Κάτοχοι αξιόγραφων τράπεζας Κύπρου Ελλάδος


ΤρΕφΑθ 480/2023

Παραβίαση συναλλακτικών υποχρεώσεων κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών από τράπεζα στους πελάτες της/καταναλωτές.  Αιτιώδης συνάφεια μεταξύ νομίμου λόγου ευθύνης και ζημίας. Ζήτημα διακοπής του αιτιώδους συνδέσμου από την παρεμβολή του Κυπριακού Δημοσίου και της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου δεν τίθεται αφ’ ενός διότι η ζημία είχε ήδη επέλθει με την αγορά των επενδυτικών προϊόντων σε προγενέστερο χρόνο, αφ’ ετέρου διότι με τις νομοθετικές παρεμβάσεις υλοποιήθηκαν οι όροι των προϊόντων, δηλαδή δεν πρόκειται περί επέλευσης άλλου εξαιρετικού και απρόβλεπτου γεγονότος.
                                   
 Αριθμός 480/2023

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

14° ΤΜΗΜΑ

 Αποτελούμενο από τους Δικαστές Κωνσταντίνο Ράπτη, Πρόεδρο Εφετών, Κωνσταντίνο Σαργιώτη, Αγγελική Προύντζου-Εισηγήτρια, Εφέτες, και από τον Γραμματέα Γεώργιο Κρουστάλλη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στην Αθήνα, την 17 Μαρτίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Των εκκαλούντων: 1) ..., 31) .., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Δημητρίου Βίτσου με δήλωση του άρθρ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Της εφεσίβλητης: τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ», που εδρεύει στην Λευκωσία Κύπρου, ΑΦΜ ., η οποία εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο Μαρία Φερφελη με δήλωση του άρθρ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Οι ενάγοντες άσκησαν την από 3-3-2017 (υπ' αρ. κατ. δικ. ./3-3-2017) αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία ζήτησαν όσα αναφέρονται σ' αυτήν.

 Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών εξέδωσε την με αριθμό 240/2019 οριστική απόφαση με την οποία απέρριψε την άνω αγωγή.

Οι εκκαλούντες άσκησαν από 14-5-2019 (υπ' αρ.εκθ.κατ.ενδ.μέσου ./17-5-2019) έφεση, που προσδιορίστηκε (υπ' αρ.κατ.δικ. ./20-5-2019) για να συζητηθεί κατά την δικάσιμο της 19-3-2020 και, κατόπιν οίκοθεν μεταφοράς, κατά την άνω δικάσιμο και γράφηκε στο πινάκιο.

 Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις τους.



 ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

 Από τις διατάξεις των άρθρων 286 περ. α, 287 και 290 ΚΠολΔ που εφαρμόζονται, κατά το άρθρο 524 παρ.1 του ίδιου Κώδικα και στη διαδικασία της δίκης για την έφεση, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1846 και 1857 του ΑΚ, προκύπτει ότι η δίκη διακόπτεται βιαίως λόγω θανάτου του διαδίκου, από τη γνωστοποίηση του λόγου της διακοπής προς τον αντίδικο με επίδοση δικογράφου ή με προφορική δήλωση στο ακροατήριο ή εκτός ακροατηρίου κατά την επιχείρηση διαδικαστικής πράξης από εκείνον που έχει δικαίωμα να επαναλάβει τη δίκη ή και από εκείνον που μέχρι την επέλευση του θανάτου ήταν πληρεξούσιος του θανόντος. Ως διάδικος, υπέρ του οποίου επήλθε διακοπή της δίκης στην περίπτωση θανάτου του αρχικού διαδίκου, νοείται ο καθολικός του διάδοχος (κληρονόμος του). Η επανάληψη της δίκης που έχει διακοπεί μπορεί να γίνει εκούσια με ρητή ή σιωπηρή δήλωση του διαδίκου υπέρ του οποίου επήλθε η διακοπή (ΕφΑΘ 4387/2022 δημ. ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο απόσπασμα υπ' αρ. ./4-11-2018 απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης Θανάτου του ΔΕ Αυλίδος Δήμου Χαλκιδέων Ευβοίας, το υπ' αρ. ./2018 πρακτικό δημοσίευσης ιδιόγραφης διαθήκης του Ειρηνοδικείου Χαλκίδας, όπου περιλαμβάνεται η από 15-4-2014 ιδιόγραφη διαθήκης της αποβιωσάσης ., έβδομης αρχικώς ενάγουσας, που καταλείπει κληρονόμο στην κινητή και ακίνητη περιουσία της τον έκτο εκκαλούντα, ., το υπ' αρ. ./20-3-2019 πιστοποιητικό περί μη δημοσιεύσεως άλλης διαθήκης της του Πρωτοδικείου Χαλκίδας, η αρχικώς έβδομη ενάγουσα ., απεβίωσε στις 2-11-2018, ήτοι μετά τη συζήτηση της ένδικης αγωγής των εναγόντων κατά της εναγομένης, επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη με αριθμό 240/2019 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, εγκαθιστώντας, με ιδιόγραφη διαθήκη της, το άνω έκτο εκκαλούντα, αδελφό της όλης της κινητής και ακίνητης περιουσίας της. Επομένως, νόμιμα, σύμφωνα με τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν, ο ανωτέρω κληρονόμος εκ διαθήκης της αρχικής διαδίκου ., δήλωσε, ως εκτιμάται η περιεχόμενη στην έφεση και στις υποβληθείσες προτάσεις του δήλωση, κατά τη συζήτηση της ένδικης έφεσης, κατά την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, τον θάνατο της και την εκούσια επανάληψη της βιαίως, εκ του λόγου τούτου, διακοπείσας δίκης. Κατόπιν τούτων και αφού δεν αμφισβητείται από την εναγομένη και ήδη εφεσίβλητη, η ιδιότητα του ανωτέρω προσώπου ως κληρονόμου της αποβιωσάσης αρχικώς 7ης ενάγουσας, η διακοπείσα δίκη νομίμως και παραδεκτώς συνεχίζεται από αυτόν, κατά τα ανωτέρω.

 

Η υπό κρίση από 14-5-2019 (υπ' αρ.εκθ.κατ.ενδ.μέσου ./17-5-2019) έφεση των ηττηθέντων εναγόντων, η οποία στρέφεται κατά της υπ' αρ. 240/2019 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, εκδοθείσας κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί παραδεκτώς και εμπροθέσμως, καθ' όσον δεν προκύπτει ότι ακριβές κεκυρωμένο αντίγραφο της ως άνω οριστικής αποφάσεως επιδόθηκε νομοτύπως, η εκκαλουμένη δημοσιεύθηκε την 23-1-2019 και η έφεση ασκήθηκε την 17-5-2019, δια καταθέσεως, στη Γραμματεία του εκδόσαντος την εκκαλουμένη Δικαστηρίου, δηλαδή εντός δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης, κατ' άρθ. 518 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. Πρέπει, επομένως, η κρινόμενη έφεση να γίνει τύποις δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά το παραδεκτό και το νόμω και ουσία βάσιμο των επιμέρους λόγων της, κατά την αυτή διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι, για το παραδεκτό αυτής, έχει καταβληθεί το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, παράβολο (υπ' αρ. ./2019 ηλεκτρονικό παράβολο, η κατάθεση του οποίου βεβαιώνεται στην από 17-5-2019 έκθεση καταθέσεως της κρινόμενης εφέσεως).

 

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 147 ΑΚ «Όποιος παρασύρθηκε με απάτη σε δήλωση βούλησης έχει δικαίωμα να ζητήσει να ακυρωθεί η δικαιοπραξία. Αν η δήλωση απευθύνεται σε άλλον και η απάτη έγινε από τρίτον, η ακύρωση μπορεί να ζητηθεί μόνο εφόσον εκείνος προς τον οποίο απευθύνεται η δήλωση ή τρίτος που απέκτησε αμέσως δικαίωμα από αυτήν γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την απάτη», κατά δε τη διάταξη του άρθρου 149 του ίδιου Κώδικα «Εκείνος που απατήθηκε έχει δικαίωμα, παράλληλα με την ακύρωση της δικαιοπραξίας, να ζητήσει και την ανόρθωση κάθε άλλης ζημίας, σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες. Έχει επίσης δικαίωμα να αποδεχθεί τη δικαιοπραξία και να ζητήσει μόνο να ανορθωθεί η ζημία». Εν προκειμένω η απάτη αντιμετωπίζεται: α) ως λόγος, ο οποίος καθιστά ελαττωματική τη βούληση του απατηθέντος, στον οποίο παρέχεται το δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση της δηλώσεως του και β) ως αδικοπρακτική συμπεριφορά, η οποία γεννά εις βάρος του απατήσαντος υποχρέωση προς αποζημίωση κατά τις περί αδικοπραξιών διατάξεις (άρθρα 914 επ. ΑΚ). Ως απάτη κατά την έννοια της πρώτης των ως άνω διατάξεων νοείται κάθε συμπεριφορά, η οποία τείνει να παραγάγει, να ενισχύσει ή διατηρήσει πεπλανημένη αντίληψη ή εντύπωση, με σκοπό να οδηγηθεί κάποιος σε δήλωση βουλήσεως, συνίσταται δε η απατηλή συμπεριφορά είτε σε παράσταση ανύπαρκτων γεγονότων ως υπαρκτών, κατά παράβαση του καθήκοντος αλήθειας, είτε σε απόκρυψη ή αποσιώπηση ή ατελή ανακοίνωση υπαρκτών γεγονότων, των οποίων η αποκάλυψη στον αγνοούντα αυτά ήταν επιβεβλημένη από το καθήκον διαφωτίσεώς του βάσει της αρχής της καλής πίστεως ή της υπάρχουσας ιδιαίτερης σχέσεως μεταξύ αυτού και εκείνου, προς τον οποίο απευθύνεται η δήλωση. Εν πάση περιπτώσει, δεν ενδιαφέρει το είδος της δημιουργηθείσας από την απάτη πλάνης, δηλαδή εάν είναι συγγνωστή, ουσιώδης ή επουσιώδης, ως και εάν αναφέρεται αποκλειστικώς στα παραγωγικά αίτια της βουλήσεως, αρκεί η πλάνη να υφίσταται κατά το χρόνο δηλώσεως της βουλήσεως (ΑΠ 316/2018, ΑΠ 209/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ). Ως λόγος, ο οποίος καθιστά ελαττωματική τη δήλωση βουλήσεως, αποκτά σημασία μόνο εντός του πλαισίου της δικαιοπραξίας, καθ' όσον συνιστά αρνητική προϋπόθεση του κύρους της, ενώ ως αδικοπρακτική συμπεριφορά ιδρύει υποχρέωση αποζημιώσεως, εφ' όσον συντρέχουν και οι λοιποί γενικοί όροι της αδικοπραξίας (ΑΠ 384/2004 ΝοΒ 53.492). Η απάτη των άρθρων 147 επ. ΑΚ διαφέρει της απάτης του άρθρου 386 ΠΚ, διότι η αστική διάταξη αναφέρεται σε απατηλή πρόκληση δηλώσεως βουλήσεως, ενώ ο Ποινικός Κώδικας αναφέρεται σε διάθεση περιουσίας. Ο δόλος στην αστική απάτη αρκεί να τείνει στην παραγωγή συγκεκριμένης δηλώσεως βουλήσεως και δεν ενδιαφέρει ο πορισμός παρανόμου περιουσιακού οφέλους, και ως εκ τούτου οι δύο έννοιες δεν ταυτίζονται. Επομένως, εάν η παραπλάνηση, η οποία δημιουργείται ή ενισχύεται ή διατηρείται σε κάποιο πρόσωπο από την απάτη αυτή, προκάλεσε ζημία, στην οποία υπάγεται οποιαδήποτε μείωση της περιουσίας του, γεννάται υπέρ του απατωμένου πρωτογενής αξίωση αποζημιώσεως έναντι του μετερχομένου την απάτη προσώπου (ΑΠ 683/1995 ΕΕΝ 1996.560). Στοιχεία της απάτης εν προκειμένω είναι : α) η πλάνη, δηλαδή η εσφαλμένη παράσταση ή αντίληψη ορισμένων πραγματικών περιστατικών, είτε του παρελθόντος είτε του παρόντος είτε του μέλλοντος, β) πρόκληση της πλάνης αυτής από άλλο πρόσωπο εις βάρος του πλανωμένου, γ) η πλάνη και η παραπλάνηση να χωρούν εκ προθέσεως και δ) η πρόκληση «ελαττωματικής» βουλήσεως, συνεπεία της οποίας ο πλανηθείς προβαίνει σε δήλωση αυτής. Εάν ο απατηθείς επιλέξει να μην ζητήσει την ακύρωση της δηλώσεως βουλήσεως αυτού λόγω απάτης, αλλά να αποδεχθεί τη δικαιοπραξία ως έγκυρη και ισχυρή και να ζητήσει αποζημίωση κατά τις περί αδικοπραξιών διατάξεις (άρθρα 914 επ. ΑΚ), η αποζημίωση διαλαμβάνει την αποκατάσταση κάθε θετικής και αποθετικής ζημίας του, όπως γενικώς προβλέπεται από τις αμέσως προαναφερόμενες διατάξεις (ΑΠ 247/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 745/2017 Αρμ 2018. 341). Η απάτη ως παραγωγική αιτία αποζημιώσεως δύναται να συντρέχει και ως προσυμβατικό πταίσμα, υπό την προϋπόθεση ότι εξακολουθεί να υφίσταται κατά το χρόνο της δηλώσεως βουλήσεως (ΕφΠατρ 292/2017 δημ. ΝΟΜΟΣ).

 

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ «Όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει», ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 932 του ίδιου Κώδικα «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του ... ». Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 297, 298 και 330 ΑΚ, σαφώς συνάγεται ότι προϋποθέσεις γενέσεως ευθύνης προς αποζημίωση ή χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης από αδικοπραξία είναι : α) ζημιογόνος συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), β) παράνομος χαρακτήρας της πράξεως ή της παραλείψεως, γ) υπαιτιότητα, δ) ζημία και ε) πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ζημιογόνου συμπεριφοράς (ήτοι του «νομίμου λόγου ευθύνης ») και του επελθόντος ζημιογόνου αποτελέσματος (ΟλΑΠ 8/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1572/2014, ΑΠ 1361/2013, δημ. ΤΝΠ Δ.Σ.Α., ΕφΑΘ 6675/2014 ΕλλΔνη 57. 802). Ως ανθρώπινη συμπεριφορά νοείται η εκουσία εξωτερική κοινωνική συμπεριφορά ανθρώπου και όχι οι καταστάσεις του εσωτερικού του κόσμου ή οι οφειλόμενες σε άσκηση επ' αυτού ακαταμάχητης δυνάμεως ή σε καταστάσεις ελλείψεως συνειδήσεως ή σε άλογες ενέργειες ζώων, δύναται δε η συμπεριφορά αυτή να συνίσταται σε πράξη ή παράλειψη. Ευθύνη από παράλειψη δημιουργείται, όταν υπάρχει ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προφυλάξεως του προσβληθέντος δικαιώματος ή συμφέροντος και αποτροπής του ζημιογόνου αποτελέσματος, τούτο δε συμβαίνει, όταν υφίσταται από το νόμο ή από δικαιοπραξία ή από την καλή πίστη κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη και το γενικό πνεύμα του δικαίου υποχρέωση προστασίας, ειδικότερα δε όταν ο ζημιώσας με προηγουμένη πράξη του δημιούργησε κατάσταση επικινδυνότητας, χωρίς να έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα αποτροπής του κινδύνου (ΑΠ 449/2014, ΑΠ 1736/2013 δημ. ΤΝΠ Δ.Σ.Α. ). Παράνομη είναι, κατ' αρχήν, η συμπεριφορά, η οποία αντίκειται σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου και προσβάλλει τα προστατευόμενα δικαιώματα ή συμφέροντα άλλου, ο δε παράνομος χαρακτήρας της πράξεως ή της παραλείψεως κρίνεται βάσει του ισχύοντος κατά το χρόνο συντελέσεώς της νομικού καθεστώτος. Το στοιχείο του παρανόμου θεωρείται ότι συντρέχει όχι μόνον όταν παραβιάζεται απαγορευτικός ή επιτακτικός κανόνας δικαίου, αλλά και όταν διαπιστώνεται αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή τις επιταγές της εννόμου τάξεως και ειδικώς παράβαση της κοινωνικώς επιβεβλημένης από τη θεμελιώδη δικαιϊκή αρχή της συνεπούς συμπεριφοράς απορρέουσας υποχρεώσεως λήψεως συγκεκριμένων μέτρων επιμελείας προς αποφυγή προκλήσεως ζημίας σε έννομα αγαθά τρίτων προσώπων (ΑΠ 93/2016 δημ. ΝΟΜΟΣ). Δηλαδή, η διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ δεν περιέχει επιταγή ή απαγόρευση, αλλά απλώς καθορίζει την κύρωση (ήτοι την υποχρέωση αποζημιώσεως) σε περίπτωση, κατά την οποία ορισμένη πράξη είναι παράνομη λόγω παραβάσεως κάποιου κανόνα δικαίου. Για το λόγο αυτό η διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ χαρακτηρίζεται ως «λευκός» κανόνας δικαίου, καθ' όσον δεν ορίζει τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται, αλλά παραπέμπει για το χαρακτηρισμό μιας πράξεως ως παράνομης ή μη στο σύνολο της κειμένης νομοθεσίας (αστικής, ποινικής, διοικητικής κλπ.) και, εφ' όσον βάσει της νομοθεσίας αυτής ορισμένη πράξη χαρακτηρισθεί παράνομη, επιβάλλεται ως κύρωση η υποχρέωση προς αποζημίωση. Περαιτέρω, υπαίτια είναι η συμπεριφορά, η οποία επιτρέπει την απόδοση στο δράστη προσωπικής μομφής, δηλαδή παριστά τον ψυχικό δεσμό αυτού με την αδικοπραξία (ΑΠ 1361/2013 δημ. ΝΟΜΟΣ). Η υπαιτιότητα, ως όρος της αδικοπρακτικής ευθύνης, διακρίνεται από τον παράνομο χαρακτήρα της προσβολής δικαιώματος ή εννόμου συμφέροντος, ενδέχεται όμως η αμέλεια στην συμπεριφορά να την καθιστά εν ταυτώ παράνομη ή και αντιστρόφως η πράξη της παράνομης προσβολής να υποδηλώνει η ιδία και την ύπαρξη υπαιτιότητας με τη μορφή γενικότερα της αμελείας, όταν ιδίως η προσβολή συνίσταται στην παράβαση του γενικού καθήκοντος επιμελείας, με το οποίο αξιώνεται από κάθε κοινωνό να συμπεριφέρεται όπως ο μέσος συναλλασσόμενος, ασχέτως του εάν κατά τα λοιπά η συμπεριφορά του αποτελεί ή όχι και παράβαση συγκεκριμένου απαγορευτικού ή επιτακτικού κανόνα δικαίου. Υπαιτιότητα νοείται είτε υπό τη μορφή του δόλου είτε της αμελείας, με πράξη ή παράλειψη, εάν δε η ζημία οφείλεται σε υπαιτιότητα του ιδίου του παθόντος, αυτός δεν δικαιούται αποζημίωση, ενώ σε περίπτωση συντρέχοντος πταίσματος αυτού ευρίσκει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 300 ΑΚ, κατά την οποία το Δικαστήριο δύναται να μην επιδικάσει αποζημίωση ή να επιδικάσει αυτή μειωμένη. Εξάλλου, ζημία ως προϋπόθεση της αδικοπραξίας αποτελεί κάθε βλάβη, η οποία προκαλείται στα υλικά ή άυλα αγαθά του προσώπου, αποκαθίσταται δε όχι μόνο η περιουσιακή ζημία, αλλά και η ηθική βλάβη, πρέπει δε αυτή να είναι άμεση, και ως εκ τούτου αξίωση αποζημιώσεως αποκτά μόνον ο αμέσως ζημιωθείς, δηλαδή ο φορέας ή ο δικαιούχος του προσβληθέντος από την άδικη πράξη εννόμου αγαθού (ΑΠ 1253/2012 δημ. ΤΝΠ Δ.Σ.Α.), ως και ο αμέσως προσβληθείς στα προστατευόμενα συμφέροντα του. Ως χρόνος υπολογισμού της ζημίας του ενάγοντος νοείται, κατά τους δικονομικούς κανόνες, ο χρόνος της συζητήσεως της αγωγής ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (ΟλΑΠ 44/1996 ΝοΒ 45.451, ΑΠ 1401/2005 ΕλλΔνη 47.132, ΕφΠειρ 383/2013 δημ. ΝΟΜΟΣ). Τέλος, αιτιώδης σύνδεσμος (αιτιώδης συνάφεια) υπάρχει, όταν η πράξη ή η παράλειψη του υπαιτίου προσώπου ήταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή και είχε τη δυνατότητα να επιφέρει, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, το ζημιογόνο αποτέλεσμα (ΑΠ 1610/2013 δημ. ΤΝΠ Δ.Σ.Α.). Πρόσφορη αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς του δράστη και της προκληθείσας ζημίας υπάρχει, όταν η συμπεριφορά αυτή, κατά το χρόνο και τις συνθήκες, υπό τις οποίες έλαβε χώρα, ήταν ικανή, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και χωρίς τη μεσολάβηση άλλου περιστατικού, να επιφέρει τη συγκεκριμένη ζημία ή, αναλόγως, την αντίστοιχη ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη (ΑΠ 1361/2013, ΑΠ 427/2008, ΑΠ 190/2007 δημ. ΤΝΠ Δ.Σ.Α.). Διάταξη ειδική και συμπληρωματικού χαρακτήρα σχετικώς με την ως άνω διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ είναι εκείνη του άρθρου 919 ΑΚ, η οποία ορίζει ότι «όποιος με πρόθεση ζημίωσε άλλον κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει». Προϋποθέσεις εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως είναι: α) συμπεριφορά του δράστη (πράξη ή παράλειψη) αντικείμενη στα χρηστά ήθη, τοιαύτη δε συμπεριφορά υπάρχει όταν, κατ' αντικειμενική κρίση, συμφώνως προς τις αντιλήψεις του χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνικού ανθρώπου, η συμπεριφορά του δράστη αντίκειται στην κοινωνική ηθική και στις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου, επί των οποίων στηρίζεται το θετικό δίκαιο, β) πρόθεση του δράστη για την επαγωγή ζημίας, έστω και υπό τη μορφή του ενδεχομένου δόλου, δηλαδή δεν είναι απαραίτητο ο δράστης να προέβη στη ζημιογόνο πράξη ή παράλειψη με μόνο σκοπό τη ζημία του άλλου, αλλά αρκεί να γνώριζε ότι με τη συμπεριφορά του αυτή ήταν δυνατή η επέλευση ζημίας και παρά ταύτα δεν θέλησε να αποστεί αυτής, γ) πρόκληση ζημίας σε άλλον και δ) αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της ζημίας (ΑΠ 1354/2015 όπ. π.). Μόνη η αθέτηση προϋφισταμένης ενοχής δεν συνιστά, άνευ άλλου τινός, και αδικοπραξία, υπό την προπαρατεθείσα έννοια. Είναι όμως δυνατόν η υπαίτια ζημιογόνος συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), με την οποία παραβιάζεται η σύμβαση, να θεμελιώνει και αξίωση από αδικοπραξία, εφ' όσον αυτή και χωρίς τη συμβατική σχέση θα ήταν παράνομη, ως αντίθετη στο επιβαλλόμενο από το δίκαιο γενικό καθήκον να μη ζημιώνει κανείς υπαίτια κάποιον άλλον. Δηλαδή, εάν το πταίσμα, το οποίο επέφερε τη ζημία, ταυτίζεται κατά το πραγματικό αυτού περιεχόμενο με την αθέτηση της συμβάσεως και τη δημιουργία της παρανομίας, δεν δύνανται να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις περί αδικοπραξιών (ΑΠ 449/2014 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 212/2000 ΕλλΔνη 41.755 ). Σε αντίθετη περίπτωση υφίσταται συρροή αξιώσεων από τη σύμβαση και την αδικοπραξία, οι οποίες δύνανται μεν να ασκηθούν παραλλήλως, όχι όμως και να ικανοποιηθούν σωρευτικώς, διότι η ικανοποίηση της μιας καθιστά την άλλη άνευ αντικειμένου (ΟλΑΠ 767/1973 ΝοΒ 22.705, ΑΠ 1596/2014 ΧρΙδΔ 2015.185, ΑΠ 1667/2009 ΕλλΔνη 51.462, ΕφΑΘ 4489/2011 ΕπισκΕμπΔ 2016. 216 ), εκτός εάν ζητείται κάτι περισσότερο, όπως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, οπότε η συρρέουσα από αδικοπραξία αξίωση σώζεται κατά το αίτημα αυτό (ΑΠ 560/2010 όπ. π., ΑΠ 1664/2005 ΔΕΕ 2006.188, ΕφΑΘ 1137/2008 ΕπισκΕμπΔ 2008.904). Ενόψει των ανωτέρω, το πραγματικό του «λευκού» κανόνα δικαίου του άρθρου 914 ΑΚ πληρούται, όταν παραβιάζονται, ιδίως αναφορικώς με τα «ατελεύτητα ομόλογα» (perpetual bonds), οι διατάξεις του άρθρου 25 Ν. 3606/2007 «Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις » και των άρθρων 4, 8, 12, 13 και 14 της υπ' αριθ. 1/452/1.11.2007 Αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Φ. Ε. Κ. Β' 2136/1.11.2007) «Κανόνες Συμπεριφοράς Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών ( Ε.Π.Ε.Υ. )», οι οποίες τείνουν και στην προστασία του ιδιωτικού συμφέροντος των επενδυτών, γεννάται δε υποχρέωση του πιστωτικού ιδρύματος και ή/και της εταιρίας παροχής επενδυτικών συμβουλών προς αποζημίωση του επενδυτή κατά τις περί αδικοπραξιών διατάξεις (άρθρα 914 επ. ΑΚ ), εάν η προκληθείσα στον τελευταίο ζημία οφείλεται σε υπαιτιότητα οργάνων ή προστηθέντων αυτών και αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της υπαίτιας πράξεως ή παραλείψεως και της επελθούσας ζημίας του επενδυτή (ΑΠ 1738/2013 ΕπισκΕμπΔ 2013. 638, ΕφΑΘ 885/2017 όπ. π., ΕφΑΘ 3253/2016 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 4841/2014 ΧΡΗΔΙΚ2015. 136, ΕφΑΘ 770/2014 όπ. π., Σπ. Ψυχομάνης, η διάθεση «perpetual bonds» από τις ελληνικές τράπεζες, ΔΕΕ 2010 867 επ.). Ειδικότερες μορφές της υποχρέωσης πρόνοιας, ασφάλειας και προστασίας των αγαθών των άλλων, η οποία θεμελιώνει το στοιχείο του παρανόμου, αποτελούν οι υποχρεώσεις διαφώτισης/ενημέρωσης και συμβουλευτικής καθοδήγησης/προειδοποίησης του πελάτη εκ μέρους της τράπεζας, οι οποίες στηρίζονται στη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ τράπεζας και πελάτη. Η εκ μέρους της Τράπεζας παράλειψη εκπλήρωσης των παραπάνω υποχρεώσεων θεμελιώνει αδικοπρακτική ευθύνη αυτής εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις, ήτοι η υπαιτιότητα και η επέλευση ζημίας αιτιωδώς συνδεόμενης με την παράνομη συμπεριφορά της τράπεζας, με την έννοια ότι η παράβαση των απορρεουσών από την καλή πίστη υποχρεώσεων της Τράπεζας αποτελεί όρο, κατ' αντικειμενική πρόγνωση, πρόσφορο να οδηγήσει στο αποτέλεσμα της ζημίας. Με την έννοια αυτή, οι συγκεκριμένες συναλλακτικές υποχρεώσεις παραβιάζονται, μεταξύ άλλων, και στις περιπτώσεις που παραλείπεται η παροχή όσων πληροφοριών είναι απαραίτητες στον συγκεκριμένο αποδέκτη των επενδυτικών υπηρεσιών, προκειμένου αυτός να είναι σε θέση να αντιληφθεί την μορφή της προτεινόμενης σε αυτόν τοποθέτησης των κεφαλαίων του και κυρίως να κατανοήσει όσους κινδύνους συνδέονται με την ζημιογόνο για τον ίδιο εξέλιξη αυτής, ώστε, έχοντας ενημερωθεί επαρκώς, να αξιολογήσει ακολούθως ιδίως τις επιβλαβείς συνέπειες της συγκεκριμένης επενδυτικής επιλογής και ο ίδιος να αποφασίσει εάν θα την επιχειρήσει, παρέχοντας την σχετική εντολή στην αντισυμβαλλομένη αυτού τράπεζα.

Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 922 ΑΚ «Ο κύριος ή ο προστήσας κάποιον άλλον σε μια υπηρεσία ευθύνεται για τη ζημία που ο υπηρέτης ή ο προστηθείς προξένησε σε τρίτον παράνομα κατά την υπηρεσία του». «Πρόστηση» είναι η τοποθέτηση ή ο διορισμός ή η χρησιμοποίηση από ένα πρόσωπο (προστήσαντα) ενός άλλου προσώπου (προστηθέντος) σε θέση ή απασχόληση (διαρκή ή μεμονωμένη εργασία), η οποία αποβλέπει στη διεκπεραίωση υποθέσεως ή υποθέσεων και γενικότερα στην εξυπηρέτηση των επαγγελματικών, οικονομικών ή άλλων συμφερόντων του προστήσαντος. Η εφαρμογή της εν λόγω διατάξεως προϋποθέτει : α) σχέση προστήσεως, η οποία υπάρχει, όταν ο προστήσας διατηρεί το δικαίωμα παροχής οδηγιών και εντολών στον προστηθέντα σχετικώς με τον τρόπο εκπληρώσεως της υπηρεσίας του. Δεν απαιτούνται οπωσδήποτε δεσμευτικές ειδικές εντολές, αλλά αρκούν και γενικές οδηγίες στο πλαίσιο χαλαρής εξαρτήσεως, η οποία όμως επιτρέπει μια γενική εποπτεία. Η σχέση προστήσεως δεν είναι αναγκαίο να είναι εμφανής στους τρίτους, ούτε απαιτείται η ύπαρξη δικαιοπρακτικής σχέσεως μεταξύ προστήσαντος και προστηθέντος, αλλά είναι δυνατόν να στηρίζεται σε οποιαδήποτε βιοτική σχέση μεταξύ των μερών, νόμιμη ή παράνομη, είναι δε αδιάφορο εάν οφείλεται ή όχι αμοιβή, ομοίως δε αδιάφορος είναι και ο τρόπος προσλήψεως του προστηθέντος από τον ίδιο τον προστήσαντα ή από τρίτο για λογαριασμό του (ΑΠ 698/2012 ΕΕμπΔ 2013.354 ), β) παράνομη και υπαίτια πράξη ή παράλειψη του προστηθέντος, δηλαδή αδικοπραξία αυτού κατά την έννοια του άρθρου 914 ΑΚ και γ) πράξη η παράλειψη του προστηθέντος τελεσθείσα κατά την εκτέλεση της ανατεθείσας σε αυτόν υπηρεσίας, ακόμη και κατά κατάχρηση αυτής, η οποία υφίσταται, όταν η ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη τελέσθηκε εντός των ορίων των ανατεθειμένων στον προστηθέντα καθηκόντων ή επ' ευκαιρία ή εξ αφορμής της υπηρεσίας, αλλά κατά παράβαση των εντολών και των οδηγιών, οι οποίες έχουν δοθεί σε αυτόν, ή καθ' υπέρβαση των καθηκόντων του, εφ' όσον μεταξύ της ζημιογόνου ενέργειας (πράξεως ή παραλείψεως) του προστηθέντος και της ανατεθείσας σε αυτόν υπηρεσίας υπάρχει εσωτερική συνάφεια, υπό την έννοια ότι η αδικοπραξία δεν θα ήταν δυνατόν να υπάρξει χωρίς την πρόστηση ή ότι η τελευταία υπήρξε το αναγκαίο μέσο για την τέλεση της αδικοπραξίας και ο ζημιωθείς τρίτος δεν γνώριζε την κατάχρηση ούτε όφειλε να την γνωρίζει (ΑΠ 631/2015 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 959/2004 ΕλλΔνη 45.1602, ΑΠ 651/2001 ΕλλΔνη 42.1540). Η διάταξη ιδρύει γνήσια αντικειμενική και εις ολόκληρον ευθύνη του προστήσαντος για ζημίες προκληθείσες παρανόμως και υπαιτίως από τον προστηθέντα και ως εκ τούτου δεν παρέχεται δυνατότητα απαλλαγής του προστήσαντος από την ευθύνη, ακόμη και εάν αποδείξει ότι δεν βαρύνεται με πταίσμα (αμέλεια) περί την επιλογή του προστηθέντος ή ως προς τις παρασχεθείσες σε αυτόν οδηγίες ή ότι ο προστηθείς ανέπτυξε πρωτοβουλία εντός του πεδίου δράσεως του προστήσαντος (ΑΠ 243/2016 δημ. ΝΟΜΟΣ). Δικαιολογητικό λόγο της καθιερώσεως γνησίας αντικειμενικής ευθύνης του προστήσαντος αποτελεί το γεγονός ότι αυτός ωφελείται από τις υπηρεσίες του προστηθέντος, διευρύνοντας το πεδίο της επιχειρηματικής του δραστηριότητας, και ως εκ τούτου είναι εύλογο να φέρει την ευθύνη για τους προκύπτοντες από τη δραστηριότητα του προστηθέντος κινδύνους.

