Οι τρεις αμφιλεγόμενες κινήσεις του Χούρικαν
Άφησε μεγάλη κληρονομιά στην Τράπεζα Κύπρου, ωστόσο αφήνει και πολλά ανοιχτά ζητήματα στο νέο CEO
Αδιαμφισβήτητα ο Τζον Πάτρικ Χούρικαν έδειξε μεγάλο έργο στη θητεία του ως CEO της Τράπεζας Κύπρου. Παρέλαβε μια τράπεζα εν μέσω μεγάλης κρίσης, με τα περισσότερα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια από όλες τις κυπριακές τράπεζες, σε ένα μεταβατικό για όλη τη τραπεζική βιομηχανία στάδιο.
Έθεσε ως στόχο να «καθαρίσει» τον ισολογισμό της Τράπεζας από τα συσσωρευμένα «τοξικά» δάνεια των 15 δισεκατομμυρίων ευρώ. Και κατάφερε να τα ρίξει στο 1/3, ενώ έχει προχωρήσει στις απαιτούμενες κινήσεις για να μειώσει η τράπεζα ακόμα κατά 3 δισ. ευρώ με μία πώληση.
Εθεσε ως στόχο να αποπληρώσει στην ολότητά του όσο πιο γρήγορα ήταν δυνατό το ποσό της έκτακτης ρευστότητας που είχε λάβει η τράπεζα από τον μηχανισμό παροχής ρευστότητας, τον ELA. Χρειάστηκε βεβαίως 3.5 χρόνια για να το κατορθώσει και αρχές του 2017 η τράπεζα ανακοίνωσε την επιτυχή αποπληρωμή του.
Τέλος, ο Τζ. Χούρικαν υπεραμύνθηκε της τεχνολογικής αναβάθμισης της τράπεζας και από το 2017 είδαμε μεγάλες κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση, όπως για παράδειγμα με τη συνεργασία με την IBM. Όπως τόνιζε και ο ίδιος σε κάθε ευκαιρία, ήταν ζήτημα βιωσιμότητας της κάθε τράπεζας η τεχνολογική αναβάθμιση.
Ωστόσο, ταυτόχρονα με την μεγάλη κληρονομιά προέβη και σε μερικές αμφιλεγόμενες κινήσεις οι οποίες από αρκετούς χαρακτηρίστηκαν και ως λανθασμένες. Και όλες έγιναν μετά το 2016, μετά την πρώτη του παραίτηση στα μέσα του 2015.
Στα χωράφια του Real Estate
Η Remu ήταν για πολλούς η πρώτη βεβιασμένη και εμμέσως πλην σαφώς λάθος κίνηση που προέβη. Παρά το ότι η Τράπεζα Κύπρου και ως τμήμα λειτουργεί ορθά, έχει μετατρέψει την Τράπεζα ως το δεύτερο μεγαλύτερο γαιοκτήμονα της Κύπρου μετά την εκκλησία. Η αξία των ακινήτων, χωραφιών και εμπορικών ακινήτων που έχει στην κατοχή της φλερτάρει συνεχώς με 1.5 - 1.6 δισ. ευρώ. Ενώ είναι αποτέλεσμα αναδιαρθρώσεων και ανταλλαγής χρέους προς ακίνητα, άρα μειώθηκαν κατά αυτό τον τρόπο και τα ΜΕΔ της τράπεζας, είναι ένα βάρος για το οποίο πρέπει η τράπεζα κάποια στιγμή να κάνει δραστική κίνηση.
Η Remu είναι «ενεργή» και παρουσιάζει έργο κάθε τριμηνία βάσει των αποτελεσμάτων της τράπεζας, αλλά το ποσό των ακινήτων είναι πάντα σχεδόν κολλημένο στο ποσό που προαναφέρθηκε. Και γι΄αυτό έχει επικριθεί πολλάκις η Τράπεζα Κύπρου πως από Τράπεζα έχει εισχωρήσει στα χωράφια της Real Estate αγοράς.
