτών και της επελθούσας ζημίας των 1ου, 2ου, 3ου, 4ου, 5ου, 6ου, 7ου, 8ου, 9ου, 10ου, 11ου, 12ου, 13ης, 14ου, 15ου, 16ου, 17ου, 18ου, 19ης, 22ου, 23ου, 24ης, 25ης, 26ου, 32ου και 33ης των αναιρεσίβλητων, αιτιώδης σύνδεσμος, αφού η ανωτέρω συμπεριφορά ήταν ικανή, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη βλάβη αυτή, την οποία και επέφερε, κατά τις ανέλεγκτες παραδοχές του, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ώστε να στοιχειοθετείται, με την εν λόγω υπαίτια και παράνομη συμπεριφορά των προστηθέντων της αναιρεσείουσας αδικοπραξία αυτών και να δικαιολογείται, έτσι, η παραδοχή της αγωγής των παραπάνω αναιρεσίβλητων. Ορθά, επίσης, το Εφετείο ερμήνευσε και εφάρμοσε τις πιο πάνω διατάξεις, απορρίπτοντας τον ισχυρισμό της αναιρεσείουσας ότι ο αιτιώδης αυτός σύνδεσμος διακόπηκε με τη μεσολάβηση της ψήφισης του ειδικού νόμου στις 22 .3.2013 και τα κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντα Διατάγματα της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου για τη θέση της αναιρεσείουσας σε εξυγίανση με ίδια μέσα, δυνάμει των οποίων τα ως άνω ΜΑΕΚ μετατράπηκαν υποχρεωτικά σε μετοχές Δ' τάξεως και στη συνέχεια σε συνήθεις μετοχές της τράπεζας, με ονομαστική αξία εκάστης 0,01 ευρώ, καθόσον, με βάση όσα δέχθηκε το Εφετείο για το ζημιογόνο γεγονός, τη ζημία των ως άνω αναιρεσίβλητων και τη μεταξύ αυτών σύνδεση, το επελθόν αποτέλεσμα της ζημίας δεν επηρεάστηκε ως προς την επέλευσή του από τον ως άνω, μεταγενέστερο, ειδικό νόμο της 22.3.2013 «περί Εξυγίανσης Τραπεζικών και Άλλων Ιδρυμάτων» και τα κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντα Διατάγματα της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, τα οποία, επομένως, αποτελούν γεγονότα αδιάφορα για το κρίσιμο ζήτημα της αιτιώδους συνάφειας, ως μεταγενέστερα του χρόνου επέλευσης της ζημίας, δεδομένου ότι χωρίς την πλημμελή πληροφόρηση και συμβουλή, την υπαίτια και με απατηλά μέσα παραπλάνηση αυτών και την αποσιώπηση των χαρακτηριστικών της συγκεκριμένης επένδυσης, στο πλαίσιο οργανωμένου από την αναιρεσείουσα σχεδίου προσέλκυσης, από τους ανωτέρω υπαλλήλους της, και πρόκλησης απόφασης των αναιρεσιβλήτων πελατών της να επενδύσουν στα ένδικα επενδυτικά προϊόντα, δηλαδή υπό συνθήκες μη εξαπάτησής τους, σωστής πληροφόρησης περί των χαρακτηριστικών της ανωτέρω επένδυσης και ορθής παροχής υπηρεσιών, οι παραπάνω επενδυτές - καταναλωτές αναιρεσίβλητοι, δεν θα είχαν επιλέξει να προχωρήσουν σ' αυτήν και θα απείχαν από τη συγκεκριμένη τοποθέτηση των χρημάτων τους, διατηρώντας αυτά στην περιουσία τους, και έτσι η αγορά των ένδικων ομολόγων αποφασίσθηκε ως αποτέλεσμα της εξαπάτησης αυτών και της παράβασης της ανωτέρω υποχρέωσης πληροφόρησης και παροχής υπηρεσιών, οι οποίες έλαβαν χώρα κατά το στάδιο πριν από την αγορά τους, ως συνέπεια δηλαδή της παραπλάνησης αυτών και της πλημμελούς πληροφόρησης εκ μέρους των προστηθέντων της αναιρεσείουσας, και, ως εκ τούτου, η ιδία η αγορά των ομολόγων, άρα και η ίδια η τοποθέτηση των χρηματικών ποσών, οι οποίες δεν απετράπησαν, είναι το επιζήμιο αποτέλεσμα της προηγηθείσας αδικοπρακτικής συμπεριφοράς της αναιρεσείουσας τράπεζας. Η κεφαλαιακή ανεπάρκεια της αναιρεσείουσας προκάλεσε την ως άνω κρατική παρέμβαση και όχι η κρατική παρέμβαση την ανεπάρκεια. Επομένως, κατ’ εφαρμογή της θεωρίας της διαφοράς (σύγκριση υποθετικής με υπάρχουσα περιουσιακή κατάσταση), η αποκαταστατέα ζημία, που συνδέεται αιτιωδώς με τις γενόμενες δεκτές ως παράνομες πράξεις των προστηθέντων της αναιρεσείουσας, ταυτοποιείται στο ύψος των χρηματικών ποσών που καθένας των ως άνω αναιρεσιβλήτων τοποθέτησε στη συγκεκριμένη επένδυση (θετική ζημία) και αποκαθίσταται μέσω της απόδοσής τους. Η πλήρωση του αιτιώδους συνδέσμου ανάμεσα στους ανωτέρω πλείονες συρρέοντες νόμιμους λόγους ευθύνης και στη ζημία είναι από τα πράγματα πρόδηλη, αφού χωρίς τις συγκεκριμένες πράξεις και παραλείψεις δεν θα είχαν επενδυθεί τα ποσά και θα είχε αποφευχθεί η ζημία των ανωτέρω αναιρεσίβλητων, η οποία, κατά τις αναιρετικά ανέλεγκτες παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, επήλθε ήδη κατά τον χρόνο σύναψης των επίδικων συμβάσεων (Μ.Χ. 2008, Μ.Α.Κ. 2009, Μ.Α.Ε.Κ. 2011), δεδομένου ότι συνέπεια της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς των παραπάνω υπαλλήλων - προστηθέντων της αναιρεσείουσας οι ανωτέρω αναιρεσίβλητοι διέθεσαν στην αναιρεσείουσα τα (ισόποσα με τη ζημία τους) χρηματικά ποσά και έλαβαν ως αντιπαροχή, όχι αυτό που τους εμφάνισαν οι προστηθέντες της αναιρεσείουσας και προσδοκούσαν, ήτοι προϊόντα με χαρακτηριστικά βέβαιης και ασφαλούς τραπεζικής προθεσμιακής κατάθεσης, αλλά υβριδικούς τίτλους, άληκτους για τα Μ.Α.Κ. και Μ.Α.Ε.Κ. και κατ’ ουσίαν άληκτους και για τα Μ.Χ., χωρίς καμία υποχρέωση της αναιρεσείουσας για εξαγορά των άνω επενδυτικών προϊόντων, αφού μόνο προαιρετικό ήταν το δικαίωμά της αυτό, με αποτέλεσμα να υπάρχει χρονική σύμπτωση μεταξύ του ζημιογόνου γεγονότος και της προκληθείσας εξ αυτού ζημίας. Σε κάθε περίπτωση, ο απορριφθείς ισχυρισμός της αναιρεσείουσας περί διακοπής του αιτιώδους συνδέσμου ανάγεται στην εκτίμηση πραγμάτων, που εκφεύγει του αναιρετικού ελέγχου (ΑΠ 1083/2022, ΑΠ 1182/2021, ΑΠ 1406/2021, ΑΠ 1177/2018), δεδομένου ότι το αν υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος ή εάν επήλθε ή όχι διακοπή αυτού είναι ζητήματα πραγματικό, που δεν υπόκεινται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, Και τούτο γιατί είναι όντως πραγματικό ζήτημα το αν ένα γεγονός υπήρξε στη συγκεκριμένη περίπτωση αιτία, με την έννοια του αναγκαίου όρου, ενός αποτελέσματος ή αντίστροφα, καθώς και το εάν μεταξύ του γεγονότος και του αποτελέσματος μεσολάβησε ένα άλλο γεγονός, το οποίο διέκοψε τον αιτιώδη σύνδεσμο με το πρώτο και επέφερε αποκλειστικά το αποτέλεσμα (ΑΠ 1083/2022, ΑΠ 1426/2021, ΑΠ 1182/2021). Τα ίδια ως άνω ισχύουν και για το επικαλούμενο από την αναιρεσείουσα διακοπτικό γεγονός της οικειοθελούς μετατροπής των ΜΑΕΚ σε μετοχές τον Μάρτιο 2012, όσον αφορά τους 4°, 12°, 13η, 14η των αναιρεσίβλητων. Επομένως, ο πρώτος λόγος αναίρεσης, κατά το πρώτο σκέλος, με τον οποίο η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος. Παράλληλα, το Εφετείο, υπό τις προεκτεθείσες παραδοχές του, δεν στέρησε την προσβαλλομένη απόφασή του από νόμιμη βάση, καθόσον διέλαβε σ' αυτήν την απαιτουμένη αιτιολογία, που ανταποκρίνεται στο πραγματικό των προδιαληφθεισών ουσιαστικού δικαίου διατάξεων και καθιστά εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο περί της ορθής εφαρμογή αυτών, τις οποίες έτσι δεν παραβίασε ούτε εκ πλαγίου, αφού αναφέρονται στην απόφαση, με σαφήνεια, επάρκεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν το σαφώς διατυπούμενο ως άνω αποδεικτικό της πόρισμα με τις υποστηρίζουσες αυτό παρακάτω παραδοχές, ήτοι ότι οι υπάλληλοι - προστηθέντες της αναιρεσείουσας, κατά την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών με τη μορφή της σύστασης στους 1ο, 2ο, 3ο, 4ο, 5ο, 6ο, 7ο, 8ο, 9ο, 10ο, 11ο, 12ο, 13η, 14ο, 15ο, 16ο, 17ο, 18ο, 19η, 22ο, 23ο, 24η, 25η, 26ο, 32ο και 33η αναιρεσίβλητους - καταναλωτές, ενεργούντες στο πλαίσιο του αναφερόμενου οργανωμένου σχεδιασμού της αναιρεσείουσας και επί τη βάσει ρητών οδηγιών από τις κεντρικές υπηρεσίες αυτής, προσέλκυσαν τους αναιρεσίβλητους με απατηλά μέσα να επενδύσουν στα ένδικα προϊόντα, αποσιώπησαν από αυτούς την πραγματική φύση και λειτουργία των επίδικων επενδυτικών προϊόντων, εκ προθέσεως απέκρυψαν και δεν επισήμαναν σ' αυτούς τους ιδιαιτέρως παραπάνω δυσμενείς όρους των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, σκοπίμως και παραπλανητικώς υπερτόνισαν και προέβαλαν τα φερόμενα ανωτέρω πλεονεκτήματα αυτών, αποσιωπώντας τους περιγραφόμενους κινδύνους, παρέλειψαν να διενεργήσουν τον επιβαλλόμενο στη συγκεκριμένη περίπτωση έλεγχο καταλληλόλητας και συμβατότητας των ανωτέρω αναιρεσίβλητων και, επίσης, παρέλειψαν να θέσουν και γνωστοποιήσουν σ' αυτούς τα αναφερόμενα στο σκεπτικό Ενημερωτικά Δελτία, αλλά ακόμη και αν έθεσαν αυτά υπόψη τους δεν έγινε κατανοητό το περιεχόμενό τους από τους ανωτέρω αναιρεσίβλητους, αναφέροντας τους λόγους για τους οποίους αυτοί ήσαν συντηρητικοί επενδυτές - καταναλωτές και δεν υπερέβαιναν το πρότυπο του μέσου αποταμιευτή - μη «επαγγελματία» επενδυτή,  στερούμενοι ειδικών γνώσεων επένδυσης, και δικαιολογούσαν την έλλειψη κατανόησης των αναφερομένων στα προαναφερόμενα ενημερωτικά δελτία, με συνέπεια να προκαλέσουν στους αναιρεσίβλητους την απόφαση να προβούν στην ανωτέρω επένδυση, οι οποίοι αν γνώριζαν εξαρχής τα πραγματικά δεδομένα των εν λόγω επενδύσεων, αναμφιβόλως δεν θα προέβαιναν στις συγκεκριμένες επενδυτικές επιλογές Ουδόλως δε διαλαμβάνονται αντιφατικές αιτιολογίες ως προς το χρόνο επέλευσης της ζημίας, αν δηλαδή αυτή επήλθε το 2008 ή το 2009 ή το 2011, καθώς επρόκειτο περί εξελισσόμενης ζημίας, αρχόμενη με την τοποθέτηση των χρημάτων τους, και δεν ήταν αναγκαία η αναφορά ετέρων αιτιολογιών. Επομένως, ο πρώτος, από τον αρ. 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, λόγος της αίτησης αναίρεσης, κατά το δεύτερο σκέλος, με τον οποίο η αναιρεσείουσα υποστηρίζει τα αντίθετα, είναι αβάσιμος.