 

Περαιτέρω, από το άρθρ. 8 ν. 2251/1994 («προστασία των καταναλωτών»), όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρ. 10 παρ. 3 ν. 3587/2007, προκύπτει ότι η ευθύνη του παρέχοντος υπηρεσίες μπορεί να είναι είτε ενδοσυμβατική είτε αδικοπρακτική, ανεξάρτητα από προΰφιστάμενη ενοχική σχέση μεταξύ του παρέχοντος τις υπηρεσίες και του ζημιωθέντος [βλ. ΑΠ 1028/2015 ΕΕμπΔ 2015.898], τέτοια δε ευθύνη έχει και η τράπεζα όταν, μεταξύ άλλων παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες σε πελάτη της, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως καταναλωτής, σύμφωνα με το άρθρ. 1 παρ. 3 του ίδιου νόμου. Ο συγκεκριμένος νόμος έχει συμπεριλάβει ειδικές διατάξεις που επιβάλλουν στον οποιονδήποτε «προμηθευτή» (και στις τράπεζες) την ορθή, αναγκαία και κατάλληλη πληροφόρηση του μέσου «καταναλωτή» (και του ιδιώτη επενδυτή) ώστε αυτός να λαμβάνει τεκμηριωμένα την σωστή απόφαση της πράγματι ηθελημένης συναλλαγής. Να μην παραπλανάται, δηλαδή, αποφασίζοντας να ενεργήσει συναλλαγή, την οποία διαφορετικά δεν θα αποφάσιζε να ενεργήσει. Οι υποχρεώσεις αυτές του «προμηθευτή» προβλέπονται ιδίως στα άρθρα 9γ-9ε του νόμου, που αναφέρονται στην «απαγόρευση αθέμιτων εμπορικών πρακτικών». Εμμέσως, ωστόσο, προκύπτουν και από τις διατάξεις των άρθρων 4 και 4α, τα οποία αναφέρονται μεν ευθέως σε «εμπορία υπηρεσιών από απόσταση», αφορούν όμως, με τελολογική ερμηνεία τους, κάθε συναλλαγή με ταυτόχρονη φυσική παρουσία των συναλλασσομένων. Η προβλεπόμενη στο νόμο κύρωση για την περίπτωση παράβασης της εν λόγω υποχρέωσης εκ μέρους του «προμηθευτή» συνίσταται κυρίως σε αποζημίωση του καταναλωτή (άρθρο 9θ του ανωτέρω νόμου). Προστατευόμενο έννομο αγαθό της διάταξης του άρθρου 8 του ν. 2251/1994 είναι η περιουσία του αποδέκτη των υπηρεσιών και η εμπιστοσύνη στην ορθή λειτουργία του συστήματος παροχής υπηρεσιών. Οι αποδέκτες επενδυτικών υπηρεσιών είναι, επομένως, αμέσως ζημιωθέντες από την παράβαση της διάταξης του άρθρ. 8 ν. 2251/1994 [βλ. ΑΠ 974/2018 ΝοΒ 2019.1476, ΑΠ 865/2017 ΕΕμπΔ 2017.876]. Πέραν της θεμελίωσης των υποχρεώσεων συμβουλευτικής καθοδήγησης και ενημέρωσης του καταναλωτή στη γενική υποχρέωση πρόνοιας που απορρέει από την καλή πίστη και στο νόμο για την προστασία του καταναλωτή, το καθήκον παροχής συμβουλών προς τον καταναλωτή απαντάται και στο κοινοτικό δίκαιο των επενδυτικών υπηρεσιών και, ειδικότερα, στο άρθρο 19 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, όπου γίνεται δεκτό ότι για την παροχή εύλογων συμβουλών λαμβάνεται υπόψη η καλύτερη εξυπηρέτηση του συμφέροντος του πελάτη. Η προαναφερόμενη οδηγία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το ν. 3606/2007 («Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις»), σκοπός δε του πρώτου μέρους του συγκεκριμένου νόμου, όπως αναφέρεται στο άρθρ. 1 αυτού, «είναι η ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου Τ ια τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου" της 21.4.2004 (L 145/30.4.2004)». Ο ν. 3606/2007 καταργήθηκε πλέον με το ν. 4514/2018 («Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις») αλλά εξακολουθεί να. εφαρμόζεται επί πράξεων ή παραλείψεων τελεσθεισών μέχρι τη θέση σε ισχύ του Ν. 4514/2018 (άρθρο 98 παρ. 1 αυτού), προβλέπει δε, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: 1) «1. Οι διατάξεις του Πρώτου Μέρους του νόμου αυτού εφαρμόζονται στις ΑΕΠΕΥ, στις οργανωμένες αγορές και τους διαχειριστές αγοράς, καθώς και στις Ανώνυμες Εταιρίες Επενδυτικής Διαμεσολάβησης (ΑΕΕΔ), εφόσον παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες σύμφωνα με την άδεια λειτουργίας τους. 2. Στα πιστωτικά ιδρύματα, εφόσον παρέχουν μία ή περισσότερες επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις: (α) το άρθρο 2, (β) η παράγραφος 5 του άρθρου αυτού, καθώς και τα άρθρα 6, 7, 12 έως 15 και 19, (γ) τα άρθρα 25 έως 30, (δ) οι παράγραφοι 1, 6 και 7 του άρθρου 31, οι παράγραφοι 1, 2, 4 και 5 του άρθρου 32, τα άρθρα 34 και 49 έως 58, (ε) τα άρθρα 59 έως 62, 66 και 69 και (στ) το άρθρο 71» (άρθρο 3 παρ. 1 και 2), 2) «1. Ως επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες νοούνται οι εξής: (α) Η λήψη και διαβίβαση εντολών, η οποία συνίσταται στη λήψη και διαβίβαση εντολών για λογαριασμό πελατών, για κατάρτιση συναλλαγών σε χρηματοπιστωτικά μέσα, (β) Η εκτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών, η οποία συνίσταται στην κατάρτιση συμβάσεων αγοράς ή πώλησης ενός ή περισσότερων χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών, (γ) Η διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό, η οποία συνίσταται στη διαπραγμάτευση από ΕΠΕΥ με κεφάλαια της ενός ή περισσότερων χρηματοπιστωτικών μέσων προς κατάρτιση συναλλαγών επ' αυτών, (δ) Η διαχείριση χαρτοφυλακίων, η οποία συνίσταται στη διαχείριση, κατά τη διακριτική ευχέρεια της ΕΠΕΥ, χαρτοφυλακίων πελατών, στο πλαίσιο εντολής τους, που περιλαμβάνουν ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα, (ε) Η παροχή επενδυτικών συμβουλών, η οποία συνίσταται στην παροχή προσωπικών συμβουλών σε πελάτη, είτε κατόπιν αιτήσεως του είτε με πρωτοβουλία της ΕΠΕΥ, σχετικά με μία ή περισσότερες συναλλαγές που αφορούν χρηματοπιστωτικά μέσα, (στ) Η αναδοχή χρηματοπιστωτικών μέσων ή η τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων με δέσμευση ανάληψης, (ζ) Η τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων χωρίς δέσμευση ανάληψης, (η) Η λειτουργία πολυμερούς μηχανισμού διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ). 2. Ως παρεπόμενες υπηρεσίες νοούνται οι εξής: (α) Η φύλαξη και διοικητική διαχείριση χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών, περιλαμβανομένης της παροχής υπηρεσιών θεματοφύλακα και παροχής συναφών υπηρεσιών όπως η διαχείριση χρηματικών διαθεσίμων ή παρεχόμενων ασφαλειών, (β) Η παροχή πιστώσεων ή δανείων σε επενδυτή προς διενέργεια συναλλαγής σε ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα, στην οποία μεσολαβεί η ΕΠΕΥ, η οποία παρέχει την πίστωση ή το δάνειο, (γ) Η παροχή συμβουλών σε επιχειρήσεις σχετικά με τη διάρθρωση του κεφαλαίου τους, την κλαδική στρατηγική και συναφή θέματα, καθώς και παροχή συμβουλών και υπηρεσιών σχετικά με συγχωνεύσεις και εξαγορές επιχειρήσεων, (δ) Η παροχή υπηρεσιών ξένου συναλλάγματος εφόσον συνδέονται με την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών, (ε) Η έρευνα στον τομέα των επενδύσεων και χρηματοοικονομική ανάλυση ή άλλες μορφές γενικών συστάσεων που σχετίζονται με συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα, (στ) Η παροχή υπηρεσιών σχετιζόμενων με την αναδοχή, (ζ) Η παροχή επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών σχετικά με τα υποκείμενα μέσα των παραγώγων που περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις ε' έως ζ και Γ του άρθρου 5, εφόσον σχετίζονται με την παροχή επενδυτικών ή παρεπόμενων υπηρεσιών» (άρθρο 4 παρ. 1 και 2) και 3) «1. Οι ΑΕΠΕΥ οφείλουν να ενεργούν κατά την παροχή επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών σε πελάτες με αμεροληψία, εντιμότητα και επαγγελματισμό, ώστε να εξυπηρετούν με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των πελατών τους και ειδικότερα να συμμορφώνονται με τις αρχές που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 8 του άρθρου αυτού. 2. Οι πληροφορίες που παρέχουν οι ΑΕΠΕΥ σε πελάτες ή σε δυνητικούς πελάτες, συμπεριλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, πρέπει να είναι ακριβείς, σαφείς και μη παραπλανητικές. Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις πρέπει να μπορούν να αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες. 3. Οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν στους πελάτες ή στους δυνητικούς πελάτες κατάλληλη πληροφόρηση σε κατανοητή μορφή, ώστε αυτοί να είναι ευλόγως σε θέση να κατανοούν τη φύση και τους κινδύνους της προσφερόμενης επενδυτικής ή παρεπόμενης υπηρεσίας και της συγκεκριμένης κατηγορίας του προτεινόμενου χρηματοπιστωτικού μέσου και ως εκ τούτου να λαμβάνουν επενδυτικές αποφάσεις επί τη βάσει αντικειμενικής πληροφόρησης. Οι πληροφορίες αυτές μπορεί να παρέχονται σε τυποποιημένη μορφή. Η πληροφόρηση περιλαμβάνει στοιχεία σχετικά με: (α) την ΑΕΠΕΥ και τις υπηρεσίες της, (β) τα χρηματοπιστωτικά μέσα και τις προτεινόμενες επενδυτικές στρατηγικές, καθώς και κατάλληλη καθοδήγηση και προειδοποιήσεις σχετικά με τους κινδύνους που συνδέονται με τις επενδύσεις στα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα ή με την υιοθέτηση των εν λόγω επενδυτικών στρατηγικών, (γ) τους τόπους εκτέλεσης και (δ) το κόστος και τις σχετικές παρεπόμενες επιβαρύνσεις. 4. Όταν οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν επενδυτικές συμβουλές ή προβαίνουν σε διαχείριση χαρτοφυλακίου, οφείλουν να αντλούν τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την εμπειρία του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη στον επενδυτικό τομέα που σχετίζεται με τη συγκεκριμένη κατηγορία χρηματοπιστωτικού μέσου ή υπηρεσίας, καθώς και σχετικά με τη χρηματοοικονομική κατάσταση και τους επενδυτικούς στόχους του, ώστε να μπορούν να τους συστήσουν τις επενδυτικές υπηρεσίες και τα χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι κατάλληλα για την περίπτωση τους (έλεγχος καταλληλότητας). 5. Όταν οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν άλλες επενδυτικές υπηρεσίες εκτός από αυτές που αναφέρονται στην παράγραφο 4, ζητούν από τον πελάτη ή το δυνητικό πελάτη να παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την εμπειρία του στον επενδυτικό τομέα που σχετίζεται με τη συγκεκριμένη κατηγορία του προσφερόμενου ή ζητούμενου χρηματοπιστωτικού μέσου ή υπηρεσίας, ώστε να μπορούν οι ΑΕΠΕΥ να εκτιμήσουν κατά πόσον η  σχεδιαζόμενη  επενδυτική  υπηρεσία  ή το χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κατάλληλο για τον πελάτη (έλεγχος συμβατότητας). Εφόσον οι ΑΕΠΕΥ κρίνουν, βάσει των πληροφοριών που έχουν λάβει σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, ότι το χρηματοπιστωτικό μέσο ή η υπηρεσία δεν είναι κατάλληλα για τον πελάτη ή το δυνητικό πελάτη, οφείλουν να τον προειδοποιήσουν σχετικά. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή. Εάν ο πελάτης ή ο δυνητικός πελάτης δεν παράσχει τις κατά το πρώτο εδάφιο πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την εμπειρία του ή αν παράσχει ανεπαρκείς σχετικές πληροφορίες, οι ΑΕΠΕΥ οφείλουν να τον προειδοποιήσουν ότι η απόφαση του αυτή δεν τους επιτρέπει να κρίνουν κατά πόσον η προσφερόμενη ή ζητούμενη επενδυτική υπηρεσία ή το προσφερόμενο ή ζητούμενο χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κατάλληλα γΙ' αυτόν. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή. 6. Οι ΑΕΠΕΥ που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες οι οποίες συνίστανται αποκλειστικά στην εκτέλεση εντολών πελατών ή τη λήψη και διαβίβαση εντολών με ή χωρίς παρεπόμενες υπηρεσίες μπορούν να παρέχουν τις εν λόγω επενδυτικές υπηρεσίες στους πελάτες τους χωρίς να έχουν λάβει τις πληροφορίες και χωρίς να έχουν καταλήξει στην κρίση που προβλέπεται στην παράγραφο 5, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις: (α) Οι εν λόγω υπηρεσίες αφορούν μετοχές, εισηγμένες για διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά ή σε ισοδύναμη αγορά τρίτης χώρας, μέσα χρηματαγοράς, ομολογίες ή άλλες μορφές τιτλοποιημένου χρέους, (με την εξαίρεση των ομολογιών ή άλλων μορφών τιτλοποιημένου χρέους που ενσωματώνουν παράγωγα), μερίδια ΟΣΕΚΑ και άλλα μη σύνθετα χρηματοπιστωτικά μέσα. Αγορά τρίτης χώρας θεωρείται ισοδύναμη με οργανωμένη αγορά, εάν πληροί ισοδύναμες απαιτήσεις με τις οριζόμενες στο Κεφάλαιο ΣΤ του Πρώτου Μέρους του νόμου αυτού, (β) Η υπηρεσία παρέχεται κατόπιν πρωτοβουλίας του πελάτη ή δυνητικού πελάτη, (γ) Ο πελάτης ή δυνητικός πελάτης έχει ενημερωθεί σαφώς ότι, κατά την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας, η ΑΕΠΕΥ δεν υποχρεούται να αξιολογήσει τη συμβατότητα του χρηματοπιστωτικού μέσου που προσφέρεται ή της υπηρεσίας που παρέχεται και ότι δεν καλύπτεται από την αντίστοιχη προστασία των σχετικών κανόνων επαγγελματικής συμπεριφοράς. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή, (δ) Η ΑΕΠΕΥ συμμορφώνεται με τις κατά το άρθρο 13 υποχρεώσεις της. 7. Οι ΑΕΠΕΥ τηρούν αρχείο με τα έγγραφα και τις συμβάσεις που καταρτίζονται μεταξύ του πελάτη και της ΑΕΠΕΥ, τα οποία αναφέρουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών, καθώς και τους όρους υπό τους οποίους η ΑΕΠΕΥ παρέχει υπηρεσίες στον πελάτη. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών μπορούν να ορίζονται με αναφορά σε άλλα έγγραφα ή νομικά κείμενα. 8. Οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν σε κάθε πελάτη εγγράφως επαρκή ενημέρωση σχετικά με τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Στην ενημέρωση αυτή περιλαμβάνεται, όπου συντρέχει περίπτωση, το κόστος των συναλλαγών που εκτελούνται για λογαριασμό του και των υπηρεσιών που του παρέχονται. 9. Όταν η επενδυτική υπηρεσία προσφέρεται ως μέρος χρηματοπιστωτικού προϊόντος που ήδη υπόκειται σε άλλες διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας ή σε κοινά ευρωπαϊκά πρότυπα σχετικά με τα πιστωτικά ιδρύματα και την καταναλωτική πίστη όσον αφορά την αξιολόγηση του κινδύνου των πελατών και τις απαιτήσεις περί πληροφοριών, η παροχή της εν λόγω υπηρεσίας δεν υπόκειται επιπροσθέτως στις επιβαλλόμενες με το άρθρο αυτό υποχρεώσεις. 10. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται οι υποχρεώσεις των ΕΠΕΥ που καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 8, σύμφωνα με τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 10 του άρθρου 19 της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ. 11. Οι ΑΕΠΕΥ, οι ΑΕΔΟΕΕ και τα πιστωτικά ιδρύματα που διαχειρίζονται ηλεκτρονικά συστήματα μέσω των οποίων προσφέρονται κινητές αξίες, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 3401/2005, πρέπει να παρέχουν στους πελάτες ή τους δυνητικούς πελάτες πληροφόρηση για τις προσφορές αυτές, που περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής: ϊ. πληροφορίες για τη νομική κατάσταση του εκδότη, ϋ. επισκόπηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας του εκδότη, ϋί. πληροφορίες για πιθανά επενδυτικά σχέδια του εκδότη, iv. πληροφορίες για τους μετόχους/εταίρους με ποσοστό πάνω από πέντε τοις εκατό (5%) και για το κεφάλαιο. Περιγραφή κάθε γνωστής στον εκδότη συμφωνίας, της οποίας η εφαρμογή θα μπορούσε, σε μεταγενέστερη ημερομηνία, να επιφέρει αλλαγές όσον αφορά στον έλεγχο του εκδότη, ν. πληροφορίες για τη διοίκηση του εκδότη, vi. πληροφορίες για τυχόν συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ διοίκησης, μετόχων του εκδότη και ΑΕΠΕΥ που παρέχει την παρεπόμενη υπηρεσία της περίπτωσης α' της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν.3606/2007, ΑΕΔΟΕΕ του άρθρου 6 παρ. 4 του ν. 4209/2013 ή πιστωτικού ιδρύματος που διαμεσολαβεί, νii. πληροφορίες για τον τόπο δημοσίευσης των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων του εκδότη (π.χ. ιστοσελίδα του εκδότη, ΓΕΜΗ, κ.τ.λ.), viii. πληροφορίες σχετικά με τις κινητές αξίες που προσφέρονται και τους όρους της προσφοράς (π.χ. τρόπος κατανομής των κινητών αξιών σε περίπτωση υπερκάλυψης της προσφοράς, παράδοση κινητών άξιων κ.α.), ix. περιγραφή των δικαιωμάτων (ψήφου, πληροφόρησης) που αποκτά ο επενδυτής, χ. διακριτή παράθεση των παραγόντων κινδύνου που συνδέονται με τον εκδότη, τον τομέα δραστηριότητας του και τις κινητές αξίες που προσφέρονται, xi. προειδοποίηση ότι η επένδυση δεν είναι άμεσα ρευστοποιήσιμη και υπάρχει ενδεχόμενο ολικής απώλειας κεφαλαίου, χii. παράθεση των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τις παραπάνω πληροφορίες, xiii. προειδοποίηση ότι οι παραπάνω πληροφορίες δεν εγκρίνονται οπτό την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται οι υποχρεώσεις πληροφόρησης που προβλέπονται παραπάνω για τις ΑΕΠΕΥ και τις ΑΕΔΟΕΕ της παρούσης παραγράφου και τα πιστωτικά ιδρύματα, να καθορίζονται τα τεχνικά μέσα εφαρμογής τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια» (άρθρο 25). Κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 10 του άρθρου 25 ν. 3606/2007 εκδόθηκε η υπ' αριθ. 1/452/1.11.2007 Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Φ.Ε.Κ. Β' 2136/1.11.2007) «Κανόνες Συμπεριφοράς Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ.)», η οποία ορίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Για τους σκοπούς της απόφασης αυτής, νοούνται ως: ...9. «Επενδυτική συμβουλή»: μια προσωπική σύσταση προς ένα πρόσωπο υπό την ιδιότητα του ως υφιστάμενου ή δυνητικού επενδυτή, ή υπό την ιδιότητα του ως αντιπροσώπου υφιστάμενου ή δυνητικού επενδυτή, η οποία: (α) παρουσιάζεται ως κατάλληλη για το πρόσωπο αυτό ή λαμβάνει υπόψη της την κατάσταση του προσώπου αυτού και (β) αποτελεί σύσταση για την: (βα) αγορά, πώληση, εγγραφή, ανταλλαγή, εξαγορά, διακράτηση ή αναδοχή ορισμένου χρηματοπιστωτικού μέσου, (ββ) άσκηση ή μη άσκηση οποιουδήποτε δικαιώματος που παρέχει ορισμένο χρηματοπιστωτικό μέσο για την αγορά, πώληση, εγγραφή, ανταλλαγή, ή εξαγορά χρηματοπιστωτικού μέσου. Μια σύσταση δεν είναι προσωπική σύσταση εάν διαδίδεται αποκλειστικά μέσω διαύλων επικοινωνίας ή απευθύνεται στο κοινό. 10. Δίαυλος επικοινωνίας : το μέσο ή ο τρόπος, μέσω του οποίου δημοσιοποιείται ή είναι πιθανό ότι θα δημοσιοποιηθεί μία πληροφορία, στην οποία έχει πρόσβαση μεγάλος αριθμός προσώπων, όπως ενδεικτικά, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, το διαδίκτυο και η μαζική ταχυδρομική αποστολή (έγχαρτη ή ηλεκτρονική)» (άρθρο 2 παρ. 9 και 10), 2) «1. Η ΕΠΕΥ διασφαλίζει ότι όλες οι πληροφορίες, περιλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, τις οποίες απευθύνει σε ιδιώτες πελάτες ή τις οποίες διαδίδει με τρόπο που καθιστά πιθανή τη λήψη τους από ιδιώτες πελάτες, πληρούν τις προϋποθέσεις, προκειμένου να είναι ακριβείς, σαφείς και μη παραπλανητικές. 2. Η πληροφόρηση περιλαμβάνει απαραίτητος την επωνυμία της ΕΠΕΥ. 3. Η πληροφόρηση πρέπει να είναι ακριβής και ειδικότερα να μη δίνει έμφαση σε ενδεχόμενα δυνητικά οφέλη από μια επενδυτική υπηρεσία ή από ένα χρηματοπιστωτικό μέσο, χωρίς να επισημαίνει, παράλληλα, με σαφήνεια κάθε σχετικό κίνδυνο. Η πληροφόρηση πρέπει να είναι επαρκής και να παρουσιάζεται με τρόπο ώστε να είναι πιθανή η κατανόηση της από το μέσο μέλος της ομάδας των προσώπων στην οποία απευθύνεται και από κάθε άλλο πιθανό αποδέκτη της. Η πληροφόρηση δεν πρέπει να αποκρύπτει, να υποβαθμίζει ή να συγκαλύπτει σημαντικά στοιχεία, δηλώσεις ή προειδοποιήσεις. 4. Όταν η πληροφόρηση συγκρίνει επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες, χρηματοπιστωτικά μέσα ή πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες, πρέπει: (α) η σύγκριση να είναι εύλογη και να παρουσιάζεται με ακριβοδίκαιο τρόπο, (β) να προσδιορίζονται οι πηγές της πληροφόρησης που χρησιμοποιούνται για τη σύγκριση και (γ) να αναφέρονται τα βασικά στοιχεία και οι παραδοχές που χρησιμοποιήθηκαν για τη σύγκριση. 5. Όταν η πληροφόρηση περιλαμβάνει ένδειξη προηγούμενων επιδόσεων ενός χρηματοπιστωτικού μέσου, ενός χρηματοοικονομικού δείκτη ή μιας επενδυτικής υπηρεσίας: (α) Η ένδειξη προηγούμενων επιδόσεων δεν πρέπει να αποτελεί το προεξέχον στοιχείο της σχετικής ανακοίνωσης, (β) Η πληροφόρηση πρέπει να περιλαμβάνει τις κατάλληλες πληροφορίες για τις επιδόσεις της αμέσως προηγούμενης πενταετίας ή, εάν το διάστημα κατά το οποίο είτε ήταν διαθέσιμο το χρηματοπιστωτικό μέσο, είτε καταρτίστηκε ο δείκτης, είτε παρασχέθηκε η επενδυτική υπηρεσία, είναι μικρότερο των πέντε ετών, για όλο το χρονικό αυτό διάστημα. Η ΕΠΕΥ, πάντως μπορεί να παρέχει πληροφόρηση για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από την πενταετία. Σε κάθε περίπτωση η πληροφόρηση αφορά πλήρεις δωδεκάμηνες περιόδους, (γ) Η περίοδος αναφοράς και η πηγή των πληροφοριών πρέπει να αναφέρονται με σαφήνεια, (δ) Η πληροφόρηση πρέπει να περιλαμβάνει εμφανή προειδοποίηση ότι τα αριθμητικά στοιχεία αναφέρονται στο παρελθόν και ότι οι προηγούμενες επιδόσεις δεν αποτελούν ασφαλή ένδειξη μελλοντικών επιδόσεων, (ε) Όταν η ένδειξη προηγουμένων επιδόσεων βασίζεται σε αριθμητικά στοιχεία εκπεφρασμένα σε νόμισμα διαφορετικό από εκείνο του κράτους μέλους, στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο ιδιώτης πελάτης, πρέπει να αναφέρεται με σαφήνεια το σχετικό νόμισμα και να περιλαμβάνεται προειδοποίηση ότι η απόδοση ενδέχεται να επηρεαστεί θετικά ή αρνητικά από συναλλαγματικές διακυμάνσεις, (στ) Όταν η ένδειξη προηγουμένων επιδόσεων βασίζεται σε μεικτή απόδοση, πρέπει να γνωστοποιούνται αναλυτικά οι επιβαρύνσεις από προμήθειες, αμοιβές ή άλλες χρεώσεις. 6. Η πληροφόρηση, που περιλαμβάνει ή αναφέρεται σε προσομοίωση προηγουμένων επιδόσεων, πρέπει να αναφέρεται σε χρηματοπιστωτικό μέσο ή χρηματοοικονομικό δείκτη και να πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις: (α) η προσομοίωση προηγουμένων επιδόσεων πρέπει να βασίζεται σε πραγματικές προηγούμενες επιδόσεις ενός ή περισσότερων χρηματοπιστωτικών μέσων ή χρηματοοικονομικών δεικτών, οι οποίοι είτε αφορούν το ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο είτε υποκείμενο μέσο του, (β) οι πραγματικές προηγούμενες επιδόσεις, στις οποίες βασίζεται η προσομοίωση προηγουμένων επιδόσεων, πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις των περιπτώσεων (α) έως (γ), (ε) και (στ) της παραγράφου 5 και (γ) η πληροφόρηση πρέπει να περιλαμβάνει εμφανή προειδοποίηση ότι τα αριθμητικά στοιχεία αφορούν προσομοίωση προηγουμένων επιδόσεων και ότι οι προηγούμενες αυτές επιδόσεις δεν αποτελούν ασφαλή ένδειξη μελλοντικών επιδόσεων. 7. Όταν η πληροφόρηση περιλαμβάνει πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με μελλοντικές επιδόσεις: (α) η πληροφόρηση δεν πρέπει να βασίζεται ή να αναφέρεται σε προσομοίωση προηγουμένων επιδόσεων, (β) η πληροφόρηση πρέπει να βασίζεται σε εύλογες παραδοχές που μπορούν να τεκμηριωθούν με αντικειμενικά δεδομένα, (γ) σε περίπτωση που η πληροφόρηση βασίζεται σε μεικτή απόδοση, πρέπει να γνωστοποιούνται αναλυτικά οι επιβαρύνσεις από προμήθειες, αμοιβές ή άλλες χρεώσεις και (δ) η πληροφόρηση πρέπει να περιλαμβάνει εμφανή προειδοποίηση ότι οι προβλέψεις σχετικά με τις μελλοντικές επιδόσεις δεν αποτελούν ασφαλή ένδειξη μελλοντικών επιδόσεων. 8. Πληροφόρηση, η οποία αναφέρεται σε ιδιαίτερη φορολογική μεταχείριση, πρέπει να επισημαίνει ότι η συγκεκριμένη φορολογική μεταχείριση εξαρτάται από τα ατομικά δεδομένα κάθε πελάτη και ενδέχεται να μεταβληθεί στο μέλλον. 9. Η πληροφόρηση δεν πρέπει να χρησιμοποιεί το όνομα αρμόδιας αρχής με τρόπο που να δείχνει ή να υποδηλώνει ότι η αρμόδια αρχή υποστηρίζει ή εγκρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες της ΕΠΕΥ» (άρθρο 4), 3) «1. Η ΕΠΕΥ παρέχει στους πελάτες της γενική περιγραφή της φύσης και των κινδύνων που ενέχουν τα χρηματοπιστωτικά μέσα, λαμβάνοντας υπόψη ειδικότερα την κατηγοριοποίηση του πελάτη ως ιδιώτη ή επαγγελματία. Η περιγραφή αυτή εξηγεί τη φύση του χρηματοπιστωτικού μέσου και τους συγκεκριμένους κινδύνους που αυτό ενέχει, με επαρκείς λεπτομέρειες, ώστε ο πελάτης να μπορεί να λαμβάνει εμπεριστατωμένες επενδυτικές αποφάσεις. 2. Η περιγραφή των κινδύνων περιλαμβάνει, ανάλογα με το είδος του χρηματοπιστωτικού μέσου, την κατηγορία και το επίπεδο γνώσης του πελάτη, τα ακόλουθα στοιχεία: (α) τους κινδύνους που σχετίζονται με το συγκεκριμένο είδος χρηματοπιστωτικού μέσου, επεξηγώντας τη μόχλευση που παρέχει και τις συνέπειες της, καθώς και τον κίνδυνο απώλειας του συνόλου της επένδυσης, (β) τη μεταβλητότητα της τιμής του συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου, καθώς και οποιουσδήποτε υφιστάμενους στην αγορά, στην οποία το μέσο αυτό αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης, περιορισμούς, (γ) το γεγονός ότι ο επενδυτής, εκτός από το κόστος απόκτησης των χρηματοπιστωτικών μέσων, ενδέχεται να αναλάβει, ως αποτέλεσμα συναλλαγών επί των συγκεκριμένων μέσων, οικονομικές δεσμεύσεις καθώς και άλλες πρόσθετες υποχρεώσεις, περιλαμβανομένων ενδεχόμενων υποχρεώσεων, (δ) το περιθώριο ασφάλισης ή παρόμοια υποχρέωση που, ενδεχομένως, απαιτείται για τη διενέργεια συναλλαγών επί των συγκεκριμένων χρηματοπιστωτικών μέσων. 3. Όταν η ΕΠΕΥ παρέχει σε ιδιώτη πελάτη πληροφορίες σχετικά με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο που αποτελεί αντικείμενο δημόσιας προσφοράς, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη και για την οποία έχει εκδοθεί ενημερωτικό δελτίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3401/2005, ενημερώνει τον πελάτη σχετικά με το πού διατίθεται στο κοινό το συγκεκριμένο ενημερωτικό δελτίο. 4. Όταν ένα χρηματοπιστωτικό μέσο αποτελείται από ένα ή περισσότερα διαφορετικά χρηματοπιστωτικά μέσα ή υπηρεσίες και είναι πιθανό οι κίνδυνοι, οι οποίοι συνδέονται με το συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο, να είναι μεγαλύτεροι από τους κινδύνους που συνδέονται με κάθε μία από τις συνιστώσες του, η ΕΠΕΥ παρέχει επαρκή περιγραφή των συνιστωσών του συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου, καθώς και του τρόπου με τον οποίο η αλληλεπίδραση τους αυξάνει τους κινδύνους. 5. Όταν χρηματοπιστωτικά μέσα ενσωματώνουν εγγύηση τρίτου, η πληροφόρηση που παρέχει η ΕΠΕΥ σχετικά με την εγγύηση αυτή περιλαμβάνει επαρκείς λεπτομέρειες για τον εγγυητή και την εγγύηση, προκειμένου ο ιδιώτης πελάτης να μπορεί να προβεί σε εμπεριστατωμένη αξιολόγηση της εγγύησης» (άρθρο 8), 4) «1. Η ΕΠΕΥ, στο πλαίσιο παροχής επενδυτικών συμβουλών, ή της διαχείρισης χαρτοφυλακίων λαμβάνει, από τους πελάτες, τις πληροφορίες οι οποίες είναι απαραίτητες προκειμένου να κατανοήσει τα βασικά δεδομένα του πελάτη και να σχηματίσει εύλογα την πεποίθηση, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και την έκταση της παρεχόμενης επενδυτικής υπηρεσίας, ότι η συγκεκριμένη συναλλαγή, που προτείνει στο πλαίσιο παροχής επενδυτικών συμβουλών, ή που καταρτίζει στο πλαίσιο της διαχείρισης χαρτοφυλακίου, πληροί τα ακόλουθα κριτήρια: (α) είναι σύμφωνη με τους επενδυτικούς στόχους του συγκεκριμένου πελάτη, (β) ο πελάτης έχει την οικονομική δυνατότητα να αναλάβει το βάρος των σχετικών επενδυτικών κινδύνων, σύμφωνα με τους επενδυτικούς του στόχους, (γ) ο πελάτης διαθέτει την αναγκαία πείρα και γνώση, ώστε να είναι σε θέση να κατανοεί τους κινδύνους που ενέχει η προτεινόμενη συναλλαγή ή η διαχείριση του χαρτοφυλακίου του. 2. Η πληροφόρηση, αναφορικά με τους επενδυτικούς στόχους του πελάτη περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, στοιχεία σχετικά: (α) με το χρονικό διάστημα για το οποίο ο πελάτης επιθυμεί να διατηρήσει την επένδυση, (β) με τις προτιμήσεις του όσον αφορά την ανάληψη κινδύνου, (γ) με το επενδυτικό του προφίλ και (δ) με τους σκοπούς της επένδυσης. 3. Η πληροφόρηση, αναφορικά με την οικονομική κατάσταση πελάτη, περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, στοιχεία σχετικά: (α) με την προέλευση και το ύψος των τακτικών του εισοδημάτων, (β) με τα περιουσιακά του στοιχεία, περιλαμβανομένων των ρευστών του διαθεσίμων, των επενδύσεων και των ακινήτων του, και (γ) με τις τακτικές οικονομικές του υποχρεώσεις. 4. Ο επαγγελματίας πελάτης θεωρείται ότι διαθέτει το απαιτούμενο επίπεδο πείρας και γνώσης, για τα προϊόντα, τις συναλλαγές και τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει ενταχθεί στην κατηγορία του επαγγελματία πελάτη. Ο επαγγελματίας πελάτης της περίπτωσης (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν. 3606/2007 θεωρείται ότι διαθέτει την οικονομική δυνατότητα να αναλάβει το βάρος των σχετικών επενδυτικών κινδύνων, σύμφωνα με τους επενδυτικούς του στόχους, όταν η παρεχόμενη επενδυτική υπηρεσία συνίσταται στην παροχή επενδυτικών συμβουλών. Ο επιλέξιμος αντισυμβαλλόμενος θεωρείται ότι έχει την οικονομική δυνατότητα να φέρει το βάρος κάθε σχετικού επενδυτικού κινδύνου, που είναι σύμφωνος με τους επενδυτικούς του στόχους. 5. Σε περίπτωση που η ΕΠΕΥ, δεν λάβει ως προς συγκεκριμένο πελάτη την πληροφόρηση που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 25 του ν. 3606/2007 και εξειδικεύεται τις παραγράφους 1 έως 3 αυτού του άρθρου, δεν προβαίνει στην παροχή επενδυτικών συμβουλών προς τον συγκεκριμένο πελάτη ή στη διαχείριση χαρτοφυλακίου του» (άρθρο 12), 5) «1. Η ΕΠΕΥ, στο πλαίσιο της αξιολόγησης της συμβατότητας μίας επενδυτικής υπηρεσίας για έναν πελάτη της, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 25 του ν. 3606/2007, κρίνει αν ο πελάτης αυτός διαθέτει την αναγκαία πείρα και γνώση, ώστε να είναι σε θέση να κατανοεί τους κινδύνους που ενέχει το επενδυτικό προϊόν ή η επενδυτική υπηρεσία, που του παρέχει η ΕΠΕΥ ή που αιτείται ο πελάτης. 2. Ένας επαγγελματίας πελάτης θεωρείται ότι διαθέτει την αναγκαία πείρα και γνώση, ώστε να είναι σε θέση να κατανοεί τους κινδύνους που ενέχουν οι συγκεκριμένες επενδυτικές υπηρεσίες ή συναλλαγές, ή τα είδη των συναλλαγών ή προϊόντων, για τα οποία ο πελάτης αυτός έχει ενταχθεί στην κατηγορία του επαγγελματία πελάτη» (άρθρο 13) και 6) «1. Η πληροφόρηση, αναφορικά με τη γνώση και την πείρα που διαθέτει πελάτης στον τομέα των επενδύσεων, περιλαμβάνει τα παρακάτω στοιχεία, στο μέτρο που είναι κατάλληλα για τον πελάτη αυτό, το είδος και την έκταση της υπηρεσίας που θα παρασχεθεί, καθώς και το είδος του προϊόντος ή της συναλλαγής που προβλέπεται να πραγματοποιηθεί, συμπεριλαμβανομένης της πολυπλοκότητας τους και των κινδύνων που ενέχουν: (α) τα είδη των επενδυτικών υπηρεσιών, των συναλλαγών και χρηματοπιστωτικών μέσων με τα οποία είναι εξοικειωμένος ο πελάτης, (β) τη φύση, τον όγκο και τη συχνότητα των συναλλαγών του πελάτη σε χρηματοπιστωτικά μέσα και τη χρονική περίοδο κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν, (γ) το μορφωτικό επίπεδο και το επάγγελμα ή συναφές προηγούμενο επάγγελμα του πελάτη, 2. Η ΕΠΕΥ δεν ενθαρρύνει τους πελάτες να μην παράσχουν την απαιτούμενη πληροφόρηση της αξιολόγησης της καταλληλότητας και της συμβατότητας, σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 25 του ν. 3606/2007, όπως εξειδικεύονται στα άρθρα 13 έως 15. 3. Η ΕΠΕΥ δικαιούται να βασίζεται στην πληροφόρηση που της παρέχουν οι πελάτες της, εκτός εάν γνωρίζει ή όφειλε να γνωρίζει ότι η πληροφόρηση αυτή είναι καταφανώς παρωχημένη, ανακριβής ή ελλιπής» (άρθρο 14). Τέλος, στην υπ' αριθ. 2501/31.12.2002 Πράξη Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος «Ενημέρωση των συναλλασσομένων με τα πιστωτικά ιδρύματα για τους όρους που διέπουν τις συναλλαγές τους» (Φ.Ε.Κ. Α 277/18.11.2002) ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: «Α. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ: Τα πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα οφείλουν: - Να ενημερώνουν κατάλληλα τους συναλλασσόμενους για τη φύση και τα χαρακτηριστικά των προσφερομένων προϊόντων και υπηρεσιών και εν γένει για τους όρους και τις προϋποθέσεις που διέπουν τις τραπεζικές συναλλαγές. - Να παρέχουν περιοδική έγγραφη ενημέρωση στους συναλλασσόμενους κατά τη διάρκεια ισχύος και λειτουργίας των συμβάσεων για τον τρόπο εφαρμογής των όρων που έχουν συμφωνηθεί. - Να ανταποκρίνονται εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος σε αιτήματα συναλλασσομένων για την παροχή πληροφοριών και διευκρινίσεων σχετικά με την εφαρμογή των συμβατικών όρων. - Να διαθέτουν ειδική υπηρεσιακή μονάδα για την εξέταση παραπόνων ή καταγγελιών πελατών. - Να μεριμνούν για την κατάλληλη εκπαίδευση των υπαλλήλων που είναι επιφορτισμένοι με την παροχή εξειδικευμένων πληροφοριών προς το συναλλακτικό κοινό. - Να διαμορφώνουν το περιεχόμενο των διαφημίσεων τους σύμφωνα και με τους βασικούς κανόνες διαφάνειας της παρούσας Πράξης. - Να διαμορφώνουν τα επιτόκια στο πλαίσιο της αρχής της ανοικτής αγοράς και του ελεύθερου ανταγωνισμού, συνεκτιμώντας τους κατά περίπτωση αναλαμβανόμενους κινδύνους, και λαμβάνοντας υπόψη ενδεχόμενες μεταβολές στις χρηματοοικονομικές συνθήκες καθώς και στοιχεία και πληροφορίες, τις οποίες οι αντισυμβαλλόμενοι οφείλουν να παρέχουν με ακρίβεια για το σκοπό αυτό. Β. ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ: Σύμφωνα με τις ως άνω γενικές αρχές τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να παρέχουν κατ' ελάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία και πληροφορίες, ώστε οι συναλλασσόμενοι με αυτά να σχηματίζουν πριν από τη σύναψη της σύμβασης σαφή εικόνα για τις παρεχόμενες υπηρεσίες και προϊόντα, όταν αυτά δεν αποτελούν αντικείμενο εξατομικευμένης διαπραγμάτευσης: ... Σε ό,τι αφορά τα σύνθετα τραπεζικά προϊόντα, των οποίων η απόδοση προσδιορίζεται βάσει στοιχείων και δεικτών και τα οποία προσιδιάζουν στο χαρακτήρα των επενδυτικών προϊόντων, η ενημέρωση των συναλλασσομένων πρέπει να περιλαμβάνει ειδικές πληροφορίες, ούτως ώστε να διευκολύνεται η συγκρισιμότητα των προϊόντων αυτών με ομοειδή, αμιγώς καταθετικά ή αμιγώς επενδυτικά προϊόντα, καθώς και η κατανόηση της αναμενόμενης απόδοσης και των πιθανών κινδύνων ...». Από τα παραπάνω σαφώς συνάγεται ότι κυρία υποχρέωση του πιστωτικού ιδρύματος κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών αποτελεί η διασφάλιση της ορθότητας και της πληρότητας των συμβουλών αυτών. Η ενημέρωση του επενδυτή πρέπει να χωρεί κατά τρόπο ευλόγως κατανοητό και με τη μεγίστη δυνατή σαφήνεια, το οποίο σημαίνει ότι το πιστωτικό ίδρυμα οφείλει να λαμβάνει υπόψη και να συνεκτιμά την οικονομική κατάσταση, τους στόχους, τη μόρφωση, τις γνώσεις και την εμπειρία του επενδυτή αναφορικώς με το αντικείμενο της επενδύσεως, οι δε συμβουλές πρέπει να είναι προσαρμοσμένες τόσο στο πρόσωπο του πελάτη, όσο και στο αντικείμενο της επένδυσης. Σύμφωνα με την αρχή της καταλληλότητας, το πιστωτικό ίδρυμα οφείλει να παρέχει προσαρμοσμένες στο πρόσωπο του πελάτη (κατάλληλες) συμβουλές. Η έκταση του καθήκοντος παροχής συμβουλών συμπροσδιορίζεται από τα προσωπικά στοιχεία του πελάτη, ώστε πρέπει, στο πλαίσιο παροχής συγκεκριμένης συμβουλής, να ληφθούν υπόψη το επίπεδο γνώσεως, η ηλικία, το επάγγελμα, η οικογενειακή, οικονομική και περιουσιακή κατάσταση, η επενδυτική του εμπειρία, ο επενδυτικός στόχος και η προθυμία διακινδυνεύσεως. Ο δεύτερος πόλος, στον οποίο πρέπει να προσαρμόζεται η διαδικασία της επενδυτικής συμβουλής, είναι το αντικείμενο της επενδύσεως. Εδώ εντάσσονται πληροφορίες, οι οποίες αφορούν γενικώς στην αγορά, πληροφορίες για το αντικείμενο της επενδύσεως, ως και πληροφορίες για την οικονομική κατάσταση και τη φερεγγυότητα του εκδότη των προτεινομένων τίτλων. Οι συμβουλές του παρέχοντος επενδυτικές υπηρεσίες πρέπει να είναι θεμελιωμένες σε ενδελεχή έρευνα. Το πιστωτικό ίδρυμα και κάθε εταιρία παροχής επενδυτικών συμβουλών οφείλουν να διαθέτουν τις πλέον «επικαιροποιημένες» πληροφορίες για την απόδοση, τη ρευστότητα και την ασφάλεια της προτεινομένης επενδύσεως. Ιδιαιτέρως αυξημένο είναι το καθήκον του πιστωτικού ιδρύματος ή της εταιρίας παροχής επενδυτικών συμβουλών για έρευνα ή ενημέρωση σε περιπτώσεις ιδιαιτέρως επικινδύνων ή πολύπλοκων επενδύσεων. Αυτό δεν σημαίνει ότι το πιστωτικό ίδρυμα πρέπει να αποτρέψει τον επενδυτή από μια επένδυση με αυξημένους κινδύνους, πλην όμως οφείλει να καταστήσει σε αυτόν σαφείς τους κινδύνους αυτούς, στους οποίους πρόκειται να εκτεθεί. Στόχος των εν λόγω υποχρεώσεων, οι οποίες βαρύνουν τα πιστωτικά ιδρύματα και τις εταιρίες παροχής επενδυτικών συμβουλών δεν είναι η επιτυχία της επένδυσης, αλλά η εκ μέρους τους καταβολή κάθε δυνατής επιμέλειας κατά την εκπλήρωση της υποχρέωσης διαφώτισης, έρευνας και παροχής καταλλήλων συμβουλών. Με βάση λοιπόν τις προαναφερόμενες διατάξεις, δημιουργούνται ζητήματα ευθύνης πιστωτικού ιδρύματος ή εταιρίας παροχής επενδυτικών συμβουλών, εάν, ενδεικτικώς, δεν εφιστούν εγγράφως την προσοχή του επενδυτή στους κινδύνους συγκεκριμένων επενδυτικών επιλογών του, εάν δεν πραγματοποιούν - με κατάλληλη υποστήριξη των εξειδικευμένων συμβούλων τους - τεχνική ανάλυση της μελλοντικής κίνησης των περιλαμβανομένων στο προτεινόμενο επενδυτικό πρόγραμμα κινητών αξιών ή εάν δεν ενημερώνουν με απολύτως σαφή τρόπο τον επενδυτή ως προς τις αποδόσεις των προτεινομένων προς επένδυση τίτλων. Η παράβαση των διατάξεων αυτών συνιστά παρανομία κατά την έννοια της διάταξης του άρθρ. 914 ΑΚ, εφόσον δε η εν λόγω παρανομία, διαπραχθείσα με υπαιτιότητα, επιφέρει αιτιωδώς ζημία στον επενδυτή, υποχρεώνει την παρανομούσα Τράπεζα σε αποζημίωση [βλ. ΑΠ 1228/2019 ΤΝΠΔΣΑ, ΑΠ 974/2018 ο.π.]. Τούτο ισχύει ιδίως για τα λεγόμενα ομόλογα «ατελεύτητης διάρκειας» ή «αόριστης διάρκειας» ή «διηνεκή» ή «αιώνια» ομόλογα (perpetual bonds), τα οποία συνιστούν ομολογίες που εκδίδονται ως ονομαστικά ή ανώνυμα αξιόγραφα (χρεόγραφα, τίτλοι παραστατικοί αξίας) στο πλαίσιο σύναψης ομολογιακού δανείου από μια ανώνυμη εταιρία ή ένα κράτος, παρέχουν δε στον κομιστή αυτών, ο οποίος καταβάλλει στον εκδότη κατά την απόκτηση των αξιόγραφων την ονομαστική τους αξία, δικαιώματα απόληψης των συμφωνηθέντων (υψηλών κατά κανόνα) τόκων, όχι όμως και το βασικό δικαίωμα να ζητήσει από τον εκδότη την επιστροφή της καταβληθείσας αξίας τους σε κάποιο απώτερο χρόνο λήξης. Ο κομιστής, δηλαδή, ενός τέτοιου ομολόγου δεν δικαιούται σε παράδοση ή επιστροφή του ομολόγου στον εκδότη του με σκοπό είσπραξης της ονομαστικής του αξίας μετά τη λήξη της συμφωνηθείσας διάρκειας του ή οποτεδήποτε. Ο εκδότης, αντιθέτως, διατηρεί το δικαίωμα της μονομερούς ανάκλησης του ομολόγου οποτεδήποτε, κατά την ελεύθερη αυτού κρίση και βούληση. Οι τίτλοι αυτοί χαρακτηρίζονται ως «υβριδικοί» επειδή παρουσιάζουν ομοιότητες τόσο με τα ομόλογα των ομολογιακών δανείων όσο και με τις προνομιούχες μετοχές άνευ δικαιώματος ψήφου, χωρίς όμως να ταυτίζονται με κανένα από τα δύο. Είναι, λοιπόν, προφανές ότι τα ομόλογα ατελεύτητης ή αόριστης διάρκειας (perpetual bonds) δεν είναι απλά στη σύλληψη και τη λειτουργία τους επενδυτικά προϊόντα, με αποτέλεσμα οι παρέχουσες επενδυτικές υπηρεσίες ανώνυμες εταιρίες (είτε πιστωτικά ιδρύματα είτε Ε.Π.Ε.Υ.) να υπέχουν ιδιαιτέρως αυξημένη ευθύνη και υποχρέωση ενημέρωσης του εκάστοτε πελάτη τους επενδυτή, ιδίως όταν αυτός ανήκει στην κατηγορία των ιδιωτών επενδυτών (δηλαδή όχι των επαγγελματιών ή των θεσμικών επενδυτών), δεδομένου ότι η χρήση και η κυκλοφορία αυτών ως ομολόγων ομολογιακού δανείου αποδίδει μια μη πραγματική εικόνα, ικανή να παραπλανήσει ακόμη και τον εμπειρότερο επενδυτή ως προς τη νομική φύση και τη λειτουργία τους. Αυτή καθ’ εαυτή η ονομασία τους, υποδηλούσα αξιογραφική παράσταση δανειακής υποχρέωσης του εκδότη (ομολογία, αναγνώριση χρέους), δημιουργεί, κατά τα απολύτως κρατούντα συναλλακτικά ήθη και την καλή πίστη, σταθερή πεποίθηση περί σύναψης δανειακής σχέσης και συνακολούθως αδιαμφισβήτητης αξίωσης του δανειστή (κομιστή της ομολογίας) κατά του εκδότη περί επιστροφής του δανείου σε συγκεκριμένο χρόνο ή οποτεδήποτε αυτός το ζητήσει και όχι αντιστρόφως. Αυτό ακριβώς το φαινόμενο οφείλει πρωτίστως μια τράπεζα να απαλείψει με δική της ευθύνη, πληροφορώντας καταλλήλως τον επενδυτή και παραλλήλως διενεργώντας πραγματικό και ενδελεχή έλεγχο καταλληλότητας και συμβατότητας αυτού, κατά τα προεκτιθέμενα. Εάν δεν το πράξει, παραβιάζει τις παραπάνω διατάξεις και υπόκειται σε αξιώσεις αποζημιώσεως των επενδυτών - πελατών της [βλ. ΑΠ 1129/2019 δημ. ΤΝΠ Δ ΣΑ, ΑΠ 1350/2018 ΔΕΕ 2019.610].

