Τμήμα από τα αποτελέσματα του 9-μήνου της Τράπεζας Κύπρου
21. Ομολογιακά δάνεια (συνέχεια)
Βραχυπρόθεσμα εμπορικά χρεόγραφα
Η Εταιρία διατηρεί Πρόγραμμα Ευρωπαϊκών Εμπορικών Χρεογράφων (ECP Programme) συνολικού ονομαστικού ποσού μέχρι €1.000 εκατ. (31 Δεκεμβρίου 2013: €1.000 εκατ.). Με βάση τους όρους σύστασης του Προγράμματος, τα Εμπορικά Χρεόγραφα εκδίδονται σε διάφορα νομίσματα, με έκπτωση από την αρχική τιμή έκδοσης και δεν είναι τοκοφόρα. Τα χρεόγραφα έχουν διάρκεια μέχρι 364 μέρες και δεν είναι εισηγμένα. Επί του παρόντος δεν υπάρχουν εκδομένα εμπορικά χρεόγραφα.
Άλλα ομολογιακά δάνεια
Τα Πιστοποιητικά Καταθέσεων και Γραμμάτια εκδόθηκαν από τη CB Uniastrum Bank LLC σε Ρωσικά Ρούβλια στο άρτιο, έχουν διάρκεια μέχρι ένα έτος και δεν είναι εισηγμένα.
Καλυμμένα αξιόγραφα
Η Εταιρία διατηρεί πρόγραμμα για την έκδοση Καλυμμένων Αξιογράφων ύψους μέχρι €5.000 εκατ. σύμφωνα με τον περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμο της Κύπρου και την περί Καλυμμένων Αξιογράφων Οδηγία της ΚΤΚ.
Στο πλαίσιο του Προγράμματος, η Εταιρία εξέδωσε τον Δεκέμβριο του 2011 καλυμμένα αξιόγραφα ύψους
€1.000 εκατ. Τα καλυμμένα αξιόγραφα είχαν διάρκεια 3 χρόνια με δυνατότητα παράτασης της αποπληρωμής τους κατά ένα έτος, έφεραν τριμηνιαίο επιτόκιο Euribor πλέον 1,25% ετησίως και διαπραγματεύονταν στο Χρηματιστήριο Αξιών του Λουξεμβούργου. Οι όροι έκδοσης των καλυμμένων αξιογράφων ύψους €1.000 εκατ. τα οποία είναι εξασφαλισμένα με ενυπόθηκα οικιστικά δάνεια στην Κύπρο έχουν αναθεωρηθεί, λήγουν στις 12
Ιουνίου 2017 και φέρουν ετήσιο επιτόκιο το τριμηνιαίο επιτόκιο Euribor πλέον 3,25%. Ο τόκος καταβάλλεται σε τριμηνιαία βάση.
Δάνεια και απαιτήσεις από πελάτες που χρησιμοποιούνται ως εξασφάλιση για καλυμμένα ομόλογα παρουσιάζονται στη Σημείωση 29.
Καμία υποχρέωση από την έκδοση καλυμμένων αξιογράφων δεν παρουσιάζεται στα ομολογιακά δάνεια στον ενοποιημένο ισολογισμό γιατί οι σχετικοί τίτλοι που εκδόθηκαν κατέχονται από την Εταιρία.
Περισσότερες πληροφορίες σε σχέση με τα καλυμμένα αξιόγραφα που έχει εκδώσει η Εταιρία δημοσιοποιούνται στην ιστοσελίδα του Συγκροτήματος στην ενότητα Σχέσεις Επενδυτών/Πιστωτικοί Τίτλοι.