 

Κατά το άρθρο 300 παρ. 1 εδ. α' ΑΚ, αν εκείνος που ζημιώθηκε συντέλεσε από δικό του πταίσμα στη ζημία ή την έκτασή της, το δικαστήριο μπορεί να μην επιδικάσει αποζημίωση ή να μειώσει το ποσό της. Από την πιο πάνω διάταξη προκύπτει ότι προϋποθέσεις εφαρμογής της είναι: α) η ύπαρξη υποχρέωσης προς αποζημίωση, η οποία δυνατόν να οφείλεται είτε σε αθέτηση ενοχής που προϋπήρχε, είτε σε αδικοπραξία, είτε σε οποιαδήποτε άλλη αιτία και β) ο ζημιωθείς να συντέλεσε από δικό του πταίσμα στη ζημία του ή την έκτασή της, δηλαδή η συμπεριφορά του να συνδέεται αιτιωδώς με την επέλευση ή την έκταση της ζημίας του. Η έννοια της συνυπαιτιότητας είναι νομική και γι' αυτό η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς την ύπαρξη ή μη συντρέχοντος πταίσματος του ζημιωθέντος για την επέλευση της ζημίας του ή την έκτασή της, δηλαδή ως προς το αν τα περιστατικά που το δικαστήριο της ουσίας δέχθηκε ανέλεγκτα ως αποδειχθέντα συγκροτούν ή όχι την έννοια της συνυπαιτιότητας, υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου κατά το άρθρο 559 αρ.1 και 19 ΚΠολΔ για ευθεία και εκ πλαγίου παράβαση κανόνων ουσιαστικού δικαίου, καθώς και για παραβίαση διδαγμάτων κοινής πείρας (ΑΠ 698/2021, ΑΠ 1182/2021, ΑΠ 551/2020). Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 εδ. β’ του ΚΠολΔ ορίζεται περαιτέρω ότι η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας αποτελεί λόγο αναίρεσης μόνο αν τα διδάγματα αυτά αφορούν την ερμηνεία των κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σ' αυτούς. Ως διδάγματα της κοινής πείρας θεωρούνται οι γενικές και αφηρημένες αρχές που αντλούνται από την εμπειρική πραγματικότητα, τη συμμετοχή στις συναλλαγές και τις γενικές τεχνικές ή επιστημονικές γνώσεις που έχουν γίνει κοινό κτήμα και χρησιμοποιούνται από το δικαστήριο είτε για την ανεύρεση με βάση αυτά της αληθινής έννοιας κανόνα ουσιαστικού δικαίου, ιδίως όταν αυτός περιέχει αόριστες νομικές έννοιες, ήτοι για την εξειδίκευση των αόριστων νομικών εννοιών, είτε για την έμμεση απόδειξη κρίσιμων γεγονότων ή την εκτίμηση της αποδεικτικής αξίας των αποδεικτικών μέσων ή στοιχείων που χρησιμοποιήθηκαν κατά το άρθρο 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ (ΟλΑΠ 8/2005). Όμως η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας, κατά την έννοια της ως άνω διάταξης του εδ. β' του αριθ. 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, ιδρύει τον προβλεπόμενο απ’ αυτήν αναιρετικό λόγο, μόνον όταν το δικαστήριο της ουσίας εσφαλμένα χρησιμοποιεί ή παραλείπει να χρησιμοποιήσει τα διδάγματα της κοινής πείρας κατά την ερμηνεία κανόνος δικαίου για την ανεύρεση με βάση αυτά της αληθινής έννοιας αυτού, ιδίως όταν ο κανόνας δικαίου περιέχει νομικές έννοιες ή για την υπαγωγή ή όχι στον κανόνα αυτό των πραγματικών γεγονότων της διαφοράς (ΟλΑΠ 8/2005, ΑΠ 1285/2021, ΑΠ 79/2018). Στην προκείμενη περίπτωση, το Εφετείο με αυτά που παραπάνω δέχθηκε και απέρριψε ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη την προταθείσα από την αναιρεσείουσα ένσταση συνυπαιτιότητας στην πρόκληση της ζημίας και στην έκταση της ζημίας, δεν παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 297, 298 εδ. α, 300, 330, 914, 932 ΑΚ ευθέως ή εκ πλαγίου είτε με την εσφαλμένη ερμηνεία και μη εφαρμογή του άρθρου 330 ΑΚ, είτε με εσφαλμένη υπαγωγή, καθόσον στην προσβαλλόμενη απόφαση σαφώς αναφέρεται: ότι οι ανωτέρω αναιρεσίβλητοι προέβησαν στις επίδικες επενδύσεις με τις περιγραφόμενες συνθήκες προσέγγισης και δόλιας κατάπεισης αυτών με απατηλά μέσα, ότι οι σχετικοί όροι στα υπογραφέντα Ενημερωτικά Δελτία δεν ήταν κατανοητοί από κάποιον μέσο συντηρητικό αποταμιευτή - επενδυτή, που δεν διαθέτει ειδικές νομικές και χρηματοοικονομικές γνώσεις ούτε ειδικούς νομικούς και χρηματιστηριακούς συμβούλους για να λαμβάνει συνεχώς νομική και χρηματοοικονομική ενημέρωση για την εξέλιξη της επένδυσής τους και να αντιλαμβάνονται πλήρως και επαρκώς τις μεταβολές των χρηματιστηριακών δεικτών, και ότι μόνη η λήψη από τους παραπάνω αναιρεσίβλητους των εγγράφων ενημερώσεων (statements) και στον καλυπτόμενο χρόνο της 31 12-2008, με χρήση σύνθετων και μη ευχερώς κατανοητών από τον μέσο μη «επαγγελματία» επενδυτή τεχνικών νομικών χρηματοοικονομικών όρων δεν αποδεικνύει πλήρη και ουσιαστική γνώση της πραγματικής φύσης και λειτουργίας των εν λόγω προϊόντων και - προεχόντως - των κινδύνων τους από τους συγκεκριμένους, στερούμενους ειδικών νομικών και χρηματοοικονομικών γνώσεων, επενδυτές, στοιχεία, τα οποία κατά τη ζώσα επικοινωνία των τελευταίων με τους κατά περίπτωση υπαλλήλους επιμελώς αποσιωπήθηκαν, ενώ παρεσχέθησαν σαφείς και ρητές διαβεβαιώσεις για την κεφαλαιακή επάρκεια της αναιρεσείουσας, την ασφάλεια του επενδυόμενου κεφαλαίου και την καταγραφή υψηλών αποδόσεων τόκου, με αποτέλεσμα να μη θεμελιώνεται συνυπαιτιότητα των αναιρεσιβλήτων τόσο στην πρόκληση της ζημίας όσο και στην έκταση της ζημίας, με ρευστοποίηση και στις 31-12-2008, και να δικαιολογείται η απόρριψη της σχετικής ένστασης καθ' ολοκληρίαν. Παράλληλα, στην προσβαλλόμενη απόφαση με πληρότητα, σαφήνεια εκτίθενται όλα τα πραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία στη συγκεκριμένη περίπτωση για την κρίση του δικαστηρίου περί μη συνδρομής των ως άνω όρων και προϋποθέσεων εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 300 ΑΚ, περί συνυπαιτιότητας των αναιρεσιβλήτων τόσο στην πρόκληση όσο και στην έκταση της ζημίας, ενώ δεν υφίστανται ελλείψεις, ανεπάρκεια στις αιτιολογίες αυτής ούτε αντιφατικές αιτιολογίες σχετικά με το χαρακτηρισμό των παραπάνω περιστατικών που έγιναν δεκτά και έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, και στηρίζουν πλήρως την κρίση του Εφετείου για την αποκλειστική υπαιτιότητα της αναρεσείουσας στην πρόκληση και έκταση της ζημίας των ως άνω αναιρεσίβλητων, ενώ δεν απαιτείτο η αναφορά ετέρων αιτιολογιών. Οι παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης ότι οι ανωτέρω αναιρεσίβλητοι δεν αμφισβήτησαν το χαρακτήρα των ένδικων προϊόντων, για τα οποία έλαβαν τις έγγραφες ενημερώσεις (statements) «καθ’ όσον δεν ισχυρίζονται ότι τα εν λόγω προϊόντα ήσαν προθεσμιακές καταθέσεις, αλλά προϊόντα ομοιάζοντα προς προθεσμιακές καταθέσεις, προς τις οποίες και συγκρίθηκαν από τους κατά περίπτωση τραπεζικούς υπαλλήλους, κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα ανωτέρω στο σκεπτικό, τις οποίες όμως ευλόγως θεωρούσαν ασφαλείς και χωρίς κίνδυνο για το επενδυόμενο κεφάλαιο τους», δεν ενέχει αντίφαση με την έτερη παραδοχή ότι δεν γνώριζαν την αληθή φύση τους, αφού πρόκειται για επιλεκτική περικοπή της προσβαλλόμενης απόφασης, στην οποία διαλαμβάνεται με επάρκεια αιτιολογία, ότι οι αναιρεσίβλητοι είχαν άγνοια της πραγματικής φύσης και λειτουργίας των σύνθετων και μη ευχερώς κατανοητών προϊόντων, η οποία όχι μόνο επιμελώς αποσιωπήθηκε κατά την παροχή της επενδυτικής συμβουλής, αλλά παρασχέθηκαν σ’ αυτούς σαφείς και ρητές διαβεβαιώσεις και για την ασφάλεια του επενδυμένου κεφαλαίου και για την καταγραφή υψηλών αποδόσεων τόκων. Εξάλλου, για την επέλευση των εννόμων συνεπειών της ΑΚ 300 έχει σημασία ο νόμιμος λόγος ευθύνης και ο διαγνωσθείς βαθμός του πταίσματος του ζημιώσαντος, αφού το δικαστήριο ασκεί τη διακριτική ευχέρεια που του παρέχει η ανωτέρω διάταξη λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων και τη βαρύτητα του πταίσματός αυτού και συνεπώς η κακοπιστία της αναιρεσείουσας δεν έχει αναλώσει τα αποτελέσματά της και το νομικό της ενδιαφέρον απλώς και μόνο στην στοιχειοθέτηση της παράνομης συμπεριφοράς της, όπως αβάσιμα η ίδια υποστηρίζει (βλ. ΑΠ 1183/2021).

 

Περαιτέρω, το Εφετείο διαλαμβάνει πλήρεις αιτιολογίες, όσον αφορά την αιτία της μη ρευστοποίησης των τίτλων των ανωτέρω αναιρεσιβλήτων και κατά την παραλαβή των ενημερωτικών εγγράφων στις 31/12/2008. Επομένως, ο από τους αρ. 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ τρίτος λόγος αναίρεσης, κατά το πρώτο και τρίτο σκέλος, αυτού, είναι αβάσιμος. Η περαιτέρω αιτίαση, που προβάλλεται με τον τρίτο λόγο αναίρεσης, κατά το τρίτο σκέλος αυτού, ότι δηλαδή «δεν γίνεται συγχρόνως να αποκρύψαμε τους όρους και να τους γνωστοποιήσαμε στους αντιδίκους εγγράφως δια των οικείων επιστολών που τους αποστείλαμε από το Τμήμα Μετόχων και οι ίδιοι παρέλαβαν ... αποκλείεται να έχει αποκρυβεί αυτό που έχει εγγράφως γνωστοποιηθεί στους αντιδίκους», αποτελεί πραγματικό επιχείρημα της αναιρεσείουσας που συνέχεται με την αξιολόγηση και στάθμιση των αποδείξεων και, συνεπώς, δεν ιδρύει λόγο αναιρέσεως από τον αρ 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Εξάλλου, οι ίδιοι ως άνω πρώτος και τρίτος λόγοι της αίτησης αναίρεσης, κατά το μέρος που αφορούν την επικαλούμενη παραβίαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας είτε κατά την ερμηνεία αυτών είτε κατά την υπαγωγή των προαναφερόμενων πραγματικών περιστατικών είναι απαράδεκτοι, λόγω αοριστίας, διότι δεν αναφέρονται στο αναιρετήριο τα διδάγματα της κοινής πείρας που φέρεται ότι παραβιάστηκαν, η φερόμενη ως εσφαλμένη έννοια που αποδόθηκε από το δικαστήριο της ουσίας στο συγκεκριμένο κανόνα δικαίου, όπως προκύπτει από τα διδάγματα της κοινής πείρας που το δικαστήριο εσφαλμένα δεν εφάρμοσε και η προβαλλόμενη ως ορθή έννοια του ίδιου κανόνα ' δικαίου, η οποία προκύπτει από τα επικαλούμενα διδάγματα της κοινής πείρας που η απόφαση χρησιμοποίησε εσφαλμένα και παντελώς δεν αιτιολόγησε (ΑΠ 1285/2021, ΑΠ 415/2021, ΑΠ 461/2021). Περαιτέρω, ο από τους αρ. 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ δεύτερος λόγος αναίρεσης, κατά το δεύτερο και τρίτο σκέλος αυτού, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των αρχών της Βασιλείας II, των Οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ, της Οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων και των μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων του 2006 έως το 2011, του Διεθνούς Λογιστικού Προτύπου 39, του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 7 και των Κανονισμών 1606/2002 και 1126/2008 είναι απαράδεκτος, ως αλυσιτελής. Και τούτο, διότι με όσα δέχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, όπως ανωτέρω αναλυτικά εκτέθηκαν, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, με βάση τα απ’ αυτήν γενόμενα δεκτά, αφού δεν έκρινε επί της φερεγγυότητας της αναιρεσείουσας με τον τεχνικό τρόπο που εκείνη παραθέτει στην αίτηση αναίρεσης αλλά με βάση την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, και, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του, κατέληξε στο συμπέρασμα περί αφερεγγυότητας της αναιρεσείουσας, οι επικαλούμενες δε ως άνω αιτιάσεις ανάγονται σε επιχειρήματα που αυτή πρόβαλε προς υποστήριξη της προκληθείσας εκδοχής που δεν έγινε δεκτή από το Εφετείο, το οποίο κατέληξε σε πόρισμα διαφορικό από εκείνο που η αναιρεσείουσα θεωρεί σωστό. Κατά τα λοιπά, με τον παραπάνω λόγο αναίρεσης προβάλλονται αιτιάσεις περί εσφαλμένης κρίσης της προσβαλλόμενης απόφασης σχετικά με την κεφαλαιακή ανεπάρκεια και την αφερεγγυότητα της αναιρεσείουσας κατά το χρόνο έκδοσης των Μ.Α.Ε.Κ. και τις επενδύσεις της σε Ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου (Ο.Ε.Δ.) και περί εσφαλμένης κρίσης ως προς το χρόνο δέουσας απομείωσης των Ο.Ε.Δ., οι οποίες ανάγονται στην εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, την αιτιολόγηση με το συσχετισμό και την ανάλυση των αποδείξεων από το Εφετείο, καθώς και στη σαφήνεια, επάρκεια και πειστικότητα των επιχειρημάτων, με βάση τα οποία αυτό στήριξε το σαφές αποδεικτικό του πόρισμα και, συνεπώς, υπό την επίφαση των παραπάνω αναιρετικών λόγων, από τους αρ. 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, η οποία, κατ’ άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ, δεν ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο.