 

Οι ενάγοντες άσκησαν την από 3-3-2017 (υπ' αρ.κατ.δικ../3-3-2017) αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Τακτική Διαδικασία), με την οποία ισχυρίσθηκαν ότι η πρώτη εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία, με την οποία συνεργάζονταν στα πλαίσια τοποθετήσεως των αποταμιεύσεων τους έχοντας αναπτύξει σχέση εμπιστοσύνης, πρότεινε δια των αρμοδίων υπαλλήλων της στον αναφερόμενο κατά περίπτωση στο αγωγικό δικόγραφο τόπο και χρόνο (εντός του έτους 2008), παρέχοντας επενδυτική συμβουλή, να προβούν στην αγορά μετατρέψιμων χρεογράφων, ήτοι ενός νέου και εξαιρετικώς συμφέροντος, κατά τους ισχυρισμούς της, καταθετικού προϊόντος με τη μείζονα δυνατή τοκοφορία και απολύτως εξασφαλισμένη επιστροφή κεφαλαίου, παραπλήσιο της προθεσμιακής καταθέσεως, καθώς μετά το πέρας της συμφωνηθείσας πενταετούς διάρκειας του συγκεκριμένου επενδυτικού προϊόντος η πρώτη εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία είχε υποχρέωση να τους αποδώσει το αρχικό κεφάλαιο. Ότι τα ομόλογα αυτά παρουσιάσθηκαν ως ιδιαιτέρως ελκυστικά, καθ' όσον προσέφεραν σταθερό επιτόκιο 7,5% για το πρώτο έτος και κυμαινόμενο επιτόκιο έκτοτε. Ότι, πεισθέντες στις διαβεβαιώσεις των αρμοδίων υπαλλήλων της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, προέβησαν έκαστος στην τοποθέτηση των αναφερομένων στο αγωγικό δικόγραφο ποσών, με τα οποία αγόρασαν μετατρέψιμα χρεόγραφα με τον τίτλο «Μετατρέψιμα Χρεόγραφα 2013/2018» (Μ.Χ. 2013/2018), τα δε ποσά αυτά εκταμιεύθηκαν από τους αναφερομένους κατά περίπτωση τραπεζικούς λογαριασμούς τους. Ότι, ομοίως πειθόμενοι στις παραινέσεις και τις οδηγίες των αρμοδίων υπαλλήλων της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, κατά το επόμενο έτος (2009) αντάλλαξαν τα Μ.Χ. 2013/2018 στην ονομαστική αξία του κεφαλαίου ενός εκάστου με τα δήθεν όμοια και αποδοτικότερα επενδυτικά προϊόντα με την ονομασία «Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου» (Μ.Α.Κ. ή ΚΥΠΡΟ 2), παρουσιάζοντας το εν λόγω επενδυτικό προϊόν ως αναγκαίο και επωφελές παρακολούθημα της αρχικής μεταξύ τους επενδυτικής σχέσεως (με αντικείμενο τα Μ.Χ. 2013/2018), βελτιωμένο όμως ως προς το επιτόκιο, το οποίο πλέον ήταν σταθερό (5,5% ετησίως) και όχι κυμαινόμενο. Ότι κατά το έτος 2011 οι αρμόδιοι υπάλληλοι της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας καθοδήγησαν αυτούς να ανταλλάξουν τα Μ.Α.Κ. ή ΚΥΠΡΟ 2 με νέα επενδυτικά προϊόντα, ήτοι τα «Μετατρέψιμα Ενισχυμένα Αξιόγραφα Κεφαλαίου» Μ.Α.Ε.Κ. ή ΚΥΠΡΟ 3/ΚΥΠΡ04), τα οποία ομοίως παρουσιάσθηκαν ως αναγκαίο και επωφελές παρακολούθημα της μέχρι τότε υφισταμένης μεταξύ τους επενδυτικής σχέσεως (με αντικείμενο τα Μ.Χ. 2013/2018 και τα Μ.Α.Κ.), βελτιωμένο όμως ως προς το επιτόκιο, το οποίο ήταν αυξημένο κατά ποσοστό 1% σε σχέση με το επιτόκιο των Μ.Α.Κ. Ότι στην πραγματικότητα επρόκειτο για πολύπλοκα χρηματοοικονομικά προϊόντα, τα οποία ήσαν υβριδικά (hybrid) και μετατρέψιμα (convertible), σύνθετα στη σύλληψη και λειτουργία τους, με όρους μονομερώς προδιατυπωμένους, συνιστώντα μη εξασφαλισμένες και ελάσσονος προτεραιότητας υποχρεώσεις της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας (subordinated), συνδεόμενα με πλήθος κινδύνων είτε γενικών (κίνδυνος πτωχεύσεως της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας [insolvency risk], κίνδυνος επιτοκίου [interest rate risk], πιστωτικός κίνδυνος [credit risk], κίνδυνος ρευστότητας αγοράς [market risk]) είτε ειδικών (κίνδυνος αφερεγγυότητας της Τράπεζας, κίνδυνος απώλειας κεφαλαιακής επάρκειας, κίνδυνος ακυρώσεως καταβολής τόκων, επιχειρηματικός κίνδυνος, κίνδυνος εκμηδενίσεως της αξίας τους λόγω μετατροπής τους σε μετοχικό κεφάλαιο της Τράπεζας κλπ.), διαπραγματεύσιμα στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, αόριστης διάρκειας (perpetual - αφορά στα Μ.Α.Κ. και στα Μ.Α.Ε.Κ.), περιέχοντα τον όρο της ακυρώσεως πληρωμής τόκων σε περίπτωση κεφαλαιακής ανεπάρκειας της Τράπεζας (αφορά στα Μ.Α.Κ.) ή, επιπλέον, τον όρο της υποχρεωτικής μετατροπής σε μετοχές (convertible contingent ή coco - αφορά στα Μ.Α.Ε.Κ). Ότι σκοπός εκδόσεως των Μ.Χ. 2013/2018 κατά το μήνα Ιούλιο του έτους 2008, συνολικού ύψους πεντακοσίων ογδόντα τριών εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (583.000.000 ), ήταν η ενίσχυση του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας της (δευτεροβάθμιο κεφάλαιο - Tier 2), για το λόγο δε αυτό η πρώτη εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία προώθησε τα εν λόγω χρηματοοικονομικά προϊόντα, τα οποία ήσαν σχεδιασμένα να «απορροφούν» τυχόν ζημίες της, στη λιανική τραπεζική (δηλαδή σε πλήθος πελατών, καταθετών ή μετόχων της) ως «μηδενικού ρίσκου» και ασφαλή προϊόντα, όπως μια προθεσμιακή κατάθεση. Ότι την 6.6.2009 η πρώτη εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία προέβη στην έκδοση των Μ.Α.Κ, συνολικού ύψους εξακοσίων πενήντα εννέα εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (659.000.000 €), με το οποίο αποσκοπούσε πλέον στην ενίσχυση της κεφαλαιακής της θέσεως δια της αυξήσεως των ιδίων κεφαλαίων αυτής (Tier 1), στοχεύοντας σε ανταλλαγή κατά ποσοστό 100% των Μ.Χ. 2013/2018 από τα Μ.Α.Κ, πείθοντας τους κατόχους  των Μ.Χ. 2013/2018  ότι  τα  Μ.Α.Κ. είναι  εξίσου ασφαλή χρηματοοικονομικά προϊόντα, βελτιωμένα ως προς το επιτόκιο και περισσότερο συμφέροντα, αποκρύπτοντας όμως την επιδείνωση της πραγματικής κεφαλαιακής της θέσεως λόγω της υπερβολικής εκθέσεως αυτής σε Ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου (Ο.Ε.Δ.) κατά το χρονικό διάστημα Δεκεμβρίου 2009 - Απριλίου 2010 σε ποσόν δύο δισεκατομμυρίων τετρακοσίων εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (2.400.000.000 €), καθ' ο χρόνο τα κεφάλαια αυτής ανέρχονταν σε δύο δισεκατομμύρια πεντακόσια εκατομμύρια ΕΥΡΩ (2.500.000.000 €), με ποσοστό συγκεντρώσεως πραγματικού κινδύνου 80%, τελικώς δε υπέστη ζημία στα ίδια κεφάλαια της λόγω απομειώσεως της αξίας των Ο.Ε.Δ., ποσού πεντακοσίων είκοσι εννέα εκατομμυρίων πεντακοσίων δεκατριών χιλιάδων ΕΥΡΩ (529.513.000€), με συνέπεια την επιδείνωση της κεφαλαιακής της επάρκειας, καθ' όσον δεν είχε λάβει μέτρα αποφυγής ή περιστολής της ζημίας αυτής (είτε με πώληση Ο.Ε.Δ. είτε με αγορά πιστωτικής προστασίας - CDS). Ότι η πρώτη εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία αφ' ενός μεν απέφυγε να αποτυπώσει λογιστικώς στις οικονομικές της καταστάσεις, αφ' ετέρου δε την 18.5.2011 εξέδωσε και προώθησε μέσω των αρμοδίων υπαλλήλων της στους πελάτες λιανικής τραπεζικής τα Μ.Α.Ε.Κ., συνολικού ύψους ενός δισεκατομμυρίου τριακοσίων σαράντα δύο εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (1.342.000.000 €), από το οποίο τελικώς καλύφθηκε το ποσόν των εννιακοσίων δεκαπέντε εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (915.000.000 €), τα οποία ομοίως εντάσσονταν στα ίδια κεφάλαια της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, προσαυξάνοντας το δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας Core Tier 1 και διελάμβαναν τους ιδιαιτέρως δυσμενείς όρους της υποχρεωτικής ακυρώσεως τόκων και της υποχρεωτικής μετατροπής σε μετοχές, εν τέλει δε κατέπεισε τους κατόχους Μ.Α.Κ. να προβούν σε ανταλλαγή τους με Μ.Α.Ε.Κ, τα οποία όμως παρείχαν σε αυτήν τις ως άνω ευχέρειες μονομερούς ενέργειας. Ότι, δηλαδή, η πρώτη εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία, αφού εγκλώβισε αυτούς (ενάγοντες) σε μια επενδυτική σχέση με την έκδοση και προώθηση των Μ.Χ. 2013/2018 κατά το έτος 2008, παραπλανώντας τους ως προς τις αληθείς ιδιότητες και τους διαλαμβανόμενους σε αυτά κινδύνους, εξέδωσε και προώθησε σε αυτούς τα Μ.Α.Κ. (κατά το έτος 2009) και τα Μ.Α.Ε.Κ. (κατά το έτος 2011), καταπείθοντάς τους να προβούν σε ανταλλαγή τους δήθεν προς το συμφέρον τους, ενώ πραγματικός αποκλειστικός σκοπός της ήταν η, κατά παράβαση των αρχών της καλής πίστεως και του εγχειριδίου πολιτικής κινδύνων (risk policy manual), χρησιμοποίηση των ως άνω επενδυτικών προϊόντων ως εργαλείων ενισχύσεως και διατηρήσεως της κεφαλαιακής επάρκειας αυτής, εκμεταλλεύθηκε δε την προνομιακή αυτής πληροφόρηση σε σχέση με αυτούς, την ισχυρή οργανωτική και λειτουργική υποδομή της (διατήρηση καταστημάτων σε όλη την Ελλάδα), την εκτεταμένη δυνατότητα διεισδύσεως στην προσωπική τους σφαίρα, ώστε με ελλιπή ενημέρωση και σύσταση να τους καταπείθει δολίως να τοποθετήσουν τις αποταμιεύσεις τους αρχικώς σε Μ.Χ. (με σκοπό την ενίσχυση του δευτεροβαθμίου κεφαλαίου της - Tier 2), εν συνεχεία σε Μ.Α.Κ. (με σκοπό την ενίσχυση του πρωτοβαθμίου κεφαλαίου της - Tier 1) και εν τέλει σε Μ.Α.Ε.Κ. (με σκοπό την ενίσχυση του δείκτη Core Tier 1). Ότι για την εξυπηρέτηση των σκοπών αυτών οργάνωσε «εκστρατείες» προωθήσεως των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων, όρισε συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα, έθεσε συγκεκριμένη στοχοθέτηση ανά κατάστημα (η οποία στις περιπτώσεις ανταλλαγής των Μ.Χ. 2013/2018 σε Μ.Α.Κ. και των Μ.Α.Κ. σε Μ.Α.Ε.Κ. έφθανε σε ποσοστό 100% της προηγουμένης εκδόσεως) και έδωσε ρητές οδηγίες και εντολές προς τους υπαλλήλους της σχετικώς με την προώθηση και πώληση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων. Ότι η υλοποίηση του συγκεκριμένου σχεδίου έλαβε χώρα μέσω του νομίμως εγκατεστημένου στην Ελλάδα της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής εταιρίας, Γενικός Διευθυντής του οποίου ήταν ο δεύτερος εναγόμενος, που δεν είναι διάδικος εν προκειμένω, και Διευθυντής Χρηματιστηριακών Υπηρεσιών Θεματοφυλακής και Επενδυτικής Τραπεζικής Ελλάδας ήταν ο τρίτος εναγόμενος, για τον οποίο έλαβε χώρα νομότυπη παραίτηση από το δiκόγραφο της αγωγής στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (άρθρ. 294, 295, 297 ΚΠολΔ) οι οποίοι ανέλαβαν να κατευθύνουν, συντονίσουν και οργανώσουν την προώθηση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων. Ότι οι ίδιοι (ενάγοντες) δεν αγόρασαν τα ως άνω επενδυτικά προϊόντα με δική τους βούληση και πρωτοβουλία, αλλά η πρώτη εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία, δια των αρμοδίων υπαλλήλων και στελεχών της (η πλειονότητα των οποίων δεν είχε πιστοποιηθεί κατά τις σχετικές προβλέψεις της κειμένης νομοθεσίας), κατηύθυνε αυτούς, παρέχουσα επενδυτικές συμβουλές, στην αγορά αρχικώς των Μ.Χ. 2013/2018, εν συνεχεία των Μ.Α.Κ. και εν τέλει των Μ.Α.Ε.Κ., δηλαδή κατεύθυνε αυτούς στη συγκεκριμένη επενδυτική επιλογή: α) χωρίς να λάβει τα απαραίτητα μέτρα διαχειρίσεως της συγκρούσεως συμφερόντων, η οποία δημιουργήθηκε από τη διάθεση και πώληση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων από την ίδια ως εκδότρια αυτών, β) χωρίς να τηρήσει τις υποχρεώσεις επιμελείας και διαφωτίσεως, οι οποίες απορρέουν από την παροχή επενδυτικών συμβουλών εκ μέρους της και γ) χωρίς να τηρήσει την υποχρέωση αντλήσεως πληροφοριών αναφορικώς με την πείρα και τις γνώσεις αυτών (εναγόντων) στον επενδυτικό τομέα και την οικονομική κατάσταση και τους στόχους τους (έλεγχος καταλληλότητας/συμβατότητας), αντιθέτως δε δημιούργησε σε αυτούς μέσω των αρμοδίων οργάνων και υπαλλήλων της παραπλανητικές και ψευδείς παραστάσεις αναφορικώς με τις αληθείς ιδιότητες των ως άνω επενδυτικών προϊόντων, διαβεβαιώνοντας τους ότι αυτά ήσαν απολύτως προσαρμοσμένα στις ανάγκες και τους στόχους τους και εν τέλει κατέπεισε αυτούς να προβούν σε αγορά τους, αναφερομένη στην ασφάλεια της προθεσμιακής καταθέσεως, στην πενταετή διάρκεια, στην εγγύηση του κεφαλαίου κατά ποσοστό 100% κατά τη λήξη τους (την 30.6.2013 τα Μ.Χ. 2013/2018, την 30.6.2014 τα Μ.Α.Κ. και την 30.6.2016 τα Μ.Α.Ε.Κ), στην εγγυημένη απόδοση τόκων ανά εξάμηνο με σταθερό προνομιακό επιτόκιο και στη φερεγγυότητα και αξιοπιστία της ίδιας ως πιστωτικού ιδρύματος. Ότι για όλα τα προαναφερόμενα επενδυτικά προϊόντα είχαν εκδοθεί από την πρώτη εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία αντίστοιχα ενημερωτικά δελτία, τα οποία όμως η τελευταία ουδέποτε τους χορήγησε, ούτε γνωστοποίησε την ύπαρξη τους, ούτε υπέγραψαν ή έλαβαν υπόψη τους τα εν λόγω ενημερωτικά δελτία πριν από την αγορά των. προκειμένων επενδυτικών προϊόντων. Ότι, εάν είχαν ενημερωθεί επαρκώς και γνώριζαν την αληθή φύση των συγκεκριμένων επενδυτικών προϊόντων, δεν θα είχαν προβεί στην προτεινομένη από τους αρμοδίους υπαλλήλους της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας επένδυση, δεν θα είχαν προβεί σε τοποθέτηση των κεφαλαίων τους αρχικώς στα Μ.Χ. 2013/2018 κατά το έτος 2008 και εν συνεχεία δεν θα είχαν συναινέσει στην ανταλλαγή τους με τα Μ.Α.Κ. κατά το έτος 2009 και με τα Μ.Α.Ε.Κ. κατά το έτος 2012. Ότι, ειδικότερα, έκαστος αυτών διατηρούσε συναλλακτική σχέση με την πρώτη εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία, έχοντας αναπτύξει σχέση εμπιστοσύνης με τους αρμοδίους υπαλλήλους των αρμοδίων υποκαταστημάτων της τελευταίας, οι οποίοι, εκμεταλλευόμενοι τη σχέση αυτή, τους προσέγγισαν είτε απ' ευθείας στο πλαίσιο της διεξαγωγής τραπεζικών εργασιών είτε τηλεφωνικώς και τους πρότειναν αρχικώς την επένδυση σε Μ.Χ. 2013/2018, εν συνεχεία σε Μ.Α.Κ. και εν τέλει σε Μ.Α.Ε.Κ, υπερτονίζοντας τα πλεονεκτήματα των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων σε επίπεδο αποδόσεως του κεφαλαίου τους και διαβεβαιώνοντας τους ότι η τοποθέτηση των χρημάτων τους είναι απολύτως εγγυημένη, μηδενικού «ρίσκου», όπως ακριβώς στην προθεσμιακή κατάθεση. Ότι, πεισθέντες στις διαβεβαιώσεις των αρμοδίων υπαλλήλων της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, επένδυσαν το κεφάλαιο τους στα ως άνω επενδυτικά προϊόντα, κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο δi' έκαστον των εναγόντων. Ότι, παρά την πεποίθηση τους ότι είχαν προβεί στην ασφαλέστερη δυνατή τοποθέτηση των χρημάτων τους, και εισέπρατταν κανονικώς τους συμφωνηθέντες τόκους, μετά το μήνα Μάρτιο του έτους 2012 πληροφορήθηκαν ότι εν τέλει τα ως άνω προϊόντα, στα οποία είχαν τοποθετήσει τα χρήματα τους, δεν ήταν ένα είδος προθεσμιακής προνομιακής κατάθεσης, αλλά επενδυτικό προϊόν υψηλού κινδύνου, για το οποίο δεν είχαν ενημερωθεί, με συνέπεια να το αγνοούν κατά το χρόνο της αγοράς του και ότι το σύνολο της επένδυσης τους διέτρεχε εξαιρετικούς κινδύνους, διότι ήταν εξαρτημένη από άλλους παράγοντες, αστάθμητους, μελλοντικούς, αναφερόμενους στη φερεγγυότητα του τραπεζικού ιδρύματος, αλλά και στην πορεία της κυπριακής και της ελληνικής οικονομίας, στη γενικότερη αστάθεια των κεφαλαιαγορών και στην απόκτηση ομολόγων ελληνικού δημοσίου. Ότι κατά τον χρόνο της σύναψης της συμφωνίας οι κίνδυνοι του προϊόντος αυτού ήταν ορατοί στην πρώτη εναγομένη, οι δε υπάλληλοι της τους απέκρυψαν, προκειμένου (οι ενάγοντες) να συμβληθούν μαζί της, εν γνώσει τους ότι οι ενάγοντες ουδέποτε θα ήθελαν να έχουν σχέση με χρηματοπιστωτικά προϊόντα και με υψηλού κινδύνου τραπεζικές επενδύσεις, αλλά αντιθέτως ότι είχαν το προφίλ του συντηρητικού επενδυτή. Ότι κατά το θέρος του έτους 2012 η πρώτη εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία προέβη μονομερώς σε ακύρωση της καταβολής τόκων, ασκώντας, όπως το πρώτον πληροφορήθηκαν, συμβατικό της δικαίωμα. Ότι, εν τέλει, δυνάμει: α) του από 29.3.2013 «Περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ» Διατάγματος, εκδοθέντος από την Κεντρική Τράπεζα Κύπρου, υπό την ιδιότητα αυτής ως Αρχής Εξυγιάνσεως και β) του από 30.7.2013 «Περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ (Τροποποιητικό (Αρ. 3)» Διατάγματος, ομοίως εκδοθέντος από την Κεντρική Τράπεζα Κύπρου, το επενδεδυμένο σε Μ.Α.Ε.Κ. κεφάλαιο τους μετατράπηκε υποχρεωτικώς σε μετοχές της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής ανωνύμου εταιρίας, ονομαστικής αξίας εκάστης μετοχής ενός ΕΥΡΩ (1 €), κατά τα αναλυτικώς στο αγωγικό δικόγραφο εκτιθέμενα, με συνέπεια να υποστούν σημαντική ζημία έκαστος, λόγω απώλειας του επενδεδυμένου κεφαλαίου τους, καθ' όσον οι ευρισκόμενες εις χείρας τους μετοχές έχουν μηδενική αξία. Με βάση το ιστορικό αυτό και εκθέτοντας περαιτέρω ότι οι ίδιοι, επέχουν θέση καταναλωτή στις ένδικες συμβάσεις, καθώς είναι οι τελικοί αποδέκτες των υπηρεσιών της πρώτης εναγομένης, οι οποίες (υπηρεσίες) δεν σχετίζονται προς το αντικείμενο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, ζήτησαν να υποχρεωθούν οι (πρώτη και δεύτερος) εναγόμενοι να καταβάλουν, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος, με τον νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής: 1) στον πρώτο ενάγοντα το ποσόν των 137.500 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 10.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 2) στον δεύτερο ενάγοντα το ποσόν των 60.000 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 6.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 3) στον τρίτο, τέταρτο και πέμπτη ενάγοντες το ποσόν των 500.000 € εις ολόκληρον ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 5.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης σε έκαστο εξ αυτών, 4) στον έκτο και στην έβδομη ενάγοντες το ποσόν των 92.957 € εις ολόκληρον ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 5.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης σε έκαστο εξ αυτών, 5) στον όγδοο ενάγοντα το ποσόν των 200.000 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν τωγ ποσό των 15.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 6) στον ένατο και τη δέκατη ενάγοντες το ποσόν των 80.000 € εις ολόκληρον ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 4.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης σε έκαστο εξ αυτών, 7) στον ενδέκατο ενάγοντα το ποσόν των 50.000€ ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 5.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 8) στη δωδέκατη ενάγουσα το ποσόν των 20.000 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 2.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 9) στη δέκατη τρίτη ενάγουσα το ποσόν των 10.000 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 1.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 10) στη δέκατη τέταρτη ενάγουσα το ποσόν των 15.000 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 1.500 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 11) στον δέκατο πέμπτο ενάγοντα το ποσόν των 94.500€ ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 10.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 12) στον δέκατο έκτο ενάγοντα το ποσόν των 188.265 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 10.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 13) στον δέκατο έβδομο και τη δέκατη όγδοη ενάγοντες το ποσόν των 65.000 € εις ολόκληρον ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 5.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης σε έκαστο εξ αυτών, 14) στον δέκατο ένατο ενάγοντα το ποσόν των 20.000 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 2.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 15) στον εικοστό ενάγοντα το συνολικό ποσόν των 68.990,20 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 15.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 16) στον εικοστό πρώτο ενάγοντα το ποσόν των 89.082,91 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 10.971,09 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 17) στον εικοστό δεύτερο ενάγοντα το ποσόν των 25.000€ ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 2.500 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 18) στον εικοστό τρίτο ενάγοντα το ποσόν των 101.000 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 10.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 19) στον εικοστό τέταρτο ενάγοντα το ποσόν των 90.000 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 9.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 20) στον εικοστό πέμπτο ενάγοντα το ποσόν των 40.000 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 4.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 21) στην εικοστή έκτη, την εικοστή έβδομη, τον εικοστό όγδοο και την εικοστή ένατη ενάγοντες το ποσόν των 100.000 € εις ολόκληρον ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 2.500 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης σε έκαστο εξ αυτών, 22) στον τριακοστό ενάγοντα το ποσόν των 199.482,80 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 10.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 23) στον τριακοστό πρώτο ενάγοντα το ποσόν των 20.000 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 3.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, και 24) στην τριακοστή δεύτερη ενάγουσα το ποσόν των 20.000 € ως αποζημίωση, επιπλέον δε το ποσόν των ποσό των 3.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Επί της παραπάνω αγωγής εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού κατ' αρχάς θεώρησε την αγωγή ως μη ασκηθείσα ως προς τον τρίτο εναγόμενο (λόγω παραίτησης των εναγόντων από το δικόγραφο της αγωγής ως προς εκείνον), στη συνέχεια, δικάζοντας κατ' αντιμωλίαν των λοιπών διαδίκων, απέρριψε την αγωγή ως μη νόμιμη, ενώ επιβλήθηκαν εις βάρος των εναγόντων τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων. Κατά της παραπάνω απόφασης παραπονούνται οι εκκαλούντες, για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης επί τω τέλει όπως γίνει δεκτή η αγωγή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε ως προς την απόρριψη της αγωγής ως μη νόμιμης, διότι η αγωγή τύγχανε νόμιμη, κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρ. 3 παρ. 1 και 2, 4 παρ. 1ε' και 25 παρ. ν. 3606/2007, σε συνδ. με τις διατάξεις των άρθρ. 4, 8, 12, 13, 14 της υπ' αριθ. 1/452/1.11.2007 Απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και των άρθρ. 281, 288, 334, 346, 361, 489, 914 ΑΚ σε συνδ. με άρθρ. 147, 149 εδ.β' ΑΚ, 919, 922, 932, 297, 298, 299 ΑΚ, των άρθρ. 1, 8, 9γ, 9δ, 9ε ν. 2251/1994. Πρέπει, συνεπώς, γενομένου δεκτού ως βάσιμου του πρώτου λόγου έφεσης, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, να κρατηθεί και να δικαστεί η αγωγή περαιτέρω κατ' ουσίαν, δεδομένου ότι είχαν καταβληθεί και τα δικαστικά ένσημα για το καταψηφιστικό αίτημα της.

 

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 297 και 298 ΑΚ σαφώς συνάγεται ότι σκοπός του δικαίου της αποζημιώσεως είναι η αποκατάσταση της πλήρους, αλλά και μόνον, ζημίας και όχι ο πλουτισμός του ζημιωθέντος. Επομένως, εάν το ζημιογόνο γεγονός προκάλεσε μεν στον ζημιωθέντα ζημία, αλλά απέφερε στον τελευταίο ορισμένες ωφέλειες (κέρδος), αποκαταστατέα τυγχάνει η πραγματική ζημία, δηλαδή η διαφορά, η οποία προκύπτει από την αφαίρεση του κέρδους από την προκληθείσα ζημία. Ο λεγόμενος «συνυπολογισμός ζημίας και κέρδους» (compensatio lucri cum damno) δεν συνιστά εξαίρεση από τους γενικούς κανόνες του δικαίου της αποζημιώσεως, αλλά εφαρμογή τους κατά τρόπο, ο οποίος προκύπτει από την ιδία την έννοια της ζημίας, για τον υπολογισμό της οποίας εκτιμάται η συνολική περιουσιακή κατάσταση του ζημιωθέντος και οι επιπτώσεις του ζημιογόνου γεγονότος, τόσο οι θετικές όσο και οι αρνητικές. Συνεπώς, για τον υπολογισμό της περιουσιακής καταστάσεως του ζημιωθέντος μετά την επέλευση της ζημίας πρέπει να συνυπολογισθεί και το τυχόν κέρδος. Η επίκληση του συνυπολογιστέου κέρδους αποτελεί ανατρεπτική της αγωγής ένσταση του εναγομένου, η οποία οδηγεί στην απόρριψη της αγωγής εν σχέσει προς το μέρος του αξιουμένου ποσού αποζημιώσεως, το οποίο καλύπτεται από το κέρδος, το οποίο αποκομίζει ο ενάγων από το επιζήμιο γεγονός (ΟλΑΠ 54 και 55/1990 ΝοΒ 41.380). Δυσχέρεια εμφανίζει το ζήτημα του προσδιορισμού (ή της οριοθετήσεως) των συνυπολογιστέων ωφελειών, διότι ο συνυπολογισμός όλων ανεξαιρέτως των κερδών, ακόμη και των πλέον απομακρυσμένων και μόνον εμμέσως συνδεομένων με το ζημιογόνο γεγονός, θα οδηγούσε σε άδικα αποτελέσματα. Κατά μία άποψη (θεωρία της πρόσφορης αιτιότητας) συνυπολογίζονται μόνο τα κέρδη, τα οποία είναι δυνατόν να προβλεφθούν κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, και όχι τα οφειλόμενα σε τυχαία ή έκτακτα περιστατικά, ενώ κατ' άλλη άποψη (θεωρία του σκοπού της κερδοφόρου παροχής) απαιτείται προσφυγή στον σκοπό της πράξεως, της συμβάσεως ή της διατάξεως του νόμου, βάσει της οποίας ο ζημιωθείς αποκόμισε το όφελος (κέρδος) και, εάν ο σκοπός αυτός συμπίπτει με το σκοπό το δικαίου της αποζημιώσεως, το κέρδος πρέπει να συνυπολογίζεται προς αποφυγή πλουτισμού του ζημιωθέντος. Εν πάση περιπτώσει, πρέπει να υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ ζημιογόνου γεγονότος και κέρδους (όπως δέχονται οι ΑΠ 244/2016 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1857/2005, ΑΠ 1213/2001 ΕλλΔνη 43.96, ΕφΑΘ 4881/2014 όπ. π.), αλλά και μη αντίθεση του συνυπολογισμού του κέρδους, υπό τις εκάστοτε συγκεκριμένες περιστάσεις, στην καλή πίστη (ΑΠ 762/2007 ΝοΒ 55. 1561).