Ομόλογα εγγυημένα από την Κυπριακή Κυβέρνηση
Βάσει των όρων των διαταγμάτων που εκδόθηκαν από την Αρχή Εξυγίανσης για την εξαγορά της Λαϊκής Τράπεζας, η Εταιρία ανέλαβε τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της Λαϊκής Τράπεζας ως εκδότης των δύο Εγγυημένων από την Κυβέρνηση Ομολόγων, ύψους €500 εκατ. το καθένα. Τα ομόλογα εκδόθηκαν από τη Λαϊκή Τράπεζα στις 14 Νοεμβρίου και 27 Νοεμβρίου του 2012 αντίστοιχα και είχαν διάρκεια 364 ημέρες. Τον Νοέμβριο του 2013, η διάρκεια των ομολόγων παρατάθηκε κατά ένα επιπλέον έτος. Τον Νοέμβριο του 2014 η διάρκεια των ομολόγων παρατάθηκε για περαιτέρω περίοδο τριών ετών. Τα ομόλογα φέρουν ετήσιο σταθερό επιτόκιο 5%. Τα ομόλογα είναι εγγυημένα από την Κυπριακή Κυβέρνηση και εκδόθηκαν σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία και τα διατάγματα για τον ‘Περί της Παραχώρησης Κυβερνητικών Εγγυήσεων για τη Σύναψη Δανείων ή/και την Έκδοση Ομολόγων από Πιστωτικά Ιδρύματα Νόμο’. Καμία υποχρέωση από την έκδοση αυτών των ομολόγων δεν παρουσιάζεται στα ομολογιακά δάνεια στον ενοποιημένο ισολογισμό γιατί οι σχετικοί τίτλοι που εκδόθηκαν κατέχονται εξ’ ολοκλήρου από την Εταιρία. Τα ομόλογα είναι ενεχυριασμένα ως εξασφαλίσεις για τη λήψη χρηματοδότησης από κεντρικές τράπεζες. Τα ομόλογα είναι εισηγμένα στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου.
22. Λοιπές υποχρεώσεις
Οι λοιπές υποχρεώσεις στις 30 Σεπτεμβρίου 2014 περιλαμβάνουν αναβαλλόμενη φορολογική υποχρέωση ύψους
€45.984 χιλ. (31 Δεκεμβρίου 2013: €49.937 χιλ.) και υποχρεώσεις προγραμμάτων αφυπηρέτησης ύψους
€9.870 χιλ. (31 Δεκεμβρίου 2013: €9.139 χιλ.).
Επιπλέον, στις λοιπές υποχρεώσεις περιλαμβάνεται ένα αρνητικό ποσό ύψους €297 χιλ. το οποίο αφορά μετοχές που υπόκεινται σε προσωρινά διατάγματα (31 Δεκεμβρίου 2013: αρνητικό ποσό ύψους €58.922 χιλ.).
22.1 Επιδικίες και υπό διαιτησία διαφορές
Οι λοιπές υποχρεώσεις στις 30 Σεπτεμβρίου 2014 περιλαμβάνουν προβλέψεις για επιδικίες ή υπό διαιτησία διαφορές ύψους €64.784 χιλ. (31 Δεκεμβρίου 2013: €52.312 χιλ.).
Η αναγνώριση προβλέψεων για επιδικίες και υπό διαιτησία διαφορές καθορίζεται σύμφωνα με τις λογιστικές πολιτικές που παρατίθενται στην Σημείωση 3.33 των Ενοποιημένων Οικονομικών Καταστάσεων για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2013.
Το Συγκρότημα αντιμετωπίζει νομικές και κανονιστικές προκλήσεις, πολλές από τις οποίες δεν είναι στον έλεγχό του. Η έκταση της επίδρασης αυτών των προκλήσεων, με τις οποίες το Συγκρότημα είναι ήδη αντιμέτωπο ή πιθανόν να αντιμετωπίσει στο μέλλον, δεν μπορεί πάντοτε να προβλεφθεί με βεβαιότητα αλλά μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τη φήμη, τις εργασίες, τα οικονομικά αποτελέσματα και καταστάσεις, καθώς και τις προοπτικές του. Ταυτόχρονα, οι περισσότερες περιπτώσεις και θέματα αφορούν την περίοδο πριν από την έκδοση των Διαταγμάτων Εξυγίανσης, καθώς και τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν ως αποτέλεσμα των εν λόγω Διαταγμάτων. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η Εταιρία θεωρεί ότι κατέχει βιώσιμες τακτικές υπεράσπισης που θα χρησιμοποιήσει κατά τη διάρκεια των σχετικών διαδικασιών.