 

Κατά το άρθρο 559 αρ. 20 του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται, αν το δικαστήριο παραμόρφωσε το περιεχόμενο εγγράφου με το να δεχθεί, πραγματικά γεγονότα προδήλως περιστατικά, προδήλως διάφορα, από εκείνα που πράγματι προλαμβάνει και, στη συνέχεια, εξαιτίας της παραμόρφωσης αυτής, καταλήγει σε αποδεικτικό πόρισμα επιζήμιο για τον αναιρεσείοντα, ως προς πράγματα που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, στηρίζοντας την κρίση του αποκλειστικά ή κυρίως στο έγγραφο που κατά τον τρόπο αυτό, παραμορφώθηκε. Επομένως, δεν ιδρύεται, ο αναιρετικός αυτός λόγος, όταν στο δικαστήριο της ουσίας, ενώ αναγιγνώσκει ορθώς, όπως αυτό έχει το περιεχόμενό του εγγράφου, εκτιμά ακολούθως αυτό κατά τρόπο διαφορετικό από εκείνο που ο αναιρεσείων θεωρεί, ως ορθό, αφού η εκτίμηση του αυτή είναι, κατά το άρθρο 561 παρ. 1 του ΚΠολΔ, αναιρετικώς ανέλεγκτη, αλλά ούτε και όταν το Δικαστήριο της ουσίας, ακόμη και αν παραμόρφωσε το έγγραφο, περιορίστηκε να το συνεκτιμήσει με άλλα αποδεικτικά μέσα, χωρίς να προσδώσει ιδιαίτερη βαρύτητα σε αυτό για το σχηματισμό της κρίσης του, χωρίς, δηλαδή, να στηρίξει το αποδεικτικό πόρισμα αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο σε αυτό (ΑΠ 78/2022, ΑΠ 1431/2022, ΑΠ  257/2021). Παραμόρφωση εγγράφου συνιστά, πάντως και η παράλειψη του δικαστηρίου να αναγνώσει μέρος του εγγράφου, όταν το μέρος αυτό είναι κρίσιμο για την ουσία της υπόθεσης (ΑΠ 51/2020, ΑΠ 194/2020, ΑΠ 922/2018). Ο ίδιος λόγος αναίρεσης, για να είναι ορισμένος, θα πρέπει στο αναιρετήριο να προσδιορίζεται (άρθρ. 566 παρ. 2 ΚΠολΔ), μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: α) το έγγραφο που παραμορφώθηκε κατά τρόπο που να προκύπτει η ταυτότητά του, β) το αληθινό του φερόμενου ότι παραμορφώθηκε εγγράφου, κατά λέξη παρατιθέμενο, γ) ποιο ακριβώς περιεχόμενο δέχθηκε το δικαστήριο ότι έχει το έγγραφο αυτό, ώστε από τη σύγκριση του αληθινού περιεχομένου του εγγράφου με εκείνο που φέρεται ότι δέχθηκε η απόφαση να είναι δυνατή η υπό του Αρείου Πάγου κρίση περί ύπαρξης διαγνωστικού σφάλματος, δ) ο ουσιώδης πραγματικός ισχυρισμός για την απόδειξη ή ανταπόδειξη του οποίου χρησιμοποιήθηκε το έγγραφο, ε) ποια ουσιώδη επιρροή άσκησε η λανθασμένη ανάγνωση του εγγράφου επί του διατακτικού της απόφασης, δηλαδή το επιζήμιο συμπέρασμα για τον αναιρεσείοντα, στο οποίο κατέληξε το δικαστήριο εξαιτίας της παραμόρφωσης του εγγράφου και στ) να εκτίθενται (ή να προκύπτει) ότι πρόκειται για έγγραφο από τα προβλεπόμενα στα άρθρα 339 ή 432 ΚΠολΔ (ΑΠ 724/2021, ΑΠ 495/2021, ΑΠ 272/2020). Στην προκειμένη περίπτωση ο από τον αρ. 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ δεύτερος λόγος αναίρεσης, κατά το έκτο σκέλος αυτού, με τον οποίο η αναιρεσείουσα προβάλλει την αιτίαση ότι το Εφετείο παραμόρφωσε τον περιεχόμενο των αναφερόμενων στον αμέσως προηγούμενο λόγο εγγράφων, καθώς και της από 28.4.2014 απόφασης της ΕΚΚ, της έκθεσης της Alvarez & Marshal, της Grant Thorton από τα οποία αποδεικνύεται ότι αυτή ήταν φερέγγυα, είναι απαράδεκτος, λόγω αοριστίας, καθώς δεν αναφέρεται ποια ακριβώς είναι τα έγγραφα το περιεχόμενο των οποίων παραμορφώθηκε και σε τι ακριβώς συνίσταται η παραμόρφωση ούτε ότι το Εφετείο, για όσα έγγραφα αναφέρει, κατέληξε στο αποδεικτικό του πόρισμα στηριζόμενο αποκλειστικά ή κυρίως στα φερόμενα ως παραμορφωθέντα έγγραφα.

 