 

Από την εκτίμηση της υπ' αρ. ./18-9-2017 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης . (βλ. τις υπ' αρ. . και ./13-9-2017 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών .), της υπ' αρ. ./18-9-2017 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου Μυκόνου . (βλ. τις υπ' αρ. . και ./13-9-2017 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών .), της υπ' αρ. ./22-9-2017 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου . (βλ. τις υπ' αρ. . και ./19-9-2017 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών .), της υπ' αρ. ./22-9-2017 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης . (βλ. τις υπ' αρ. . και ./19-9-2017 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών .), της υπ' αρ. ./18-5-2017 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών . (βλ. τις υπ' αρ. . και ./15-5-2017 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών .), που προσκομίζονται νόμιμα μετ' επικλήσεως από τους ενάγοντες, της υπ' αρ. ./14-3-2017 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών . (βλ. την υπ' αρ. .2Δ/9-3-2017 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών .), που προσκομίζεται νόμιμα μετ' επικλήσεως από την εναγόμενη και όλων ανεξαιρέτως των νομίμως προσκομιζομένων και επικαλουμένων από τους διαδίκους εγγράφων αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η πρώτη εναγόμενη, αλλοδαπή τραπεζική εταιρία, εδρεύουσα στη Λευκωσία Κύπρου, είναι νομίμως εγκατεστημένη στην Ελλάδα, διατηρούσε δε κατά τον, κατωτέρω αναφερόμενο, στο σκεπτικό, κρίσιμο χρόνο, ικανό αριθμό υποκαταστημάτων στην Ελλάδα, διενεργώντας ευρύ φάσμα τραπεζικών και εν γένει, χρηματοοικονομικών εργασιών. Την 30.4.2008 το Διοικητικό Συμβούλιο αυτής αποφάσισε την έκδοση επενδυτικού προϊόντος, υπό τον τίτλο «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ 2013/2018» (εφεξής χάριν συντομίας Μ.Χ. 2013/2018), ειδικότερα δε, την έκδοση έως πεντακοσίων εβδομήντα τριών εκατομμυρίων τετρακοσίων εννέα χιλιάδων επτακοσίων ενός (573.409.701) Μ.Χ. 2013/2018, ονομαστικής αξίας εκάστου, ενός ΕΥΡΩ (1 €), με δικαίωμα προτεραιότητας εγγραφής, υπέρ των τότε υφισταμένων μετόχων της. Την 25.6.2008 εκδίδεται από την εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία το Σημείωμα Εκδιδομένου Τίτλου «ΕΚΔΟΣΗ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΓΙΑ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ  ΣΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΞΙΩΝ  ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ  ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΧΡΕΟΓΡΑΦΩΝ 2013/18», στην πρώτη σελίδα του οποίου αναφέρεται ότι «Η έγκριση τον παρόντος εγγράφου δεν συνεπάγεται παρότρυνση προς το επενδυτικό κοινό για επένδυση στον εκδότη. Πριν τη λήψη της επενδυτικής του απόφασης το επενδυτικό κοινό προτρέπεται να συμβουλεύεται το σύμβουλο επενδύσεων του. Η επένδυση στους τίτλους του Εκδότη συνεπάγεται κινδύνους, οι οποίοι περιγράφονται στο μέρος με τίτλο ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ του Δελτίου Παρουσίασης Εκδότη ημερομηνίας 21 Μαΐου 2008 και του Σημειώματος Εκδιδόμενου Τίτλου. Ο επενδυτής πρέπει να βασίζει οποιαδήποτε επενδυτική απόφαση του στην εξέταση του Ενημερωτικού Δελτίου ως σύνολο». Καθ' όσον αφορά εκδόσεως του ως άνω επενδυτικού 25.6.2008 σχετικό Περιληπτικό μεταξύ άλλων τα εξής : «Επιτόκιο : Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα θα φέρουν σταθερό επιτόκιο 6,5% για τις πρώτες δύο περιόδους τόκου δηλ. μέχρι τις 30 Ιουνίου 2009 και ακολούθως κυμαινόμενο επιτόκιο το οποίο θα αναθεωρείται στην αρχή της κάθε περιόδου τόκου και θα ισχύει για τη συγκεκριμένη περίοδο τόκου. Για την περίοδο 30 Ιουνίου 2009 - 30 Ιουνίου 2013 το κυμαινόμενο επιτόκιο θα είναι ίσο με το επιτόκιο Euribor 6 μηνών που θα ισχύει στην αρχή κάθε περιόδου τόκου συν περιθώριο 1,00%. Σε περίπτωση που η Τράπεζα δεν προβεί στην εξαγορά των Μετατρέψιμων Χρεογράφων, τότε για την περίοδο 1 Ιουλίου 2013 - 30 Σεπτεμβρίου 2018 το κυμαινόμενο επιτόκιο θα είναι ίσο με το επιτόκιο Euribor 6 μηνών που θα ισχύει στην αρχή κάθε περιόδου τόκου συν περιθώριο 2,00%. Περίοδος Τόκου και Ημερομηνία Πληρωμής Τόκου : Η περίοδος τόκου είναι εξαμηνιαία και ο τόκος θα πληρώνεται σε μετρητά στο τέλος κάθε περιόδου τόκου. Ως Ημερομηνίες Πληρωμής Τόκου ορίζονται η 30 Ιουνίου και η 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους. Περίοδος Μετατροπής : 15-30 Σεπτεμβρίου και 15 - 31 Μαρτίου κάθε έτους. Πρώτη Περίοδος Μετατροπής 15-30 Σεπτεμβρίου 2010. Τελευταία Περίοδος Μετατροπής 15-31 Μαρτίου 2013. Τιμή Μετατροπής 10,50 €. Τελευταία ημερομηνία αποπληρωμής 30 Ιουνίου 2018. Τιμή αποπληρωμής : Στο άρτιο, δηλ. στο €1 ανά αξία. Εξαγορά (Redemption) και αγορά : Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα μπορούν, κατ' επιλογή της Τράπεζας κατόπιν έγκρισης της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, να εξαγοραστούν από την Τράπεζα, στην ονομαστική τους αξία μαζί με οποιουσδήποτε δεδουλευμένους τόκους κατά τις 30 Ιουνίου 2013 ή σε οποιαδήποτε ημερομηνία πληρωμής τόκου που έπεται. Προτεραιότητα (Subordination): Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα αποτελούν άμεσες, μη εξασφαλισμένες και ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) υποχρεώσεις της Τράπεζας. Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα κατατάσσονται σε ίση προτεραιότητα προς τις αξιώσεις άλλων εκδόσεων ελάσσονος προτεραιότητας. Τα δικαιώματα και οι αξιώσεις των κατόχων των Μετατρέψιμων Χρεογράφων είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) προς τις αξιώσεις των πιστωτών της Τράπεζας που είναι καταθέτες ή άλλοι πιστωτές, των οποίων οι αξιώσεις δεν είναι ελάσσονος προτεραιότητας ως προς τις αξιώσεις των καταθετών. Τα δικαιώματα και οι αξιώσεις των κατόχων των Μετατρέψιμων Χρεογράφων έχουν προτεραιότητα έναντι των κατόχων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και μετόχων της Τράπεζας. Προορισμός υπό άντληση κεφαλαίων : Ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας του Συγκροτήματος και μαζί με τα προβλεπόμενα στο τριετές Σχέδιο του Συγκροτήματος αυξημένα αδιανέμητα κέρδη, θα μπορούν να επενδυθούν για την ανάπτυξη των εργασιών του Συγκροτήματος, τόσο οργανικά, όσο και μέσω εξαγορών. Εισαγωγή στο ΧΑΚ και στο ΧΑ : Υποβλήθηκε αίτηση για εισαγωγή των Μετατρέψιμων Χρεογράφων στο ΧΑΚ και το ΧΑ και αναμένονται οι εγκρίσεις από τα αρμόδια όργανα των δύο χρηματιστηρίων». Καθ' όσον αφορά στους κινδύνους του συγκεκριμένου επενδυτικού προϊόντος, στο αυτό ως άνω έγγραφο της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας αναφέρονται τα ακόλουθα : «ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ : Η επένδυση στα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα και σε μετοχές της Τράπεζας Κύπρου υπόκειται σε μια σειρά κινδύνων. Μαζί με τις λοιπές πληροφορίες που περιέχονται στο παρόν Περιληπτικό Σημείωμα, στο Δελτίο Παρουσίασης Εκδότη, στο Συμπληρωματικό Ενημερωτικό Δελτίο και στο Σημείωμα Εκδιδόμενου Τίτλου, οι δυνητικοί επενδυτές θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τους κινδύνους που περιγράφονται παρακάτω, πριν επενδύσουν στα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα τα οποία παρέχουν δικαίωμα μετατροπής σε μετοχές. Εάν επέλθει οποιοδήποτε από τα γεγονότα που περιγράφονται παρακάτω, το Συγκρότημα, η χρηματοοικονομική θέση του ή τα αποτελέσματα της λειτουργίας του ενδέχεται να επηρεαστούν δυσμενώς και ουσιωδώς και, ανάλογα, μπορεί να σημειωθεί πτώση στην αξία και την τιμή πώλησης των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων και των μετοχών της Εταιρίας, οδηγώντας σε απώλεια του συνόλου ή μέρους οποιοσδήποτε επένδυσης σε αυτές. Επιπρόσθετα, οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες που περιγράφονται παρακάτω μπορεί να μην είναι οι μόνοι που ενδεχομένως να αντιμετωπίσει το Συγκρότημα. Πρόσθετοι κίνδυνοι και αβεβαιότητες που επί του παρόντος δεν είναι γνωστοί ή που θεωρούνται επουσιώδεις, μπορεί να επιδράσουν δυσμενώς στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Συγκροτήματος. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΑ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ : - Μη επαρκής κάλυψη της παρούσας έκδοσης των Μετατρέψιμων Χρεογράφων - Επιτοκιακός Κίνδυνος - Εξαγορά (Redemption) και Αγορά - Προτεραιότητα (Subordination) - Περιορισμοί έκδοσης χρεογράφων - Επίδραση της έκδοσης των Μετατρέψιμων Χρεογράφων στην τιμή της μετοχής - Εμπορευσιμότητα των μετοχών που θα προκύψουν από τη μετατροπή των Μετατρέψιμων Χρεογράφων - Εμπορευσιμότητα και διακυμάνσεις τιμών των Μετατρέψιμων Χρεογράφων. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΜΕΤΟΧΕΣ :- Το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και το Χρηματιστήριο Αθηνών έχουν χαμηλότερη ρευστότητα και παρουσιάζουν εντονότερες διακυμάνσεις από άλλα χρηματιστήρια - Η τιμή των μετοχών ενδέχεται να παρουσιάσει διακυμάνσεις. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ : Το Συγκρότημα υπόκειται σε κινδύνους, οι οποίοι δεν είναι υπό τον έλεγχο του και αν παρουσιαστούν σε σημαντικό βαθμό ενδέχεται να επηρεάσουν τα οικονομικά του αποτελέσματα και να δημιουργήσουν πρόβλημα στην πληρωμή τόκου των Χρεογράφων ή και του ίδιου του κεφαλαίου. Οι κίνδυνοι αυτοί συνοψίζονται πιο κάτω : -Υπάρχει ο κίνδυνος το Συγκρότημα να μην επιτύχει τους στρατηγικούς του στόχους όπως έχουν τεθεί στο τριετές στρατηγικό του πλάνο με δυσμενείς επιπτώσεις στα αποτελέσματα και τη χρηματοοικονομική θέση του Συγκροτήματος - Οι Μη εξυπηρετούμενες χορηγήσεις αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό ποσοστό του Δανειακού Χαρτοφυλακίου του Συγκροτήματος -Κίνδυνος ρευστότητας, - Το ρυθμιστικό πλαίσιο του κυπριακού τραπεζικού τομέα μεταβάλλεται - Οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις στον Κυπριακό, Ελληνικό και Διεθνή Χώρο - Ένταση ανταγωνισμού - Νομικός κίνδυνος (litigation risk) - Οι πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στην Κύπρο και αλλού θα μπορούσαν να επηρεάσουν δυσμενώς τη λειτουργία του Συγκροτήματος ...». Εν τέλει η εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία την 8.8.2008 με ανακοίνωση της προς το επενδυτικό κοινό γνωστοποίησε την έναρξη της διαπραγματεύσεως των Μ.Χ. 2013/2018 στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, η δε έκδοση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων, με την οποία σκοπήθηκε η ενίσχυση του δευτεροβαθμίου κεφαλαίου της (Tier 2), καλύφθηκε πλήρως, όπως συνομολογείται και δεν αμφισβητείται ειδικώς από αμφότερα τα διάδικα μέρη. Περαιτέρω, με σκοπό την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας της εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, το Διοικητικό Συμβούλιο αυτής με την από 25.2.2009 ανακοίνωση του γνωστοποίησε ότι αποφάσισε να προτείνει στη Γενική Συνέλευση αυτής την έκδοση ενός νέου επενδυτικού προϊόντος, των «Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου» (εφεξής χάριν συντομίας : Μ.Α.Κ.), μέχρι του ποσού των εξακοσίων σαράντα πέντε εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (645.000.000 €). Πράγματι, την 30.4.2009 η εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία με ανακοίνωση της προς το επενδυτικό κοινό γνωστοποίησε ότι η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου ενέκρινε το από 30.4.2009 Ενημερωτικό Δελτίο «ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΓΙΑ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΣΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΜΕΧΡΙ € 645.327.822 ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ € 1,00 ΤΟ ΚΑΘΕΝΑ». Καθ' όσον αφορά στους βασικούς όρους εκδόσεως του ως άνω επενδυτικού προϊόντος στο Τμήμα I (Περιληπτικό Σημείωμα) του ως άνω Ενημερωτικού Δελτίου αναφέρονται μεταξύ άλλων τα ακολούθα : «Προσφερόμενες αξίες: Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου αορίστου διάρκειας. Ύψος έκδοσης: Μέχρι € 645,327.822. Ονομαστική αξία : € 1,00 (στο άρτιο). Τιμή έκδοσης: Στο άρτιο σε αξίες του € 1 και πολλαπλάσια αυτού ... Τρόπος καταβολής αντιπαροχής : Οι Δικαιούχοι αλλά και οι λοιποί αιτητές δύνανται να εγγραφούν στην έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου καταβάλλοντος το αντίστοιχο ποσό της απαιτούμενης αντιπαροχής είτε σε μετρητά είτε με την καταβολή Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/18 της Τράπεζας αντίστοιχης ονομαστικής αξίας. Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα 2013/18 που θα καταβληθούν ως αντιπαροχή και θα γίνουν αποδεκτά για εγγραφή στην έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου της Τράπεζας, θα ακυρωθούν και η Τράπεζα θα παύσει να έχει οποιοσδήποτε υποχρεώσεις σχετικά με αυτά. Η Τράπεζα θα καταβάλει για την περίοδο από 1 Ιανουαρίου 2009 μέχρι 5 Ιουνίου 2009 τους δεδουλευμένους τόκους των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/18 τα οποία θα γίνουν αποδεκτά ως αντιπαροχή στην έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου. Καθεστώς εξασφάλισης: Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου αποτελούν άμεσες, μη εξασφαλισμένες, ελάσσονος διαβάθμισης (subordinated) υποχρεώσεις της Τράπεζας και κατατάσσονται σε ίση μοίρα (rank pari passu) μεταξύ τους. Προτεραιότητα κατάταξης: Τα δικαιώματα και οι αξιώσεις των κατόχων των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου της παρούσας έκδοσης: - είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) προς τις αξιώσεις των πιστωτών της Τράπεζας που είναι : καταθέτες ή άλλοι πιστωτές των οποίων οι αξιώσεις δεν είναι ελάσσονος προτεραιότητας ως προς τις αξιώσεις των καταθετών, πιστωτές των οποίων οι αξιώσεις είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) πλην εκείνων των οποίων οι αξιώσεις είναι ίσης προτεραιότητας (rank pari passu) με τις αξιώσεις των κατόχων Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου, κάτοχοι χρεογράφων της Τράπεζας των οποίων οι αξιώσεις είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) - είναι ίσης προτεραιότητας προς τις αξιώσεις άλλων εκδόσεων ελάσσονος προτεραιότητας, που πληρούν τα κριτήρια για περίληψη στο πρωτοβάθμιο κεφάλαιο της Τράπεζας - έχουν προτεραιότητα μόνο έναντι των μετόχων της Τράπεζας. Καμία πληρωμή σε σχέση με τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου δεν θα καθίσταται πληρωτέα εκτός και αν η Τράπεζα είναι φερέγγυα (solvent) και θα μπορεί να συνεχίσει να είναι φερέγγυα (solvent) ευθύς αμέσως μετά την πληρωμή. Διάρκεια: Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου είναι αξίες αόριστης διάρκειας χωρίς ημερομηνία λήξης (βλέπε Εξαγορά" πιο κάτω ). Επιτόκιο : Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου θα φέρουν σταθερό ετήσιο επιτόκιο 5,50% για τις πρώτες δέκα Περιόδους Τόκου μέχρι τις 30 Ιουνίου 2014 και μετέπειτα κυμαινόμενο επιτόκιο ίσο με το εκάστοτε Euribor 6 μηνών που θα ισχύει στην αρχή κάθε Περιόδου Τόκου πλέον 3,00%. Πληρωμή Τόκου : Ο τόκος είναι πληρωτέος σε εξαμηνιαία βάση στο τέλος κάθε περιόδου Πληρωμής Τόκου. Ως ημερομηνίες Πληρωμής Τόκων ορίζονται η 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους. Κάθε Μετατρέψιμο Αξιόγραφο Κεφαλαίου θα παύει να φέρει Τόκο από την ημερομηνία εξαγοράς ή μετατροπής του. Δικαίωμα Μετατροπής: Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου δύνανται κατ’ επιλογή του κατόχου τους να μετατραπούν σε συνήθεις μετοχές της Τράπεζας κατά τις Περιόδους Μετατροπής. Τιμή Μετατροπής : € 5,50 ανά συνήθη μετοχή της Τράπεζας ονομαστικής αξίας € 1,00. Περίοδοι Μετατροπής : 15-30 Σεπτεμβρίου & 15-31 Μαρτίου κάθε έτος μέχρι το 2014. Πρώτη Περίοδος Μετατροπής : 15-30 Σεπτεμβρίου 2010. Τελευταία Περίοδος Μετατροπής : 15-31 Μαρτίου 2014. Εξαγορά (Redemption) : Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου μπορούν, κατ' επιλογή της Τράπεζας, να εξαγοραστούν στο σύνολο τους, στην ονομαστική τους αξία μαζί με οποιουσδήποτε δεδουλευμένους τόκους στις 30 Ιουνίου 2014 ή σε οποιαδήποτε ημερομηνία πληρωμής τόκου που έπεται, κατόπιν έγκρισης της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου και υπό την προϋπόθεση ότι θα αντικατασταθούν με Πρωτοβάθμιο Κεφάλαιο, εκτός εάν η Κεντρική Τράπεζα κρίνει ότι η Τράπεζα διαθέτει ικανοποιητική επάρκεια κεφαλαίου. Τιμή Εξαγοράς : Στο άρτιο, δηλ. στο € 1 ανά Μετατρέψιμο Αξιόγραφο Κεφαλαίου. Προορισμός Προϊόντος Έκδοσης : Το καθαρό προϊόν από την έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου θα ενισχύσει την Τράπεζα με επιπρόσθετο πρωτοβάθμιο κεφάλαιο βοηθώντας στη διατήρηση ισχυρών και ανταγωνιστικών δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας ... Εισαγωγή και Διαπραγμάτευση : Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου θα εισαχθούν και θα διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο Χρηματιστήριο Αθηνών, εφόσον ληφθούν οι σχετικές εγκρίσεις από τις αρμόδιες αρχές ». Στο Μέρος ΑΛ του Τμήματος II του εν λόγω Ενημερωτικού Δελτίου αναφέρεται σχετικώς με τους κινδύνους της επενδύσεως ότι «Η επένδυση στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και σε μετοχές της Τράπεζας Κύπρου υπόκειται σε μια σειρά κινδύνων. Μαζί με τις λοιπές πληροφορίες που περιέχονται ή ενσωματώνονται μέσω παραπομπής στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, οι δυνητικοί επενδυτές θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τους κινδύνους που περιγράφονται στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, πριν επενδύσουν στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου τα οποία παρέχουν δικαίωμα μετατροπής σε μετοχές. Εάν επέλθει οποιοδήποτε από τα γεγονότα που περιγράφονται παρακάτω, το Συγκρότημα, η χρηματοοικονομική θέση του ή τα αποτελέσματα της λειτουργίας του ενδέχεται να επηρεαστούν δυσμενώς και ουσιωδώς και, ανάλογα, μπορεί να σημειωθεί πτώση στην αξία και την τιμή πώλησης των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και των μετοχών της Εταιρίας, οδηγώντας σε απώλεια του συνόλου ή μέρους οποιοσδήποτε επένδυσης σε αυτά. Επιπρόσθετα, οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες που περιγράφονται παρακάτω μπορεί να μην είναι οι μόνοι που ενδεχομένως να αντιμετωπίσει το Συγκρότημα. Πρόσθετοι κίνδυνοι και αβεβαιότητες που επί του παρόντος δεν είναι γνωστοί ή που δεν θεωρούνται ουσιώδεις, μπορεί να επιδράσουν δυσμενώς τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Συγκροτήματος», ακολούθως περιγράφονται οι σχετιζόμενοι με τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Συγκροτήματος της εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας κίνδυνοι (κίνδυνος από τις επικρατούσες στην Κύπρο και στο εξωτερικό οικονομικές συνθήκες, κίνδυνος επιτοκίων, κίνδυνος από τις μεταβολές στις τρέχουσες τιμές μετοχών και άλλων αξιών, συναλλαγματικός κίνδυνος, κίνδυνος σχετικώς με τους δανειζόμενους και την πιστωτική ικανότητα των αντισυμβαλλομένων της Τράπεζας, κίνδυνος μεταβολών των συνθηκών της αγοράς με συνέπεια αρνητικές αναπροσαρμογές στην εύλογη αξία των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων του Συγκροτήματος, κίνδυνος ρευστότητας, κίνδυνος μη ικανοποιητικής κεφαλαιακής επάρκειας για κάλυψη των ελάχιστων εποπτικών απαιτήσεων, κίνδυνος αστοχίας ή αποτυχίας των εσωτερικών διαδικασιών και λειτουργιών του Συγκροτήματος, κίνδυνος μεταβολής του σχετικού ρυθμιστικού ή νομικού πλαισίου, νομικός κίνδυνος, φορολογικός κίνδυνος, κίνδυνος εκθέσεως σε ιδιαιτέρως ανταγωνιστικό περιβάλλον, κίνδυνος απώλειας ανωτέρων διευθυντικών στελεχών και άλλου προσωπικού, ασφαλιστικός κίνδυνος, κίνδυνος διακοπής ή παραβιάσεως των συστημάτων πληροφορικής του Συγκροτήματος, κίνδυνος γενέσεως προσθέτων υποχρεώσεων για ωφελήματα σφυπηρετήσεως προσωπικού. Περαιτέρω, καθ1 όσον αφορά στους κινδύνους, οι οποίοι σχετίζονται με την εν λόγω έκδοση Μ.Α.Κ, ρητώς προβλέπεται (υπό τον τίτλο «Ακύρωση Πληρωμής Τόκων») ότι «Η Τράπεζα μπορεί κατά τη διακριτική της ευχέρεια να ακυρώσει οποιαδήποτε πληρωμή τόκου. Πριν από την ημερομηνία οποιοσδήποτε Πληρωμής Τόκου, αν η Τράπεζα, κατά τη διακριτική της ευχέρεια, διαπιστώσει ότι δεν τηρεί τη σχετική Κεφαλαιακή Επάρκεια όπως αυτή ορίζεται από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, ή ότι η Πληρωμή Τόκου θα έχει ως αποτέλεσμα η Τράπεζα να παύσει να ικανοποιεί την προαναφερόμενη Κεφαλαιακή Επάρκεια, τότε η Τράπεζα έχει τη δυνατότητα να ακυρώσει την Πληρωμή τέτοιων Τόκων, στα πλαίσια των "Περιορισμών Μερίσματος και Κεφαλαίου" ως περιγράφεται στον Όρο 4. Οποιαδήποτε τέτοια Ακύρωση Πληρωμής Τόκου θα ικανοποιηθεί από την Τράπεζα μόνο (ί) κατά την εξαγορά των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και (ίί) κατά την εξαγορά, ανταλλαγή ή αλλαγή των Όρων λόγω αλλαγών στο θεσμικό και φορολογικό πλαίσιο που διέπει τις εκδόσεις Πρωτοβάθμιου Κεφαλαίου και ιδιαίτερα τις εκδόσεις Αξιόγραφων Κεφαλαίου. Οποιαδήποτε Ακύρωση Πληρωμής Τόκου δύναται να ικανοποιηθεί (εκτός σε περίπτωση διάλυσης και στις περιπτώσεις που περιγράφονται στον Όρο 6) μόνο με το προϊόν έκδοσης Μετοχών της Τράπεζας μέσω του Εναλλακτικού Μηχανισμού Ικανοποίησης Πληρωμής Τόκου. Η πληρωμή τόκων προς τους κατόχους Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου θα γίνεται πάντοτε σε μετρητά. Αν η Τράπεζα δεν δύναται να προβεί στην πληρωμή τόκων σε μετρητά, δύναται να καλύψει την πληρωμή τόκων μέσω έκδοσης μετοχών στους κατόχους των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου κατόπιν έγκρισης της έκδοσης από Έκτακτη Γενική Συνέλευση των Μετόχων της Τράπεζας» και (υπό τον τίτλο « Εξαγορά [ Redemption ] και Αγορά ») ότι «Η Τράπεζα δεν έχει καμία υποχρέωση εξαγοράς ή αγοράς των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα και οι Κάτοχοι δεν έχουν οποιοδήποτε δικαίωμα απαίτησης της εξαγοράς ή αγοράς από την Τράπεζα ... », ενώ επισημαίνεται (υπό τον τίτλο «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου δεν αποτελούν κατάλληλη επένδυση για όλους τους επενδυτές») ότι «Κάθε πιθανός επενδυτής σε οποιαδήποτε Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου πρέπει να αξιολογήσει την καταλληλότητα μιας τέτοιας επένδυσης λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Συγκεκριμένα, κάθε πιθανός επενδυτής πρέπει : (i) να έχει απαραίτητη γνώση και εμπειρία έτσι ώστε να είναι σε θέση να προβεί σε ουσιαστική αξιολόγηση των όρων των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου, των δικαιωμάτων και κινδύνων που εμπεριέχονται στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται ή που ενσωματώνονται μέσω παραπομπής στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, (ιi) να έχει την κατάλληλη γνώση και πρόσβαση σε εργαλεία ανάλυσης έτσι ώστε να αξιολογήσει, στα πλαίσια της ιδιαίτερης κατάστασης του, την επένδυση στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και τις επιπτώσεις που δύναται να επιφέρει μια τέτοια επένδυση στο συνολικό του χαρτοφυλάκιο, (iii) να έχει ικανοποιητικούς πόρους και ρευστότητα έτσι ώστε να μπορεί να επωμισθεί όλους τους κινδύνους της επένδυσης του στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου, (iv) να κατανοήσει με λεπτομέρεια τους όρους των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου, (ν) να αναγνωρίσει ότι υπάρχει περίπτωση να μην καταφέρει να πωλήσει ή να μεταφέρει τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου του για μεγάλο χρονικό διάστημα ή και καθόλου και (vi) να είναι σε θέση να αξιολογήσει (είτε ο ίδιος είτε με τη βοήθεια οικονομικών συμβούλων) τα πιθανά σενάρια που αφορούν τους παράγοντες που δύνανται να επηρεάσουν την επένδυση του όπως το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον, τα επιτόκια ή άλλους παράγοντες και στη δυνατότητα του να αναλάβει τους κινδύνους που εμπεριέχονται στην επένδυση του», ως και (υπό τον τίτλο «Οι κάτοχοι των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/18 οφείλουν να συμβουλευθούν τους οικονομικούς, φορολογικούς και νομικούς τους συμβούλους») ότι «Οι κάτοχοι των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018 οφείλουν να συμβουλευθούν τους οικονομικούς, φορολογικούς και νομικούς τους συμβούλους σχετικά με την καταλληλότητα τυχόν ανταλλαγής ή μη των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018 και των τυχόν συνεπειών στη φορολογική τους θέση και τις λογιστικές ή οικονομικές συνέπειες τυχόν επένδυσης στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου. Η σχετική αναλογία ανταλλαγής (στη βάση της ονομαστικής τους αξίας) μπορεί κατά την εισαγωγή των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου στα δύο χρηματιστήρια να μην απεικονίζει την τιμή και σχετική σχέση στην τιμή διαπραγμάτευσης των αντίστοιχων κινητών αξιών. Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου θα εισαχθούν προς διαπραγμάτευση στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και το Χρηματιστήριο Αθηνών. Με βάση τη διαπραγμάτευση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου, οι τιμές τους θα κυμαίνονται ανάλογα με τον όγκο συναλλαγών και τις διαφορές μεταξύ των εντολών αγοράς και πώλησης», τέλος δε αναφορικώς με παράγοντες κινδύνου, σχετιζομένους με τις μετοχές, ρητώς αναφέρεται ότι τα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου έχουν χαμηλή ρευστότητα και παρουσιάζουν εντονότερες διακυμάνσεις από άλλα χρηματιστήρια της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, με συνέπεια τη δημιουργία σοβαρού ενδεχομένου δυσμενούς επηρεασμού της τιμής της μετοχής της εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας. Η τελευταία την 10.6.2009 με ανακοίνωση της προς το επενδυτικό κοινό γνωστοποίησε την υπερκάλυψη της εκδόσεως του εν λόγω επενδυτικού κεφαλαίου, ως και ότι το αντληθέν ποσόν των εξακοσίων πενήντα εννέα εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (659.000.000 €) πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για την περαιτέρω ενδυνάμωση της κεφαλαιακής της επάρκειας και δη για την ενίσχυση των πρωτοβαθμίων κεφαλαίων (Tier 1 ) αυτής. Ακολούθως, με σκοπό την περαιτέρω ενίσχυση και διατήρηση σε υψηλά επίπεδα της κεφαλαιακής επάρκειας της εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, το Διοικητικό Συμβούλιο αυτής με την από 28.2.2011 ανακοίνωση του γνωστοποίησε ότι αποφάσισε να προτείνει στη Γενική Συνέλευση αυτής την έκδοση ενός νέου επενδυτικού προϊόντος, των «Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου» (εφεξής χάριν συντομίας : Μ.Α.Ε.Κ.), μέχρι του ποσού του ενός δισεκατομμυρίου τριακοσίων σαράντα δύο εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (1.342.000.000 €). Πράγματι, την 6.4.2011 η εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία με ανακοίνωση της προς το επενδυτικό κοινό γνωστοποίησε ότι η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου ενέκρινε το από 5.4.2011 Ενημερωτικό Δελτίο «ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΓΙΑ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΣΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΜΕΧΡΙ 1.342.422.297 ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ € 1,00 ΤΟ ΚΑΘΕΝΑ». Καθ' όσον αφορά στους βασικούς όρους εκδόσεως του ως άνω επενδυτικού προϊόντος στο Τμήμα I (Περιληπτικό Σημείωμα) του ως άνω Ενημερωτικού Δελτίου αναφέρονται μεταξύ άλλων τα ακολούθα : «Προσφερόμενες αξίες : Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου αορίστου διάρκειας. Ύψος έκδοσης : Μέχρι € 1.342.422.297. Ονομαστική αξία : € 1,00 (στο άρτιο). Τιμή έκδοσης : Στο άρτιο σε αξίες του € 1 ... Τρόπος καταβολής αντιπαροχής : Οι Δικαιούχοι αλλά και οι λοιποί αιτητές δύνανται να εγγραφούν στην έκδοση των ΜΑΕΚ καταβάλλοντος το αντίστοιχο ποσό της απαιτούμενης αντιπαροχής είτε σε μετρητά είτε με την καταβολή για ανταλλαγή άλλων υφισταμένων αξιών της Τράπεζας αντίστοιχης ονομαστικής αξίας και συγκεκριμένα (ί) Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/18, (ϋ) Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και (iii) Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 ("Επιλέξιμες για Ανταλλαγή Αξίες "). Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα 2013/18, τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και τα Αξιόγραφα Κεφαλαίου 12/2007 (Επιλέξιμες για Ανταλλαγή Αξίες) που θα καταβληθούν ως αντιπαροχή και θα γίνουν αποδεκτά νια εγγραφή στην έκδοση των ΜΑΕΚ της Τράπεζας, θα ακυρωθούν και η Τράπεζα θα παύσει να έχει οποιεσδήποτε υποχρεώσεις σχετικά με αυτά. Η Τράπεζα θα καταβάλει τους δεδουλευμένους τόκους των Επιλέξιμων για Ανταλλαγή Αξιών, οι οποίες θα γίνουν δεκτές για ανταλλαγή στην έκδοση των ΜΑΕΚ. Καθεστώς εξασφάλισης και Προτεραιότητα Κατάταξης : Τα ΜΑΕΚ αποτελούν άμεσες, μη εξασφαλισμένες, ελάσσονος διαβάθμισης (subordinated) υποχρεώσεις της Τράπεζας και κατατάσσονται σε ίση μοίρα (rank pari passu) μεταξύ τους. Τα δικαιώματα και οι αξιώσεις των κατόχων των ΜΑΕΚ της παρούσας έκδοσης :- είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) προς τις αξιώσεις των πιστωτών της Τράπεζας που είναι : καταθέτες ή άλλοι πιστωτές των οποίων οι αξιώσεις δεν είναι ελάσσονος προτεραιότητας ως προς τις αξιώσεις των καταθετών, πιστωτές των οποίων οι αξιώσεις είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) πλην εκείνων των οποίων οι αξιώσεις είναι ή εκφράζονται να είναι ίσης προτεραιότητας (rank pari passu) με τις αξιώσεις των κατόχων ΜΑΕΚ, κάτοχοι χρεογράφων της Τράπεζας των οποίων οι αξιώσεις είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) - είναι ίσης προτεραιότητας προς τις αξιώσεις άλλων εκδόσεων χαμηλότερης ελάσσονος προτεραιότητας, που πληρούν τα κριτήρια για περίληψη στο πρωτοβάθμιο κεφάλαιο της Τράπεζας που περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζονται, στα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου - έχουν προτεραιότητα έναντι των μετόχων της Τράπεζας. Οι αξιώσεις των κατόχων σε περίπτωση διάλυσης όπου η Τράπεζα παραμένει (solvent) θα περιορίζονται στην ονομαστική αξία των ΜΑΕΚ και των δεδουλευμένων τόκων, αλλά μη συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε ακυρωθέντων τόκων. Σε περίπτωση οποιοσδήποτε πληρωμής που δεν καταβάλλεται σε σχέση με τα ΜΑΕΚ, η Τράπεζα δεν θα θεωρείται ότι περιήλθε σε γεγονός αθέτησης υποχρέωσης και οι κάτοχοι των ΜΑΕΚ δεν θα έχουν δικαίωμα υποβολής αίτησης για εκκαθάριση ή διάλυση της Τράπεζας. Διάρκεια: Τα ΜΑΕΚ είναι αξίες αόριστης διάρκειας χωρίς ημερομηνία λήξης (βλέπε "Εξαγορά" πιο κάτω ). Επιτόκιο σε Ευρώ ( € ): Τα ΜΑΕΚ θα φέρουν σταθερό ετήσιο επιτόκιο 6,50% για τις πρώτες δέκα Περιόδους Τόκου μέχρι τις 30 Ιουνίου 2016 και μετέπειτα κυμαινόμενο επιτόκιο ίσο με το εκάστοτε Euribor 6 μηνών που θα ισχύει στην αρχή κάθε Περιόδου Τόκου πλέον 3,00%. Επιτόκιο σε Δολάριο ($): Τα ΜΑΕΚ θα φέρουν σταθερό ετήσιο επιτόκιο 6,00% για τις πρώτες δέκα Περιόδους Τόκου μέχρι τις 30 Ιουνίου 2016 και μετέπειτα κυμαινόμενο επιτόκιο ίσο με το εκάστοτε Libor 6 μηνών που θα ισχύει στην αρχή κάθε Περιόδου Τόκου πλέον 3,00%. Πληρωμή Τόκου : Ο τόκος είναι πληρωτέος σε εξαμηνιαία βάση στο τέλος κάθε περιόδου Πληρωμής Τόκου σύμφωνα με τους Όρους έκδοσης των ΜΑΕΚ. Ως ημερομηνίες Πληρωμής Τόκων ορίζονται η 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους. Η Πρώτη Πληρωμή Τόκου θα είναι στις 31 Δεκεμβρίου 2011 και θα καλύπτει την περίοδο από την Ημερομηνία Έκδοσης μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2011. Κάθε Μετατρέψιμο Αξιόγραφο Ενισχυμένου Κεφαλαίου θα παύει να φέρει τόκο από την ημερομηνία εξαγοράς/αγοράς/μετατροπής. Δικαίωμα Μετατροπής: Τα ΜΑΕΚ δύνανται, κατ' επιλογή του κατόχου τους, να μετατραπούν σε Συνήθεις Μετοχές της Τράπεζας κατά τις Περιόδους Μετατροπής στην Τιμή Μετατροπής. Τιμή Μετατροπής : € 3,30 ανά συνήθη μετοχή της Τράπεζας ονομαστικής αξίας € 1,00 (και θα υπόκειται στις συνήθεις αναπροσαρμογές για εταιρικές πράξεις )... Περίοδοι Μετατροπής : 1 - 15 Μαρτίου, 15-31 Μαΐου, 1-15 Σεπτεμβρίου και 15 - 30 Νοεμβρίου κάθε χρόνου με την πρώτη Περίοδο Μετατροπής να αρχίζει την Πρώτη Ημερομηνία Μετατροπής Μετατροπής. Μετατροπής και την τελευταία Περίοδο να τελειώνει την Τελευταία Ημερομηνία Πρώτη Ημερομηνία Μετατροπής 1 Σεπτεμβρίου 2011. Τελευταία Ημερομηνία Μετατροπής : 31 Μαΐου 2016. Εξαγορά (Redemption): Τα ΜΑΕΚ μπορούν, κατ' επιλογή της Τράπεζας, να εξαγοραστούν στο σύνολο τους, στην ονομαστική τους αξία μαζί με οποιουσδήποτε δεδουλευμένους τόκους στις 30 Ιουνίου 2016 ή σε οποιαδήποτε ημερομηνία πληρωμής τόκου που έπεται, κατόπιν έγκρισης της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου και υπό την προϋπόθεση ότι θα αντικατασταθούν με Πρωτοβάθμιο Κεφάλαιο ίσης ή ψηλότερης διαβάθμισης ... Προαιρετική Επιλογή Ακύρωσης Πληρωμής Τόκων: Η Τράπεζα μπορεί κατά την κρίση της καθ' οιονδήποτε χρόνο, λαμβάνοντας υπόψη τη φερεγγυότητα καθώς και την οικονομική της κατάσταση, να επιλέξει να ακυρώσει την Πληρωμή Τόκου σε μη σωρευτική βάση στα πλαίσια των "Περιορισμών Μερίσματος και Κεφαλαίου" που αναφέρονται πιο κάτω. Οποιαδήποτε ακυρωθείσα πληρωμή τόκου δεν θα οφείλεται και δεν θα καθίσταται πληρωτέα από την Τράπεζα. Σε περίπτωση Ακύρωσης Πληρωμής Τόκου, η Τράπεζα δεν θα θεωρείται ότι περιήλθε σε γεγονός αθέτησης υποχρέωσης και οι κάτοχοι των ΜΑΕΚ δεν θα έχουν δικαίωμα υποβολής αίτησης για εκκαθάριση ή πτώχευση της Τράπεζας. Υποχρεωτική Ακύρωση Πληρωμής Τόκων : Σε περίπτωση που η Τράπεζα δεν τηρεί τις ελάχιστες απαιτήσεις της φερεγγυότητας όπως ορίζονται από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ή δεν διαθέτει τα απαιτούμενα Διανεμητέα Στοιχεία τότε η Τράπεζα υποχρεωτικά θα ακυρώσει την Πληρωμή Τόκων στα ΜΑΕΚ. Η Κεντρική Τράπεζα δυνατόν να απαιτήσει, κατά τη διακριτική της ευχέρεια, την ακύρωση Πληρωμής Τόκων, στη βάση αξιολόγησης της φερεγγυότητας και της οικονομικής κατάστασης της Τράπεζας τα επόμενα τρία χρόνια. Διανεμητέα Στοιχεία κατά την οποιαδήποτε Ημερομηνία Πληρωμής Τόκου σημαίνει, το καθαρό κέρδος του Συγκροτήματος για το έτος που προηγείται τέτοιας Ημερομηνίας Πληρωμής Τόκου μαζί με οποιαδήποτε καθαρά κέρδη και Αδιανέμητα Κέρδη (retained earnings) που μεταφέρονται από προηγούμενα έτη και οποιοσδήποτε καθαρές μεταφορές από οποιουσδήποτε λογαριασμούς αποθεματικών σε κάθε περίπτωση οι οποίοι είναι διαθέσιμοι για διανομή στους μετόχους της Τράπεζας. Συνεπακόλουθοι Περιορισμοί Μερίσματος και Κεφαλαίου: Αν η Τράπεζα ακυρώσει την πληρωμή τόκων για οποιονδήποτε λόγο, στα πλαίσια της Προαιρετικής Επιλογής Ακύρωσης Πληρωμής Τόκων ή της Υποχρεωτικής Ακύρωσης Πληρωμής Τόκων όπως περιγράφεται πιο πάνω, τότε δεν θα επιτρέπεται η πληρωμή μερίσματος ή οποιαδήποτε άλλη καταβολή (και εξαγορά ή αγορά) πάνω στις συνήθεις μετοχές ή σε άλλες αξίες της Τράπεζας που θα λογίζονται ως πρωτοβάθμιο κεφάλαιο από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, εκτός και εάν και μέχρις ότου η Τράπεζα προβεί στην επόμενη Πληρωμή Τόκου και με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στο Τμήμα II Μέρος Β Όρος 5 (γ). Υποχρεωτική Μετατροπή : Σε περίπτωση που επισυμβεί οποιοδήποτε Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονός Βιωσιμότητας, τα ΜΑΕΚ υποχρεωτικά θα μετατρέπονται σε Συνήθεις Μετοχές, στην Τιμή Υποχρεωτικής Μετατροπής ως ο σχετικός ορισμός πιο, κάτω. Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου (Contingency Event): Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου θα θεωρείται ότι έχει επισυμβεί όταν η Τράπεζα δώσει σχετική ειδοποίηση είτε (i) ότι πριν από την ημερομηνία εφαρμογής της Βασιλείας III ως αυτή θα υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση το ύψος των Βασικών Πρωτοβαθμίων Κεφαλαίων της Core Tier I Ratio είναι χαμηλότερο του 5%, ή κατά ή μετά την ημερομηνία εφαρμογής της Βασιλείας III ως αυτή θα υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση το ύψος των Κοινών Πρωτοβαθμίων Κεφαλαίων - Common Equity Tier I Ratio είναι χαμηλότερο από το ελάχιστο ποσοστό που θα καθοριστεί, ή (ϋ) όταν η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου καθορίσει ότι η Τράπεζα βρίσκεται σε μη συμμόρφωση με τα απαιτούμενα κανονιστικά όρια του Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας ως καθορίζονται στους σχετικούς Εφαρμοστέους Τραπεζικούς Κανονισμούς. Σε κάθε περίπτωση θα πραγματοποιηθεί η Υποχρεωτική Μετατροπή των ΜΑΕΚ σε Συνήθεις Μετοχές συνεπεία του Γεγονότος Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου. Η Τράπεζα, κατά την αξιολόγηση της φερεγγυότητας καθώς και της οικονομικής της θέσης μπορεί να κρίνει, σε συνεννόηση με την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, ή η Κεντρική Τράπεζα μπορεί να απαιτήσει, κατά τη διακριτική της ευχέρεια, ότι πιθανόν η Τράπεζα να παύσει στο άμεσο μέλλον να ικανοποιεί τα ελάχιστα αποδεκτά όρια του δείκτη Βασικών Πρωτοβαθμίων Κεφαλαίων, του δείκτη Κοινών Πρωτοβαθμίων Κεφαλαίων ή του Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας, ανάλογα με την περίπτωση, και για αυτό το λόγο θα θεωρηθεί ότι Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου έχει επισυμβεί. Γεγονός Βιωσιμότητας (Viability Event): Γεγονός Βιωσιμότητας ορίζεται οποτεδήποτε (i) η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου κρίνει ότι η υποχρεωτική μετατροπή των ΜΑΕΚ και άλλων αξιών, που με βάση τους όρους τους δυνατόν να μετατραπούν σε συνήθεις μετοχές σε Γεγονός Βιωσιμότητας, είναι αναγκαία για βελτίωση της κεφαλαιακής επάρκειας της Τράπεζας και θα συμβάλει στη διατήρηση της φερεγγυότητας της Τράπεζας και/ή (ϋ) η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου κρίνει ότι η Τράπεζα θα χρειαστεί έκτακτη κρατική βοήθεια για (α) τη διατήρηση της φερεγγυότητας της ή (β) αποφυγή του ενδεχομένου πτώχευσης της ή (γ) δεν είναι σε θέση να αποπληρώσει σημαντικό μέρος των υποχρεώσεων της ή (iii) σε άλλες παρόμοιες καταστάσεις. Τιμή Υποχρεωτικής Μετατροπής : Τα ΜΑΕΚ θα μετατραπούν υποχρεωτικά σε τέτοιο αριθμό Συνήθων Μετοχών που θα καθορίζεται διαιρώντας την ονομαστική αξία των ΜΑΕΚ με το ψηλότερο της Κατώτατης Τιμής (Floor Price) και της ισχύουσας Τιμής Υποχρεωτικής Μετατροπής κατά τη σχετική Ημερομηνία Υποχρεωτικής Μετατροπής. Τιμή Υποχρεωτικής Μετατροπής σε οποιαδήποτε στιγμή σε Συνήθεις Μετοχές της Εταιρίας είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε αναγνωρισμένο χρηματιστήριο ορίζεται το χαμηλότερο από (i) την ανώτατη τιμή  των  € 3,30  (και οποιεσδήποτε  μετέπειτα τυχόν  συνήθεις αναπροσαρμογές για εταιρικές πράξεις), και (ϋ) το 80% της μεσοσταθμικής τιμής διαπραγμάτευσης της μετοχής των πέντε εργάσιμων ημερών που προηγούνται της Ειδοποίησης για Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονός Βιωσιμότητας. Κατώτατη Τιμή (Floor Price) ορίζεται η ονομαστική αξία ανά Συνήθη Μετοχή (που κατά την ημερομηνία έκδοσης είναι €1)... Παράγοντες Κινδύνου : Η δυνατότητα της Τράπεζας να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της ως πηγάζουν από τα ΜΑΕΚ υπόκειται σε σειρά κινδύνων. Οι Παράγοντες Κινδύνου περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, κίνδυνους ρευστότητας, κίνδυνους αγοράς, ως επίσης και πιστωτικούς, λειτουργικούς, ρυθμιστικούς και νομικούς κινδύνους. Επιπρόσθετα, υπάρχουν κίνδυνοι οι οποίοι είναι ουσιώδεις στην αξιολόγηση των κινδύνων σε σχέση με τα ΜΑΕΚ. Οι κίνδυνοι αυτοί περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζονται, το γεγονός ότι τα ΜΑΕΚ δυνατόν να μην είναι κατάλληλη επένδυση για όλους τους επενδυτές καθώς και συγκεκριμένοι κίνδυνοι που αφορούν τους όρους έκδοσης τους, περιλαμβανομένων της υποχρεωτικής μετατροπής σε μετοχές έπειτα από Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου και Γεγονός Βιωσιμότητας αλλά και άλλους κινδύνους αγοράς, ως περιγράφονται με μεγαλύτερη λεπτομέρεια στο Τμήμα II, Μέρος Α του παρόντος Ενημερωτικού Δελτίου. Προορισμός Προϊόντος Έκδοσης : Το καθαρό προϊόν από την έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου θα ενισχύσει την Τράπεζα με επιπρόσθετο πρωτοβάθμιο κεφάλαιο βοηθώντας στη διατήρηση ισχυρών και ανταγωνιστικών δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας Εισαγωγή και Διαπραγμάτευση : Τα ΜΑΕΚ θα εισαχθούν και θα διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο Χρηματιστήριο Αθηνών, εφόσον ληφθούν οι σχετικές εγκρίσεις από τις αρμόδιες αρχές». Στο Μέρος ΑΛ του Τμήματος II του εν λόγω Ενημερωτικού Δελτίου αναφέρεται σχετικώς με τους κινδύνους της επενδύσεως ότι «Η επένδυση στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου και σε μετοχές της Τράπεζας Κύπρου υπόκειται σε μια σειρά κινδύνων. Μαζί με τις λοιπές πληροφορίες που περιέχονται ή ενσωματώνονται μέσω παραπομπής στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, οι δυνητικοί επενδυτές θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τους κινδύνους που περιγράφονται στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, πριν επενδύσουν στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου που περιλαμβάνουν την επιλογή ή/και υποχρεωτική μετατροπή τους σε μετοχές και ως εκ τούτου σε μετοχές της Εταιρίας. Εάν επέλθει οποιοδήποτε από τα γεγονότα που περιγράφονται παρακάτω, το Συγκρότημα, η χρηματοοικονομική θέση του ή τα αποτελέσματα της λειτουργίας του ενδέχεται να επηρεαστούν δυσμενώς και ουσιωδώς και, ανάλογα, μπορεί να σημειωθεί πτώση στην αξία και την τιμή πώλησης των μετοχών της Εταιρίας, οδηγώντας σε απώλεια του συνόλου ή μέρους οποιοσδήποτε επένδυσης σε αυτές. Επιπρόσθετα, οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες που περιγράφονται παρακάτω μπορεί να μην είναι οι μόνοι που ενδεχομένως να αντιμετωπίσει το Συγκρότημα. Πρόσθετοι κίνδυνοι και αβεβαιότητες που επί του παρόντος δεν είναι γνωστοί ή που δεν θεωρούνται ουσιώδεις, μπορεί να επιδράσουν δυσμενώς τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Συγκροτήματος», ακολούθως περιγράφονται οι σχετιζόμενοι με τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Συγκροτήματος της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας κίνδυνοι (κίνδυνος από τις επικρατούσες στην Κύπρο και στο εξωτερικό οικονομικές συνθήκες, κίνδυνος από τις διακυμάνσεις της αγοράς, κίνδυνος επιτοκίων, κίνδυνος από τις μεταβολές στις τρέχουσες τιμές μετοχών και άλλων αξιών, συναλλαγματικός κίνδυνος, κίνδυνος σχετικώς με τους δανειζόμενους και την πιστωτική ικανότητα των αντισυμβαλλομένων της Τράπεζας, κίνδυνος μεταβολών των συνθηκών της αγοράς με συνέπεια αρνητικές αναπροσαρμογές στην εύλογη αξία των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων του Συγκροτήματος, κίνδυνος ρευστότητας, κίνδυνος μη ικανοποιητικής κεφαλαιακής επάρκειας για κάλυψη των ελάχιστων εποπτικών απαιτήσεων, εποπτικός κίνδυνος, κίνδυνος αστοχίας ή αποτυχίας των εσωτερικών διαδικασιών και λειτουργιών του Συγκροτήματος, κίνδυνος σχετιζόμενος με τις δραστηριότητες του Συγκροτήματος στην Ελλάδα, κίνδυνος σχετιζόμενος με τις δραστηριότητες του Συγκροτήματος στη Ρωσία, κίνδυνος σχετικός με τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στην Κύπρο, κίνδυνος μεταβολής του σχετικού ρυθμιστικού ή νομικού πλαισίου, νομικός κίνδυνος, φορολογικός κίνδυνος, κίνδυνος εκθέσεως σε ιδιαιτέρως ανταγωνιστικό περιβάλλον, κίνδυνος απώλειας ανωτέρων διευθυντικών στελεχών και άλλου προσωπικού, ασφαλιστικός κίνδυνος, κίνδυνος διακοπής ή παραβιάσεως των συστημάτων πληροφορικής του Συγκροτήματος, κίνδυνος γενέσεως προσθέτων υποχρεώσεων για ωφελήματα αφυπηρετήσεως προσωπικού). Περαιτέρω, καθ' όσον αφορά στους κινδύνους, οι οποίοι σχετίζονται με την εν λόγω έκδοση Μ.Α.Ε.Κ., ρητώς αναφέρεται (υπό τον τίτλο «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου αποτελούν μια νέα μορφή επένδυσης και δυνατόν να μην είναι κατάλληλα για όλους τους επενδυτές») ότι «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου αποτελούν μια νέα μορφή επένδυσης και δυνατόν να μην είναι κατάλληλα για όλους τους επενδυτές. Κατά συνέπεια, μια επένδυση στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου και τις μετοχές της Τράπεζας (στις οποίες είναι μετατρέψιμα) εμπεριέχει αυξανόμενους και εσωτερικούς κινδύνους. Κάθε πιθανός επενδυτής στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου πρέπει να καθορίσει την καταλληλότητα μιας τέτοιας επένδυσης λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις του. Συγκεκριμένα κάθε πιθανός επενδυτής πρέπει: L να κατέχει τις κατάλληλες γνώσεις έτσι ώστε να είναι σε θέση να αξιολογήσει τα οφέλη και τους κινδύνους μιας επένδυσης στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου όπως και των πληροφοριών που περιλαμβάνονται ή ενσωματώνονται στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, ϋ. να έχει πρόσβαση, τις κατάλληλες γνώσεις και τα κατάλληλα αναλυτικά εργαλεία έτσι ώστε να είναι σε θέση να αξιολογήσει, στα πλαίσια της δικής του οικονομικής κατάστασης, μια πιθανή επένδυση στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου και τον αντίκτυπο στο γενικό του επενδυτικό χαρτοφυλάκιο που δυνατό να έχει η επένδυση του στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου, iii. να έχει ικανοποιητικούς οικονομικούς πόρους και ρευστότητα για να αναλάβει τους κινδύνους επένδυσης στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων σε περίπτωση που το νόμισμα για την αποπληρωμή του κεφαλαίου ή των τόκων είναι διαφορετικό από το νόμισμα του επενδυτή, iv. να κατανοήσει με λεπτομέρεια τους όρους έκδοσης των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου και ιδιαίτερα αλλά όχι μόνο τους όρους που αφορούν την Ακύρωση Τόκου, την Αναγκαστική Μετατροπή σε μετοχές, το Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου και το Γεγονός Βιωσιμότητας και να κατανοεί τη λειτουργία των σχετικών με την έκδοση κεφαλαιαγορών όπως και την πιθανότητα να υπάρξει Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου και Γεγονός Βιωσιμότητας, ν. να αναγνωρίσει ότι υπάρχει περίπτωση να μην καταφέρει να πωλήσει ή να μεταφέρει τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου για σημαντικό χρονικό διάστημα ή και καθόλου, νι. να είναι σε θέση να αξιολογήσει (είτε μόνος είτε με τη βοήθεια ενός οικονομικού συμβούλου) τα πιθανά σενάρια όσον αφορά την οικονομία, το επιτόκιο και άλλους παράγοντες που μπορούν να έχουν επιπτώσεις στην επένδυση του, τη μετατροπή των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου σε μετοχές, και τη δυνατότητα του να αναλάβει τους κινδύνους που απορρέουν. Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου είναι νέα χρηματοοικονομικά μέσα. Ένας πιθανός επενδυτής δεν πρέπει να επενδύσει στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου εκτός αν κατέχει τη γνώση και την εμπειρία (είτε από μόνος του είτε με έναν οικονομικό σύμβουλο) για να αξιολογήσει την απόδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου στις μεταβαλλόμενες συνθήκες αγοράς, τα αποτελέσματα που θα προκόψουν από την πιθανότητα μετατροπής τους, την αξία τους και την επίδραση που αυτή η επένδυση θα έχει στο γενικό τους επενδυτικό χαρτοφυλάκιο. Πριν από τη λήψη μιας απόφασης για επένδυση, οι πιθανοί επενδυτές πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά, λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές περιστάσεις και τους στόχους της επένδυσης τους και όλες τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο παρόν ενημερωτικό δελτίο». Στο Μέρος Κ του Τμήματος II του εν λόγω Ενημερωτικού Δελτίου μεταξύ άλλων αναφέρεται επίσης : α ) (υπό τον γενικό τίτλο « Οι Κάτοχοι είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένοι στον κίνδυνο διακύμανσης στην αξία των μετοχών της Τράπεζας») ότι «Σε περίπτωση πραγματοποίησης Γεγονότος Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονότος Βιωσιμότητας τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου θα μετατραπούν υποχρεωτικά σε μετοχές ... », β ) (υπό τον γενικό τίτλο « Προαιρετική Επιλογή και Υποχρεωτική Ακύρωση Πληρωμής Τόκων σε μη συσσωρευτική βάση») ότι «Η Τράπεζα μπορεί κατά την κρίση της να ακυρώσει οποιαδήποτε πληρωμή τόκου υπό τους περιορισμούς που περιγράφονται Μέρος Β, Όρο 5 "Συνεπακόλουθοι Περιορισμοί Μερίσματος και Κεφαλαίου". Πριν από την ημερομηνία οποιασδήποτε Πληρωμής Τόκου, η Τράπεζα, κατά την κρίση της, αν διαπιστώσει ότι δεν τηρεί την σχετική Κεφαλαιακή Επάρκεια, όπως αυτή ορίζεται από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, ή ότι η Πληρωμή Τόκου θα έχει ως αποτέλεσμα η Τράπεζα να παύσει να ικανοποιεί την προαναφερόμενη Κεφαλαιακή Επάρκεια, τότε η Τράπεζα έχει τη δυνατότητα να ακυρώσει την Πληρωμή τέτοιων Τόκων σε μη σωρευτική βάση, στα πλαίσια όμως των "Συνεπακόλουθων Περιορισμών Μερίσματος και Κεφαλαίου" ως περιγράφεται στο Τμήμα II, Μέρος Β/ΙΙ στον Όρο 5. Περαιτέρω, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου δύναται, και στη βάση αξιολόγησης της οικονομικής κατάστασης και της φερεγγυότητας της Τράπεζας για τα επόμενα τρία χρόνια, να απαιτήσει την ακύρωση πληρωμής τόκου ή κεφαλαίου. Η πληρωμή τόκων προς τους κατόχους Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου θα γίνεται πάντοτε σε μετρητά», γ) (υπό τον τίτλο «Αξίες Αόριστης Διάρκειας χωρίς οποιαδήποτε νομική ημερομηνία λήξης») ότι «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου είναι αξίες αόριστης διάρκειας χωρίς ημερομηνία λήξης και γι' αυτό το λόγο οι επενδυτές θα λάβουν το κεφάλαιο επένδυσης τους μόνο στην περίπτωση που η Τράπεζα επιλέξει να τα εξαγοράσει με την προηγούμενη έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου», δ ) (υπό το γενικό τίτλο « Η Τράπεζα έχει το δικαίωμα αλλά όχι την υποχρέωση εξαγοράς [Redemption] και Αγοράς των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου») ότι « Η Τράπεζα δεν έχει καμία υποχρέωση εξαγοράς ή αγοράς των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα και οι Κάτοχοι δεν έχουν οποιοδήποτε δικαίωμα απαίτησης της εξαγοράς ή αγοράς από την Τράπεζα. Η Τράπεζα όμως έχει την επιλογή με την προηγούμενη έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, να εξαγοράσει ολόκληρο το ποσό των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου στην ονομαστική τους αξία μαζί με οποιουσδήποτε δεδουλευμένους τόκους στις 30 Ιουνίου 2016, ή σε οποιαδήποτε Ημερομηνία Πληρωμής Τόκου που έπεται και υπό την προϋπόθεση ότι θα αντικατασταθούν με Πρωτοβάθμιο Κεφάλαιο ... », ε ) (υπό τον γενικό τίτλο «Καθεστώς Εξασφάλισης και Προτεραιότητα Κατάταξης σε περίπτωση διάλυσης») ότι « ... εάν η Τράπεζα τελεί υπό διάλυση ή εκκαθάριση, ο εκκαθαριστής θα ικανοποιήσει πρώτα όλες τις αξιώσεις των καταθετών ή άλλων πιστωτών των οποίων οι αξιώσεις δεν είναι ελάσσονος προτεραιότητας ως προς τις αξιώσεις των καταθετών και πιστωτών των οποίων οι αξιώσεις είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) πλην εκείνων των οποίων οι αξιώσεις είναι ίσης προτεραιότητας (rank pari passu) με τις αξιώσεις των κατόχων Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου. Σε περίπτωση που η Τράπεζα δεν έχει ικανοποιητικά περιουσιακά στοιχεία για τον πλήρη διακανονισμό των αξιώσεων που δεν είναι ελάσσονος προτεραιότητας, τότε οι αξιώσεις  των  Κατόχων  των  Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου δύνανται να χάσουν το σύνολο ή μέρος της επένδυσης τους. Επιπλέον, εάν τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου μετατραπούν σε Συνήθεις Μετοχές μετά από την πραγματοποίηση Γεγονότος Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονότος Βιωσιμότητας, κάθε κάτοχος θα υποστεί περαιτέρω μείωση της προτεραιότητας των δικαιωμάτων και αξιώσεων του λόγω της μετατροπής επένδυσης του σε Συνήθεις Μετοχές και υπάρχει κίνδυνος οι μέτοχοι να χάσουν μέρος ή ολόκληρη την επένδυση τους» και στ) (υπό τον τίτλο «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου κατατάσσονται ως Πρωτοβάθμιο Κεφάλαιο [Tier 1 capital] » ) ότι «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου κατατάσσονται ως πρωτοβάθμιο Κεφάλαιο (Tier 1 capital) και πιθανοί επενδυτές θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τα χαρακτηριστικά τους που αφορούν μεταξύ άλλων και την προτεραιότητα κατάταξης, το καθεστώς εξασφάλισης τους και την αόριστη διάρκεια τους». Τέλος, στο αυτό Τμήμα του εν λόγω Ενημερωτικού Δελτίου επισημαίνεται (υπό τον γενικό τίτλο «ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΧΟΥΣ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΧΡΕΟΓΡΑΦΩΝ 2013/18, ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΚΑΙ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΣΕΙΡΑ Γ (12/2007) ΠΟΥ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΕΠΙΛΕΞΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΣΕ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΑΞΙΟΓΡΑΦΑ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ») ότι «Οι κάτοχοι των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 της Τράπεζας, πριν τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης για συμμετοχή στην έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου μέσω της πιθανής ανταλλαγής των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 της Τράπεζας που ήδη κατέχουν θα πρέπει να μελετήσουν προσεκτικά, λαμβάνοντας υπόψη τη δική τους οικονομική κατάσταση, τους επενδυτικούς στόχους και ορίζοντες και τις πληροφορίες που περιέχονται στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο και ιδιαίτερα τους κινδύνους που περιγράφονται πιο κάτω και αφορούν τη νέα έκδοση και το ενδεχόμενο ανταλλαγής ... Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου παρουσιάζουν ουσιαστικές διαφορές από τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα 2013/2018, τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και τα Αξιόγραφα Κεφαλαίου 12/2007. Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα 2013/2018 (τα οποία κατατάσσονται ως δευτεροβάθμιο κεφάλαιο (Tier 2 capital) της Τράπεζας) έχουν ουσιαστικές διαφορές από τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου (τα οποία κατατάσσονται ως πρωτοβάθμιο κεφάλαιο (Tier 1 capital) της Τράπεζας). Οι Κάτοχοι Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 θα πρέπει να εξετάσουν τις διαφορές μεταξύ των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2103/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 και των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου οι οποίες περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την προτεραιότητα κατάταξης και το καθεστώς εξασφάλισης τους, τη διάρκεια τους, το επιτόκιο, την εξαγορά και τη δυνατότητα μετατροπής σε μετοχές της Τράπεζας εφόσον υφίσταται καθώς και της υποχρεωτικής μετατροπής σε συνήθεις μετοχές σε περίπτωση που επισυμβεί Γεγονός Έκτακτης/Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονός Βιωσιμότητας. Οι πλήρεις όροι των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου παρουσιάζονται στο Μέρος Β του παρόντος Ενημερωτικού Δελτίου ...», ότι (υπό τον τίτλο «Αβεβαιότητα ως προς τη ρευστότητα κατά τη διαπραγμάτευση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου ») ότι « Η Τράπεζα δεν σκοπεύει να υποβάλει αίτηση για εισαγωγή προς διαπραγμάτευση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου σε οποιαδήποτε ρυθμισμένη αγορά εκτός από την αγορά του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου και του Χρηματιστηρίου Αξιών. Τα νέα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου είναι τίτλοι για τους οποίους δεν υπάρχουν συναλλαγές σε καμία αγορά και δεν μπορεί να υπάρξει καμία διαβεβαίωση μελλοντικής ρευστότητας στις αγορές που αναμένεται να εισαχθούν», ως και (υπό τον τίτλο « Οι κάτοχοι των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/18, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 οφείλουν να συμβουλευθούν τους οικονομικούς, φορολογικούς και νομικούς τους συμβούλους ») ότι «Οι κάτοχοι των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 οφείλουν να συμβουλευθούν τους οικονομικούς, φορολογικούς και νομικούς τους συμβούλους σχετικά με την καταλληλότητα τυχόν ανταλλαγής ή μη της επένδυσης τους και των τυχόν συνεπειών στη φορολογική τους θέση και τις λογιστικές ή οικονομικές συνέπειες τυχόν επένδυσης στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου. Η σχετική αναλογία ανταλλαγής (στη βάση της ονομαστικής τους αξίας) μπορεί κατά την εισαγωγή των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου στα δύο χρηματιστήρια να μην απεικονίζει την τιμή και σχετική σχέση στην τιμή διαπραγμάτευσης των αντίστοιχων κινητών αξιών», τέλος δε αναφορικώς με παράγοντες κινδύνου, σχετιζομένους με τις μετοχές, ρητώς αναφέρεται ότι τα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου έχουν χαμηλή ρευστότητα και παρουσιάζουν εντονότερες διακυμάνσεις από άλλα χρηματιστήρια της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, με συνέπεια τη δημιουργία σοβαρού ενδεχομένου δυσμενούς επηρεασμού της τιμής της μετοχής της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας. Περαιτέρω, η επιδείνωση των οικονομικών μεγεθών της Ελληνικής Δημοκρατίας ιδίως μετά το έτος 2009 και η συνέπεια αυτής υποβάθμιση των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (εφεξής χάριν συντομίας : Ο.Ε.Δ.) και εντεύθεν της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας επηρέασε δυσμενώς τη θέση της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, η οποία, παρά το γεγονός ότι τελούσε σε γνώση της ραγδαίας επιδεινώσεως των στοιχείων της ελληνικής οικονομίας, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ μηνός Δεκεμβρίου του έτους 2009 και μηνός Απριλίου έτους 2010 αύξησε την έκθεση της σε Ο.Ε.Δ μέχρι του ποσού των δύο δισεκατομμυρίων τετρακοσίων εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (2.400.000.000 €), ενώ τα ίδια κεφάλαια αυτής ανερχόταν σε δύο δισεκατομμύρια πεντακόσια εκατομμύρια ΕΥΡΩ (2.500.000.000 €), με συνέπεια η συγκέντρωση πραγματικού κινδύνου για την εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία να ανέρχεται σε ποσοστό 80% περαιτέρω δε δεν έλαβε μέτρα περιορισμού του κινδύνου αυτού (είτε με πώληση Ο.Ε.Δ. είτε με αγορά Συμβολαίων Ανταλλαγής Πιστωτικής Αθετήσεως - Credit Default Swaps [CDS]). Η συνεχής επιδείνωση των μεγεθών της ελληνικής οικονομίας επέφερε εν τέλει καίριο πλήγμα στη κεφαλαιακή επάρκεια της - εκτεθειμένης σε υπερβολικό βαθμό σε Ο.Ε.Δ. -εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας (δεδομένου ότι οι επενδύσεις της τελευταίας σε Ο.Ε.Δ. την 31.3.2010 είχαν λογιστική αξία 2.000.000.000 €), η τελική δε ζημία στα ίδια κεφάλαια αυτής από τη συγκεκριμένη αιτία (απομείωση αξίας Ο.Ε.Δ.) ανήλθε κατά το τέλος του έτους 2010 (31.12.2010) στο ποσόν των 529.513.000€. Ωστόσο, η εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία απέφυγε να αποτυπώσει λογιστικώς τις ζημίες της από την απομείωση της αξίας των Ο.Ε.Δ. στις ετήσιες οικονομικές της καταστάσεις (καθ' όσον τούτο θα είχε ευθεία επίπτωση στην κεφαλαιακή της επάρκεια και στον Δείκτη Tier Core 1), αποκρύπτοντας σκοπίμως την πραγματική οικονομική της κατάσταση, αλλά αντιθέτως προέβη σε επαναταξινόμηση του χαρτοφυλακίου της, περαιτέρω δε επιχείρησε την προώθηση προς το επενδυτικό κοινό μέσω του δικτύου υποκαταστημάτων της στην Ελλάδα και την Κύπρο σύνθετων επενδυτικών προϊόντων (προεχόντως των Μ.Α.Ε.Κ), τα οποία έφεραν τα ανωτέρω περιγραφόμενα χαρακτηριστικά, με προφανή σκοπό την απορρόφηση του μείζονος μέρους των απωλειών αυτών, εν αγνοία και με παραπλάνηση των υποψηφίων επενδυτών ως προς την πραγματική οικονομική της κατάσταση και τον βαθμό ασφαλείας της επενδύσεως τους, όπως κατωτέρω θα εκτεθεί. Στο πλαίσιο αυτό, η εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία την 15.6.2012 αποφάσισε, αναφορικώς με τα Μ.Α.Κ. και τα Μ.Α.Ε.Κ, την ενεργοποίηση του όρου περί υποχρεωτικής ακυρώσεως πληρωμής τόκου για την περίοδο από 31.12.2011 έως 29.6.2012, το αυτό δε έπραξε την 18.12.2012 και για την περίοδο από 30.6.2012 έως 30.12.2012. Την 30.6.2012 η εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παρουσίασε έλλειμμα (οφειλόμενο εν πολλοίς στο ελληνικό πρόγραμμα PSI αναφορικώς με τα Ο.Ε.Δ.) και συμφώνησε με τους πιστωτές της τη χρηματοδότηση αυτής με το ποσόν των δέκα δισεκατομμυρίων ΕΥΡΩ (10.000.000.000 € ), ενώ την 15.3.2012 είχε ήδη αντλήσει από το Ευρωσύστημα (E.L.A.) το ποσόν του ενός δισεκατομμυρίου ΕΥΡΩ (1.000.000.000 €). Ωστόσο, την 15.3.2013 το Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης (Eurogroup) αποφάσισε τη μη χρηματοδότηση της ανακεφαλαιοποιήσεως των δύο μεγάλων κυπριακών τραπεζών, ήτοι της εναγόμενης τραπεζικής εταιρίας και της Λαϊκής Τράπεζας, με την αυτή δε απόφαση του Eurogroup μεταβιβάσθηκε στην εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία η υποχρέωση της Λαϊκής Τράπεζας προς τον E.L.A., ύψους εννέα εκατομμυρίων ΕΥΡΩ (9.000.000 €). Την 26.3.2013 η εκκαλούσα αλλοδαπή εταιρία τέθηκε υπό καθεστώς ειδικής εκκαθαρίσεως δυνάμει του «Περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμου (17) 2013», στα πρότυπα της «Πρότασης Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου του 2012 για την εξυγίανση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων» και βάσει της «Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου αριθμ. 2001/24/ΕΚ της 4ης Απριλίου 2001 "Πα την εξυγίανση και την εκκαθάριση των πιστωτικών ιδρυμάτων"» και του «Περί Τραπεζικών Εργασιών (Τροποποιητικού ) ( Αρ. 2 ) Νόμου του 2004», με τον οποίο ενσωματώθηκε στην κυπριακή έννομη τάξη η ως άνω Οδηγία και επιβλήθηκε το πρώτον η διάσωση των τραπεζικών ιδρυμάτων με ίδια μέσα, (bail - in), δηλαδή με «κούρεμα» καταθέσεων και μετοχοποίηση ομολόγων. Εν τέλει, με τα υπ' αριθ. 103/29.3.2013 και 278/30.7.2013 Διατάγματα (Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις) του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, υπό την ιδιότητα της τελευταίας ως Αρχής Εξυγιάνσεως κατά τους ορισμούς των άρθρων 5 (1), 5 (7), 5 (12) (α), 7 (1) και 12 του « Περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων» Νόμου του 2013, τα Μ.Α.Ε.Κ. μετετράπησαν σε Μετοχές Δ' Τάξεως με τιμή μετατροπής ένα ΕΥΡΩ (1 €), δηλαδή στην ονομαστική τους αξία, και με ονομαστική αξία εκάστης μετοχής στο ένα ΕΥΡΩ (1 €) για κάθε ΕΥΡΩ των ως άνω χρεών της Τράπεζας. Εν συνεχεία, επήλθε μείωση της ονομαστικής αξίας των Μετοχών Δ' Τάξεως από 1 € σε 0,01 € δι' εκάστη μετοχή, επί σκοπώ διαγραφής των συσσωρευμένων ζημιών της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας. Κάθε εκατό (100) μετατραπείσες σε συνήθεις μετοχές αξίας 0,01 € δι' εκάστη μετοχή, οι οποίες ήσαν εγγεγραμμένες στον ίδιο μέτοχο, ενώθηκαν σε μια (νέα) συνήθη μετοχή, αξίας ενός ΕΥΡΩ (1 €) εκάστης. Οι μη ενοποιημένες μετοχές (λ.χ. αριθμός μετοχών ελάσσων των 100) ακυρώθηκαν και το ποσόν της ονομαστικής αξίας των ακυρωθεισών μετοχών χρησιμοποιήθηκε για τη διαγραφή των συσσωρευμένων ζημιών της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, εφεξής δε όλες οι μετοχές αποτελούσαν ενιαία τάξη, παρέχουσες δικαίωμα ψήφου και απολήψεως μερίσματος στους μετόχους. Την 4.1.2017 η εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο «Αναστολή διαπραγμάτευσης των Υφιστάμενων Μετοχών της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρίας Λτδ», με την οποία γνωστοποίησε στο επενδυτικό κοινό ότι η (εντασσόμενη στο σχέδιο εξυγιάνσεως της) αναστολή της διαπραγματεύσεως της μετοχής της στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου θα αρχίσει από 10.1.2017, ως και ότι η διαπραγμάτευση των νέων μετοχών της θα άρχιζε, υπό την αίρεση της λήψεως των σχετικών εγκρίσεων, στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο L.S.E. (όχι στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ) από 19.1.2017. Στο πλαίσιο αυτό η συναλλακτική σχέση των μερών διαμορφώθηκε ως ακολούθως: 1) Ο πρώτος ενάγων, ηλικίας σαράντα επτά (47) ετών, πατέρας δύο ανηλίκων τέκνων, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, τυγχάνει εκπαιδευτικός, γυμναστής. Διατηρούσε με την εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία συνεργασία ήδη από του έτους 2003, εξυπηρετούμενος από το Υποκατάστημα Αργους αυτής και είχε αναπτύξει σχέσεις εμπιστοσύνης και εκτιμήσεως με το εκεί εργαζόμενο προσωπικό, ιδίως δε με τον υπάλληλο .. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα και η λήψη ικανοποιητικού επιτοκίου, ιδίως μέσω προθεσμιακών καταθέσεων, προς εξυπηρέτηση δε του σκοπού αυτού από την έναρξη της συνεργασίας τους έως και το μήνα Ιούλιο του έτους 2008 διατηρούσε σ' αυτήν προθεσμιακές καταθέσεις. Περί τα τέλη μηνός Ιουλίου του έτους 2008 ο πρώτος ενάγων δέχθηκε από τον άνω υπάλληλο τηλεφώνημα, κατά τη διάρκεια του οποίου ενημερώθηκε από τον τελευταίο για ένα «προνομιακό προϊόν», προσομοιάζον στην προθεσμιακή κατάθεση, το οποίο όμως η Τράπεζα προσέφερε στους καλούς πελάτες της, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα. Πράγματι, ο πρώτος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή του άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 64.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», εν μέρει κατά ποσό 21.000 ευρώ από προθεσμιακή κατάθεση, που «έσπασε» καθ' υπόδειξη του άνω υπαλλήλου, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις του υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 2.066,67 ευρώ. Κατόπιν, τον Ιούνιο του 2009 ενημερώθηκε από τον άνω υπάλληλο στο υποκατάστημα της εναγομένης τράπεζας, αφού είχε προηγηθεί τηλεφωνική κρούση, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν φυσική συνέχεια του προηγουμένου, με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5% καθ' όλη τη διάρκεια της πενταετίας. Ο υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πείσθηκε, ακολούθησε την άνω συμβουλή και τοποθέτησε ακόμη 18.500 ευρώ, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 82.500 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και καταβολή επιπλέον 18.500 ευρώ. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 2.080 ευρώ, 31-12-2009 2.634,27 ευρώ, 30-6-2010 2.281,35 ευρώ και 31-12-2010 2.319,17 ευρώ. Συνέχιζε δε να προβαίνει σε προθεσμιακές καταθέσεις. Αρχές Μαΐου του 2011 έλαβε τηλεφώνημα από τον άνω υπάλληλο, που του πρότεινε να περάσει από το υποκατάστημα της εναγόμενης τράπεζας. Στην συνάντηση τους του πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη. Ο πρώτος ενάγων, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, την 5-5-2011, ακολούθησε τη συμβουλή του άνω υπαλλήλου, συμπλήρωσε 55.000 ευρώ που προήλθαν από προθεσμιακή του κατάθεση και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 137.500 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων στο κεφάλαιο των 82.500 ευρώ, που είχε διαθέσει για το προηγούμενο προϊόν και συμπλήρωση 55.000 ευρώ. Ο πρώτος ενάγων έλαβε τόκους την 30-6-2011, μειωμένους, όπως του είχε πει ο άνω υπάλληλος, 1.726,77 ευρώ, και τον Δεκέμβριο του 2011 5.558,39 ευρώ. Τον Ιούνιο του 2012 δεν του καταβλήθηκαν τόκοι. Ωστόσο, κατά το μήνα Αύγουστο του έτους 2013, η εναγομένη τον ενημέρωσε ότι είχε λάβει χώρα μονομερής και αναγκαστική μετατροπή του συνόλου των ΜΑΕΚ σε συνήθεις μετοχές της εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, ήτοι σε 1.375 μετοχές, ονομαστικής αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, έχουν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 2) Ο δεύτερος ενάγων, ηλικίας σαράντα (40) ετών, πατέρας τριών ανηλίκων τέκνων, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, τυγχάνει κρεοπώλης, απόφοιτος Λυκείου. Διατηρούσε με την εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία συνεργασία ήδη από του έτους 2003, εξυπηρετούμενος από το Υποκατάστημα Πύργου αυτής έχοντας αναπτύξει σχέσεις εμπιστοσύνης και εκτιμήσεως με τον υπάλληλο .. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, λόγω της συντηρητικής του νοοτροπίας, προς εξυπηρέτηση δε του σκοπού αυτού από την έναρξη της συνεργασίας τους έως και το μήνα Ιούλιο του έτους 2008 διατηρούσε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Ιούλιο του έτους 2008 ο δεύτερος ενάγων, κατόπιν τηλεφωνήματος του άνω υπαλλήλου, μετέβη στο άνω υποκατάστημα, όπου ενημερώθηκε από τον τελευταίο για ένα αποταμιευτικό πρόγραμμα πενταετούς διάρκειας με εγγυημένη επιστροφή κεφαλαίου, το οποίο η Τράπεζα προσέφερε στους πελάτες προθεσμιακών καταθέσεων, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα. Πράγματι, ο δεύτερος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή του άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 40.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», το οποίο είχε σε προθεσμιακή κατάθεση υπό προειδοποίηση, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις του υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 1.291,67 ευρώ. Κατόπιν, τον Μάιο του 2009 ενημερώθηκε από τον άνω υπάλληλο στο υποκατάστημα της εναγομένης τράπεζας, αφού είχε προηγηθεί τηλεφωνική κρούση, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν όμοιο με το προηγούμενο, με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5% καθ' όλη τη διάρκεια της πενταετίας. Ο υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πείσθηκε, ακολούθησε την άνω συμβουλή, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 40.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 1.300 ευρώ, 31-12-2009 1.277,22 ευρώ, 30-6-2010 1.106,11 ευρώ και 31-12-2010 1.124,44 ευρώ. Περί τα μέσα Μαΐου του 2011 έλαβε τηλεφώνημα από τον άνω υπάλληλο, που του πρότεινε να περάσει από το υποκατάστημα της εναγόμενης τράπεζας. Στην συνάντηση τους του πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη. Ο δεύτερος ενάγων, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, την 16-5-2011, ακολούθησε τη συμβουλή του άνω υπαλλήλου, κατέβαλε επιπλέον 20.000 ευρώ και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 60.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και καταβολή επιπλέον 20.000 ευρώ. Ο δεύτερος ενάγων έλαβε τόκους την 30-6-2011, 837,22 ευρώ, και τον Δεκέμβριο του 2011 2.425,48 ευρώ. Ωστόσο, τον Μάρτιο του 2012, ο άνω υπάλληλος του υπέδειξε ότι πρέπει να ανταλλάξει τους άνω τίτλους, λόγω οικονομικής ζημίας της τράπεζας, με μετοχές της εναγομένης τράπεζας, συμμετέχοντας σε αύξηση κεφαλαίου, και έλαβε 80.000 μετοχές, που τον Αύγουστο του 2013 μετατράπηκαν αναγκαστικά και μονομερώς σε 800 μετοχές, 1 ευρώ εκάστη, η αξία των οποίων εξανεμίστηκε λόγω της αναστολής της διαπραγμάτευσης τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 3) Ο τρίτος ενάγων, ηλικίας εξήντα έξι (66) ετών, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, τυγχάνει συνταξιούχος από το 1996, δραστηριοποιούνταν ως αγρότης, είναι πατέρας δύο ενήλικων τέκνων, του τέταρτου και της πέμπτης εναγόντων, τριάντα τριών (33) και τριάντα ενός (31) ετών, ανέργου και ασχολούμενης με τα οικιακά, αντίστοιχα. Ο τρίτος ενάγων διατηρούσε με την εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία συνεργασία ήδη από του έτους 2005, εξυπηρετούμενος από το Υποκατάστημα Ραφήνας Αττικής αυτής έχοντας αναπτύξει σχέσεις εμπιστοσύνης με τον Διευθυντή .. Μοναδικός σκοπός του τρίτου ενάγοντος ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, προς εξυπηρέτηση δε του σκοπού αυτού από την έναρξη της συνεργασίας τους έως και το μήνα Ιούλιο του έτους 2008 διατηρούσε κυρίως προθεσμιακές καταθέσεις. Περί τα μέσα μηνός Ιουλίου του έτους 2008 ο τρίτος ενάγων δέχθηκε από τον άνω υπάλληλο τηλεφώνημα, και κατόπιν επίσκεψης στο άνω υποκατάστημα, ενημερώθηκε από τον τελευταίο για ένα «προνομιακό προϊόν», προσομοιάζον στην προθεσμιακή κατάθεση, το οποίο όμως η Τράπεζα προσέφερε στους προθεσμιακούς πελάτες της, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα. Πράγματι, ο τρίτος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή του άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 500.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από προθεσμιακές καταθέσεις, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις του υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Αυτός δε και οι τέταρτος και πέμπτη των εναγόντων υπέγραψαν σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών τον Αύγουστο του 2008 και έγιναν συνδικαιούχοι του προϊόντος αυτού. Στις 31-12-2008 έλαβαν τόκους 16.145,83 ευρώ. Οι ενάγοντες αυτοί συνέχιζαν να διατηρούν προθεσμιακές καταθέσεις. Κατόπιν, τον Ιούνιο του 2009 ενημερώθηκαν από τον άνω υπάλληλο στο υποκατάστημα της εναγομένης τράπεζας, αφού είχε προηγηθεί τηλεφωνική κρούση, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου και τόκων), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5% καθ' όλη τη διάρκεια της πενταετίας. Ο υπάλληλος τους διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνοι πείσθηκαν, ακολούθησαν την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενοι αυτόν, χωρίς να λάβουν περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστησαν κάτοχοι «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 500.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Την επόμενη διετία έλαβαν ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 16.250 ευρώ, 31-12-2009 15.965,28 ευρώ, 30-6-2010 13.826,39 ευρώ και 31-12-2010 14.055,56 ευρώ. Συνέχιζαν δε να προβαίνουν σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Μάιο του 2011 έλαβαν τηλεφώνημα από τον νέο Διευθυντή ., που τους πρότεινε να περάσουν από το υποκατάστημα της εναγόμενης τράπεζας. Στην συνάντηση τους τους πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη. Οι τρίτος, τέταρτος και πέμπτη ενάγοντες, χωρίς να λάβουν οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθέντες στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, την 5-5-2011, ακολούθησαν τη συμβουλή του άνω υπαλλήλου, και κατέστησαν κάτοχοι «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 500.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Οι ενάγοντες αυτοί έλαβαν τόκους την 30-6-2011, 9.418,75 ευρώ, και τον Δεκέμβριο του 2011 20.212,33 ευρώ. Τον Ιούνιο του 2012 δεν τους καταβλήθηκαν τόκοι. Ωστόσο, τον Μάρτιο του 2012 μετέτρεψαν 100.000 ευρώ από το άνω προϊόν σε 133.333 μετοχές σε μία προσπάθεια να περισώσουν το κεφάλαιο τους, με παράλληλη στήριξη της τράπεζας, κατόπιν παραινέσεων του άνω υπαλλήλου, που κατά το 2013 μονομερώς και αναγκαστικά μετατράπηκαν, και οι μετοχές και τα υπόλοιπα αξιόγραφα, σε 5.333 νέες συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 4) Ο έκτος ενάγων, ηλικίας ογδόντα τριών (83) ετών, και η έβδομη ενάγουσα ογδόντα (80) ετών, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, συνταξιούχος και απασχολούμενη με τα οικιακά αντίστοιχα, ήταν γονείς ενός ενηλίκου τέκνου, ενώ ο έκτος ενάγων ήταν πατέρας και ενός άλλου ενηλίκου τέκνου από πρώτο γάμο.   Οι ενάγοντες αυτοί διατηρούσαν με την εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία συνεργασία ήδη από του έτους 2003, εξυπηρετούμενοι από το Υποκατάστημα Βριλησσίων αυτής και αργότερα από το υποκατάστημα Αμαρουσίου έχοντας αναπτύξει σχέσεις εμπιστοσύνης με τον προϊστάμενο του .. Μοναδικός σκοπός τους ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων τους σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, προς εξυπηρέτηση δε του σκοπού αυτού από την έναρξη της συνεργασίας τους έως και το μήνα Ιούλιο του έτους 2008 διατηρούσαν προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Ιούλιο του έτους 2008 οι ενάγοντες ενημερώθηκαν από τον άνω υπάλληλο για ένα προϊόν, προσομοιάζον στην προθεσμιακή κατάθεση, το οποίο η Τράπεζα προσέφερε, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5%. Πράγματι, δέχθηκαν την συμβουλή του άνω υπαλλήλου και τοποθέτησαν 40.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από προθεσμιακή κατάθεση, που έληξε πρόωρα χωρίς την επιβολή ποινής, και χωρίς να τους έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθέντες από τις παραινέσεις του υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Υπέγραψαν δε σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών τον Οκτώβριο του 2008 και έγιναν συνδικαιούχοι κοινής επενδυτικής μερίδας. Στις 31-12-2008 έλαβαν τόκους 1.162,50 ευρώ. Κατόπιν, τον Μάιο του 2009 ενημερώθηκαν από τον άνω υπάλληλο, μετά από τηλεφωνική κρούση, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου και τόκων), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5% καθ' ολη τη διάρκεια της πενταετίας, πεισθέντες, ακολούθησαν την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενοι αυτόν, χωρίς να λάβουν περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστησαν κάτοχοι «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 92.957 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και συμπλήρωση του υπολοίπου ποσού από ποσό που μετέφεραν από άλλη τράπεζα. Την επόμενη διετία έλαβαν ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 1.300 ευρώ, 31-12-2009 2.968,17 ευρώ, 30-6-2010 2.570,52 ευρώ και 31-12-2010 2.613,12 ευρώ. Τον Μάιο του 2011 έλαβαν τηλεφώνημα από τον άνω υπάλληλο, που τους πρότεινε να περάσουν από το υποκατάστημα της εναγόμενης τράπεζας. Στην συνάντηση τους τους πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη. Οι ενάγοντες αυτοί, χωρίς να λάβουν οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθέντες στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, την 16-5-2011, ακολούθησαν τη συμβουλή του άνω υπαλλήλου, και κατέστησαν κάτοχοι «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 92.957 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Οι ενάγοντες αυτοί έλαβαν τόκους την 30-6-2011, 1.751,08 ευρώ, και τον Δεκέμβριο του 2011 3.757,75 ευρώ. Ωστόσο, τον Μάρτιο του 2012 μετέτρεψαν το ποσό αυτό σε μετοχές της εναγόμενης σε μία προσπάθεια να περισώσουν το κεφάλαιο τους, κατά τις υποδείξεις του άνω υπαλλήλου, και αγόρασαν επιπλέον και μετοχές έναντι ποσού 1.293 ευρώ, που κατά το 2013 μονομερώς και αναγκαστικά μετετράπη, το άνω επενδυμένο κεφάλαιο και οι μετοχές, σε 1.239 νέες συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 5) Ο όγδοος ενάγων, ηλικίας εξήντα πέντε (65) ετών, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, τυγχάνει συνταξιούχος ιατρός, πατέρας δύο τέκνων, έχων ποσοστό αναπηρίας 83%. Ο όγδοος ενάγων διατηρούσε με την εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία συνεργασία ήδη από του έτους 2003, εξυπηρετούμενος από το Υποκατάστημα Αλεξανδρούπολης έχοντας αναπτύξει σχέσεις εμπιστοσύνης με τον Διευθυντή .. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, προς εξυπηρέτηση δε του σκοπού αυτού από την έναρξη της συνεργασίας τους έως και το μήνα Ιούλιο του έτους 2008 διατηρούσε προθεσμιακές καταθέσεις. Περί τον Ιούλιο του έτους 2008 κατόπιν επίσκεψης στο άνω υποκατάστημα, ενημερώθηκε από τον τελευταίο για ένα νέο τραπεζικό προϊόν, προσομοιάζον στην προθεσμιακή κατάθεση, το οποίο η Τράπεζα προσέφερε, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη. Πράγματι, ο όγδοος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή του άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 200.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από προθεσμιακές καταθέσεις, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις του υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Υπέγραψε δε και σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών τον Νοέμβριο του 2008. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους. Ο ενάγων αυτός συνέχιζε να διατηρεί προθεσμιακές καταθέσεις. Κατόπιν, τον Μάιο του 2009 ενημερώθηκε από τον άνω υπάλληλο στο υποκατάστημα της εναγομένης τράπεζας, αφού είχε προηγηθεί τηλεφωνική κρούση, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου και τόκων), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5% καθ' ολη τη διάρκεια της πενταετίας. Ο υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πείσθηκε, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτόν, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» του άνω ποσού, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 5.850 ευρώ, 31-12-2009 5.747,50 ευρώ, 30-6-2010 4.977,50 ευρώ και 31-12-2010 5.622,22 ευρώ. Συνέχιζε δε να προβαίνει σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Μάιο του 2011 έλαβε τηλεφώνημα από τον άνω υπάλληλο, που του πρότεινε να περάσει από το υποκατάστημα της εναγόμενης τράπεζας. Στην συνάντηση τους τους πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη. Ο ενάγων, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, την 11-5-2011, ακολούθησε τη συμβουλή του άνω υπαλλήλου, και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» του άνω ποσού, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Ο ενάγων αυτός έλαβε τόκους την 30-6-2011, 4.186,11 ευρώ, και τον Δεκέμβριο του 2011 8.084,93 ευρώ. Ωστόσο, τον Μάρτιο του 2012 μετέτρεψε το επενδυμένο κεφάλαιο σε μετοχές της εναγόμενης σε μία προσπάθεια να περισώσει το κεφάλαιο του, όπως του υπέδειξε ο άνω υπάλληλος, που μονομερώς και αναγκαστικά μετετράπη σε 2.000 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 6) Ο ένατος ενάγων, ηλικίας εβδομήντα οκτώ (78) ετών, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, τυγχάνει συνταξιούχος, πατέρας δύο ενήλικων τέκνων, και η δέκατη ενάγουσα επίσης εβδομήντα οκτώ (78) ετών, απασχολούμενη με τα οικιακά. Ο ένατος ενάγων συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στον Κολωνό Αττικής αυτής, από την 25-7-2008, όπου τον ανέλαβε η Διευθύντρια .. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, γεγονός που είχε καταστήσει γνωστό στην άνω υπάλληλο. Τότε, δέχθηκε να τοποθετήσει το ποσό των 60.000 ευρώ στο προϊόν που του παρουσίασε η ανωτέρω υπάλληλος, ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα. Πράγματι, ο ένατος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή της άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 60.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από μετρητά που είχε από πώληση ακινήτου, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις της υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 1.937,50 ευρώ. Ο ενάγων αυτός προέβη περαιτέρω και σε προθεσμιακές καταθέσεις. Κατόπιν, τέλη Μαΐου του 2009 ενημερώθηκε από την άνω υπάλληλο στο υποκατάστημα της εναγομένης τράπεζας, αφού είχε προηγηθεί τηλεφωνική κρούση, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου και τόκων), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Η υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πεισθείς, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτήν, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 80.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και συμπλήρωση 20.000 ευρώ. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 1.950 ευρώ, 31-12-2009 2.554,44 ευρώ, 30-6-2010 2.212,22 ευρώ και 31-12-2010 2.248,89 ευρώ. Συνέχιζε δε να προβαίνει σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Μάρτιο του 2011 δημιούργησαν με την δέκατη ενάγουσα κοινή επενδυτική μερίδα κατόπιν παρότρυνσης των υπαλλήλων της εναγόμενης. Τον Μάιο του 2011 έλαβαν τηλεφώνημα από την νέα Διευθύντρια ., που τους πρότεινε να περάσουν από το υποκατάστημα της εναγόμενης τράπεζας. Στην συνάντηση τους τους πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη. Οι ενάγοντες αυτοί, χωρίς να λάβουν οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθέντες στις άνω διαβεβαιώσεις της άνω υπαλλήλου, την 9-5-2011, ακολούθησαν τη συμβουλή της, και κατέστησαν κάτοχοι «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 80.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Οι ενάγοντες αυτοί έλαβαν τόκους την 30-6-2011, 1.674,44 ευρώ, και τον Δεκέμβριο του 2011 3.233,97 ευρώ. Ωστόσο, τον Μάρτιο του 2012 μετέτρεψαν 10.000 ευρώ από την επένδυση σε μετοχές της εναγόμενης τράπεζας σε μία προσπάθεια να περισώσουν το κεφάλαιο τους, καθ' υπόδειξη της άνω υπαλλήλου, που κατά το 2013 μονομερώς και αναγκαστικά μετετράπη σε 833 μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 7) Ο ενδέκατος ενάγων, ηλικίας εβδομήντα (70) ετών, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, τυγχάνει συνταξιούχος του ΙΚΑ, δραστηριοποιούνταν στην εμπορία ανταλλακτικών μηχανημάτων, και έχει μία ενήλικη κόρη. Ο ενάγων αυτός συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στην Ηλιούπολη Αττικής αυτής, από τον Ιανουάριο του 2008, ιδίως συνεργάστηκε με τον Διευθυντή του υποκαταστήματος .. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, γεγονός που είχε καταστήσει γνωστό στον άνω υπάλληλο και προέβαινε κυρίως σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκε να τοποθετήσει το ποσό των 50.000 ευρώ στο προϊόν που του παρουσίασε ο ανωτέρω υπάλληλος, ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα. Πράγματι, ο ενάγων δέχθηκε την συμβουλή του άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 50.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από τις αποταμιεύσεις, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις του υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 1.614,58 ευρώ. Ο ενάγων αυτός προέβη περαιτέρω και σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Νοέμβριο του 2008 κατήρτισε και σύμβαση διαχείρισης κεφαλαίου. Κατόπιν, τον Μάιο του 2009 ενημερώθηκε από τον άνω υπάλληλο στο υποκατάστημα της εναγομένης τράπεζας, αφού είχε προηγηθεί τηλεφωνική κρούση, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου και τόκων), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Ο υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πεισθείς, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτόν, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 50.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 1.462,50 ευρώ, 31-12-2009 1.596,53 ευρώ, 30-6-2010 1.244,38 ευρώ και 31-12-2010 1.265 ευρώ. Συνέχιζε δε να προβαίνει σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Μάιο του 2011 έλαβε τηλεφώνημα από τον άνω υπάλληλο, που του πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη. Ο ενάγων αυτός, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, ακολούθησε τη συμβουλή του, και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 50.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Ο ενάγων αυτός έλαβε τόκους την 30-6-2011, 941,88 ευρώ, και τον Δεκέμβριο του 2011 2.021,23 ευρώ. Ωστόσο, τον Αύγουστο του 2013 η εναγόμενη τον ενημέρωσε ότι το κεφάλαιο του μετετράπη αναγκαστικά σε 500 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 8) Η δωδέκατη ενάγουσα, ηλικίας εβδομήντα εννέα (79) ετών, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, τυγχάνει συνταξιούχος, μητέρα δύο ενήλικων τέκνων, της δέκατης τρίτης ενάγουσας, ηλικίας πενήντα έξι (56) ετών, άνεργης, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, μητέρας ενός ενήλικου τέκνου, και της δέκατης τέταρτης ενάγουσας, ηλικίας πενήντα δύο (52) ετών, κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής, μητέρας ενός ενηλίκου τέκνου, δασκάλας. Οι ενάγουσες αυτές συνεργάστηκαν με την εναγόμενη τράπεζα, με το υποκατάστημα στον Βόλο αυτής, από τον Νοέμβριο του 2003, και είχε αναπτυχθεί σχέση εμπιστοσύνης με τις υπαλλήλους της τράπεζας … kai …. Μοναδικός σκοπός τους ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων τους σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, γεγονός που είχαν καταστήσει γνωστό στις άνω υπαλλήλους. Προέβησαν δε σε κοινές προθεσμιακές καταθέσεις, καθ' υπόδειξη τους. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκαν να τοποθετήσουν το ποσό των 20.000 ευρώ η δωδέκατη, 10.000 ευρώ η δέκατη τρίτη και 15.000 ευρώ η δέκατη τέταρτη στο προϊόν που τους παρουσίασαν οι ανωτέρω υπάλληλοι, ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα. Πράγματι, οι ενάγουσες αυτές δέχθηκαν την συμβουλή των άνω υπαλλήλων και τοποθέτησαν συνολικά 45.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από προθεσμιακή τους κατάθεση, χωρίς να τους έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείσες από τις παραινέσεις των υπαλλήλων της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε η δωδέκατη τόκους 645,83 ευρώ, η δέκατη τρίτη 322,92 ευρώ και η δέκατη τέταρτη 484,38 ευρώ. Κατόπιν, τον Ιούνιο του 2009 ενημερώθηκαν από τις άνω υπαλλήλους στο υποκατάστημα της εναγομένης τράπεζας, αφού είχε προηγηθεί τηλεφωνική κρούση, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου και τόκων), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5% καθ' όλη τη διάρκεια της πενταετίας. Οι υπάλληλοι τις διαβεβαίωσαν ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνες πεισθείσες, ακολούθησαν την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενες αυτές, χωρίς να λάβουν περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστησαν κάτοχοι «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 45.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Την επόμενη διετία έλαβαν ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 η δωδέκατη τόκους 650 ευρώ, η δέκατη τρίτη 325 ευρώ και η δέκατη τέταρτη 438,75 ευρώ, 31-12-2009 η δωδέκατη τόκους 638,61 ευρώ, η δέκατη τρίτη 319,31 ευρώ και η δέκατη τέταρτη 478,96 ευρώ, 30-6-2010 η δωδέκατη τόκους 553,06 ευρώ, η δέκατη τρίτη 276,53 ευρώ και η δέκατη τέταρτη 414,79 ευρώ και 31-12-2010 η δωδέκατη τόκους 562,22 ευρώ, η δέκατη τρίτη 281,11 ευρώ και η δέκατη τέταρτη 421,67 ευρώ. Τον Μάιο του 2011 έλαβαν τηλεφώνημα από την υπάλληλο ., που τους πρότεινε να περάσουν από το υποκατάστημα της εναγόμενης τράπεζας. Στην συνάντηση τους οι άνω υπάλληλοι τις πρότειναν τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη. Οι ενάγουσες αυτές, χωρίς να λάβουν οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείσες στις άνω διαβεβαιώσεις της άνω υπαλλήλου, την 16-5-2011, ακολούθησαν τη συμβουλή τους, και κατέστησαν κάτοχοι «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 45.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Οι ενάγουσες αυτές έλαβαν τόκους την 30-6-2011, η δωδέκατη τόκους 418,61 ευρώ, η δέκατη τρίτη 209,31 ευρώ και η δέκατη τέταρτη 313,96 ευρώ, και τον Δεκέμβριο του 2011 η δωδέκατη τόκους 808,49 ευρώ, η δέκατη τρίτη 404,25 ευρώ και η δέκατη τέταρτη 606,37 ευρώ. Τον Ιούνιο του 2012 δεν πιστώθηκαν τόκοι. Ωστόσο, το κεφάλαιο που είχαν επενδύσει μετετράπη αναγκαστικώς σε 200, 100 και 150 συνήθεις μετοχές της εναγόμενης τράπεζας αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 9) Ο δέκατος πέμπτος ενάγων, ηλικίας πενήντα επτά (57) ετών, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, ήταν άνεργος, προηγούμενα εργαζόταν στην ΚΑΠΝΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ Κ., ως υπεύθυνος μισθοδοσίας, και πατέρας δύο ανηλίκων τέκνων. Ο ενάγων αυτός συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στον Πειραιά Αττικής αυτής, από το έτος 2002, ιδίως συνεργάστηκε με τον Διευθυντή του υποκαταστήματος . και την υποδιευθύντρια .. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, και προέβαινε σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκε να τοποθετήσει το ποσό των 94.500 ευρώ στο προϊόν που του παρουσίασε η υπάλληλος ., ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου και τόκων μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα. Πράγματι, ο δέκατος πέμπτος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή της άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 94.500 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από προθεσμιακή κατάθεση, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις της υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 2.746,40 ευρώ. Κατόπιν, τον Ιούνιο του 2009 ενημερώθηκε από την άνω υπάλληλο τηλεφωνικά για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου και τόκων), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Η υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πεισθείς, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτήν, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 94.500 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 3.071,25 ευρώ, 31-12-2009 3.017,44 ευρώ, 30-6-2010 2.351,87 ευρώ και 31-12-2010 2.656,50 ευρώ. Τον Μάιο του 2011 έλαβε τηλεφώνημα από την άνω υπάλληλο, που του πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5%, σταθερό σε βάθος πενταετίας, και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη. Ο ενάγων αυτός, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, αφού έγινε τηλεφωνική ενημέρωση, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις της άνω υπαλλήλου, ακολούθησε τη συμβουλή της, και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 94.500 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Ο ενάγων αυτός έλαβε τόκους την 30-6-2011, 1.780,15 ευρώ, και τον Δεκέμβριο του 2011 3.820,13 ευρώ. Τον Ιούνιο του 2012 δεν έλαβε τόκους. Ωστόσο, τον Αύγουστο του 2013 η εναγόμενη τον ενημέρωσε ότι το κεφάλαιο του μετετράπη αναγκαστικά σε 945 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 10) Ο δέκατος έκτος ενάγων, ηλικίας πενήντα έξι (56) ετών, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, τυγχάνει ορθοπεδικός ιατρός και έχει δύο ενήλικα τέκνα. Ο δέκατος έκτος ενάγων συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στις Σέρρες αυτής, από τον Οκτώβριο του 2002, και ιδίως είχε αναπτύξει σχέση εμπιστοσύνης με τον Διευθυντή του υποκαταστήματος . Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, γεγονός που είχε καταστήσει γνωστό στον άνω υπάλληλο και διατηρούσε τον λογαριασμό Sky Limmit 3Μ, προέβαινε κυρίως σε προθεσμιακές καταθέσεις και διέθετε και αμοιβαία κεφάλαια. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκε να τοποθετήσει το ποσό των 120.000 ευρώ στο προϊόν που του παρουσίασαν ο ανωτέρω υπάλληλος καθώς και ο Διευθυντής του δευτέρου υποκαταστήματος της εναγόμενης τράπεζας στις Σέρρες, ., με επίσκεψη στο ιατρείο του, ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα. Πράγματι, ο δέκατος έκτος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή των άνω υπαλλήλων και τοποθέτησε 120.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από καθετικό του λογαριασμό, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις τους ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 3.875 ευρώ. Ο ενάγων αυτός προέβη περαιτέρω και σε άλλες προθεσμιακές καταθέσεις. Κατόπιν, τον Ιούνιο του 2009 ενημερώθηκε από τους άνω υπαλλήλους, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου και τόκων), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Οι ανωτέρω υπάλληλοι τον διαβεβαίωσαν ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πεισθείς, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτούς, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 163.265 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και συμπλήρωση ποσού 43.265 ευρώ από λήξασα προθεσμιακή κατάθεση. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 3.900 ευρώ, 31-12-2009 5.213,14 ευρώ, 30-6-2010 4.514,73 ευρώ και 31-12-2010 4.589,56 ευρώ. Συνέχιζε δε να προβαίνει σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Μάιο του 2011 ενημερώθηκε από τους ανωτέρω υπαλλήλους στο ιατρείο του, που του πρότειναν τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη στην πενταετία. Ο ενάγων αυτός, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις των άνω υπαλλήλων, ακολούθησε τη συμβουλή τους, και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 188.265 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και συμπλήρωση ποσοσύ 25.000 ευρώ ακόμη. Ο ενάγων αυτός έλαβε τόκους την 30-6-2011, 3.417,23 ευρώ, και τον Δεκέμβριο του 2011 7.610,55 ευρώ. Τον Ιούνιο του 2012 δεν του καταβλήθηκαν τόκοι. Ωστόσο, το κεφάλαιο του μετετράπη αναγκαστικά σε 1.882 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, μετά την θέση της εναγομένης τράπεζας σε εξυγίανση, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 11) Ο δέκατος έβδομος ενάγων, ηλικίας εξήντα (60) ετών, και η δέκατη όγδοη, ηλικίας πενήντα δύο (52) ετών, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, τυγχάνουν απόστρατος αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας και άνεργη, αντίστοιχα, και έχουν μία ενήλικη κόρη. Ο δέκατος έβδομος ενάγων συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στον Βύρωνα Αττικής αυτής, ιδίως δημιουργήθηκε σχέση εμπιστοσύνης με την υπάλληλο του υποκαταστήματος .. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, γεγονός που είχε καταστήσει γνωστό στην άνω υπάλληλο και προέβαινε κυρίως σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκε να τοποθετήσει το ποσό των 50.000 ευρώ στο προϊόν που του παρουσίασε η ανωτέρω υπάλληλος, ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα. Πράγματι, ο δέκατος έβδομος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή της άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 50.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από προθεσμιακή κατάθεση, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις της υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Υπέγραψε δε, κατά τον ίδιο χρόνο, και μία σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 1.614,58 ευρώ. Ο ενάγων αυτός προέβη περαιτέρω και σε άλλες προθεσμιακές καταθέσεις. Κατόπιν, τον Μάιο του 2009 ενημερώθηκε από την άνω υπάλληλο στο υποκατάστημα της εναγομένης τράπεζας, αφού είχε προηγηθεί τηλεφωνική κρούση, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου και τόκων), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Η υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πεισθείς, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτήν, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 60.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και συμπλήρωση ποσού 10.000 ευρώ. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 1.625 ευρώ, 31-12-2009 1.915,83 ευρώ, 30-6-2010 1.659,17 ευρώ και 31-12-2010 1.686,67 ευρώ. Συνέχιζε δε να προβαίνει σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Απρίλιο του 2011 έλαβε τηλεφώνημα από την άνω υπάλληλο, που του πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη στη λήξη της πενταετίας. Ο ενάγων αυτός, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις της άνω υπαλλήλου, ακολούθησε τη συμβουλή της, την 2-5-2011, και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 65.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και συμπλήρωση ποσού 5.000 ευρώ. Ο ενάγων αυτός έλαβε τόκους την 30-6-2011, 1.255,83 ευρώ, και τον Δεκέμβριο του 2011 έλαβε αυτός και η δέκατη όγδοη ενάγουσα, αφού είχαν συνυπογράψει τον Ιούλιο του 2011 σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών 2.233,46 ευρώ. Συνέχισαν δε να προβαίνουν σε προθεσμιακές καταθέσεις. Προέβησαν καθ' υπόδειξη της άνω υπαλλήλου στην ανταλλαγή 45.000 ευρώ από το επενδυμένο κεφάλαιο με 60.000 μετοχές της εναγομένης τον Μάρτιο του 2012 σε μία προσπάθεια διάσωσης του κεφαλαίου τους. Τον Ιούνιο του 2012 δεν έλαβαν τόκους. Ωστόσο, τον Αύγουστο του 2013 το κεφάλαιο τους μετετράπη αναγκαστικά σε 800 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 12) Ο δέκατος ένατος ενάγων, ηλικίας εβδομήντα δύο (72) ετών, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, τυγχάνει συνταξιούχος, και έχει δύο ενήλικα τέκνα. Ο δέκατος ένατος ενάγων συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στην Καλαμαριά Θεσσαλονίκης αυτής, από το έτος 2006. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκε να τοποθετήσει το ποσό των 15.000 ευρώ στο προϊόν που του παρουσίασε ο υπάλληλος ., ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα. Πράγματι, ο δέκατος ένατος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή του άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 15.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από τις καταθέσεις σε άλλη τράπεζα, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις του υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 484,39 ευρώ. Κατόπιν, τον Ιούνιο του 2009 ενημερώθηκε από τον υπάλληλο . στο υποκατάστημα της εναγομένης τράπεζας, αφού είχε προηγηθεί τηλεφωνική κρούση, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό, επιτόκιο 5,5%. Ο άνω υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πεισθείς, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτόν, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 20.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και συμπλήρωση 5.000 ευρώ. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 487,50 ευρώ, 31-12-2009 638,61 ευρώ, 30-6-2010 553,06 ευρώ και 31-12-2010 562,22 ευρώ. Τον Μάιο του 2011 έλαβε τηλεφώνημα από υπάλληλο της εναγόμενης, που του πρότεινε τρίτο κατά σειρά προϊόν. Ο ενάγων αυτός πήγε στο υποκατάστημα της εναγομένης τράπεζας στην Περαία Θεσσαλονίκης, όπου η υπάλληλος .  του πρότεινε ως ισοδύναμο, με το προηγούμενο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη στην πενταετία. Ο ενάγων αυτός, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις της άνω υπαλλήλου, ακολούθησε τη συμβουλή της, την 10-5-2011, και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 20.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Ο ενάγων αυτός έλαβε τόκους την 30-6-2011, 376,75 ευρώ, και τον Δεκέμβριο του 2011 808,49 ευρώ. Τον Μάρτιο του 2012 σε μία προσπάθεια να περισωθεί το κεφάλαιο μετέτρεψε, καθ' υπόδειξη της άνω υπαλλήλου, 10.000 ευρώ σε 13.333 μετοχές. Ωστόσο, τον Αύγουστο του 2013 το κεφάλαιο του μετετράπη αναγκαστικά σε 233 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 13) Ο εικοστός ενάγων, ηλικίας εξήντα οκτώ (68) ετών, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, τυγχάνει συνταξιούχος τοπογράφος μηχανικός, παντρεμένος με δύο παιδιά. Ο εικοστός ενάγων συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στα Βριλήσσια Αττικής αυτής, από τον Μάιο του 2002, και είχε δημιουργηθεί μεταξύ τους σχέση εμπιστοσύνης. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, και προέβαινε κυρίως σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκε να τοποθετήσει το ποσό των 50.000 ευρώ στο προϊόν που του παρουσίασε η Διευθύντρια του άνω υποκαταστήματος, ., ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα. Πράγματι, ο εικοστός ενάγων δέχθηκε την συμβουλή της άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 50.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από τις αποταμιεύσεις του, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις της υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 1.614,58 ευρώ. Κατόπιν, τον Ιούνιο του 2009 ενημερώθηκε από την νέα Διευθύντρια του άνω υποκαταστήματος της εναγομένης τράπεζας, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου και τόκων), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Η υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πεισθείς, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτήν, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 50.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 1.462,50 ευρώ, και σταθερά τους τόκους της υπόλοιπης περιόδου. Τον Απρίλιο του 2011 ο νέος Διευθυντής του υποκαταστήματος . του πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη στην πενταετία. Ο ενάγων αυτός, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, ακολούθησε τη συμβουλή του, και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 53.115 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και συμπλήρωση ποσού 3.115 ευρώ, καθώς και ποσού 23.000 δολαρίων Η ΠΑ (15.875,20 ευρώ με ισοτιμία 3-6-2011 ημερομηνία ανάληψης από τον λογαριασμό του). Ο ενάγων αυτός έλαβε τόκους μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2011. Ωστόσο, το κεφάλαιο του μετετράπη αναγκαστικά σε 888 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 14) Ο εικοστός πρώτος ενάγων, ηλικίας σαράντα επτά (47) ετών, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, δραστηριοποιούνταν στο εμπόριο λιπασμάτων και αγροτικών χημικών προϊόντων, είναι παντρεμένος με δύο ανήλικα παιδιά. Ο εικοστός πρώτος ενάγων συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στο Αγρίνιο, από τον Μάιο του 2004, και είχε δημιουργηθεί μεταξύ τους σχέση εμπιστοσύνης και ιδίως με τον υποδιευθυντή και αργότερα διευθυντή του υποκαταστήματος .. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, γεγονός που είχε καταστήσει γνωστό στον άνω υπάλληλο, και προέβαινε κυρίως σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκε να τοποθετήσει το ποσό των 40.000 ευρώ στο προϊόν που του παρουσίασε ο άνω υπάλληλος, ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα επόμενα τέσσερα. Πράγματι, ο εικοστός πρώτος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή του άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 40.