Εκτός από τα θέματα που περιγράφονται πιο κάτω, το Συγκρότημα δεν θεωρεί ότι οποιοδήποτε από αυτά είναι σημαντικά είτε σε ατομική βάση είτε συλλογικά. Όταν μια πρόβλεψη σε ατομική βάση είναι σημαντική, το γεγονός ότι έγινε πρόβλεψη αναφέρεται και καθορίζεται το ποσό. Η αναγνώριση οποιασδήποτε πρόβλεψης δεν καθιστά παραδοχή αδικοπραγίας ή νομικής υποχρέωσης.
Παρόλο που η έκβαση αυτών των θεμάτων είναι από τη φύση τους αβέβαιη, η διεύθυνση πιστεύει ότι, με βάση τη διαθέσιμη πληροφόρηση, έχουν γίνει κατάλληλες προβλέψεις σε σχέση με τις νομικές διαδικασίες και τα κανονιστικά θέματα στις 30 Σεπτεμβρίου 2014. Δεν είναι πρακτικά εφικτό να υπολογιστεί η συνολική εκτίμηση της ενδεχόμενης υποχρέωσης για νομικές διαδικασίες και κανονιστικά θέματα της Εταιρίας.
Έρευνες και δικαστικές υποθέσεις τίτλων που εκδόθηκαν από την Εταιρία
Αριθμός πελατών έχουν καταχωρήσει αγωγές εναντίον της Εταιρίας ισχυριζόμενοι ότι είχαν παραπλανηθεί σε αγορά χρεωστικών τίτλων, που είχαν εκδοθεί από την Εταιρία, απαιτώντας διάφορες θεραπείες, περιλαμβανομένης και της επιστροφής των χρημάτων που είχαν καταβάλει. Η Εταιρία υπερασπίζεται τις εν λόγω απαιτήσεις, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον δικαστηρίων, στην Κύπρο και την Ελλάδα.
Η Εταιρία παρατηρεί ότι οι αγωγές αυτές διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους. Στην περίπτωση πολλών από αυτών (συμπεριλαμβανομένων όλων των θεσμικών επενδυτών και επενδυτών που είχαν λάβει επενδυτικές συμβουλές από ανεξάρτητους συμβούλους επενδύσεων πριν προχωρήσουν με την αγορά), η Εταιρία πιστεύει ότι έχει μια σειρά από βάσιμες υπερασπίσεις, που θα προβάλει κατά τη διάρκεια των διαδικασιών, ιδίως όσον αφορά τους θεσμικούς κατόχους. Στην περίπτωση των ιδιωτών επενδυτών, ιδίως όταν μπορεί να τεκμηριωθεί ότι τα αρμόδια στελέχη της Εταιρίας, τους ‘έπεισαν’ να προχωρήσουν με την αγορά ή/και σκόπευαν να προσφέρουν ‘επενδυτική συμβουλή’, η Εταιρία μπορεί να αντιμετωπίσει μεγαλύτερες δυσκολίες. Σε κάθε περίπτωση, η κατάληξη των αγωγών στα δικαστήρια της Κύπρου και της Ελλάδας πιθανόν να διαρκέσει αρκετά χρόνια. Ενώ δεν μπορεί να υπάρξει καμία διαβεβαίωση ότι η Εταιρία θα είναι επιτυχής στην υπεράσπιση των αγωγών αυτών, δεν θεωρείται ότι οι εν λόγω αγωγές θα έχουν σημαντική επίπτωση στη χρηματοοικονομική κατάσταση του Συγκροτήματος.
Επιπλέον, η ΚΤΚ διενήργησε έρευνα σε σχέση με την έκδοση αξιογράφων κεφαλαίου από την Εταιρία και κατέληξε ότι η Εταιρία παραβίασε ορισμένες κανονιστικές απαιτήσεις σχετικά με την έκδοση Μετατρέψιμων Αξιογράφων Κεφαλαίου το 2009, αλλά δεν διαπιστώθηκε καμία παράβαση κανονιστικών απαιτήσεων σε σχέση με την έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιογράφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου. Η ΚΤΚ επέβαλε στην Εταιρία πρόστιμο
€4 χιλ. Η Εταιρία έχει καταχωρήσει προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο της Κύπρου (το “Ανώτατο
Δικαστήριο”), ενάντια στην απόφαση και στην επιβολή προστίμου από την ΚΤΚ.
