Αγωγή ύψους 1εκ κατά της Τρ.Κύπρου κέρδισαν κάτοχοι αξιογράφων
Δικαστική νίκη, για δύο κατόχους αξιογράφων της Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία ΛΤΔ, μετά από απόφαση την οποία εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 24 Αυγούστου 2022 με την οποία ακυρώνεται η αγορά των Μετατρέψιμων Αξιογράφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου και καθιστά απαιτητό το ποσό των €677.250, αφότου αφαιρέθηκαν οι τόκοι που έλαβαν οι ενάγοντες για το πρώτο εξάμηνο 2011, πλέον νόμιμο τόκο από το 2013 όπου εγερθεί η Αγωγή το ποσό το οποίο καλείται η Τράπεζα Κύπρου να καταβάλει ανέρχεται περίπου στο 1 εκατομμύριο ευρώ.
Η απόφαση αυτή είναι από τις πιο σημαντικές αποφάσεις που εκδόθηκαν εναντίον της Τράπεζας σε ότι αφορά το ύψος των αποζημιώσεων υπέρ των κατόχων αξιογράφων.
Η σημασία της είναι ότι στην απόφαση αναλύονται όλα τα επίδικα ζητήματα και το Δικαστήριο εξέτασε όλες τις γραμμές υπεράσπισης των Εναγόμενων.
Σημειώνονται ιδιαίτερα τα ακόλουθα:
1. Το Δικαστήριο εξέτασε και τις τρείς εκδώσεις χρεογράφων- αξιογράφων που εξέδωσε η Τράπεζα Κύπρου στο πλατύ κοινό μεταξύ 2008 έως 2011.
2. Και οι τρείς εκδόσεις κρίθηκαν ως περίπλοκα χρηματοοικονομικά μέσα.
3. Σε σχέση με την πώληση, διάθεση και προώθηση των αξιογράφων εφαρμόζεται ο νόμος περι παροχής επενδυτικών υπηρεσιών του 2007 ο οποίος δημιουργεί δίχτυ προστασίας για τους επενδυτές – ιδιαίτερα τους μη επαγγελματίες επενδυτές.
4. Στην προκειμένη περίπτωση το δικαστήριο έκρινε ότι παρασχέθηκαν οι επενδυτικές υπηρεσίες της λήψης και διαβίβασης εντολών και της παροχής επενδυτικής συμβουλής και για την σύννομη παροχή αυτών των υπηρεσιών η Τράπεζα θα έπρεπε να είχε εφαρμόσει τις δικλείδες ασφαλείας που επιτάσσει η νομοθεσία και στοχεύουν στο να προστατεύσουν ιδιώτες επενδυτές χωρίς πείρα και γνώσεις στον επενδυτικό τομέα από παραπληροφόρηση, ελλιπή κατανόηση κινδύνων επηρεασμό από πρόσωπα με τα οποία είχε αναπτυχθεί μακρόχρονη Τραπεζική σχέση και σύγκρουση συμφέροντος, εφόσον ο εκδότης των αξιών ο οποίος είχε το οικονομικό όφελος από την επιτυχία της έκδοσης ήταν και ο πάροχος επενδυτικών υπηρεσιών.
Συγκεκριμένα το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας έκρινε πως ο περί παροχής επενδυτικών υπηρεσιών Νόμος εφαρμόζετε στις Τράπεζες όταν αυτές προβαίνουν σε παροχή επενδυτικής υπηρεσίας αναφορικά με πολύπλοκα χρηματοοικονομικά μέσα. Στην απόφαση του το δικαστήριο έκρινε ότι η Εναγόμενη παρείχε επενδυτικές υπηρεσίες και ενήργησε κατά παράβαση του νόμου γεγονός που προκάλεσε ζημία στους Ενάγοντες.
Επιπρόσθετα το δικαστήριο εξέτασε την δικογραφημένη θέση των Εναγόντων για απάτη, ψευδής παραστάσεις και κατά πόσο ελλείπει η ελεύθερη συναίνεση των μερών κατά την σύναψη της σύμβασης, Η Εναγόμενη από πλευράς της δικογράφησε την αρχή του κωλύματος και ότι αφού οι ενάγοντες έθεσαν την υπογραφή τους στα τυποποιημένα έντυπα για απόκτηση των αξιών δεν νομιμοποιούνται να ζητούν ακύρωση της σύμβασης. Το δικαστήριο έκρινε ότι «Η Εναγόμενη με δική της πρωτοβουλία προώθησε τα ΜΑΕΚ στον Ενάγοντα και κατ’ επέκταση και στην Ενάγουσα. Είχε ίδιον όφελος αφού με τα κεφάλαια που θα αντλούνταν από τις πιο πάνω εκδόσεις θα ενισχυόταν η κεφαλαιουχική της επάρκεια και συγκεκριμένα τα πρωτοβάθμια κεφάλαια της. Η Εναγόμενη παρουσίασε στους Ενάγοντες τα ΜΑΕΚ ως ασφαλή τραπεζικά καταθετικά σχέδια, προβαίνοντας, μέσω των δύο λειτουργών της, στις διάφορες συμβουλές, προτροπές, παροτρύνσεις, δηλώσεις, τοποθετήσεις κ.ο.κ.,»
Το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση με την οποία:
(α) η σύμβαση απόκτησης των επιδίκων ΜΑΕΚ κηρύττεται άκυρη,
(β) η Εναγόμενη οφείλει στους Ενάγοντες €677.250, με νόμιμο τόκο από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής μέχρι εξόφλησής τους και
(γ) οι Ενάγοντες, άμα την προγενέστερη λήψη της πιο πάνω επιδικασθείσας υπέρ τους αποζημίωσης (πλέον τους τόκους), οφείλουν να μεταβιβάσουν και/ή εγγράψουν στην Εναγόμενη και/ή μεριμνήσουν ώστε η τελευταία καταστεί δικαιούχος και/ή ιδιοκτήτης των όποιων τυχόν αξιών, μετοχών ή άλλων χρηματοοικονομικών μέσων κατέχουν σήμερα, οι/τα οποίες/α αποτελούν απόρροια των επίδικων ΜΑΕΚ.
Τα έξοδα, επιδικάστηκαν υπέρ των Εναγόντων και εναντίον της Εναγόμενης, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Τον ενάγοντα εκπροσώπησε το δικηγορικό γραφείο Μαρίνα Α. Σιαμμούτη Δ.Ε.Π.Ε.