Aγωγές κατά της Τράπεζας Κύπρου για τα αμοιβαία «τύπου ΜΑΕΚ»
Του Τασου Τελλογλου
«Ηλικιωμένος, ανίδεος και αφελής». Με τον τρόπο αυτό οι πιο «αρπακτικοί» από τους παίκτες των μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών αντιμετώπιζαν τους πελάτες στους οποίους πωλούσαν προϊόντα τα οποία ούτε οι ίδιοι κατανοούσαν. Ο λόγος αφορά στους πωλητές των Μετατρέψιμων Αξιογράφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου (ΜΑΕΚ), εκ μέρους της Τράπεζας Κύπρου, όπως προκύπτει από κείμενα αγωγών που περιήλθαν στην κατοχή της «Κ» και κατατίθενται στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθήνας. Συνολικά προγραμματίζεται να κατατεθούν πάνω από 300, σε πρώτη φάση, από συγκεκριμένο δικηγορικό γραφείο για ποσά που προσεγγίζουν δεκάδες εκατ. ευρώ.
Ο συνταξιούχος ναυτικός Γ.Β., 73 ετών, είχε αποταμιεύσει έπειτα από μία ζωή στην εμπορική ναυτιλία 200.000 δολάρια. Ομως όταν έμαθε πως θα κλείσει το υποκατάστημα αμερικανικής τράπεζας στη Θεσσαλονίκη, αποφάσισε να μεταφέρει τις αποταμιεύσεις του στην Τράπεζα Κύπρου. Ο ίδιος δεν ήταν διατεθειμένος με την αγορά των ΜΑΕΚ να αναλάβει οποιοδήποτε ρίσκο. Εκ του αποτελέσματος, ωστόσο, φαίνεται ότι ανέλαβε. Στους ενάγοντες περιλαμβάνονται επίσης τεσσερις συνταξιούχοι, ένας ελαιοχρωματιστής και μία νοικοκυρά. Τρεις από αυτούς είχαν τοποθετήσει τα χρήματά τους κατόπιν συμβουλής υποδιευθυντή καταστήματος. Οι ενάγοντες έχασαν συνολικά 430.000 ευρώ.
Η θέση της τράπεζας
Από την πλευρά του εκδότη των τίτλων, νομικοί κύκλοι σημείωναν, μιλώντας στην «Κ», ότι όσοι μετέτρεπαν τις καταθέσεις τους σε ΜΑΕΚ γνώριζαν πως το κεφάλαιο δεν ήταν εγγυημένο. Ολοι, ωστόσο, οι ενάγοντες αναφέρουν, σύμφωνα με τα κείμενα των αγωγών τους, ότι οι υπάλληλοι της τράπεζας που τους έπεισαν να αγοράσουν τα ΜΑΕΚ παρουσίαζαν την τοποθέτηση «ως προθεσμιακή κατάθεση, με εξασφαλισμένο επιτόκιο και με την εγγύηση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου». Στην πραγματικότητα επρόκειτο για άληκτη, υβριδική, μετατρέψιμη ομολογία μειωμένης εξασφάλισης για τον κάτοχο (subordinated bondholder).
Ο συνήγορος των προσφευγόντων Μ.Μαρκουλάκος επικαλείται τις διατάξεις της MIFID, δηλαδή της διεθνούς νομοθεσίας για την προστασία καταναλωτών στην αγορά παρόμοιων προϊόντων, όπως ισχύει με τον νόμο 3606/2007, σημειώνοντας ότι οι υπάλληλοι δεν είχαν τη σχετική εκπαίδευση για να πωλούν παρόμοια προιόντα ούτε και προχώρησαν στη δημιουργία σχετικού επενδυτικού προφίλ σε όσους πρότειναν να τα αγοράσουν. Στα συμπεράσματα αυτά εξάλλου έχει καταλήξει και ο συνήγορος του καταναλωτή.
Πιο μεγάλο ενδιαφέρον, πάντως,έχει ο ισχυρισμός των εναγόντων ότι το συγκεκριμένο προϊόν εκδόθηκε προκειμένου να δημιουργηθεί «ένα μαξιλάρι» για να απορροφηθούν οι απώλειες της τράπεζας από τη μείωση της αξίας των ελληνικών ομολόγων που διατηρούσε στο χαρτοφυλάκιό της.