Έρευνα Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (ΕΚ) Ελλάδος
Η Εταιρία είναι υπό διερεύνηση στην Ελλάδα από την ΕΚ Ελλάδος, σε σχέση με την έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιογράφων Κεφαλαίου το 2009 και την έκδοση των ΜΑΕΚ το 2011. Η ΕΚ Ελλάδος διερευνά κατά πόσον η Εταιρία παραβίασε ορισμένες διατάξεις της Ελληνικής νομοθεσίας αναφορικά με την παροχή επενδυτικών συμβουλών χωρίς να έχει συνάψει τις απαιτούμενες συμφωνίες με τους πελάτες ή χωρίς να έχει πραγματοποιήσει τον απαιτούμενο έλεγχο καταλληλότητας, σύμφωνα με το άρθρο 25 του Ελληνικού Νόμου
3606/2007 (μεταφορά της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ για τις Αγορές Χρηματοπιστωτικών Μέσων) και του εφαρμοστέου κανονισμού.
Η ΕΚ Ελλάδος δύναται να επιβάλει πρόστιμο έως €3.000 χιλ. ή ένα ποσό ίσο με το διπλάσιο οποιοδήποτε οφέλους που προέκυψε για την Εταιρία. Σε περίπτωση που η ΕΚ Ελλάδος επιβάλλει πρόστιμο στην Εταιρία, τότε η Εταιρία έχει το δικαίωμα να προσφύγει στα διοικητικά δικαστήρια στην Ελλάδα. Μια δυσμενής έκβαση μπορεί να διευκολύνει αστικές αγωγές εναντίον της Εταιρίας. Ωστόσο, το Συγκρότημα δεν αναμένει ότι η τελική έκβαση θα έχει σημαντική αρνητική επίπτωση στην οικονομική κατάσταση ή στη φήμη του Συγκροτήματος. Αν και η απόφαση της ΕΚ Ελλάδος για το θέμα αυτό δεν θα είναι δεσμευτική για τα Ελληνικά ή Κυπριακά δικαστήρια, μπορεί να τεθεί ενώπιον του δικαστηρίου από τους ενάγοντες σε οποιαδήποτε διαδικασία εναντίον της Εταιρίας.
Συνολικά, αν και η έγκριση πολλών δικαστικών διαδικασιών μπορεί να αναμένεται, δεν αναμένεται ότι οι διαδικασίες αυτές, όταν ολοκληρωθούν, θα έχουν σημαντική επίπτωση στην οικονομική κατάσταση του Συγκροτήματος.
Έρευνες Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (ΕΚ) Κύπρου
Στις 2 Αυγούστου 2013, η ΕΚ Κύπρου δημοσίευσε τα συμπεράσματά της σχετικά με την έρευνα που διεξήγαγε στην Εταιρία σε σχέση με τη μη δημοσιοποίηση τον Ιούνιο του 2012 σημαντικών πληροφοριών στους επενδυτές σχετικά με το ύψος του κεφαλαιακού ελλείμματος για κάλυψη των απαιτήσεων της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ). Η ΕΚ Κύπρου κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Εταιρία έχει παραβεί τον ‘περί των Πράξεων Προσώπων που Κατέχουν Εμπιστευτικές Πληροφορίες και των Πράξεων Χειραγώγησης της Αγοράς (Κατάχρηση Αγοράς) Νόμο του 2005’ και στις 27 Νοεμβρίου 2013 επέβαλε διοικητικό πρόστιμο στην Εταιρία ύψους €70 χιλ. Η ΕΚ Κύπρου επέβαλε επίσης διοικητικά προστίματα σε ορισμένα από τα τότε μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου. Στις 14 Αυγούστου 2013, η Εταιρία καταχώρησε προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να προσβάλει την απόφαση της ΕΚ Κύπρου η οποία δημοσιεύτηκε στις 2 Αυγούστου 2013. Στις 8 Ιανουαρίου
2014, η Εταιρία καταχώρησε προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να προσβάλει την απόφαση της
ΕΚ Κύπρου (όσον αφορά την Εταιρία) ημερομηνίας 27 Νοεμβρίου 2013.