Με τη διάταξη του αρ. 8 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, που στόχο έχει τη διασφάλιση του συζητητικού συστήματος (άρθρ. 106 ΚΠολΔ), αλλά και την αρχή της ακρόασης των διαδίκων (άρθρο 110 παρ. 2 ΚΠολΔ), ορίζεται ότι αναίρεση επιτρέπεται και όταν το δικαστήριο παρά το νόμο έλαβε υπόψη του πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδρασή στην έκβαση της δίκης. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής ως «πράγματα» θεωρούνται, με την προϋπόθεση της νόμιμης πρότασής τους, οι πραγματικοί ισχυρισμοί των διαδίκων, που έχουν αυτοτελή ύπαρξη και τείνουν στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος, που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο και άρα στηρίζουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, ένστασης ή αντένστασης (ΟλΑΠ 25/2003, ΟλΑΠ 3/1997, ΑΠ 14/2021). Δεν αποτελούν πράγματα οι αρνήσεις (αιτιολογημένοι ή μη) ή οι ισχυρισμοί, που αποτελούν επιχειρήματα ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου από την εκτίμηση των αποδείξεων, και προβάλλονται προς υποστήριξη των απόψεων των διαδίκων, ούτε και οι μη νόμιμοι, απαράδεκτοι, αόριστοι και αλυσιτελείς ισχυρισμοί, οι οποίοι δεν ασκούν επιρροή στην έκβαση της δίκης και στους οποίους το δικαστήριο δεν υποχρεούται να απαντήσει (ΟλΑΠ 14/2004, ΑΠ 41/2021, ΑΠ 1028/2021), ούτε αν το δικαστήριο που δίκασε, έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό που προτάθηκε και τον απέρριψε για οποιοδήποτε λόγο, τυπικό ή ουσιαστικό (ΑΠ 1092/2021, ΑΠ 463/2021, ΑΠ 291/2021), ή όταν αντιμετώπισε και απέρριψε στην ουσία εκ των πραγμάτων προβληθέντα ισχυρισμό, με την παραδοχή ως αποδειχθέντων γεγονότων αντιθέτων προς αυτά που τον συγκροτούν (ΟλΑΠ 11/1996, ΑΠ 455/2021), ούτε τα επικαλούμενα από τους διαδίκους αποδεικτικά μέσα και, πολύ περισσότερο, η αξιολόγηση από το δικαστήριο του περιεχομένου των εγγράφων και των λοιπών αποδεικτικών μέσων (ΑΠ 883/2021, ΑΠ 514/2021, ΑΠ 989/2018). Στην προκείμενη περίπτωση, με τον τρίτο λόγο αναίρεσης, κατά το οικείο μέρος, η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την από τον αρ. 8 του άρθρου 559 ΠολΔ πλημμέλεια, ότι παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, επικαλούμενη, ειδικότερα ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη πραγματικά περιστατικά που επικαλέστηκε προς θεμελίωση του ισχυρισμού της περί συνυπαιτιότητας των αναιρεσιβλήτων τόσο στην πρόκληση της ζημίας τους, και ειδικότερα στην εξ αρχής αποφυγή της επένδυσης, όσο και στην έκταση της ζημίας τους, καθόσον α) «...αν ήθελε υποτεθεί ότι δεν ήθελαν να επενδύσουν σε προϊόντα ως τα επίδικα, καθώς αποστρέφονταν πλήρως τον επενδυτικό κίνδυνο, όφειλαν εκ μόνης της επισκόπησης των εγγράφων που καθείς εξ αυτών υπέγραψε και παρέλαβε για έκαστο των επιδίκων προϊόντων, να αντιληφθούν ότι επρόκειτο για αμιγώς επενδυτικά προϊόντα με ορισμένους κινδύνους. ... είναι γνωστό τοις πάσι ότι δεν είναι καταθετικά και δεν λειτουργούν ως καταθετικά», και β) με τις παραληφθείσες από 11-7-2008. 18-5-2009 και 20-4-2011 ενημερωτικές επιστολές της, που περιείχαν τους όρους των επενδυτικών προϊόντων MX – ΜΑΚ - ΜΑΕΚ, έλαβαν γνώση αυτών, ουδέποτε δε η ίδια ισχυρίστηκε ότι οι αναιρεσίβλητοι ευθύνονται για τον μη περιορισμό της ζημίας τους, διότι μετά την ακύρωση των τόκων περί το μήνα Ιούνιο του έτους 2012 δεν έσπευσαν να ρευστοποιήσουν τα χρεόγραφά τους στη χρηματιστηριακή αγορά με τον αυτό σκοπό, ακολούθως δε να εισπράξουν το τίμημα της πωλήσεως, αποκομίζοντας ενδεχομένως και κέρδος, αλλά η ένστασή της «τοποθετείτο χρονικά την 31-12-2008 ότε και οι αναιρεσίβλητοι έλαβαν το πρώτο statement με την αποτίμηση των MX, που τότε κατείχαν και που αν το είχαν ρευστοποιήσει θα είχαν περιορίσει την ζημία τους κατά το μεγαλύτερο μέρος της... που τότε αποτύπωνε μικρή πτώση της χρηματιστηριακής αξίας των MX...», εκθέτοντας το ύψος κατά το οποίο για κάθε αναιρεσίβλητο θα περιοριζόταν η ζημία του. Ο ανωτέρω λόγος αναίρεσης, κατά το πρώτο σκέλος του (μη επισκόπηση των τίτλων), είναι προεχόντως απαράδεκτος, καθόσον δεν πρόκειται για αυτοτελή ισχυρισμό αλλά για ένα αποδεικτικό επιχείρημα της αναιρεσείουσας συναπτόμενο με την εκτίμηση των αποδείξεων. Εξάλλου, όσον αφορά το δεύτερο σκέλος, η προσβαλλόμενη απόφαση, όπως προκύπτει από το ως άνω εκτεθέν περιεχόμενό της, αντιμετώπισε και απέρριψε στην ουσία εκ των πραγμάτων το σχετικό ισχυρισμό, με την παραδοχή ως αποδειχθέντων γεγονότων αντιθέτων προς αυτά που τον συγκροτούν, αφού το Εφετείο δέχθηκε, ειδικότερα, ότι «... οι εφεσίβλητοι, ως μέσοι συντηρητικοί αποταμιευτές - επενδυτές, δεν είχαν ειδικές νομικές και χρηματοοικονομικές γνώσεις και, εν πάση περιπτώσει, δεν διέθεταν ειδικούς νομικούς και χρηματιστηριακούς συμβούλους (όπως εθεωρείτο αναγκαίο, κατά τα αναφερόμενα στα σχετικά Ενημερωτικά Δελτία), ώστε να λαμβάνουν συνεχώς νομική και χρηματοοικονομική ενημέρωση για την εξέλιξη της επενδύσεως τους και να αντιλαμβάνονται πλήρως και επαρκώς τις μεταβολές των χρηματιστηριακών δεικτών, για το λόγο δε αυτό μόνη η προς τους εφεσίβλητους αποστολή από την εν λόγω αλλοδαπή τραπεζική εταιρία εγγράφων ενημερώσεων (statements) για τις αποδόσεις των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων σε τακτά χρονικά διαστήματα δεν αρκεί προς απόδειξη της πλήρους γνώσεως αυτών για τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των προϊόντων αυτών, αλλά μόνο περί το χαρακτήρα τους ως επενδύσεων (τον οποίο οι εφεσίβλητοι και η τελευταία εκκαλούσα δεν αμφισβητούν, καθ' όσον δεν ισχυρίζονται ότι τα εν λόγω προϊόντα ήσαν προθεσμιακές καταθέσεις, αλλά προϊόντα ομοιάζοντα προς προθεσμιακές καταθέσεις, προς τις οποίες και συγκρίθηκαν από τους κατά περίπτωση τραπεζικούς υπαλλήλους, κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα ανωτέρω» στο σκεπτικό), τις οποίες όμως να ευλόγως θεωρούσαν ασφαλείς και χωρίς κίνδυνο για το επενδυόμενο κεφάλαιο τους, το αυτό δε ισχύει και για τις από 18.5.2009 (για τα Μ.Α.Κ.) και από 20.4.2011 (για τα Μ.Α.Ε.Κ.) ενημερωτικές επιστολές της εν λόγω αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας προς τους μετόχους και τους κατόχους Μ.Χ. 2013/2018, Μ.Α.Κ. και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 2007 (κατά περίπτωση), οι οποίες απεστάλησαν και στους εφεσίβλητους, διότι η αποστολή των εν λόγω εγγράφων καλύπτει μεν τύποις τη γενική υποχρέωση ενημερώσεως των υποψηφίων επενδυτών (με χρήση συνθέτων και μη ευχερώς κατανοητών από τον μέσο μη «επαγγελματία» επενδυτή τεχνικών νομικών - χρηματοοικονομικών όρων), δεν αποδεικνύει όμως πλήρη και ουσιαστική γνώση της πραγματικής φύσεως και λειτουργίας των εν λόγω προϊόντων και -προεχόντως - των κινδύνων τους από τους συγκεκριμένους στερούμενους ειδικών νομικών και χρηματοοικονομικών γνώσεων επενδυτές, στοιχεία, τα οποία κατά τη ζώσα επικοινωνία των τελευταίων με τους κατά περίπτωση υπαλλήλους (οι οποίοι και είχαν την πρωτοβουλία της προσεγγίσεως των υποψηφίων επενδυτών είτε τηλεφωνικώς είτε δια ζώσης στο πλαίσιο τραπεζικής συναλλαγής) επιμελώς αποσιωπήθηκαν, ενώ παρεσχέθησαν σαφείς και ρητές διαβεβαιώσεις για την κεφαλαιακή επάρκεια της εκκαλούσας/ εφεσίβλητης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, την ασφάλεια του επενδυόμενου κεφαλαίου και την καταγραφή υψηλών αποδόσεων τόκου». Προκύπτει, δηλαδή, από τις παραπάνω παραδοχές, ότι το Εφετείο αντιμετώπισε το σχετικό ισχυρισμό της αναιρεσείουσας, πλην όμως, δέχθηκε, κατά τη νοηματική απόδοση του ανωτέρω περιεχομένου της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι οι αναιρεσίβλητοι παρά τη λήψη των ανωτέρω έγγραφων ενημερώσεων (statements), εξακολουθούσαν να έχουν την πεποίθηση ότι θα λάβουν τα χρήματά τους, με αποτέλεσμα να μη συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις συνυπαιτιότητας στην έκταση της ζημίας τους. Επομένως, ο τρίτος αναιρετικός λόγος, κατά το δεύτερο σκέλος αυτού, είναι αβάσιμος.