Λάθος έκθεση
Δεύτερη κίνηση που δεν φάνηκε εντέλει να λειτουργεί υπέρ της, ήταν να μπει στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου (LSE). Στο τέλος του 2016 οι μέτοχοι είπαν το «ναι» ομοφώνως για να μπει η Τρ. Κύπρου στο LSE και πράγματι μπήκε με τους καλύτερους οιωνούς. Η μετοχή τον πρώτο μήνα φλέρταρε συνεχώς πάνω από 3 ευρώ, ενώ στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου η μετοχή της είχε ανεβεί επίσης στα ίδια επίπεδα. Ο γράφων αντιλαμβάνεται πως η Τράπεζα Κύπρου προχώρησε σε μια τέτοια κίνηση διότι θεωρούσε πως είναι προς το συμφέρον της τράπεζας και θα της έδινε τη φήμη και την αναγνώριση από διεθνείς επενδυτές. Μην ξεχνάμε πως, την Κύπρο την έμαθαν παγκοσμίως λόγω του κουρέματος και ως ένα από τα κράτη τα οποία είχαν μπει σε πρόγραμμα οικονομικής στήριξης από διεθνείς δανειστές. Η τιμή της μετοχής της Τράπεζας Κύπρου δεν συνέχισε για πολύ να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα και το 2018 έφτασε κοντά στα επίπεδα του 1.08 ευρώ. Και ήταν για αρκετό καιρό σε αυτά τα επίπεδα αν και δεν αντικατόπτριζε την τιμή της μετοχής της τράπεζας. Ήταν άδικα σε αυτά τα επίπεδα.
Η αρχική προβολή της όμως στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου και τα περί αναγνωρισιμότητας γύρισαν «μπούμερανγκ». Για την χαμηλή τιμή της μετοχής τραπεζικοί κύκλοι σημειώνουν πως μεγάλο ρόλο έπαιξε η έκθεση της τράπεζας στο Λονδίνο. Είναι μια θέση που ενισχύεται από το γεγονός πως ενώ μέσα στους σχεδιασμούς της ήταν να προχωρήσει σε «premium» εγγραφή σε ένα εύλογο διάστημα μετά την εισχώρηση της Τράπεζας στο LSE, οι σχεδιασμοί αυτοί έχουν μπει στο ντουλάπι.
Μείωση κόστους που κοστίζει
Η Τράπεζα Κύπρου και συγκεκριμένα ο μέχρι πρότινος ισχυρός άνδρας της Τρ. Κύπρου Τζ. Χούρικαν ήταν αυτός που «σήκωσε ανάστημα» και πρόβαλε ως μεγάλο πρόβλημα που χρήζει αντιμετώπισης, τη μείωση του κόστους της τράπεζας. Ενώ προχώρησε σε προγράμματα εθελουσίας εξόδου που μείωσαν κατά πολύ τους υπαλλήλους της τράπεζας, ρίχνοντας παράλληλα το βάρος του στην τεχνολογική αναβάθμιση της τράπεζας, δεν κατάφερε να μειώσει τα έξοδα. Αντιθέτως, στον τομέα μείωσης κόστους προς τα έσοδα η Τράπεζα Κύπρου όχι μόνο δεν μείωσε το δείκτη, αλλά ενώ το 2014 κυμαινόταν κάτω από 50%, έφτασε το 2019 λίγο πριν την περαίωση της θητείας του κ. Χούρικαν να είναι στο 63%.
Συνάμα, στο τραπέζι έθεσε το ζήτημα των επιβραβεύσεων – αυξήσεων της τράπεζας στους υπαλλήλους της, θέλοντας την ίδια ώρα να εισάγει ένα πιο «αξιοκρατικό» σύστημα επιβράβευσης και να καταργηθούν τα «αναχρονιστικά» συστήματα που βασίζονται μόνο στα χρόνια εμπειρίας του εργαζομένου. Εκεί βρήκε μπροστά του την Ένωση Τραπεζικών Υπαλλήλων Κύπρου (ΕΤΥΚ), με τους οποίους υπήρξε μετωπική σύγκρουση από το δεύτερο μισό του 2017 και εντεύθεν. Παρόλη τη σύγκρουση, η Τράπεζα συνεχίζει μέχρι και τώρα να παραχωρεί τις προσαυξήσεις στους υπαλλήλους.