Η ΕΚ Κύπρου έχει ολοκληρώσει (σε δύο στάδια) κατά τη διάρκεια του 2013 και 2014 την έρευνά της, όσον αφορά την έκθεση του Συγκροτήματος σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, σχετικά με τη μη δημοσιοποίηση σημαντικών πληροφοριών και άλλων ελλείψεων εταιρικής διακυβέρνησης. Η ΕΚ Κύπρου έχει εκδώσει δύο αποφάσεις, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η Εταιρία παραβίασε ορισμένους νόμους σχετικά με τη δημοσιοποίηση πληροφοριών και επέβαλε διοικητικά πρόστιμα στην Εταιρία συνολικού ύψους €1.110 χιλ. Έχει επίσης επιβάλει πρόστιμα σε ορισμένα από τα τότε μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και της διοίκησης της Εταιρίας. Η Εταιρία προσέφυγε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου σχετικά με τις αποφάσεις της ΕΚ Κύπρου και τα προστίματα που της επιβλήθηκαν. Στο μεταξύ η ΕΚ Κύπρου έχει καταθέσει αγωγές εναντίον της Εταιρίας για τη μη καταβολή των προστίμων που της επιβλήθηκαν.
Πρόσφατα, η ΕΚ Κύπρου εξέδωσε την απόφασή της σχετικά με τη μη δημοσιοποίηση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων του Συγκροτήματος για το έτος 2012 εντός των νομικά καθορισμένων χρονικών ορίων. Δεν επιβλήθηκε πρόστιμο, αλλά έχει γίνει επίπληξη.
Τον Οκτώβριο 2014, η ΕΚ Κύπρου εξέδωσε ορισμένες ‘παρατηρήσεις’ προς την Εταιρία σχετικά με ορισμένα θέματα στις οικονομικές της καταστάσεις για το 2010 και 2011 που αφορούν κάποιες γνωστοποιήσεις για τις παραδοχές που χρησιμοποιήθηκαν για τον έλεγχο απομείωσης της υπεραξίας. Δεν επιβλήθηκε πρόστιμο και δεν έχει γίνει οποιαδήποτε επίπληξη.
Επιπρόσθετα, η ΕΚ Κύπρου βρίσκεται στη διαδικασία διερεύνησης:
- Της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της CB Uniastrum Bank LLC το 2008.
- Της απομείωσης της υπεραξίας της CB Uniastrum Bank LLC, που αναγνωρίστηκε στα ενδιάμεσα οικονομικά αποτελέσματα της Εταιρίας το 2012.
- Θεμάτων αναφορικά με την επένδυση της Εταιρίας στην Banca Transilvania.
- Της ενδεχόμενης παράβασης του άρθρου 11(1)(α) του Νόμου 116 (Ι)/2005, ως ισχύει, αναφορικά με τη μη ανακοίνωση εμπιστευτικών πληροφοριών σε σχέση με την άντληση χρηματοδότησης μέσω ELA.
- Της ενδεχόμενης παράβασης του άρθρου 11(1)(α) του Νόμου 116 (Ι)/2005, ως ισχύει, αναφορικά με τη μη
δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών σε σχέση με την υποβολή αιτήματος από την Εταιρία στο Υπουργείο Οικονομικών για παραχώρηση πρόσθετων κρατικών εγγυήσεων ύψους €3 δις, για ομόλογα που προτίθεται να εκδώσει η Εταιρία για σκοπούς άντλησης ρευστότητας. - Της επάρκειας των προβλέψεων για απομείωση δανείων και απαιτήσεων που αναγνωρίστηκαν από την
Εταιρία για τα έτη 2011 και 2012. - Τα επίπεδα της απομείωσης των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου το 2011.
Η απόφαση της ΕΚ Κύπρου, δεν είναι δεσμευτική για τα δικαστήρια. Σε περίπτωση που πρόσωπο επιθυμεί να απαιτήσει αποζημίωση ή οποιαδήποτε άλλη θεραπεία από την Εταιρία, θα πρέπει να καταχωρήσει από την αρχή αγωγή κατά της Εταιρίας ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Οι πιο πάνω έρευνες βρίσκονται σε εξέλιξη και ως εκ τούτου δεν είναι εφικτό σε αυτό το στάδιο η Εταιρία να εκτιμήσει αξιόπιστα οποιαδήποτε πιθανή υποχρέωση που μπορεί να προκύψει.