 

Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 10 του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται, αν το δικαστήριο, παρά το νόμο, δέχτηκε πράγματα που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης ως αληθινά χωρίς απόδειξη. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι ο λόγος αυτός αναίρεσης ιδρύεται όταν το δικαστήριο δέχεται «πράγματα» με την έννοια που προαναφέρθηκε στον αμέσως παραπάνω λόγο αναίρεσης, δηλαδή αυτοτελείς πραγματικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι τείνουν στη θεμελίωση του δικαιώματος που ασκείται με την αγωγή, ένσταση η αντένσταση, χωρίς να έχει προσκομιστεί για αυτά οποιαδήποτε απόδειξη ή όταν το δικαστήριο δεν εκθέτει στην απόφασή του, έστω και γενικά, από ποια αποδεικτικά μέσα έχει αντλήσει την απόδειξη για τα «πράγματα» που δέχθηκε ως αληθινά (ΑΠ 274/2021, ΑΠ 1058/2020, ΑΠ 1597/2018), χωρίς όμως να είναι απαραίτητο να αξιολογείται το καθένα χωριστά (ΑΠ 1186/2021, ΑΠ 1016/2020, ΑΠ 692/2020). Στην προκείμενη περίπτωση, ο από τον αρ. 10 του άρθρου 559 ΚΠολΔ δεύτερος λόγος αναίρεσης κατά το πρώτο σκέλος, με τον προβάλλεται ότι παρά το νόμο η προσβαλλόμενη απόφαση δέχθηκε ως αληθινή την αφερεγγυότητα της Τράπεζας χωρίς να διατάξει αποδείξεις είναι αβάσιμος, αφού από την παραδεκτή (άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ) επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι, το αποδεικτικό πόρισμα, αυτής διαμορφώθηκε με βάση τις προσκομισθείσες από τους διαδίκους αποδείξεις, μη δυνάμενη να θεμελιώσει τον προβαλλόμενο, ως άνω αναιρετικό λόγο (ούτε) η, μετά την εκτίμηση των αποδείξεων, έστω και εσφαλμένη, δικαστική κρίση, αφού η τελευταία, ως αναφερόμενη σε εκτίμηση πραγματικών γεγονότων (πραγμάτων) είναι ανέλεγκτη αναιρετικά, κατ' άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ (ΑΠ 1083/2021, ΑΠ 665/2019).

 

Αναίρεση επιτρέπεται, κατά το άρθρο 559 αρ. 4 ΚΠολΔ, αν το δικαστήριο της ουσίας έχει υπερβεί τη δικαιοδοσία των τακτικών πολιτικών δικαστηρίων. Το πλαίσιο της δικαιοδοσίας των τακτικών πολιτικών δικαστηρίων, ήτοι της εξουσίας της Πολιτείας προς άσκηση της δικαστικής λειτουργίας καθορίζεται από τα άρθρα 1, 3, 22 επ. του ΚΠολΔ. και 94 παρ. 3 του Συντάγματος. Στην εξουσία αυτή της Πολιτείας, όπως οριοθετείται από το νόμο, υπάγονται όλες οι διαφορές του ιδιωτικού δικαίου. Συνεπώς, το αντικείμενο της δίκης στα πολιτικά δικαστήρια είναι μόνο έννομες σχέσεις ιδιωτικού δικαίου, δηλαδή αμφισβητήσεις ή έριδες των διαδίκων περί την ύπαρξη, την έκταση, το περιεχόμενο ή τα υποκείμενα βιοτικής σχέσης προς άλλο  πρόσωπο ή πράγμα. Υπέρβαση της δικαιοδοσίας αυτής υπάρχει, στις περιπτώσεις, που τακτικό πολιτικό δικαστήριο επιλήφθηκε υπόθεσης, μολονότι η συγκεκριμένη υπόθεση, κατά το νόμο, ανήκει στη δικαιοδοσία άλλου δικαιοδοτικού οργάνου (ποινικού ή διοικητικού) ή των διοικητικών αρχών ή στη διεθνή δικαιοδοσία αλλοδαπού δικαστηρίου ή είχε υπαχθεί εγκύρως στη διαιτησία ή συνέτρεχε προνόμιο ετεροδικίας (ΑΠ 1183/2021, ΑΠ 473/2021, ΑΠ 366/2020). Εξάλλου, κατά την έννοια του άρθρου 562 παρ. 2 του ΚΠολΔ. για το παραδεκτό του λόγου αναίρεσης, πρέπει ο ισχυρισμός επί του οποίου στηρίζεται, έστω και αν ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο της ουσίας, να έχει προταθεί νομίμως ενώπιον αυτού και να γίνεται επίκληση στο αναιρετήριο της πρότασης αυτής, εκτός αν πρόκειται α) για παράβαση που δεν μπορούσε να προβληθεί στο δικαστήριο της ουσίας, β) για σφάλμα που προκύπτει από την ίδια την απόφαση και γ) για ισχυρισμό που αφορά τη δημόσια τάξη. Και στις περιπτώσεις όμως αυτές, για να είναι παραδεκτός ο σχετικός ισχυρισμός, ο οποίος προτείνεται για πρώτη φορά ενώπιον του Αρείου Πάγου, όταν αφορά τη δημόσια τάξη ή όταν το σφάλμα προκύπτει από την ίδια την απόφαση, πρέπει, τα πραγματικά γεγονότα στα οποία στηρίζεται να είχαν υποβληθεί, στο δικαστήριο της ουσίας και να γίνεται στο αναιρετήριο επίκληση της υποβολής αυτής (Ολ ΑΠ 15/2000, ΑΠ 966/2017). Στην προκείμενη περίπτωση, με το δεύτερο, κατά το τέταρτο σκέλος, λόγο της αίτησης αναίρεσης προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αρ. 4 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, με την αιτίαση ότι εκδόθηκε επί θέματος που υπερβαίνει τη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων και, συγκεκριμένα, ότι το Εφετείο έκρινε περί των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας που καθορίζουν τη φερεγγυότητά της, ζήτημα για το οποίο μόνες αρμόδιες να αποφανθούν είναι οι Διοικητικές Αρχές που την εποπτεύουν και δη η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κεντρικών Τραπεζών, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και η Τράπεζα της Ελλάδος. Ο λόγος αυτός είναι προεχόντως απαράδεκτος, διότι στο δικόγραφο της αναίρεσης δεν αναφέρεται  ότι η αναιρεσείουσα επικαλέστηκε τα πραγματικά περιστατικά προς θεμελίωση της ως άνω αιτίασης στο δικαστήριο ουσίας. Σε κάθε περίπτωση, ο ανωτέρω λόγος είναι αβάσιμος, καθόσον το Εφετείο δεν υπερέβη τη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων καθώς το αντικείμενο της παρούσας δίκης είναι η αποζημίωση των αναιρεσίβλητων από την Τράπεζα, λόγω αντισυμβατικής, παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς της τελευταίας και των προστηθέντων υπαλλήλων της, αντικείμενο που υπάγεται αποκλειστικά στην αρμοδιότητα των πολιτικών δικαστηρίων, τα οποία, σε κάθε περίπτωση, έχουν δικαιοδοσία να αποφανθούν, έστω και παρεμπιπτόντως, επί κάθε θέματος, ακόμα και διοικητικής φύσης, το οποίο αποτελεί πρόκριμα και είναι αναγκαίο για την επίλυση της ιδιωτικής διαφοράς που φέρεται ενώπιον τους (ΑΠ 445/2020, ΑΠ 27/2019, ΑΠ 246/2019).

 

Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 11 περ γ' του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα, που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν. Ο λόγος αυτός αναίρεσης ιδρύεται, όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν έλαβε υπόψη του υποστατά και αναλόγως έγκυρα αποδεικτικά μέσα που παραδεκτά επικαλέστηκε ο αναιρεσείων και νόμιμα προσκόμισε ο ίδιος ή οποιοδήποτε από τους λοιπούς διαδίκους, προς άμεση ή έμμεση απόδειξη ή ανταπόδειξη κρίσιμων γεγονότων ή λυσιτελών ισχυρισμών, δηλαδή νόμιμων ισχυρισμών, που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, διαμορφώνοντας το διατακτικό της απόφασης (ΟλΑΠ 42/2002), το οποίο θα ήταν διαφορετικό χωρίς τη σχετική παράλειψη, εφόσον βέβαια προτάθηκαν παραδεκτά στο δικαστήριο της ουσίας (πρωτοβάθμιο ή δευτεροβάθμιο). Ωστόσο, στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι ανάγκη να γίνεται ειδική μνεία και χωριστή αξιολόγηση κάθε αποδεικτικού μέσου, αρκεί να γίνεται αδίστακτα βέβαιο από το όλο περιεχόμενο της απόφασης ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα, που επικαλέστηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, έστω και αν στην απόφαση έχει γίνει ιδιαίτερη αναφορά σε ορισμένα μόνο από τα αποδεικτικά μέσα, επειδή θεωρήθηκαν μεγαλύτερης σημασίας κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου. Έτσι, ο ανωτέρω λόγος απορρίπτεται ως κατ’ ουσία αβάσιμος, αν αποδεικνύεται από την απόφαση, ότι λήφθηκαν υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία προσκομίστηκαν και των οποίων έγινε επίκληση, και αρκεί προς τούτο η γενική αναφορά του είδους του αποδεικτικού μέσου (μάρτυρες, έγγραφα κλπ.), χωρίς ανάγκη ειδικής αξιολόγησης καθενός και χωρίς διάκριση από ποια αποδεικτικά μέσα προκύπτει άμεση και από ποια έμμεση απόδειξη (ΑΠ 1186/2021, ΑΠ 50/2020, ΑΠ 1349/2017). Στην προκείμενη περίπτωση, ο τρίτος λόγος αναίρεσης, κατά το οικείο μέλος αυτού, από τον αρ. 11 γ του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τον οποίο η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη τις από 11-7-2008, 18-5-2009 και 20-4-2011 ενημερωτικές επιστολές αυτής, οι οποίοι περιείχαν τους όρους των επενδυτικών προϊόντων MX - ΜΑΚ - ΜΑΕΚ και από τις οποίες αποδεικνυόταν ο ισχυρισμός της ότι οι ανωτέρω αναιρεσίβλητοι έλαβαν γνώση των όρων των επενδυτικών προϊόντων, είναι αβάσιμος, διότι από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης, όπου αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα, που είχαν προσκομιστεί με επίκληση από τους διάδικους, σε συνδυασμό και με το όλο περιεχόμενο της απόφασης, όπως έχει αναφερθεί παραπάνω, δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι το Εφετείο, κατά τη διαμόρφωση του αποδεικτικού του πορίσματος, έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε μετά των λοιπών αποδείξεων και τις φερόμενες ως αγνοηθείσες επιστολές ως αποδεικτικά μέσα.

 

Από τις διατάξεις των άρθρων 298, 914 και 930 παρ. 3 ΑΚ προκύπτει ότι η αποζημίωση, την οποία οφείλει ο παρά το νόμο ζημιώσας άλλον υπαιτίως, περιλαμβάνει τη διαφορά μεταξύ της περιουσιακής κατάστασης του ζημιωθέντος μετά την επέλευση του ζημιογόνου γεγονότος και εκείνης στην οποία θα τελούσε ο ζημιωθείς αν δεν συνέβαινε αυτό το γεγονός. Όταν από το ζημιογόνο γεγονός προκύπτει και ωφέλεια, η οποία τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο προς αυτό, με την έννοια ότι το γεγονός (αυτό) ήταν πρόσφορο να παραγάγει το όφελος, κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων (άρθρο 298 ΑΚ), πραγματική ζημία είναι ό,τι υπολείπεται μετά την αφαίρεση της ωφέλειας. Σε περίπτωση, επομένως, ωφέλειας από το ζημιογόνο γεγονός επιβάλλεται (εφόσον υποβληθεί σχετική ένσταση), για τον προσδιορισμό της ζημίας, ο συνυπολογισμός του οφέλους που προέκυψε, εκτός αν τέτοιος συνυπολογισμός αντίκειται, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, στην καλή πίστη. Ειδικότερα, όταν ο υπόχρεος να αποζημιώσει τον ζημιωθέντα είναι και ο ίδιος υπόχρεος να χορηγήσει στον ζημιωθέντα και την ωφέλεια, είναι δυνατόν από τις γενικές διατάξεις του δικαίου να μην δικαιολογείται στη συγκεκριμένη περίπτωση ο συνυπολογισμός της ωφέλειας στη ζημία, και είναι, επίσης, δυνατόν η καλή πίστη να μην ανέχεται το κέρδος από το ζημιογόνο γεγονός να αποβεί σε ωφέλεια του ζημιώσαντος (ΑΠ 1083/2022, ΑΠ 1185/2021, ΑΠ 1182/2021), Στην προκείμενη περίπτωση, το Εφετείο δέχθηκε, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κατά το ενδιαφέρον τον αναιρετικό έλεγχο μέρος, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: «...Εξάλλου, με τον όγδοο λόγο εφέσεως, η εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 149, 297, 298 και 914 ΑΚ και απέρριψε ως μη νόμιμη την παραδεκτώς προταθείσα με τις προτάσεις της ένσταση συνυπολογισμού στη ζημία των εφεσίβλητου του κέρδους αυτών από την απόληψη τόκων των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων, ενώ, εάν ορθώς έκρινε, έπρεπε να αφαιρέσει από τα επιδικαζόμενα ποσά αποζημιώσεως τα αναφερόμενα στο δικόγραφο της εφέσεως εισπραχθέντα από τους εφεσίβλητους ποσά τόκων. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός, ο οποίος συνιστά παραδεκτώς προβαλλόμενη ένσταση συνυπολογισμού ζημίας και κέρδους (άρθρα 297 και 298 ΑΚ), τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι, και αληθούς υποτιθεμένης της εισπράξεως των ως άνω ποσών τόκων από τους εφεσίβλητους και την τελευταία εκκαλούσα, οι αποδόσεις αυτές δεν συνιστούν κέρδος αυτών από τη ζημία τους, αλλά αποτελούν καρπούς της επενδύσεως τους στα ως άνω επενδυτικά προϊόντα, η οποία σαφώς προέβλεπε συγκεκριμένες απολήψεις. Δηλαδή, οι τόκοι, τους οποίους έλαβαν οι εν λόγω επενδυτές, αποτελούν μεν κέρδος τους, πλην το κέρδος αυτό δεν προέρχεται, δηλαδή δεν συνδέεται αιτιωδώς με το ζημιογόνο γεγονός της απώλειας του κεφαλαίου τους, λόγω της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς των προστηθέντων υπαλλήλων της εκκαλούσας/ εφεσίβλητης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, όπως απαιτείται κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα ανωτέρω στη μείζονα σκέψη, αλλά από την παραχώρηση του κεφαλαίου τους στην τελευταία, η οποία το εκμεταλλεύθηκε με τον προσφορότερο γι' αυτήν τρόπο, αποδίδοντας στους εφεσίβλητους και στην τελευταία εκκαλούσα τους παραγόμενους τόκους. Εν πάση δε περιπτώσει, ο συνυπολογισμός των εισπραχθέντων τόκων ως κέρδους στη ζημία των εφεσίβλητων και της τελευταίας εκκαλούσας, παρίσταται στην ένδικη περίπτωση αντίθετος στην καλή πίστη, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών απατηλής προσελκύσεως αυτών στην αγορά των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο δέχθηκε τα ίδια και απέρριψε ως μη νόμιμη την ως άνω ένσταση συνυπολογισμού ζημίας και κέρδους, δεν έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή των άρθρων 297, 298 και 914 ΑΚ, ο υποστηρίζων δε τα αντίθετα έκτος λόγος εφέσεως τυγχάνει αβάσιμος και απορριπτέος. Έτσι, που έκρινε το Εφετείο, το οποίο απέρριψε ως μη νόμιμη την ανωτέρω ένσταση συνυπολογισμού κέρδους και ζημίας αναφορικά με το ποσό των τόκων που έλαβαν οι αναιρεσίβλητοι ως απόδοση καρπών των ένδικων επενδυτικών προϊόντων, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 298 εδ. α, 914, 930 παρ. 3 ΑΚ, τις οποίες δεν παραβίασε ευθέως, καθόσον, ενόψει του ότι προϋπόθεση για τον συνυπολογισμό είναι να προήλθε το κέρδος και η ζημία από το ίδιο επιζήμιο γεγονός, δεν συντρέχει στη συγκεκριμένη περίπτωση η προϋπόθεση αυτή, αφού το Εφετείο δέχθηκε, ειδικότερα, ότι το κέρδος δεν προκλήθηκε από το επιζήμιο γεγονός της απώλειας του κεφαλαίου των ως άνω αναιρεσιβλήτων, η οποία οφείλεται στην παράνομη και υπαίτια (δόλια) συμπεριφορά των ως άνω υπαλλήλων της αναιρεσείουσας που δημιούργησε σε κάθε αναιρεσίβλητο, αντίστοιχα, την πεπλανημένη πεποίθηση ότι θα του αποδίδονταν μετά από ορισμένο χρονικό διάστημα ακέραιο το κεφάλαιο της επένδυσής του, αλλά από το (μη επιζήμιο, διαφορετικό) γεγονός της παραχώρησης του κεφαλαίου του προς εκμετάλλευση, που στηριζόταν στην απόκτηση της κυριότητας των τίτλων (ομολόγων) και απέδωσαν ως καρπούς τους εισπραχθέντες από τους αναιρεσίβλητους τόκους, τους οποίους αυτοί ανέμεναν να αποκομίσουν, ενώ επί πλέον ο συνυπολογισμός των εισπραχθέντων τόκων ως κέρδους στη ζημία των αναιρεσιβλήτων, υπό τις αναφερόμενες περιστάσεις, αντίκειται στην καλή πίστη Επομένως, ο τέταρτος, από τον αρ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης, κατά το πρώτο σκέλος, είναι αβάσιμος. Παράλληλα, υπό τις προεκτεθείσες παραδοχές του, το Εφετείο δεν στέρησε την προσβαλλόμενη απόφασή του από νόμιμη βάση, καθόσον διέλαβε σ’ αυτήν την απαιτουμένη αιτιολογία, που ανταποκρίνεται στο πραγματικό των προδιαληφθεισών ουσιαστικού δικαίου διατάξεων και καθιστά εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο περί της ορθής εφαρμογής αυτών, τις οποίες έτσι δεν παραβίασε εκ πλαγίου, αφού αναφέρονται στην απόφαση, με σαφήνεια, επάρκεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν το σαφώς διατυπούμενο αποδεικτικό πόρισμα της απόρριψης της παραπάνω ένστασης της αναιρεσείουσας. Επομένως, ο τέταρτος, από τον αρ. 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης, κατά το δεύτερο σκέλος αυτού, είναι αβάσιμος.