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από προθεσμιακή κατάθεση, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις του υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 1.291,67 ευρώ. Κατόπιν, τον Μάιο του 2009 ενημερώθηκε από τον άνω υπάλληλο στο υποκατάστημα της εναγομένης τράπεζας, που μετέβη κατόπιν τηλεφωνικής κρούσης, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Ο υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πεισθείς, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτόν, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 60.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και επιπλέον συμπλήρωση 20.000 ευρώ. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 1.300 ευρώ, 31-12-2009 1.915,83 ευρώ, 30-6-2010 1.659,17 ευρώ και 31-12-2010 1.686,67 ευρώ. Συνέχισε δε να προβαίνει σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Μάιο του 2011 ο άνω υπάλληλος του πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη. Ο ενάγων αυτός, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, ακολούθησε τη συμβουλή του, την 12-5-2011, και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 60.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων, και, επιπλέον, ποσού 50.000 δολαρίων Η ΠΑ (ισόποσο την 3-6-2011 34.511 ευρώ) προερχόμενα από προθεσμιακή κατάθεση. Ο ενάγων αυτός έλαβε τόκους 30-6-2011 1.255,83 ευρώ και τον Δεκέμβριο του 2011 2:425,48 ευρώ (για την προηγούμενη έκδοση των 60.000 ευρώ) και 1.865,75 δολαρίων (για τα 50.000 δολάρια). Ο ενάγων δεν έλαβε τόκους τον Ιούνιο του 2012. Μετέτρεψε δε το κεφάλαιο των 20.000 ευρώ σε μετοχές της εναγόμενης τράπεζας για να το περισώσει όταν πληροφορήθηκε τον Μάρτιο του 2012 ότι δεν βαίνουν καλώς τα πράγματα, καθ' υπόδειξη του άνω υπαλλήλου, και έλαβε 20.000 μετοχές και 6.666 μετοχές δωρεάν. Τις 20.000 μετοχές της πούλησε την 8-1-2013 έναντι του ποσού των 5.428,19 ευρώ. Ωστόσο, το εναπομείναν κεφάλαιο του (89.082,91 ευρώ) μετετράπη αναγκαστικά σε 400 νέες συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ (το ποσό των 40.000 ευρώ), 388 νέες συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ (το ποσό των 50.000 δολαρίων) και επιπλέον 66 μετοχές από εκείνες που του είχαν χορηγηθεί δωρεάν, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 15) Ο εικοστός δεύτερος ενάγων, ηλικίας πενήντα (50) ετών, τύγχανε υπάλληλος της ΔΕΗ με δύο ανήλικα τέκνα, κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής. Ο εικοστός δεύτερος ενάγων συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στη Σαλαμίνα αυτής, από το 2006, και είχε δημιουργηθεί ιδίως με τον Διευθυντή του υποκαταστήματος .ά σχέση εμπιστοσύνης. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, και προέβη σε προθεσμιακή κατάθεση. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκε να τοποθετήσει το ποσό των 25.000 ευρώ στο προϊόν που του παρουσίασε ο ανωτέρω υπάλληλος, ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5%. Πράγματι, ο εικοστός δεύτερος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή του άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 25.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από τις αποταμιεύσεις του και από προθεσμιακή κατάθεση που «έσπασε» προς της λήξης της, χωρίς επιβολή ποινής, και χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις του υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 807,29 ευρώ. Κατόπιν, τον Μάιο του 2009 ενημερώθηκε από τον άνω υπάλληλο της εναγομένης τράπεζας, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου και τόκων), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Ο υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πεισθείς, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτόν, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 25.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 812,50 ευρώ, 31-12-2009 798,26 ευρώ, 30-6-2010 691,32 ευρώ και 31-12-2010 702,78 ευρώ. Επένδυσε δε και σε Ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, καθ' υπόδειξη του άνω υπαλλήλου, και προέβη και σε προθεσμιακή κατάθεση, υπέγραψε δε την από 4-2-2010 σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και την από 4-2-2010 αίτηση συμμετοχής στις Υπηρεσίες Εναλλακτικών Δικτύων για Ίδιο Λογαριασμό. Τον Μάιο του 2011 ο άνω υπάλληλος του πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη στην πενταετία. Ο ενάγων αυτός, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, ακολούθησε τη συμβουλή του, την 13-5-2011, και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 25.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Ο ενάγων αυτός έλαβε τόκους 30-6-2011 523,26 ευρώ και 31-12-2011 1.010,62 ευρώ. Ωστόσο, το κεφάλαιο του μετετράπη αναγκαστικά τον Αύγουστο του 2013 σε 250 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 16) Ο εικοστός τρίτος ενάγων, ηλικίας εξήντα έξι (66) ετών, τύγχανε συνταξιούχος, απόφοιτος Πολυτεχνείου Νοτίου Αφρικής με ένα ανήλικο τέκνο, κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής. Ο εικοστός τρίτος ενάγων συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στο Παλαιό Φάληρο Αττικής αυτής, από το 2007, και είχε δημιουργηθεί, ιδίως με την Διευθύντρια του υποκαταστήματος ., σχέση εμπιστοσύνης. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, γεγονός που είχε καταστήσει γνωστό στην άνω υπάλληλο και προέβαινε κυρίως σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκε να τοποθετήσει το ποσό των 101.000 ευρώ στο προϊόν που του παρουσίασε η ανωτέρω υπάλληλος, ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα υπόλοιπα τέσσερα έτη. Πράγματι, ο εικοστός τρίτος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή της άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 101.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από προθεσμιακή κατάθεση που είχε λήξει, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις της υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 3.261,46 ευρώ. Κατόπιν, τον Μάιο του 2009 ενημερώθηκε από την άνω υπάλληλο της εναγομένης τράπεζας, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου και τόκων), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Η υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πεισθείς, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτήν, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 101.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 3.282,50 ευρώ, 31-12-2009 3.224,99 ευρώ, 30-6-2010 2.792,93 ευρώ και 31-12-2010 2.839,22 ευρώ. Τον Μάιο του 2011 ο νέος Διευθυντής του άνω υποκαταστήματος . του πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη στην πενταετία. Ο ενάγων αυτός, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, ακολούθησε τη συμβουλή του, και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 101.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Ο ενάγων αυτός έλαβε τόκους 30-6-2011 2.113,99 ευρώ και 31-12-2011 4.082,89 ευρώ. Ωστόσο, το κεφάλαιο του μετετράπη αναγκαστικά τον Αύγουστο του 2013 σε 1.010 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 17) Ο εικοστός τέταρτος ενάγων, ηλικίας σαράντα οκτώ (48) ετών, τύγχανε εργάτης σε μεγάλα έργα ως Τεχνολόγος Μηχανολόγος Μηχανικός με δύο ανήλικα τέκνα, κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής. Ο εικοστός τέταρτος ενάγων συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στο Βόλο αυτής, από το 2006, και είχε δημιουργηθεί, ιδίως με την υπάλληλο του υποκαταστήματος ., σχέση εμπιστοσύνης. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, και προέβαινε κυρίως σε προθεσμιακές καταθέσεις. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκε να τοποθετήσει το ποσό των 90.000 ευρώ στο προϊόν που του παρουσίασε  ο  Διευθυντής  του    υποκαταστήματος ., ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα υπόλοιπα τέσσερα. Πράγματι, ο εικοστός τέταρτος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή του άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 90.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από τις αποταμιεύσεις του, χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις του υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 2.906,25 ευρώ. Κατόπιν, τον Μάιο του 2009 ενημερώθηκε από τους υπαλλήλους της εναγομένης τράπεζας, .  και ., για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Οι υπάλληλοι τον διαβεβαίωσαν ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πεισθείς, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτούς, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 90.000 ευρώ, με ανταλλαγή. των προηγουμένων. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 2.925 ευρώ, 31-12-2009 2.873,75 ευρώ, 30-6-2010 2.488,75 ευρώ και 31-12-2010 2.530 ευρώ. Υπέγραψε δε την από 9-4-2010 σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών. Τον Μάιο του 2011 η άνω υπάλληλος . του πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη στην πενταετία. Ο ενάγων αυτός, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, ακολούθησε τη συμβουλή της, την 2-5-2011, και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 90.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Ο ενάγων αυτός έλαβε τόκους 30-6-2011 1.883,75 ευρώ και 31-12-2011 3.638,22 ευρώ. Ωστόσο, το κεφάλαιο του μετετράπη αναγκαστικά τον Αύγουστο του 2013 σε 900 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 18) Ο εικοστός πέμπτος ενάγων, ηλικίας πενήντα επτά (57) ετών, τύγχανε συνταξιούχος αστυνομικός απόφοιτος εξαταξίου γυμνασίου με τρία ενήλικα τέκνα, κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής. Ο εικοστός πέμπτος ενάγων συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στο Άργος αυτής, από το 2006, και είχε δημιουργηθεί ιδίως με τον υπάλληλο του υποκαταστήματος .  σχέση εμπιστοσύνης. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, και προέβη σε προθεσμιακή κατάθεση. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκε να τοποθετήσει το ποσό των 25.725 ευρώ στο προϊόν που του παρουσίασε ο ανωτέρω υπάλληλος, ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και με κυμαινόμενο τα επόμενα έτη. Πράγματι, ο εικοστός πέμπτος ενάγων δέχθηκε την συμβουλή του άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 25.725 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από προθεσμιακή κατάθεση που «έσπασε» προς της λήξης της χωρίς επιβολή ποινής, και χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις του υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής, επένδυση. Υπέγραψε δε τότε και σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 830,70 ευρώ. Κατόπιν, τον Μάιο του 2009 ενημερώθηκε από τον άνω υπάλληλο της εναγομένης τράπεζας, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου και τόκων), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Ο υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πεισθείς, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτόν, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 27.500 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και συμπλήρωση επιπλέον ποσού 1.775 ευρώ. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 836,06 ευρώ, 31-12-2009 878,09 ευρώ, 30-6-2010 760,45 ευρώ και 31-12-2010 773,06 ευρώ. Τον Μάιο του 2011 ο υπάλληλος . του υποκαταστήματος στο Ναύπλιο του πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη. Ο ενάγων αυτός, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, ακολούθησε τη συμβουλή του, και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 40.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και συμπλήρωση ποσού 12.500 ευρώ. Ο ενάγων αυτός έλαβε τόκους 30-6-2011 575,59 ευρώ και 31-12-2011 1.616,99 ευρώ. Τον Μάρτιο του 2012 μετέτρεψε το κεφάλαιο του σε 53.333 μετοχές, προκειμένου να το περισώσει, καθ' υπόδειξη του άνω υπαλλήλου. Ωστόσο, το κεφάλαιο του μετετράπη αναγκαστικά τον Αύγουστο του 2013 σε 533 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 19) Η εικοστός έκτη ενάγουσα, ηλικίας σαράντα δύο (42) ετών, με δύο ανήλικα τέκνα, τυγχάνει άνεργη, η εικοστή έβδομη, ηλικίας σαράντα (40) ετών, τυγχάνει άνεργη με δύο ανήλικα τέκνα, κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής και οι εικοστός όγδοος και η εικοστή ένατη τυγχάνουν γονείς αυτών, συνταξιούχος του ΟΤΕ και φαρμακοποιός, αντίστοιχα. Οι ενάγοντες αυτοί συνεργάστηκαν με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στην Αθήνα (Λ. Αλεξάνδρας) αυτής, από το 2001, και είχε δημιουργηθεί ιδίως με τον υπάλληλο του υποκαταστήματος ., σχέση εμπιστοσύνης. Μοναδικός σκοπός τους ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, και προέβαιναν κυρίως σε προθεσμιακές καταθέσεις. Είχαν υπογράψει δε από το 2002 συμβάσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών. Τον Ιούλιο του έτους 2008 η εικοστή έκτη και η εικοστή έβδομη δέχθηκαν να τοποθετήσουν το ποσό των 50.000 ευρώ, έκαστη, στο προϊόν που τους παρουσίασε ο ανωτέρω υπάλληλος, ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και κυμαινόμενο τα υπόλοιπα. Πράγματι, οι ανωτέρω δέχθηκαν την συμβουλή του άνω υπαλλήλου και τοποθέτησαν 50.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», έκαστη, ποσό προερχόμενο από προθεσμιακή κατάθεση που «έσπασε» προς της λήξης της χωρίς επιβολή ποινής, και χωρίς να τους έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείσες από τις παραινέσεις του υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 1.614,58 ευρώ έκαστη. Κατόπιν, τον Μάιο του 2009 ενημερώθηκαν από τον άνω υπάλληλο της εναγομένης τράπεζας, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Ο υπάλληλος τις διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνες πεισθείσες, ακολούθησαν την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενες αυτόν, χωρίς να λάβουν περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστησαν κάτοχοι «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 50.000 ευρώ, εκάστη, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Την επόμενη διετία έλαβαν έκαστη ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 1.625 ευρώ, 31-12-2009 1.596,53 ευρώ, 30-6-2010 1.244,38 ευρώ. Κατόπιν, ο ανωτέρω υπάλληλος τους συμβούλευσε να τοποθετήσουν τους τίτλους σε κοινή οικογενειακή μερίδα, όπως και έπραξαν και έλαβαν ως τόκους 31-12-2010 2.530 ευρώ και 30-6-2011 2.093,06 ευρώ για το συνολικό ποσό των 100.000 ευρώ. Τον Μάιο του 2011 ο άνω υπάλληλος τους πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη στην πενταετία. Οι ενάγοντες αυτοί, χωρίς να λάβουν οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθέντες στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, ακολούθησαν τη συμβουλή του, και κατέστησαν κάτοχοι «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 100.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Ο ενάγοντες αυτοί έλαβαν τόκους 30-6-2011 2.093,06 ευρώ και 31-12-2011 4.042 ευρώ. Ωστόσο, το κεφάλαιο τους μετετράπη αναγκαστικά τον Αύγουστο του 2013 σε 1.000 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 20) Ο τριακοστός ενάγων, ηλικίας εβδομήντα τριών (73) ετών, τύγχανε συνταξιούχος ΤΣΜΕΔΕ, αρχιτέκτων με δύο ενήλικα τέκνα, κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής. Ο τριακοστός ενάγων συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στο Βυζάντιο Θεσσαλονίκης αυτής, από το 2002, και είχε δημιουργηθεί, ιδίως με τους υπαλλήλους του υποκαταστήματος .  και ., σχέση εμπιστοσύνης. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, και προέβη σε προθεσμιακές καταθέσεις και αμοιβαία κεφάλαια. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκε να τοποθετήσει το ποσό των 80.000 ευρώ στο προϊόν που του παρουσίασε ο ανωτέρω υπάλληλος, ., ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και με κυμαινόμενο τα επόμενα έτη. Πράγματι, ο τριακοστός ενάγων δέχθηκε την συμβουλή του άνω υπαλλήλου και τοποθέτησε 80.000 ευρώ σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από προθεσμιακή κατάθεση που «έσπασε» προς της λήξης της χωρίς επιβολή ποινής, και χωρίς να του έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς από τις παραινέσεις του υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 2.583,33 ευρώ. Συνέχισε να προβαίνει σε προθεσμιακές καταθέσεις. Κατόπιν, τον Μάιο του 2009 ενημερώθηκε από τον άνω υπάλληλο της εναγομένης τράπεζας, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Ο υπάλληλος τον διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνος πεισθείς, ακολούθησε την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενος αυτόν, χωρίς να λάβει περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 80.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Την επόμενη διετία έλαβε ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 2.600 ευρώ, 31-12-2009 2.554,44 ευρώ, 30-6-2010 2.212,22 ευρώ και 31-12-2010 2.248,89 ευρώ. Τον Μάιο του 2011 ο άνω υπάλληλος του πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη στη λήξη της πενταετίας. Ο ενάγων αυτός, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθείς στις άνω διαβεβαιώσεις του άνω υπαλλήλου, ακολούθησε τη συμβουλή του, και κατέστη κάτοχος «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» συνολικού ποσού 200.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων και συμπλήρωση ποσού 120.000 ευρώ. Ο ενάγων αυτός έλαβε τόκους 30-6-2011 1.674,44 ευρώ και 31-12-2011 8.084,93 ευρώ. Τον Μάρτιο του 2012 μετέτρεψε το κεφάλαιο του σε 200.000 μετοχές, προκειμένου να το περισώσει, καθ' υπόδειξη του άνω υπαλλήλου, και έλαβε και άλλες 66.666 μετοχές δωρεάν, συμμετείχε δε στην αύξηση κεφαλαίου αγοράζοντας 20.202 μετοχές και έλαβε και άλλες 20.202 μετοχές δωρεάν. Ωστόσο, το κεφάλαιο του μετετράπη αναγκαστικά τον Αύγουστο του 2013 σε 2.666 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, τις οποίες προσπάθησε να τις πουλήσει την 11-5-2015 και έλαβε το συνολικό ποσό των 517,20 ευρώ. Κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, 21) Ο τριακοστός πρώτος ενάγων, ηλικίας πενήντα δύο (52) ετών, ήδη άνεργος, τύγχανε ασφαλιστής και η τριακοστή δεύτερη ενάγουσα ηλικίας πενήντα δύο (52) ευτών, είναι σύζυγοι με δύο ενήλικα τέκνα, κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής. Ο τριακοστός πρώτος ενάγων συνεργάστηκε με την εναγόμενη τράπεζα με το υποκατάστημα στην Αργυρούπολη Αττικής αυτής, από το 1994, και είχε δημιουργηθεί σχέση εμπιστοσύνης. Μοναδικός σκοπός του ήταν η τοποθέτηση των χρημάτων του σε ασφαλή τραπεζικά προϊόντα, και προέβαινε σε καταθέσεις υπό προειδοποίηση. Τον Ιούλιο του έτους 2008 δέχθηκαν να τοποθετήσουν το ποσό των 20.000 ευρώ έκαστος στο προϊόν που του παρουσίασε η υπάλληλος ., ως προσομοιάζον σε προθεσμιακή κατάθεση, με εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου μετά από πέντε έτη, με επιτόκιο 7,5% τον πρώτο χρόνο και με κυμαινόμενο τα επόμενα έτη. Πράγματι, δέχθηκαν την συμβουλή της άνω υπαλλήλου και τοποθέτησαν 20.000 ευρώ έκαστος σε «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ», ποσό προερχόμενο από αποταμιεύσεις τους, χωρίς να τους έχει χορηγηθεί κανένα πληροφοριακό έγγραφο, πεισθέντες από τις παραινέσεις της υπαλλήλου της τράπεζας ότι είναι μία ασφαλής επένδυση. Στις 31-12-2008 έλαβε τόκους 645,83 ευρώ ο καθένας. Κατόπιν, τον Μάιο του 2009 ενημερώθηκαν από την άνω υπάλληλο της εναγομένης τράπεζας, για ένα νέο πενταετές προϊόν, που ήταν εφάμιλλο του προηγουμένου (εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου), με περισσότερα πλεονεκτήματα, αφού είχε πλέον σταθερό επιτόκιο 5,5%. Η υπάλληλος τους διαβεβαίωσε ότι είναι ασφαλές προϊόν και εκείνοι πεισθέντες, ακολούθησαν την άνω συμβουλή, εμπιστευόμενοι αυτοί, χωρίς να λάβουν περισσότερες διευκρινήσεις για τη φύση και τη λειτουργία του και κατέστησαν κάτοχοι «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 20.000 ευρώ, με ανταλλαγή των προηγουμένων. Την επόμενη διετία έλαβαν ανά εξάμηνο τους τόκους, ήτοι 30-6-2009 650 ευρώ, 31-12-2009 638,61 ευρώ, 30-6-2010 497,75 ευρώ και 31-12-2010 506 ευρώ ο καθένας. Τον Μάιο του 2011 η άνω υπάλληλος τους πρότεινε τρίτο κατά σειρά, ισοδύναμο, προϊόν, που διέθετε την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, με υψηλότερο επιτόκιο 6,5% και με εγγυημένο το κεφάλαιο του από την εναγόμενη στην πενταετία. Οι ενάγοντες αυτοί, χωρίς να λάβουν οποιοδήποτε πληροφοριακό έγγραφο, πεισθέντες στις άνω διαβεβαιώσεις της άνω υπαλλήλου, ακολούθησαν τη συμβουλή της, και κατέστησαν κάτοχοι «ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» ποσού 20.000 ευρώ, ο καθένας με ανταλλαγή των προηγουμένων. Οι ενάγοντες αυτοί έλαβαν τόκους 30-6-2011 376,75 ευρώ και 31-12-2011 687,22 ευρώ έκαστος. Τον Μάρτιο του 2012 μετέτρεψαν το κεφάλαιο τους σε 26.666 μετοχές έκαστος προκειμένου να το περισώσουν, καθ' υπόδειξη της άνω υπαλλήλου. Ωστόσο, το κεφάλαιο τους μετετράπη αναγκαστικά τον Αύγουστο του 2013 σε 266 συνήθεις μετοχές αξίας εκάστης 1 ευρώ, για τον καθένα, οι οποίες κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής, είχαν μηδενική πραγματική (χρηματιστηριακή) αξία και είχε ανασταλεί η διαπραγμάτευση τους στα Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου, θα πρέπει να σημειωθεί, ότι οι άνω καταβολές των πελατών της εναγόμενης κατά την απόκτηση των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων και η σύναψη των συμβάσεων δεν αμφισβητήθηκαν από αυτήν. Μετά ταύτα, στις άνω περιπτώσεις, αποδεικνύεται ότι: I. Η πρωτοβουλία προσεγγίσεως των πελατών της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας με σκοπό την προσέλκυση των πρώτων και την πρόκληση της αποφάσεως να επενδύσουν στα προαναφερόμενα επενδυτικά προϊόντα ανήκε αποκλειστικώς στην τελευταία, οι αρμόδιοι υπάλληλοι της οποίας, στο πλαίσιο λεπτομερούς σχετικού σχεδιασμού και ενεργούντες επί τη βάσει ρητών οδηγιών από τις κεντρικές υπηρεσίες της, επικοινώνησαν είτε τηλεφωνικώς είτε δια ζώσης κατά τη προσέλευση των εφεσίβλητων στα ως άνω Υποκαταστήματα, προκειμένου να ενημερώσουν και εν τέλει να προτείνουν σε αυτούς την επένδυση των εις χρήμα κεφαλαίων τους (μέχρι τότε διαθεσίμων είτε σε απλούς καταθετικούς λογαριασμούς είτε - κυρίως - σε προθεσμιακούς λογαριασμούς). Το γεγονός ότι υπήρξε οργανωμένη και βάσει σχεδίου προσέγγιση των πελατών της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας με σκοπό τη μαζική προώθηση των ως άνω επενδυτικών προϊόντων αποδεικνύεται και από τα εξής (σχετικώς με την έκδοση των Μ.Α.Ε.Κ): α) το από 10.3.2011 υπ' αριθ. CRM/052/11 έγγραφο με τίτλο «ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ 99 : ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ » και β) το από 11.4.20011 υπ' αριθ. πρωτ. CRM/074/11 όμοιο με τίτλο «ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ 101: ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΑΞΙΟΓΡΑΦΑ», τα οποία απευθύνονται σε ανώτερα στελέχη της Τράπεζας και στα οποία γίνεται αναφορά σε «εκστρατεία» και «στόχους», προσδιορίζονται οι ομάδες ενδιαφέροντος - στόχοι (με αναφορά στο χαρτοφυλάκιο και το ύψος των καταθέσεων τους), καθορίζεται ο τρόπος επικοινωνίας και προσεγγίσεως των πελατών, αλλά και η μέθοδος καταγραφής της προσεγγίσεως αυτής και των αποτελεσμάτων της, II. Οι κατά περίπτωση αρμόδιοι τραπεζικοί υπάλληλοι δεν έθεσαν υπόψη των εναγόντων/εκκαλούντων τα ανωτέρω αναφερόμενα στο σκεπτικό Ενημερωτικά Δελτία ούτε γνωστοποίησαν σε αυτούς εάν και πού αυτά είναι διαθέσιμα, αλλά φρόντισαν να εξασφαλίσουν την υπογραφή τους στις συνοπτικές και ολίγων σελίδων αιτήσεις συμμετοχής στα επίμαχα επενδυτικά προϊόντα, στις οποίες περιλαμβάνεται - σε «ψιλά» γράμματα η τυπική - αλλά όχι ανταποκρινόμενη στην πραγματικότητα - παραδοχή ότι έλαβαν υπόψη το περιεχόμενο και τους όρους των εν λόγω προϊόντων και επιπλέον τους κατανόησαν πλήρως, πράγμα εν πάση περιπτώσει εξαιρετικώς αμφίβολο, ακόμη και εάν ήθελε υποτεθεί ότι πράγματι έλαβαν στην κατοχή τους και ανέγνωσαν τα εν λόγω Ενημερωτικά Δελτία ή πληροφορήθηκαν καθ' οιονδήποτε τρόπο το περιεχόμενο τους, δεδομένου ότι αυτά ήσαν πυκνογραμμένα σε δυσνόητη τεχνική γλώσσα με σύνθετους νομικούς και χρηματοοικονομικούς όρους, μη κατανοητούς από τον στερούμενο ειδικών γνώσεων μέσο μη επαγγελματία αποταμιευτή ή επενδυτή, III. Οι κατά περίπτωση αρμόδιοι τραπεζικοί υπάλληλοι σκοπίμως απέκρυψαν (αποσιώπησαν) από τους ενάγοντες/εκκαλούντες την πραγματική φύση και λειτουργία των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων, ήτοι ότι επρόκειτο για μη εξασφαλισμένες και ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) απαιτήσεις, ως και ότι συνιστούσαν υβριδικά (hybrid) και μετατρέψιμα (convertible) σε μετοχές παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα (financial derivatives), με σκοπό την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας και δη είτε του δευτεροβαθμίου κεφαλαίου της (Tier 2 - τα Μ.Χ. 2013/2018 ) είτε του πρωτοβαθμίου κεφαλαίου της (Tier 1 - τα Μ.Α.Κ. και τα Μ.Α.Ε.Κ.), σύνθετα στη σύλληψη και τη λειτουργία τους, συνδεόμενα με πλήθος γενικών και ειδικών κινδύνων όχι μόνο για τους τόκους, αλλά και για το ίδιο το επενδυόμενο κεφάλαιο, κατά τα λεπτομερώς εκτεθέντα ανωτέρω, αναφορικώς με τα Μ.Α.Κ. και τα Μ.Α.Ε.Κ, αόριστης διάρκειας («άληκτα» ή «αιώνια» - perpetual bonds), υπό την έννοια ότι ο επενδυτής δεν είχε αξίωση κατά της εκδότριας Τράπεζας να αναζητήσει το κεφάλαιο του σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο ή οποτεδήποτε, αλλά μόνο δυνατότητα να διαθέσει αυτά στη δευτερογενή (χρηματιστηριακή) αγορά υπό τις επικρατούσες σε δεδομένη χρονική στιγμή συνθήκες διαπραγματεύσεως, ιδίως δε οι ως άνω τραπεζικοί υπάλληλοι εκ προθέσεως απέκρυψαν και δεν επισήμαναν στους ενάγοντες/εκκαλούντες τους ιδιαιτέρως δυσμενείς όρους της μονομερούς κατά την κρίση της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας ακυρώσεως πληρωμής τόκων, κατά την επένδυση σε Μ.Α. Κ, και, επιπλέον, αναφορικώς με την επένδυση σε Μ.Α.Ε.Κ., της μονομερούς και αναγκαστικής μετατροπής των τελευταίων κατά σειρά επενδυτικών προϊόντων σε μετοχές της, δεδομένου ότι όλα τα ως άνω επενδυτικά προϊόντα σχεδιάσθηκαν ως «μέσα απορροφήσεως ζημιών» της εναγόμενης τράπεζας, ιδίως δε τα Μ.Α. Κ. και προεχόντως τα Μ.Α.Ε.Κ. αποτέλεσαν προστατευτικό μέσο («μαξιλάρι»), το οποίο ήταν σχεδιασμένο να απορροςοήσει τις ιδιαιτέρως αυξημένες ζημίες αυτής λόγω της υπερβολικής εκθέσεως της σε Ο.Ε.Δ., το ενδεχόμενο προκλήσεως των οποίων ήταν ορατό και αναμφιβόλως γνωστό στα στελέχη της εναγόμενης τράπεζας ήδη κατά το χρόνο σχεδιασμού τόσο των Μ.Χ. 2013/2018 και των Μ.Α.Κ., όσο - και κυρίως - των Μ.Α.Ε.Κ. και IV. Οι κατά περίπτωση αρμόδιοι τραπεζικοί υπάλληλοι σκοπίμως και παραπλανητικώς προέβησαν σε (άμεση ή έμμεση) σύγκριση των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων με τις κοινές προθεσμιακές καταθέσεις (με τη λειτουργία των οποίων ήσαν εξοικειωμένοι οι ενάγοντες), υπερτονίζοντας και προβάλλοντας τα πλεονεκτήματα αυτών σε σχέση με τις καταθέσεις αυτές (αυξημένο και ιδιαιτέρως ελκυστικό επιτόκιο), αποσιωπώντας τους κινδύνους, όπως αυτοί περιγράφονται ανωτέρω, προβάλλοντας το διεθνές κύρος και την ευρωστία της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας και διαβεβαιώνοντας ότι το επενδυόμενο κεφάλαιο είναι «ασφαλές» και «εγγυημένο», καίτοι, όπως καλώς γνώριζαν, ίσχυε το ακριβώς αντίθετο. Ότι κατά την προσέγγιση των πελατών της Τράπεζας με σκοπό την προώθηση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων σημαντικό επιχείρημα αποτελούσε η προβολή των πλεονεκτημάτων αυτών σε σχέση με την απλή προθεσμιακή κατάθεση αποδεικνύεται μεταξύ άλλων και από το προοριζόμενο «αυστηρώς για εσωτερική χρήση» έγγραφο της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας αναφορικώς με τα Μ.Α.Ε. Κ. με τίτλο «ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ », όπου αναφέρεται επί λέξει (υπό τον τίτλο « ΜΑΕΚ Vs κατάθεση ») ότι «Τα ΜΑΕΚ θα φέρουν τόκο 6,50% (για τα πρώτα 5 χρόνια) μια απόδοση που είναι ψηλότερη από την κατάθεση ... », χωρίς όμως να γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στους σχετικούς κινδύνους του προϊόντος. Ενόψει των ανωτέρω κρίνεται ότι η εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία, υπό την ιδιότητα της παρέχουσας επενδυτικές υπηρεσίες, εντασσόμενες στον κύκλο της συνήθους εμπορικής της δραστηριότητας, παρά τα περί του αντιθέτου διαλαμβανόμενα στα προαναφερόμενα Ενημερωτικά Δελτία προς αποφυγή δυσμενών για την ίδια εννόμων συνεπειών, σαφώς παρέσχε δια των ως άνω προστηθέντων υπαλλήλων της επενδυτική υπηρεσία - συμβουλή (υπό τη μορφή της συστάσεως) στους πελάτες της ενάγοντες, οι οποίοι φέρουν την ιδιότητα του καταναλωτή των παρεχόμενων επενδυτικών υπηρεσιών ως τελικοί αποδέκτες αυτών και δεν υπερέβαιναν το πρότυπο του μέσου αποταμιευτή - μη «επαγγελματία» επενδυτή, δεδομένου ότι τα επενδυθέντα ποσά (ακόμη και τα υψηλότερα) δεν είναι ασυνήθη στο πεδίο της τρέχουσας αποταμιευτικής - ιδιωτικής επενδυτικής δραστηριότητας και δεν αποδείχθηκε συστηματική ενασχόληση των εναγόντων με χρηματιστηριακές και εν γένει επενδυτικές δραστηριότητες. Πέραν και ανεξαρτήτως των ανωτέρω, οι ως άνω τραπεζικοί υπάλληλοι δεν διενήργησαν τον επιβαλλόμενο στη συγκεκριμένη περίπτωση από τις διατάξεις του Ν. 3606/2007 έλεγχο καταλληλότητας και συμβατότητας των εναγόντων/εκκαλούντων αναφορικώς με τις συγκεκριμένες επενδύσεις, δεδομένου, μάλιστα, ότι γνώριζαν το συντηρητικό επενδυτικό profile των τελευταίων, αλλά και το γεγονός ότι - κατά τα ρητώς αναφερόμενα σε όλα τα προαναφερόμενα Ενημερωτικά Δελτία - τα εν λόγω επενδυτικά προϊόντα (ιδίως τα Μ.Α. Κ. και τα Μ.Α.Ε.Κ.) δεν ήσαν κατάλληλα για όλους τους επενδυτές. Είναι, λοιπόν, σαφές ότι η εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία εκμεταλλεύθηκε με κακοπιστία την πληροφοριακή συμμετρία μεταξύ αυτής και των εναγόντων/εκκαλούντων, με μοναδικό σκοπό να τους προωθήσει επενδυτικά προϊόντα, ιδιαιτέρως πολύπλοκα και ριψοκίνδυνα, επιφυλάσσοντας στην ίδια υπέρμετρα. και υπερβολικά εξουσιαστικά δικαιώματα  (ιδίως υποχρεωτικής ακυρώσεως πληρωμής  τόκων και υποχρεωτικής μετατροπής σε μετοχές, ανυπαρξία υποχρεώσεως επιστροφής του κεφαλαίου), είναι δε ομοίως προφανές ότι εάν οι ενάγοντες/εκκαλούντες, συντηρητικοί αποταμιευτές και επενδυτές, ενεργούντες με γνώμονα την εξασφάλιση του κεφαλαίου τους, γνώριζαν εξαρχής το σύνολο των πραγματικών δεδομένων της επενδύσεως τους, η οποία τελικώς ήταν απολύτως συνυφασμένη με την κεφαλαιακή επάρκεια, την ευρωστία, την τιμή της μετοχής της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας και τις εν γένει διεθνείς και εσωτερικές χρηματοοικονομικές και πολιτικές συνθήκες, αναμφιβόλως δεν θα προέβαιναν στις συγκεκριμένες επενδυτικές επιλογές. Το γεγονός ότι η εκκαλούσα αλλοδαπή εταιρία πράγματι τήρησε τις διατάξεις του Ν. 3401/2005 «Ενημερωτικό Δελτίο προσφοράς κινητών αξιών και εισαγωγής τους για διαπραγμάτευση», του κυπριακού Νόμου περί Εταιριών και της σχετικής ευρωπαϊκής νομοθεσίας (Οδηγία 2003/71/ΕΚ και Κανονισμός 809/2004) για τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών, στερείται εννόμου επιρροής στην υπό κρίση περίπτωση, διότι δεν επάγεται, άνευ άλλου τινός, τον αποκλεισμό της εφαρμογής του Ν. 3606/2007, ο οποίος ενσωμάτωσε στο εσωτερικό δίκαιο την Οδηγία MiFID, καθ' όσον ναι μεν δεν εμπίπτει κατ' αρχήν στο ρυθμιστικό πεδίο του τελευταίου η πρωτογενής διάθεση χρηματοοικονομικών προϊόντων (δηλαδή η απ' ευθείας διάθεση αυτών από τον εκδότη στον επενδυτή, όπως συνέβη με τα επίδικα επενδυτικά προϊόντα), αλλά μόνο η διάθεση στη δευτερογενή (χρηματιστηριακή) αγορά, πλην όμως οι ρυθμίσεις του Ν. 3606/2007 ενεργοποιούνται και εφαρμόζονται και στην περίπτωση αυτή, εφ' όσον εν τοις πράγμασι διαπιστώνεται η παροχή επενδυτικής υπηρεσίας υπό τη μορφή της επενδυτικής συμβουλής από τους αρμοδίους προς διάθεση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων υπαλλήλους των κατά τόπους Υποκαταστημάτων της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας. Ότι η εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παρέσχε επενδυτική υπηρεσία υπό τη μορφή της επενδυτικής συμβουλής (παροχή συστάσεως) αποδεικνύεται και από: α) την «Έκθεση ειδικού ελέγχου της Τράπεζας Κύπρου», η οποία εκπονήθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου με αντικείμενο τη διερεύνηση της παροχής της επενδυτικής υπηρεσίας της επενδυτικής συμβουλής κατά την προώθηση των Μ.Α.Κ. και των Μ.Α.Ε.Κ. και στην οποία καταγράφεται η πρακτική των αρμοδίων υπαλλήλων της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας κατά την προσέγγιση των πελατών της με σκοπό την προώθηση των Μ.Α.Κ. και των Μ.Α.Ε.Κ, η μη επαρκής ενημέρωση των τελευταίων για τους κινδύνους των προϊόντων αυτών, ο υπερτονισμός των πλεονεκτημάτων τους, η πρακτική της μη επιβολής ποινών για τυχόν προεξόφληση λογαριασμών υπό προειδοποίηση, εφ' όσον με τα κεφάλαια αυτών θα ελάμβανε χώρα αγορά των εν λόγω αξιόγραφων, διατυπώνεται δε το συμπέρασμα αναφορικώς με αμφότερα τα εν λόγω επενδυτικά προϊόντα (Μ.Α.Κ. και Μ.Α.Ε.Κ.) ότι υπήρξε παροχή επενδυτικής συμβουλής υπό τη μορφή της συστάσεως, με την οποία παρουσιάσθηκαν τα εν λόγω προϊόντα ως κατάλληλα για έκαστο συγκεκριμένο επενδυτή, β) την υπ' αριθ. ./10.12.2014 Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, με την οποία επιβλήθηκαν στην εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία: βα) πρόστιμο 5.000 € για παράβαση του άρθρου 16 παρ. 1 της υπ' αριθ. 1/452/1.11.2007 αποφάσεως αυτής και ββ ) πρόστιμο 5.000€ για παράβαση των διατάξεων του άρθρου 25 παρ. 4 Ν. 3606/2007, καθ' όσον διαπιστώθηκε από την εν λόγω δημόσια αρχή μεταξύ άλλων ότι : ί. « Η Τράπεζα εξέδωσε εσωτερικές οδηγίες προς· τους υπαλλήλους της προκειμένου να τους προετοιμάσει για να παρουσιάσουν τα συγκεκριμένα επενδυτικά προϊόντα στους πελάτες με τους οποίους έρχονταν σε επαφή. Στις οδηγίες αυτές διαπιστώθηκε η ύπαρξη σημείων παροχής επιλεκτικής πληροφόρησης προς τους πελάτες και παροχής κινήτρων προς ορισμένες κατηγορίες πελατών με ενδεχόμενο αποτέλεσμα να επηρεάζεται η απόφαση τους προς επένδυση. Η ύπαρξη επιλεκτικής πληροφόρησης και παρότρυνσης αποτελούν στοιχεία που χαρακτηρίζουν την επενδυτική συμβουλή. Η Τράπεζα κατά την προώθηση των Μ.Α.Κ. και Μ.Α.Ε.Κ. ενήργησε κατά τρόπο που ακόμη και αν δεν ήταν στις προθέσεις της, φαίνεται να παρείχε επενδυτικές συμβουλές ... Ακόμα και εάν στα έντυπα των "αιτήσεων αγοράς" των επενδυτικών προϊόντων διατυπώνεται σαφής αποποίηση ότι καμία συμβουλή δεν δίνεται, ο χειρισμός από την Τράπεζα της προώθησης των επενδυτικών προϊόντων ως προς τα σημεία που περιγράφονται ανωτέρω, οδηγεί σε βάσιμες ενδείξεις για την παροχή εκ μέρους της επενδυτικών συμβουλών. Επομένως προκύπτει ότι η Τράπεζα κατά την προώθηση των ΜΑΚ και ΜΑΕΚ παρείχε την επενδυτική υπηρεσία των επενδυτικών συμβουλών, χωρίς να έχει συνάψει τις προβλεπόμενες προς τούτο συμβάσεις κατά παράβαση της παρ. 1 του άρθρου 16 της απόφασης 1/452/1.11.2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς » και ii. «iii. Στο έντυπο "Ερωτήσεις και Απαντήσεις" που στάλθηκε στο δίκτυο για αυστηρά εσωτερική χρήση με σκοπό την ελάχιστη απαιτούμενη ενημέρωση των υπαλλήλων του δικτύου για τα ΜΑΕΚ υπό τη μορφή ερωταπαντήσεων, στην ερώτηση υπ' αριθμ. 24 "ΜΑΕΚ vs Κατάθεση" αναφέρεται ότι : "Τα ΜΑΕΚ θα φέρουν τόκο 6,50% (για τα πρώτα 5 χρόνια) μια απόδοση υψηλότερη από την κατάθεση. Τα ΜΑΕΚ δυνατόν να εξασφαλίσουν στους κατόχους τους αρκετά ψηλότερες αποδόσεις εάν η τιμή της μετοχής στο Χρηματιστήριο είναι ψηλότερη από την τιμή της μετατροπής. Η μετατροπή των ΜΑΕΚ σε μετοχές δεν είναι υποχρεωτική. Η απόφαση για την μετατροπή εναπόκειται στον κάθε επενδυτή αν επιλέξει να τα μετατρέψει ... Επίσης σχετικά με τα υπό iii. Αναφερόμενα, στην ερώτηση υπ' αριθμ. 24 "ΜΑΕΚ vs Κατάθεση" του εντύπου "Ερωτήσεις και Απαντήσεις" διενεργείται σύγκριση των ΜΑΕΚ με τις καταθέσεις, με επισήμανση μόνο των πλεονεκτημάτων του προϊόντος (όπως το υψηλό επιτόκιο και τις υψηλότερες αποδόσεις από μια κατάθεση), χωρίς στην ίδια παράγραφο να αναφέρεται ότι σε περίπτωση που συμβεί οποιοδήποτε γεγονός έκτακτης ανάγκης κεφαλαίου ή γεγονός βιωσιμότητας, τα ΜΑΕΚ υποχρεωτικά θα μετατραπούν σε συνήθεις μετοχές. Επίσης, ενώ υπάρχει η αναφορά " ... Η μετατροπή των ΜΑΕΚ σε μετοχές δεν είναι υποχρεωτική. Η απόφαση για την μετατροπή εναπόκειται στον κάθε επενδυτή αν επιλέξει να τα μετατρέψει δεν αναφέρεται ότι η Τράπεζα μπορεί κατά την κρίση της καθ' οιονδήποτε χρόνο, λαμβάνοντας υπόψη τη φερεγγυότητα καθώς και την οικονομική της κατάσταση, να επιλέξει να ακυρώσει την πληρωμή τόκου και ότι οποιαδήποτε ακυρωθείσα πληρωμή τόκου δεν θα οφείλεται και δεν θα καθίσταται πληρωτέα από την Τράπεζα. Επομένως, οι υπάλληλοι της Τράπεζας, οι οποίοι,, προκειμένου να είναι σε θέση να ενημερώνουν για τα βασικά χαρακτηριστικά των επενδυτικών προϊόντων τους δυνητικούς επενδυτές, έλαβαν γνώση του συγκεκριμένου ερωτηματολογίου, οδηγούνται να συγκρίνουν ένα σύνθετο επενδυτικό προϊόν με μια κατάθεση υποβαθμίζοντας τους κινδύνους που ενέχει η συγκεκριμένη επένδυση καθώς τονίζονται επιλεκτικά μόνο τα πλεονεκτήματα της, καθώς εκτός των άλλων, δεν υπάρχει καν η αναφορά ότι τα συγκεκριμένα προϊόντα δεν εντάσσονται σε κανένα "σχέδιο προστασίας", όπως συμβαίνει με τις καταθέσεις. Η παροχή επιλεκτικής πληροφόρησης είναι δυνατόν να επηρεάσει την απόφαση του επενδυτή ...» και, αφού επισημάνθηκε ότι παρασχέθηκαν από την εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική διαφόρων τύπων κίνητρα προς διευκόλυνση της προωθήσεως των Μ.Α.Κ. και των Μ.Α.Ε.Κ. στο επενδυτικό κοινό (μη επιβολή επιβαρύνσεων για πρόωρη άντληση κεφαλαίων από λογαριασμούς υπό προειδοποίηση, υπό την προϋπόθεση ότι τα αντλούμενα κεφάλαια θα χρησιμοποιηθούν για την αγορά των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων, παροχή δανείων με ευνοϊκούς όρους χρηματοδοτήσεως για το προσωπικό της Τράπεζας, παροχή καταναλωτικών δανείων με ευνοϊκούς όρους χρηματοδοτήσεως σε νέους επενδυτές, παροχή δανείων καταναλωτικής, επαγγελματικής και στεγαστικής πίστεως με εξασφάλιση τα συγκεκριμένα επενδυτικά προϊόντα), κρίθηκε ότι «Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι στη διαδικασία προώθησης των ΜΑΕΚ από την Τράπεζα εντοπίστηκαν σημεία παροχής επιλεκτικής πληροφόρησης προς τους πελάτες και παροχής κινήτρων προς ορισμένες κατηγορίες πελατών με ενδεχόμενο αποτέλεσμα να επηρεάζεται η απόφαση τους για επένδυση. Το γεγονός αυτό ενισχύεται από την κοινή θέση των καταγγελλόντων ότι για την αγορά των συγκεκριμένων προϊόντων παρακινήθηκαν από υπαλλήλους της Τράπεζας, τους οποίους σε αρκετές περιπτώσεις κατονομάζουν. Επομένως προκύπτει ότι η Τράπεζα κατά την προώθηση των ΜΑΕΚ ενήργησε με τρόπο που ακόμη κι αν δεν ήταν στις προθέσεις της, φαίνεται να παρείχε επενδυτικές συμβουλές, χωρίς να έχει συνάψει τις προβλεπόμενες προς τούτο συμβάσεις, κατά παράβαση της παρ. 1 του άρθρου 16 της απόφασης 1/452/1.11.2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και χωρίς να έχει διενεργήσει ως όφειλε αξιολόγηση της καταλληλότητας των επενδυτών, κατά παράβαση της παρ. 4 του άρθρου 25 του Ν. 3606/2007 ... », γ) την υπ' αρ. πρωτ. 4995/25.2.2013 Έγγραφη Σύσταση του Συνηγόρου του Καταναλωτή (κατά τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 5 Ν. 3297/2004) προς την εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία, με την οποία διαπιστώνεται παράβαση των άρθρων 4 παρ. 1, 12 παρ. 3 και 25 Ν. 3606/2007, των άρθρων 8 παρ. 1 και 9ε Ν. 2251/1994 και 197 ΑΚ, με αναφορά στα αυτά ως άνω πραγματικά περιστατικά, αλλά και με επισήμανση: γα) της ελλείψεως πιστοποιήσεως των αρμοδίων υπαλλήλων προς της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας για την παροχή των συγκεκριμένων επενδυτικών υπηρεσιών και γβ) της συνδρομής περιπτώσεως συγκρούσεως συμφερόντων κατά την έκδοση και διάθεση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων, διότι η εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία είναι ταυτοχρόνως ο εκδότης αυτών και ο παρέχων την επενδυτική συμβουλή περί αγοράς τους και ως τούτου ενδεχομένως να μην έχει συμφέρον σε πλήρη ενημέρωση και διαφώτιση των υποψηφίων επενδυτών αναφορικώς με τα στοιχεία της επενδύσεως, διότι αυτό ενδεχομένως θα απέτρεπε μέρος αυτών από την επένδυση, με συνέπεια την μη πλήρη κάλυψη της συγκεκριμένης εκδόσεως και δ) την από 13.9.2013 Απόφαση του Διοικητή της Κεντρικής , Τράπεζας της Κύπρου με θέμα «Παράλειψη συμμόρφωση της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρίας Λτδ με ορισμένες διατάξεις του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου του 2007 και της Οδηγίας που εκδόθηκε βάσει του εν λόγω Νόμου για την Επαγγελματική Συμπεριφορά των Τραπεζών κατά την Παροχή Επενδυτικών ή Παρεπόμενων Υπηρεσιών και κατά την Άσκηση Επενδυτικών Δραστηριοτήτων του 2007», με την οποία με ανάλογο σκεπτικό επιβλήθηκε στην εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία διοικητικό πρόστιμο για παράβαση της προαναφερομένης κυπριακής νομοθεσίας περί παροχής επενδυτικών συμβουλών -(παροχή μη σαφών, ανακριβών και παραπλανητικών πληροφοριών προς πελάτες ή πιθανούς πελάτες, παροχή πληροφορήσεως σε μη κατανοητή μορφή, παράλειψη αντλήσεως πληροφοριών για τους πελάτες ή πιθανούς πελάτες αναφορικώς με τη γνώση και την πείρα τους στον επενδυτικό τομέα, παροχή επενδυτικών συμβουλών από μη εγγεγραμμένα στο δημόσιο μητρώο πρόσωπα, παράλειψη γενικής περιγραφής της φύσεως και των κινδύνων των χρηματοοικονομικών μέσων με επαρκείς λεπτομέρειες, ώστε να είναι δυνατή η λήψη επενδυτικής αποφάσεως επί τη βάσει σωστής ενημερώσεως, παράλειψη αξιολογήσεως της καταλληλότητας των πελατών ή πιθανών πελατών να επενδύσουν σε αξιόγραφα). Ενόψει των ανωτέρω, η εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παραβίασε στοιχειώδεις συναλλακτικές της υποχρεώσεις, επιβαλλόμενες από την αρχή της καλής πίστεως, και δεν κατέβαλε πάσα δυνατή επιμέλεια κατά την εκπλήρωση της υποχρεώσεως ενημερώσεως, διαφωτίσεως και παροχής κατάλληλης συμβουλής στους αντισυμβαλλομένους της επενδυτές -καταναλωτές της παρεχομένης επενδυτικής υπηρεσίας και με απατηλά μέσα οι ως άνω προστηθέντες της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας τραπεζικοί υπάλληλοι δολίως προκάλεσαν στους ενάγοντες/εκκαλούντες, οι οποίοι ήσαν συντηρητικοί πελάτες της Τράπεζας με profile μέσου αποταμιευτή και επενδυτή, την απόφαση να επενδύσουν το εις χρήμα κεφάλαιο τους στα εν λόγω επενδυτικά προϊόντα, παριστώντας σε αυτούς ψευδώς ότι αυτά αποτελούν ασφαλή για το κεφάλαιο τους επενδυτική επιλογή, ενώ σαφώς γνώριζαν ότι αυτό δεν ισχύει, περαιτέρω δε επιμελώς αποσιώπησαν τους κινδύνους των συγκεκριμένων επενδύσεων, προβάλλοντας σκοπίμως μόνο τα ελκυστικά στοιχεία αυτών, με μόνο σκοπό τη διασφάλιση της κεφαλαιακής επάρκειας της εναγομένης τράπεζας μέσω της αντλήσεως κεφαλαίων από τα εν λόγω επενδυτικά προϊόντα και εν τέλει δια της μετατροπής των Μ.Α.Ε.Κ. σε μετοχές, όπως τελικώς συνέβη, κατά τα προεκτεθέντα, με συνέπεια οι τελευταίοι να υποστούν περιουσιακή ζημία, αλλά και ηθική βλάβη λόγω της ψυχικής ταλαιπωρίας, η οποία προκλήθηκε σε αυτούς από την απώλεια του κεφαλαίου τους υπό τις προπεριγραφείσες συνθήκες. Μετά ταύτα, από την ως άνω συμπεριφορά της εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας οι ενάγοντες/εκκαλούντες υπέστησαν περιουσιακή ζημία, συνισταμένη στην ποιοτική μετατροπή (ήδη κατά την αγορά των Μ.Χ. 2013/2018 και εν συνεχεία με την αγορά των Μ.Α.Κ. και των Μ.Α.Ε.Κ.) του διαθεσίμου εις χρήμα κεφαλαίου τους σε ιδιαιτέρως επισφαλείς απαιτήσεις κατά της εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας (σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα) με τα αναλυτικώς ανωτέρω περιγραφόμενα στο σκεπτικό χαρακτηριστικά, η οποία (ζημία) ισούται με το σύνολο του επενδυθέντος τελικώς σε Μ.Α.Ε.Κ. κεφαλαίου τους και υπολογίζεται : 1) για τον πρώτο ενάγοντα στο ποσό των 137.500 €, 2) για τον δεύτερο ενάγοντα στο ποσόν των 60.000 €, 3) για τους τρίτο, τέταρτο και πέμπτη ενάγοντες στο ποσόν των 500.000 € (εις ολόκληρον), 4) για την έβδομη ενάγουσα, της οποίας νόμιμος εκ διαθήκης κληρονόμος τυγχάνει ο έκτος εκκαλών, που γνωστοποίησε τον θάνατο της και συνεχίζει τη δίκη ως προς αυτήν (άρθρ. 286 επ. ΚΠολΔ βλ. το υπ' αρ. ./3/4-11-2018 απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης θανάτου του ΔΕ Αυλίδος Δήμου Χαλκιδέων Ευβοίας, το υπ' αρ. ./2018 πρακτικό δημοσίευσης ιδιόγραφης διαθήκης του Ειρηνοδικείου Χαλκίδας, το υπ' αρ. ./3/1-3-2018 απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης θανάτου του ΔΕ Αυλίδος Δήμου Χαλκιδέων Ευβοίας του προαποβιώσαντος συζύγου της .  με τον οποίο διατηρούσε κοινή επενδυτική μερίδα, το υπ' αρ. ./20-3-2019 πιστοποιητικό περί μη δημοσιεύσεως άλλης διαθήκης της του Πρωτοδικείου Χαλκίδας) στο ποσόν των 92.957 €, 5) για τον όγδοο ενάγοντα στο ποσόν των 200.000 €, 6) για τον ένατο και τη δέκατη ενάγοντες στο ποσόν των 80.000 € (εις ολόκληρον), 7) νια τον ενδέκατο ενάγοντα στο ποσόν των 50.000€, 8) για τη δωδέκατη ενάγουσα στο ποσόν των 20.000 €, 9) για τη δέκατη τρίτη ενάγουσα στο ποσόν των 10.000 €, 10) για τη δέκατη τέταρτη ενάγουσα στο ποσόν των 15.000 €,11) για τον δέκατο πέμπτο ενάγοντα στο ποσόν των 94.500€, 12) για τον δέκατο έκτο ενάγοντα στο ποσόν των 188.265 €, 13) για τον δέκατο έβδομο και τη δέκατη όγδοη ενάγοντες στο ποσόν των 65.000 € (εις ολόκληρον), 14) για τον δέκατο ένατο ενάγοντα στο ποσόν των 20.000 €, 15) για τον εικοστό ενάγοντα στο συνολικό ποσόν των 68.990,20 €, 16) για τον εικοστό πρώτο ενάγοντα στο ποσόν των 89.082,91 €, 17) για τον εικοστό δεύτερο ενάγοντα στο ποσόν των 25.000 €, 18) για τον εικοστό τρίτο ενάγοντα στο ποσόν των 101.000 €, 19) για τον εικοστό τέταρτο ενάγοντα στο ποσόν των 90.000 €, 20) για τον εικοστό πέμπτο ενάγοντα στο ποσόν των 40.000 €,21) για την εικοστή έκτη, την εικοστή έβδομη, τον εικοστό όγδοο και την εικοστή ένατη ενάγοντες στο ποσόν των 100.000 € (εις ολόκληρον), 22) για τον τριακοστό ενάγοντα στο ποσόν των 199.482,80 €, 23) για τον τριακοστό πρώτο ενάγοντα στο ποσόν των 20.000 € και 24) για την τριακοστή δεύτερη ενάγουσα στο ποσόν των 20.000 €. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αξίωση του εικοστού τετάρτου ενάγοντα/εκκαλούντα δεν τυγχάνει παραγεγραμμένη, ως ισχυρίστηκε η εναγόμενη, διότι άσκησε προγενέστερη αγωγή (υπ' αρ.κατ.δικ. ./2015), επιδοθείσα την 29-5-2015, ως δεν αμφισβητείται, άρα εντός πενταετίας από την επικαλούμενη από αυτή γνώση της ζημίας (10-6-2011), από την οποία παραιτήθηκε ο ενάγων/εκκαλών με την κρινόμενη αγωγή. Επίσης, οι συνδικαιούχοι των επενδυτικών μερίδων, όπως αναφέρεται ανωτέρω για συγκεκριμένους ενάγοντες/εκκαλούντες, καθίστανται εις ολόκληρον δανειστές της εναγόμενης (άρθρ. 31 παρ. 8 ν. 3461/2006, άρθρ. 1 παρ. 1 και 2 του ν. 5638/1932 «περί καταθέσεως εις κοινόν λογαριασμόν», 2 παρ. 1 ΝΔ 17.7/13-08-1923, 411, 489, 490, 491, 493, 806, 822 και 830 ΑΚ). Περαιτέρω, ως προς την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας θα πρέπει να αναφερθούν τα εξής: αναγκαίος όρος για την κατάφαση ευθύνης προς αποζημίωση αποτελεί, μεταξύ άλλων η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ του νομίμου λόγου ευθύνης (αντισυμβατική ή παράνομη συμπεριφορά) του δράστη και της επελθούσας ζημίας του θύματος. Στην προκειμένη περίπτωση, νόμιμο λόγο ευθύνης της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας συνιστούν (και δη σωρευτικώς) η παράβαση της εν τοις πράγμασι καταρτισθείσας μεταξύ των διαδίκων συμβάσεως παροχής επενδυτικών συμβουλών (εν προκειμένω υπό τη μορφή της συστάσεως -παράβαση άρθρων 3 παρ. 1 και 2, 4 παρ. 1 και 2 και 25 Ν. 3606/2007, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 4, 8, 12, 13 και 14 της υπ' αριθ. 1/452/1.11.2007 Αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ως και των άρθρων 281, 288 ΑΚ), η παράβαση του άρθρου 8 Ν. 2251/1994 περί ευθύνης του παρέχοντος υπηρεσίες και η αδικοπραξία (άρθρα 914 επ. ΑΚ), κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα ανωτέρω στο σκεπτικό, ενώ ζημία, όπως έχει ήδη επισημανθεί, συνιστά όχι αυτή καθ' εαυτή η μετατροπή κεφαλαίου (μετρητών χρημάτων) των εναγόντων/εκκαλούντων σε μετοχές, αλλά το γεγονός ότι το κεφάλαιο αυτό εξήλθε της περιουσίας τους και αντ' αυτού δεν εισήλθε ισοδύναμο ποιοτικώς μέγεθος, αλλά κάτι έτερο (aliud), ήτοι σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα, ιδιαιτέρως επισφαλή, μη παρέχοντα δικαίωμα επιστροφής του κεφαλαίου και, εν τέλει, μηδενικής αξίας λόγω της πραγματικής οικονομικής καταστάσεως της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, με συνέπεια η ζημία των εναγόντων/εκκαλούντων να θεωρείται επελθούσα, ακόμη και σε περίπτωση, καθ' ην δεν είχε χωρήσει μετατροπή σε τραπεζικές μετοχές. Μεταξύ των πλειόνων συρρεόντων νομίμων λόγων ευθύνης της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας και της ως άνω ζημίας των εναγόντων/εκκαλούντων υφίσταται πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος, δεδομένου ότι, εάν η εναγόμενη είχε παράσχει, ως ώφειλε κατά τις αρχές της καλής συναλλακτικής πίστεως, τη δέουσα πλήρη ενημέρωση και διαφώτιση στους ενάγοντες/εκκαλούντες πελάτες της ως προς τη φύση, τη λειτουργία και, κυρίως, τους κινδύνους της επενδύσεως στα συγκεκριμένα προϊόντα και δεν επεδείκνυε συστηματικώς την προπεριγραφείσα παραπλανητική συμπεριφορά, οι ενάγοντες/εκκαλούντες, κατά τους κανόνες της λογικής και τα διδάγματα της κοινής πείρας, δεν θα είχαν επενδύσει στα προϊόντα αυτά και θα είχε αποφευχθεί η ζημία τους. Πρέπει, ιδίως, να επισημανθεί ότι κατά το χρόνο εκδόσεως των Μ.Α.Ε.Κ. (2011), το Ενημερωτικό Δελτίο των οποίων αναφέρεται εκτενώς - το πρώτον -σε «Γεγονός Βιωσιμότητας» και σε «Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου», τα οποία, εφ' όσον επισυμβούν, οδηγούν υποχρεωτικούς σε μετατροπή των Μ.Α.Ε.Κ. σε μετοχές, η εναγόμενη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία σαφώς γνώριζε την σημαντική επιδείνωση των οικονομικών μεγεθών της και τη δραματική υποβάθμιση της κεφαλαιακής της επάρκειας λόγω της υπερβολικής εκθέσεως αυτής σε Ο.Ε.Δ., γεγονός, το οποίο επιρρωνύει τη βασική παραδοχή ότι προεχόντως τα Μ.Α.Ε.Κ. σχεδιάσθηκαν ειδικώς, προκειμένου να απορροφήσουν τις ιδιαιτέρως αυξημένες ζημίες της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας από την υπερβολική έκθεση της σε Ο.Ε.Δ. και να αναπληρώσουν τις απώλειες της σε πρωτοβάθμιο κεφάλαιο. Ζήτημα διακοπής του αιτιώδους συνδέσμου από την παρεμβολή του Κυπριακού Δημοσίου (δια της θέσεως σε ισχύ του ως άνω Νόμου) και της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (δια της εκδόσεως των προαναφερομένων Διαταγμάτων) δεν τίθεται, αφ' ενός διότι η ζημία των κατόχων των Μ.Α.Ε.Κ. είχε ήδη επέλθει με την αγορά των επιδίκων τριών επενδυτικών προϊόντων σε προγενέστερο χρόνο, αφ' ετέρου δε διότι, εν πάση περιπτώσει, με τις εν λόγω νομοθετικές παρεμβάσεις απλώς υλοποιήθηκαν οι όροι του αφορώντος στα Μ.Α.Ε.Κ. Ενημερωτικού Δελτίου, όπως αυτοί παρατίθενται αναλυτικώς ανωτέρω στο σκεπτικό (ίδ. σχετ. Σπ. Ψυχομάνη, Η διάθεση στην Ελλάδα "Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου" [ΜΑΕΚ], ως καινοφανών ομολόγων ομολογιακού δανείου αλλοδαπής τράπεζας, εις ΔΕΕ 2018 21 επ.), δηλαδή δεν πρόκειται περί επελεύσεως άλλου εξαιρετικού και απροβλέπτου γεγονότος, ανεξάρτητου προς την αρχική αδικοπραξία, εντελώς ασχέτου προς το γεγονός, το οποίο ήταν πρόσφορο να επιφέρει και θα επέφερε το βλαπτικό αποτέλεσμα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και εν τέλει δεν επήλθε λόγω του πράγματι επελθόντος εξαιρετικού και απροβλέπτου γεγονότος, με συνέπεια τη διακοπή του αιτιώδους συνδέσμου (ίδ. σχετ. ΑΠ 1083/2022 areiospagos.gr, ΑΠ 1182/2021, ΑΠ 1479/2013 δημ. ΝΟΜΟΣ). Η κεφαλαιακή ανεπάρκεια της εναγόμενης προκάλεσε την κρατική παρέμβαση και όχι η κρατική παρέμβαση την ανεπάρκεια (ΑΠ 1083/2022, 1182/2021 ό.π.).