Δικαστικές υποθέσεις για Διάσωση με Ίδια Μέσα
Καταθέτες
Αριθμός επηρεαζόμενων καταθετών καταχώρησε αγωγές κατά της Εταιρίας και άλλων μερών (όπως η ΚΤΚ και το Υπουργείο Οικονομικών της Κύπρου) στη βάση, μεταξύ άλλων, ότι ο ‘περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμος του 2013’ και τα διάφορα Διατάγματα που εκδόθηκαν δυνάμει του Νόμου για να εφαρμοστεί η μετατροπή των καταθέσεων σε μετοχές, αντίκεινται στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αγωγές εκ μέρους των επηρεαζόμενων καταθετών καταχωρήθηκαν ενώπιον των επαρχιακών δικαστηρίων και στόχος τους είναι η επιδίκαση αποζημιώσεων για τη ζημιά που ισχυρίζονται ότι έχουν υποστεί από το κούρεμα των καταθέσεων τους, ως αποτέλεσμα των σχετικών Διαταγμάτων. Σε κάποιες από αυτές τις αγωγές εκδόθηκαν προσωρινά απαγορευτικά διατάγματα τα οποία απαγορεύουν στην Εταιρία να μετατρέψει τις καταθέσεις των εν λόγω αιτητών σε μετοχές. Η Εταιρία έλαβε ενεργά μέτρα και πέτυχε την αποδέσμευση και ακύρωση των πλείστων προσωρινών διαταγμάτων. Η Εταιρία υπερασπίζεται σθεναρά τη θέση της ενάντια στις ενέργειες των καταθετών. Η επίλυση διαφορών μέσω των Κυπριακών Δικαστηρίων μπορεί να διαρκέσει πέντε χρόνια ή περισσότερα και κατά συνέπεια, η Εταιρία πιστεύει ότι οι ουσιαστικές διαδικασίες ενώπιον των Επαρχιακών Δικαστηρίων θα διαρκέσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Μέτοχοι
Υπάρχουν επίσης πολυάριθμες προσφυγές ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, καταχωρημένες από μετόχους εναντίον της Κυβέρνησης και της ΚΤΚ σε σχέση με την απομείωση του ποσοστού συμμετοχής τους, ως
αποτέλεσμα του Νόμου περί Εξυγίανσης και των Διαταγμάτων που εκδόθηκαν βάσει αυτού. Στόχος των
διαδικασιών αυτών ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου ήταν να επιτευχθεί η ακύρωση και ο παραμερισμός των
Διαταγμάτων ως αντισυνταγματικά και/ή παράνομα και/ή αντικανονικά. Η Εταιρία εμφανίζεται στις διαδικασίες αυτές ως ενδιαφερόμενο μέρος και έχει υποστηρίξει πως, όπως και με τους καταθέτες, οι αγωγές θα πρέπει να κριθούν στο πλαίσιο του ιδιωτικού δικαίου. Κατά την παρούσα ημερομηνία, τόσο ο Νόμος περί Εξυγίανσης, όσο και τα Διατάγματα δεν έχουν ακυρωθεί από το δικαστήριο και έτσι παραμένουν νομικά έγκυρα και σε ισχύ. Τον Οκτώβριο 2014 το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι διαδικασίες αυτές εμπίπτουν στο πλαίσιο του δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου (ενώπιον των Επαρχιακών Δικαστηρίων), και ως εκ τούτου, όλες οι προσφυγές ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου (υπό την αναθεωρητική του δικαιοδοσία) απορρίφθηκαν. Αναμένεται ότι θα ασκηθούν αγωγές για αποζημιώσεις ενώπιον των Επαρχιακών Δικαστηρίων σε ευθέτω χρόνο. Η τελική εκδίκαση αυτών των αγωγών μέσω των Κυπριακών δικαστηρίων θα μπορούσε να διαρκέσει μερικά χρόνια.
Αγωγές που βασίζονται σε συμψηφισμό
Ορισμένες αγωγές έχουν καταχωρηθεί από πελάτες κατά της Εταιρίας. Οι αγωγές αυτές ισχυρίζονται ότι η εφαρμογή της Διάσωσης με Ίδια Μέσα σύμφωνα με τα περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα Διατάγματα δεν πραγματοποιήθηκε σωστά σε σχέση με αυτούς και, ειδικότερα, ότι δεν έγιναν σεβαστά τα δικαιώματά τους για συμψηφισμό. Για τις διαδικασίες αυτές θα χρειαστεί μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι την τελική έκβασή τους και η Εταιρία θεωρεί ότι δεν θα έχουν σημαντική επίπτωση στην οικονομική κατάσταση της Εταιρίας.
