Ένα βήμα πριν την τελική ετυμηγορία του δικαστηρίου για την 1η υπόθεση Τρ. Κύπρου
Με την τελική αγόρευση του συνηγόρου υπεράσπισης του Γιάννη Κυπρή ολοκληρώθηκε σήμερα η διαδικασία των τελικών αγορεύσεων των κατηγορουμένων στην ποινική υπόθεση εναντίον της Τράπεζας Κύπρου και πέντε πρώην υψηλόβαθμων στελεχών της ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας.
Η Κατηγορούσα Αρχή θα προβεί στη δική της τελική αγόρευση στις 18 Οκτωβρίου, με την οποία θα δώσει απαντήσεις στα όσα υποστήριξαν στις αγορεύσεις τους οι δικηγόροι των κατηγορουμένων, προτού το δικαστήριο επιφυλάξει την τελική του ετυμηγορία.
Κατηγορούμενοι στην υπόθεση, εκτός από τον κ. Κυπρή, είναι η Τράπεζα Κύπρου ως νομικό πρόσωπο και οι Θεόδωρος Αριστοδήμου, Αντρέας Αρτέμη, Ανδρέας Ηλιάδης και Γιάννης Πεχλιβανίδης, με κύρια κατηγορία αυτή της χειραγώγησης της αγοράς.
Ο δικηγόρος του κ. Κυπρή, Ηλίας Στεφάνου, στη γραπτή του αγόρευση, υποστηρίζει πως «το όλο οικοδόμημα της Κατηγορούσας Αρχής δεν είναι στέρεο», ώστε το Δικαστήριο να μπορεί με ασφάλεια να προβεί σε ευρήματα, τα οποία να μπορούν να αποδείξουν την κατηγορία 2 που αφορά τον πελάτη του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Σύμφωνα με τη κατηγορία 2, ο κ. Κυπρή, και οι άλλοι συγκατηγοούμενοι του κατηγορούνται ότι μεταξύ 14/06/2012 και 26/06/2012 χειραγώγησαν την αγορά, παραλείποντας να προβούν στις δέουσες ενέργειες έτσι ώστε να εκδοθεί από την τράπεζα δημόσια ανακοίνωση σημαντικού γεγονότος, δηλαδή ότι οι κεφαλαιουχικές ανάγκες της είχαν αυξηθεί σημαντικά σε σχέση με το ποσό των 200 εκ, περίπου 400 εκ., που είχε ανακοινωθεί στις 10/05/2012.
Ο δικηγόρος του κ. Κυπρή διατυπώνει επίσης τη θέση ότι το σύνολο της μαρτυρίας κατέδειξε ότι ο κ. Κυπρή «καλόπιστα και χωρίς τα όποια ιδιοτελή ή αλλότρια κίνητρα λειτουργούσε, κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, υπέρ των συμφερόντων των επενδυτών και μετόχων».
Ο Ηλίας Στεφάνου σημειώνει ότι όπως προκύπτει από την μαρτυρία του κ. Κυπρή, «κάθε αναφορά του στηριζόταν, είτε σε έγγραφα ή στοιχεία ή τεκμήρια ή μαρτυρία άλλων μαρτύρων κατηγορίας ή υπεράσπισης, είτε στην κοινή λογική».
Και στην παρούσα υπόθεση, προσθέτει στην αγόρευση του κ. Στεφάνου, η διαζευκτική εκδοχή ή πιθανότητα, «η οποία εξάγεται εύλογα από την ολότητα της μαρτυρίας ενώπιον του Δικαστηρίου», είναι πως ο κ. Κυπρή «καλόπιστα δεν θεωρούσε, κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, ότι υπήρχε εκείνο το ( σημαντικό) γεγονός, η ανακοίνωση του οποίου θα μπορούσε να βοηθούσε τους επενδυτές ή και δεν θα τους σύγχυζε περισσότερο, στη διαμόρφωση της όποιας επενδυτικής κρίσης».