 

Η άνω αναφερόμενη κατά περίπτωση μετατροπή των επενδυτικών προϊόντων σε μετοχές της εναγομένης δεν ήταν οικειοθελής, όπως αναφέρει αυτή, αλλά καθ' υπόδειξη των υπαλλήλων της και έγινε με στόχο την αποφυγή απώλειας του επενδεδυμένου κεφαλαίου. Περαιτέρω, επικουρικά η εναγόμενη προβάλλει ένσταση συντρέχοντος πταίσματος των εναγόντων/εκκαλούντων, επαναφερόμενη εν προκειμένω, περί την πρόκληση και την έκταση της ζημίας τους (άρθρ. 300 ΑΚ), κατά ποσοστό 99%, διότι αυτοί : α) δεν ζήτησαν πληροφορίες για την ακριβή φύση και τους κινδύνους των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων και β) δεν έσπευσαν να ρευστοποιήσουν τα χρεόγραφα τους στη χρηματιστηριακή αγορά μετά τη λήψη ενημερώσεων (statement), ακολούθως δε να εισπράξουν το τίμημα της πωλήσεως, αποκομίζοντας ενδεχομένως και κέρδος. Ωστόσο, η υπό κρίση ένσταση τυγχάνει αβάσιμη και απορριπτέα, κατά το πρώτο μεν σκέλος της διότι υπό τις ανωτέρω λεπτομερώς περιγραφόμενες συνθήκες προσεγγίσεως και καταπείσεως των εναγόντων/εκκαλούντων με απατηλά μέσα να προβούν στις επίδικες επενδύσεις δεν νοείται συνδρομή συντρέχοντος πταίσματος αυτών (πολλώ δε μάλλον δεν τίθεται ζήτημα ετοιμότητας τους να προβούν σε χρηματιστηριακή πώληση των ομολόγων τους καθ' ο χρόνο εισπράττουν τόκους με κανονικούς ρυθμούς), αφ' ετέρου δε μετά την ακύρωση των τόκων κατά το μήνα Ιούνιο του έτους 2012 η κατακόρυφη πτώση της χρηματιστηριακής αξίας των εν λόγω προϊόντων και εν τέλει ο μηδενισμός της (μετά την υποχρεωτική μετατροπή αυτών σε μετοχής μηδενικής πραγματικής αξίας) καθιστούν κάθε απόπειρα πωλήσεως αυτών στη χρηματιστηριακή αγορά άνευ αντικειμένου. Άλλωστε, οι εδώ ενάγοντες/εκκαλούντες, ως μέσοι συντηρητικοί αποταμιευτές - επενδυτές, δεν είχαν ειδικές νομικές και χρηματοοικονομικές γνώσεις και, εν πάση περιπτώσει, δεν διέθεταν ειδικούς νομικούς και χρηματιστηριακούς συμβούλους (όπως εθεωρείτο αναγκαίο, κατά τα άνω αναφερόμενα στα σχετικά Ενημερωτικά Δελτία), ώστε να λαμβάνουν συνεχώς νομική και χρηματοοικονομική ενημέρωση για την εξέλιξη της επενδύσεως τους και να αντιλαμβάνονται πλήρως και επαρκώς τις μεταβολές των χρηματιστηριακών δεικτών, για το λόγο δε αυτό μόνη η προς αυτούς αποστολή από την εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία εγγράφων ενημερώσεων (statements) για τις αποδόσεις των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων σε τακτά χρονικά διαστήματα δεν αρκεί προς απόδειξη της πλήρους γνώσεως αυτών περί τη φύση, τη λειτουργία και τους κινδύνους των προϊόντων αυτών, αλλά μόνο περί το χαρακτήρα τους ως επενδύσεων (τον οποίο οι ενάγοντες δεν αμφισβητούν, καθ' όσον δεν ισχυρίζονται ότι τα εν λόγω προϊόντα ήσαν προθεσμιακές καταθέσεις, αλλά προϊόντα ομοιάζοντα προς προθεσμιακές καταθέσεις, προς τις οποίες και συγκρίθηκαν από τους κατά περίπτωση αρμοδίους τραπεζικούς υπαλλήλους, κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα ανωτέρω), τις οποίες όμως ευλόγως θεωρούσαν ασφαλείς και χωρίς κίνδυνο για το επενδυόμενο κεφάλαιο τους, το αυτό δε ισχύει και για τις ενημερωτικές επιστολές της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας προς αυτούς, διότι η αποστολή των εν λόγω εγγράφων καλύπτει μεν τύποις τη γενική υποχρέωση ενημερώσεως των υποψηφίων επενδυτών (με χρήση συνθέτων και μη ευχερώς κατανοητών από τον μέσο μη «επαγγελματία» επενδυτή τεχνικών νομικών χρηματοοικονομικών όρων), δεν αποδεικνύει όμως πλήρη και ουσιαστική γνώση της πραγματικής φύσεως και λειτουργίας των εν λόγω προϊόντων και - προεχόντως - των κινδύνων τους από τους συγκεκριμένους στερούμενους ειδικών νομικών και χρηματοοικονομικών γνώσεων ενάγοντες, στοιχεία, τα οποία κατά τη ζώσα επικοινωνία των τελευταίων με τους κατά περίπτωση αρμοδίους υπαλλήλους (οι οποίοι και είχαν την πρωτοβουλία της προσεγγίσεως των υποψηφίων επενδυτών είτε τηλεφωνικώς είτε δια ζώσης στο πλαίσιο τραπεζικής συναλλαγής) επιμελώς αποσιωπήθηκαν, ενώ παρεσχέθησαν σαφείς διαβεβαιώσεις για την κεφαλαιακή επάρκεια της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, την ασφάλεια του επενδυόμενου κεφαλαίου και την καταγραφή υψηλών αποδόσεων τόκου. Τα ανωτέρω επιρρωνύονται και από το γεγονός ότι ο εικοστός πρώτος και ο τριακοστός, που πώλησαν μετοχές, είχαν απώλεια και όχι κέρδος. Εξάλλου, και η επικουρικώς προβαλλόμενη από την εναγόμενη ένσταση συνυπολογισμού στη ζημία των εναγόντων/εκκαλούντων του κέρδους αυτών από την απόληψη τόκων των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων, που επαναφέρεται εν προκειμένω, τυγχάνει απορριπτέα ως μη νόμιμη, διότι, και αληθούς υποτιθεμένης της εισπράξεως των ως άνω ποσών τόκων από τους ενάγοντες/εκκαλούντες, οι αποδόσεις αυτές δεν συνιστούν κέρδος αυτών από τη ζημία τους, αλλά αποτελούν καρπούς της επενδύσεως τους στα ως άνω επενδυτικά προϊόντα, η οποία σαφώς προέβλεπε συγκεκριμένες απολήψεις. Δηλαδή, οι τόκοι, τους οποίους έλαβαν οι ενάγοντες/εκκαλούντες, αποτελούν μεν κέρδος τους, πλην όμως το κέρδος αυτό δεν προέρχεται από (ήτοι δεν συνδέεται αιτιωδώς με) το ζημιογόνο γεγονός της απώλειας του κεφαλαίου τους λόγω της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς των προστηθέντων υπαλλήλων της εναγόμενης αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, αλλά από την παραχώρηση του κεφαλαίου τους στην τελευταία, η οποία το εκμεταλλεύθηκε με τον προσφορότερο γι' αυτήν τρόπο, αποδίδοντας στους ενάγοντες/εκκαλούντες τους παραγόμενους τόκους, εν πάση δε περιπτώσει ο συνυπολογισμός των εισπραχθέντων τόκων ως κέρδους στη ζημία των εναγόντων/εκκαλούντων παρίσταται στην ένδικη περίπτωση αντίθετος στην καλή πίστη, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών απατηλής προσελκύσεως τους στην αγορά των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων. Περαιτέρω, από την εις βάρος τους τελεσθείσα αδικοπραξία και την άνω ζημία, οι ενάγοντες/εκκαλούντες υπέστησαν ηθική βλάβη για την χρηματική ικανοποίηση της οποίας πρέπει, αφού ληφθούν υπόψη οι συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, ο βαθμός του πταίσματος του υπόχρεου, το είδος και οι συνέπειες της προσβολής, η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών και η αρχή της αναλογικότητας να επιδικαστούν σε καθένα τα εξής ποσά: στον 1° 10.000 ευρώ, στον 2° 6.000 ευρώ, στους 3°, 4° και 5η 5.000 ευρώ σε καθένα, στην 7η 5.000 ευρώ, στον 8° 15.000 ευρώ, στους 9° και 10η 4.000 ευρώ σε καθένα, στον 11° 5.000 ευρώ, στη 12η 2.000 ευρώ, στη 13η 1.000 ευρώ, στη 14η 1.500 ευρώ, στον 15° 8.000 ευρώ, στον 16° 10.000 ευρώ, στους 17° και 18ο 4.000 ευρώ σε καθένα, στον 19° 2.000 ευρώ, στον 20° 6.000 ευρώ, στον 21° 8.000 ευρώ, στον 22° 2.500 ευρώ, στον 23° 10.000 ευρώ, στον 24° 9.000 ευρώ, στον 25° 4.000 ευρώ, στους 26η, 27η, 28° και 29η 2.500 ευρώ σε καθένα, στον 30° 10.000 ευρώ, στον 31° 2.000 ευρώ και στην 32η 2.000 ευρώ. Πρέπει, συνεπώς, αφού έγινε τυπικά δεκτή η έφεση, να γίνει δεκτή και ως κατ' ουσίαν βάσιμη, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, να κρατηθεί και να δικαστεί κατ' ουσίαν η υπόθεση και να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή, ως προς την εναγόμενη/εφεσίβλητη τράπεζα, να υποχρεωθεί αυτή να καταβάλει στους ενάγοντες/εκκαλούντες τα άνω ποσά ως το διατακτικό αναφέρονται, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Τέλος πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του καταβληθέντος παραβόλου στους εκκαλούντες (άρθρ. 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να συμψηφιστεί στο σύνολο της η δικαστική δαπάνη και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων, λόγω της ευλόγου αμφιβολίας για την έκβαση της δίκης (άρθρ. 179, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ)