Καταθέτες και μέτοχοι της Λαϊκής Τράπεζας
Η Εταιρία έχει συνενωθεί ως εναγόμενος σε ορισμένες αγωγές που έχουν εγερθεί εναντίον της Λαϊκής Τράπεζας από τους καταθέτες, μετόχους και κατόχους πιστωτικών τίτλων της. Αυτές οι αγωγές έχουν εγκριθεί σε παρόμοια βάση με αυτές που έχουν εγκριθεί από τους καταθέτες και μετόχους της Εταιρίας που έχουν επηρεαστεί από την εφαρμογή της Διάσωσης με Ίδια Μεσα όπως περιγράφονται ανωτέρω. Και πάλι, η νομική διαδικασία θα είναι μακρά. Η Εταιρία θα συνεχίσει να υπερασπίζεται σθεναρά τη θέση της στις διαδικασίες αυτές.
Εφαρμογή των Διαταγμάτων
Περιστασιακά, άλλες αγωγές εγείρονται εναντίον της Εταιρίας σε σχέση με την εφαρμογή των Διαταγμάτων που εκδόθηκαν μετά την εφαρμογή του Νόμου περί Εξυγίανσης (όσον αφορά τον τρόπο και τη μεθοδολογία με την
οποία τα εν λόγω Διατάγματα έχουν εφαρμοστεί). Όλες αυτές οι αγωγές αμφισβητούνται έντονα από την
Εταιρία, σε στενή διαβούλευση με τις αρμόδιες πολιτειακές και κυβερνητικές αρχές.
Η θέση της Εταιρίας είναι ότι ο Νόμος περί Εξυγίανσης και τα Διατάγματα υπερισχύουν όλων των άλλων νόμων. Ως έχουν τα πράγματα, τόσο ο Νόμος περί Εξυγίανσης όσο και τα Διατάγματα που εκδόθηκαν δυνάμει αυτού είναι συνταγματικά και νόμιμα, δεδομένου ότι έχουν θεσπιστεί σωστά και δεν έχουν μέχρι στιγμής ακυρωθεί από οποιοδήποτε δικαστήριο.
Έρευνα Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού (ΕΠΑ)
Μετά από έρευνα, η οποία ξεκίνησε το 2010, η ΕΠΑ εξέδωσε πορίσματα τον Απρίλιο του 2014 ισχυριζόμενη παραβιάσεις του Κυπριακού και του Ευρωπαϊκού Δικαίου Ανταγωνισμού σχετικά με τις δραστηριότητες ή/και παραλείψεις από την Εταιρία, μεταξύ άλλων, σε ότι αφορά συναλλαγές πληρωμών με κάρτες. Η ΕΠΑ ισχυρίστηκε ότι η συμπεριφορά στην αγορά της εταιρίας JCC Payment Systems Ltd (‘JCC’), μιας εταιρίας επεξεργασίας συναλλαγών με κάρτες που ανήκει και ελέγχεται από τις τράπεζες μετόχους της, οι οποίες συμπεριλαμβάνουν και την Εταιρία (η Εταιρία κατέχει το 75% των μετοχών της JCC από τον Μάρτιο του 2013, ενώ προηγουμένως κατείχε το 45%), μαζί με τη συμπεριφορά άλλων τραπεζών, παραβιάζει το δίκαιο του ανταγωνισμού σε διάφορα σημεία. Τόσο η Εταιρία όσο και η JCC αμφισβητούν τους ισχυρισμούς και τις κατηγορίες αυτές.
Υπάρχει επίσης ένας ισχυρισμός σχετικά με τις συμφωνίες της Εταιρίας με την American Express, ότι αυτές οι αποκλειστικές συμφωνίες παραβιάζουν το δίκαιο του ανταγωνισμού. Η Εταιρία αμφισβητεί τις καταγγελίες αυτές και προτίθεται να καταθέσει την υπεράσπισή της στην υπόθεση αυτή.