 

Η προδικαστική παραπομπή, η οποία προβλέπεται στα άρθρα 19, παράγραφος 3, στοιχείο β', της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και 267 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), αποτελεί θεμελιώδη μηχανισμό του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Σκοπός της είναι η διασφάλιση της ενιαίας ερμηνείας και εφαρμογής του δικαίου αυτού στην Ένωση, με την παροχή στα δικαστήρια των κρατών μελών ενός μέσου το οποίο τους επιτρέπει να υποβάλλουν στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) προδικαστικά ερωτήματα, σχετικά με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή το κύρος των πράξεων των θεσμικών ή λοιπών  οργάνων ή οργανισμών της Ένωσης. Το ΔΕΕ έχει αρμοδιότητα να αποφαίνεται προδικαστικώς επί της ερμηνείας ή του κύρους του δικαίου της Ένωσης, που ασκείται με αποκλειστική πρωτοβουλία του εθνικού δικαστηρίου, ανεξάρτητα από το αν οι διάδικοι της κύριας δίκης έχουν εκφράσει ή όχι την επιθυμία για υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο. Στο εθνικό δικαστήριο, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η διαφορά και το οποίο φέρει την ευθύνη της απόφασης, που θα εκδοθεί, εναπόκειται αποκλειστικά να εκτιμά, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε υπόθεσης, τόσο την αναγκαιότητα της προδικαστικής απόφασης, προκειμένου να εκδώσει τη δική του απόφαση, όσο και τη λυσιτέλεια των ερωτημάτων που υποβάλλει στο Δικαστήριο. Τα δικαστήρια, δηλαδή, των κρατών μελών μπορούν να υποβάλλουν στο Δικαστήριο προδικαστικά ερωτήματα σχετικά με την ερμηνεία ή το κύρος του δικαίου της Ένωσης, εφόσον εκτιμούν ότι η επίλυση του ζητήματος από το Δικαστήριο είναι &8ναγκαία για την έκδοση της δικής τους απόφασης (άρθρο 267, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ). Η υποβολή προδικαστικών ερωτημάτων μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμη, ιδίως, όταν ανακύπτει ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου νέο ερμηνευτικό ζήτημα, το οποίο έχει γενικότερη σημασία για την ενιαία εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης ή όταν η υφιστάμενη νομολογία δεν μπορεί να παράσχει τις διευκρινίσεις, που είναι αναγκαίες σε ένα καινοφανές νομικό ή πραγματικό πλαίσιο. Ωστόσο, όταν ανακύπτει ζήτημα σε υπόθεση εκκρεμή ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους, του οποίου οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου, το δικαστήριο αυτό οφείλει να υποβάλει στο Δικαστήριο τέτοιο ερώτημα (άρθρο 267, τρίτο εδάφιο, ΣΛΕΕ), εκτός εάν υπάρχει ήδη σχετική νομολογία ή εάν δεν υπάρχει καμία εύλογη αμφιβολία, ως προς την ορθή ερμηνεία του οικείου κανόνα δικαίου (ΑΠ 948/2021, ΑΠ 423/2018). Στην προκείμενη περίπτωση, η αναιρεσείουσα, με το υπόμνημα - προτάσεις της, υπέβαλε ενώπιον του παρόντος  Δικαστηρίου, αίτημα διατύπωσης προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), «αφενός ως προς την δυνατότητα παρεμπίπτοντος ελέγχου από ένα ελληνικό πολιτικό δικαστήριο του διοικητικής φύσεως ζητήματος της φερεγγυότητας ενός αλλοδαπού (κυπριακού) πιστωτικού ιδρύματος και αφετέρου αν εν προκειμένω τίθεται ζήτημα παραβίασης από την Τράπεζα μας σειράς κρίσιμων ευρωπαϊκών νομοθετημάτων και δη των αρχών της Βασιλείας II και III, των Οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ, του Ν. 3601 /2007 και της Οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων και των μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων του 2006 έως του 2011, του Διεθνούς Λογιστικού Προτύπου 39 και του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 7, των Κανονισμών 1606/2002 και 1126/2008 αναφορικά με την λογιστική απεικόνιση των ΟΕΔ στις Οικονομικές Καταστάσεις της Τράπεζάς μας για το έτος 2010 καθώς και για την εν γένει τήρηση ή μη των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας της Τράπεζάς μας για το έτος 2010», Όμως, ενόψει των όσων αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, σχετικά με την ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 147, 149, 297, 298, 330, 914, 281, 288 ΑΚ, 3 παρ. 1 και 2, 4 παρ. 1 και 2 και 25 Ν. 3606/2007, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 4, 8, 12, 13 και 14 της υπ' αριθμ. 1/452/1.11,2007 Αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και 8 του ν. 2251/1994, ως προς τις οποίες είναι πάγια η ερμηνεία και η νομολογία και επί των οποίων ερείδεται η ένδικη υπόθεση αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης σε βάρος της αναιρεσείουσας, δεν συντρέχει λόγος υποβολής προδικαστικού ερωτήματος στο ΔΕΕ, κατά το άρθρο 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), ως προς τα παραπάνω τιθέμενα από την αναιρεσείουσα, με την αόριστη επίκληση διατάξεων ενωσιακού δικαίου, Οδηγιών, Κανονισμών και Διεθνών Προτύπων, ζητήματα, η επίλυση των οποίων δεν είναι αναγκαία ούτε καθοριστική για την παρούσα υπόθεση, απορριπτομένου ως αβασίμου του σχετικού αιτήματος της αναιρεσείουσας.

 

Κατ' ακολουθίαν, και επειδή δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος για την άσκηση αυτής παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρ. 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα των 1ου, 2ου, 3ου, 4ου, 5ου, 6ου, 7ου, 8ου, 9ου, 10ου, 11ου, 12ου, 13ης, 14ου, 15ου, 16ου, 17ου, 18ου, 19ης, 22ου, 23ου, 24ης, 25ης, 26ου, 32ης και 33ης των αναιρεσιβλήτων, οι όποιοι κατέθεσαν προτάσεις, σε βάρος της αναιρεσείουσας, κατά παραδοχή του αιτήματός τους, λόγω της ήττας της, (άρθρ. 183, 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται, ειδικότερα, στο διατακτικό.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Διατάσσει το χωρισμό της δίκης ως προς τους 20°, 21η, 27η, 28η, 29°, και 30° των αναιρεσιβλήτων.

 

Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της αίτησης ως προς τους ανωτέρω αναιρεσίβλητους.

 

Απορρίπτει την από 28-11-2019 αίτηση της τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ (Λ.Τ.Δ.)» για αναίρεση της 4250/2019 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, ως προς τους 1°, 2°, 3°, 4°, 5°, 6°, 7°, 8°, 9°, 10°, 11°, 12°, 13η, 14°, 15°, 16°, 17°, 18°, 19η, 22°, 23°, 24η, 25η, 26°, 31°, 32η και 33η των αναιρεσιβλήτων.

 

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

 

Επιβάλλει τα δικαστικά των παραπάνω αναιρεσιβλήτων, πλην του 31ου, στην αναιρεσείουσα, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700,00) ευρώ.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 22 Ιουνίου 2022.

 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 12 Δεκεμβρίου 2022.

 

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Η ιστοσελίδα αυτή είναι ένα εργαλείο επικοινωνίας από μια ανεξάρτητη ομάδα ομολογιούχων της Τράπεζας Κύπρου που εν αγνοία τους από καταθέτες έγιναν, με παραπλάνηση, ομολογιούχοι-επενδυτές και τώρα μέτοχοι του ενός cent. Σκοπός της ιστοσελίδας είναι να συντονίσει τον αγώνα μας σε όλα τα επίπεδα και με όλα τα μέσα.