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Δικάζει κατ' αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ' ουσίαν την έφεση.

 

Εξαφανίζει την υπ' αρ. 240/2019 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ως προς την πρώτη εναγόμενη.

 

Κρατεί και δικάζει κατ' ουσίαν την υπόθεση.

 

Δέχεται εν μέρει την αγωγή ως προς αυτήν.

 

Υποχρεώνει την εναγομένη/εφεσίβλητη να καταβάλει στους ενάγοντες/εκκαλούντες τα εξής ποσά: Α) ως αποζημίωση: τον πρώτο ενάγοντα το ποσό των εκατόν τριάντα επτά χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (137.500), 2) στον δεύτερο ενάγοντα το ποσόν των εξήντα χιλιάδων ευρώ (60.000), 3) στους τρίτο, τέταρτο και πέμπτη ενάγοντες, εις ολόκληρον, το ποσόν των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (500.000), 4) στην έβδομη ενάγουσα, της οποίας νόμιμος εκ διαθήκης κληρονόμος τυγχάνει ο έκτος εκκαλών, το ποσόν των ενενήντα δύο χιλιάδων εννιακοσίων πενήντα επτά ευρώ (92.957), 5) στον όγδοο ενάγοντα το ποσόν των διακοσίων χιλιάδων ευρώ (200.000), 6) στον ένατο και τη δέκατη ενάγοντες, εις ολόκληρον, το ποσόν των ογδόντα χιλιάδων ευρώ (80.000), 7) στον ενδέκατο ενάγοντα το ποσόν των πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000), 8) στη δωδέκατη ενάγουσα το ποσόν των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000) , 9) στη δέκατη τρίτη ενάγουσα το ποσόν των δέκα χιλιάδων ευρώ (10.000), 10) στη δέκατη τέταρτη ενάγουσα το ποσόν των δεκαπέντε χιλιάδων ευρώ (15.000), 11) στον δέκατο πέμπτο ενάγοντα το ποσόν των ενενήντα τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (94.500), 12) στον δέκατο έκτο ενάγοντα το ποσόν των εκατόν ογδόντα οκτώ χιλιάδων διακοσίων εξήντα πέντε ευρώ (188.265), 13) στον δέκατο έβδομο και τη δέκατη όγδοη ενάγοντες, εις ολόκληρον, το ποσόν των εξήντα πέντε χιλιάδων ευρώ (65.000), 14) στον δέκατο ένατο ενάγοντα το ποσόν των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000), 15) στον εικοστό ενάγοντα το συνολικό ποσόν των εξήντα οκτώ χιλιάδων εννιακοσίων ενενήντα ευρώ και είκοσι λεπτών (68.990,20), 16) στον εικοστό πρώτο ενάγοντα το ποσόν των ογδόντα εννέα χιλιάδων ογδόντα δύο ευρώ και ενενήντα ένα λεπτών (89.082,91), 17) στον εικοστό δεύτερο ενάγοντα το ποσόν των είκοσι πέντε χιλιάδων ευρώ (25.000), 18) στον εικοστό τρίτο ενάγοντα το ποσόν των εκατόν ένα χιλιάδων ευρώ (101.000), 19) στον εικοστό τέταρτο ενάγοντα το ποσόν των ενενήντα χιλιάδων ευρώ (90.000), 20) στον εικοστό πέμπτο ενάγοντα το ποσόν των σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000), 21) στην εικοστή έκτη, την εικοστή έβδομη, τον εικοστό όγδοο και την εικοστή ένατη ενάγοντες, εις ολόκληρον, το ποσόν των εκατό χιλιάδων ευρώ (100.000), 22) στον τριακοστό ενάγοντα το ποσόν των εκατόν ενενήντα εννέα χιλιάδων τετρακοσίων ογδόντα δύο ευρώ και ογδόντα λεπτών (199.482,80), 23) στον τριακοστό πρώτο ενάγοντα το ποσόν των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000) και 24) στην τριακοστή δεύτερη ενάγουσα το ποσόν των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000), και Β) ως χρηματική ικανοποίηση: στον 1° το ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ (10.000), στον 2° το ποσό των έξι χιλιάδων ευρώ (6.000), στους 3°, 4° και 5η το ποσό των πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000) σε καθένα, στην 7η το ποσό των πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000), στον 8° το ποσό των δέκα πέντε χιλιάδων ευρώ (15.000), στους 9° και 10η το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων ευρώ (4.000) σε καθένα, στον 11° το ποσό των πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000), στη 12η το ποσό των δύο χιλιάδων ευρώ (2.000), στη 13η το ποσό των χιλίων ευρώ (1.000), στη 14η το ποσό των χιλίων πεντακοσίων ευρώ (1.500), στον 15° το ποσό των οκτώ χιλιάδων ευρώ (8.000), στον 16° το ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ (10.000), στους 17° και 18ο το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων ευρώ (4.000) σε καθένα, στον 19° το ποσό των δύο χιλιάδων ευρώ (2.000), στον 20° το ποσό των έξι χιλιάδων ευρώ (6.000), στον 21° το ποσό των οκτώ χιλιάδων ευρώ (8.000), στον 22° το ποσό των δύο χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (2.500), στον 23° το ποσό των δέκα χιλιάδων ευρω (10.000), στον 24° το ποσό των εννέα χιλιάδων ευρώ (9.000), στον 25° το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων ευρώ (4.000), στους 26η, 27η, 28° και 29η το ποσό των δύο χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (2.500) σε καθένα, στον 30° το ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ (10.000), στον 31° το ποσό των δύο χιλιάδων ευρώ (2.000) και στην 32η το ποσό των δύο χιλιάδων ευρώ (2.000). Όλα δε τα ανωτέρω ποσά με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση.

 
Συμψηφίζει στο σύνολο της τη δικαστική δαπάνη και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων.

 
Διατάζει την επιστροφή του προκαταβληθέντος παραβόλου στους εκκαλούντες.

  Διάσκεψη: 15-9-2022

                                           Να δημοσιευθεί: Η Πρόεδρος

                                              ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ   25-1-23



 

Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ

Η ιστοσελίδα αυτή είναι ένα εργαλείο επικοινωνίας από μια ανεξάρτητη ομάδα ομολογιούχων της Τράπεζας Κύπρου που εν αγνοία τους από καταθέτες έγιναν, με παραπλάνηση, ομολογιούχοι-επενδυτές και τώρα μέτοχοι του ενός cent. Σκοπός της ιστοσελίδας είναι να συντονίσει τον αγώνα μας σε όλα τα επίπεδα και με όλα τα μέσα.