Ο δικηγόρος του κ. Κυπρή αναφέρει στην αγόρευσή του ότι «δεν υπήρχε ως τελειωμένο γεγονός( αν και συνολικά θα πρέπει να εξετάζεται) το όποιο συγκεκριμένο ποσό, κατά την περίοδο που αναφέρεται στη 2η κατηγορία, αφού υπήρχαν καίρια θέματα τα οποία εκκρεμούσαν και δεν είχαν ξεκαθαρίσει μέχρι και τις 26/06/2012».
Υποστηρίζει επίσης ότι εάν η Τράπεζα προέβαινε σε ανακοίνωση, τότε αυτή θα ήταν ελλιπής και αυτό θα ήταν αντίθετο με το τι ορίζει η σχετική Οδηγία την οποία οι Κατηγορούμενοι όφειλαν να ακολουθούν. «Το σημαντικό γεγονός, που στην προκειμένη περίπτωση ήταν η αύξηση του κεφαλαιουχικού ελλείμματος κατά 200 εκ., δεν προκύπτει από τη μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου ότι ήταν ξεκάθαρα υπαρκτό κατά τον ουσιώδη χρόνο του κατηγορητηρίου και άρα έπρεπε να ανακοινωθεί», σημειώνει.
Ο κ. Στεφάνου ισχυρίστηκε ότι ο πελάτης του «δεν είχε κανένα ιδιοτελές ή ευτελές κίνητρο για να τελέσει το αποδιδόμενο σε αυτόν ποινικό αδίκημα» και πως «η εικόνα των κεφαλαιουχικών αναγκών της Τράπεζας ήταν ένα παζλ, το οποίο για να ολοκληρωθεί και να μπορεί να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα με συγκεκριμένο περιεχόμενο, ως αυτό εμφαίνεται στο κατηγορητήριο, έπρεπε να μπουν στη θέση τους πολλά κομμάτια, από πολλούς ‘παράγοντες’».
Η σχετική μαρτυρία, αναφέρει στην αγόρευση του ο κ. Στεφάνου, «δεικνύει ότι σημαντικά κομμάτια του παζλ των πραγματικών κεφαλαιουχικών αναγκών, ήταν εν αγνοία του κ. Κυπρή και τοποθετήθηκαν μετά τις 19 Ιουνίου, όπως η επιστολή Ηλιάδη στις 20 Ιουνίου, η τελική θέση των ελεγκτών επί της πρόσθετης απομείωσης των ΟΕΔ, το ναυάγιο των προσπαθειών για πώληση των ασφαλιστικών εταιριών στις 22 Ιουνίου και η επιτροπή Maxi που έλαβε χώρα στις 26 Ιουνίου».
Καταλήγοντας, ο κ. Στεφάνου υποστήριξε ότι τόσο ο πελάτης του όσο και οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι «δικαίως δηλώνουν αθώοι στην Κατηγορία 2».
Το Κακουργιοδικείο με ενδιάμεση απόφαση του στις 27 Απριλίου 2016 έκρινε ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση σε πέντε από τις έξι κατηγορίες εναντίον των κατηγορουμένων, καλώντας τους σε απολογία. Με την ίδια απόφαση είχε απαλλάξει τους κατηγορούμενους από την κατηγορία της συνωμοσίας για την οποία το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν έχει καταδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση.
Για όλους τους κατηγορούμενους ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας, μέχρι αποδείξεως της ενοχής τους πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Εξάλλου, η ακρόαση της 3ης ποινικής υπόθεσης εναντίον στελεχών της Τράπεζας Κύπρου που αφορά στην επαναταξινόμηση των ομολόγων της Τράπεζας, και η οποία βρίσκεται ενώπιον άλλου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας, αναβλήθηκε σήμερα για τις 29, 30 και 31 Ιανουαρίου 2018 και ώρα 9 το πρωί. Κατά συνέπεια οι ημερομηνίες που είχαν δοθεί για ακρόαση της υπόθεσης μέσα σ’ αυτό το μήνα ακυρώνονται.