Στην περίπτωση που επιβληθεί πρόστιμο, αυτό μπορεί να υπολογίζεται ως ποσοστό του κύκλου εργασιών της Εταιρίας. Η πιο πάνω έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη και ως εκ τούτου δεν είναι εφικτό σε αυτό το στάδιο η Εταιρία να εκτιμήσει αξιόπιστα οποιαδήποτε πιθανή υποχρέωση που μπορεί να προκύψει.
CNP – Διαιτησία
Η CNP Cyprus Insurance Holdings Ltd (εταιρία στην οποία το Συγκρότημα κατέχει το 49,9% και αποκτήθηκε μετά ως μέρος της εξαγοράς της Λαϊκής Τράπεζας) είχε ορισμένες αποκλειστικές συμφωνίες με τη Cyprus Popular Bank Public Co Ltd (Λαϊκή Τράπεζα) αναφορικά με τα ασφαλιστικά προϊόντα που προσφέρονταν στην Κύπρο μέσω της δημιουργίας μιας κυπριακής εταιρίας (CNP Κύπρου). Η CNP France κατείχε ποσοστό ύψους
50,1% των μετοχών της CNP Κύπρου και η Λαϊκή Τράπεζα ποσοστό ύψους 49,9% των μετοχών. Στο πλαίσιο της γενικής συμφωνίας μεταξύ των συμβαλλομένων, υπήρχαν δύο συμβάσεις μεταξύ της CNP και της Λαϊκής Τράπεζας – Σύμβαση Μετόχων και Σύμβαση Διανομής.
Όσον αφορά τη Σύμβαση Μετόχων, η Εταιρία (σύμφωνα με τον Νόμο περί Εξυγίανσης και τα Διατάγματα που εκδόθηκαν βάσει αυτού) διαδέχτηκε τη συμμετοχή της Λαϊκής Τράπεζας και έγινε μέτοχος της CNP Κύπρου με ποσοστό συμμετοχής ύψους 49,9%.
Μετά την ένταξη της Λαϊκής Τράπεζας σε καθεστώς εξυγίανσης, η CNP κίνησε διαδικασία διαιτησίας στο Λονδίνο υπό την αιγίδα του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου, υποστηρίζοντας ότι η Εταιρία είναι διάδοχος της Λαϊκής Τράπεζας σε σχέση και με τις δύο συμβάσεις και ότι οι εν λόγω συμβάσεις (ιδίως η Σύμβαση Διανομής) έχουν παραβιαστεί. Η CNP διεκδικεί ποσά ύψους €105 εκ. και €75 εκ. από την Εταιρία. Η Εταιρία εκτιμά ότι έχει καλές υπερασπίσεις όσον αφορά και τις δύο διαδικασίες και προτίθεται να τις αντικρούσει σθεναρά. Μία από τις υπερασπίσεις που έθεσε η Εταιρία είναι η ματαίωση (frustration) των συμβάσεων, αφού λόγω των πολύ σημαντικών αλλαγών του Μαρτίου 2013, οι συμβάσεις που έχουν συναφθεί μεταξύ της CNP και της Λαϊκής Τράπεζας είναι αδύνατον να λειτουργήσουν στο πλαίσιο της νέας πραγματικότητας. Η ακρόαση της διαδικασίας της επιδιαιτησίας θα πραγματοποιηθεί κάποια στιγμή τον Μάιο του 2016.
Λοιπές επιδικίες
Το Συγκρότημα εμπλέκεται σε αριθμό άλλων δικαστικών διαφορών που προέρχονται από τις συνήθεις εργασίες του, κυρίως σε Κύπρο και Ελλάδα. Για μια απ’ αυτές τις υποθέσεις σχετικά με τις μη συνεχιζόμενες δραστηριότητες στην Ελλάδα αναγνωρίστηκε πρόβλεψη ύψους €38.950 χιλ., μετά από δικαστική απόφαση. Η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Δικαστικές διαφορές στη Ρουμανία
Τα τελευταία χρόνια, δύο από τα τότε στελέχη της Εταιρίας, έχουν κατηγορηθεί για αδικήματα που αφορούσαν χειραγώγηση της αγοράς στη Ρουμανία (σε σχέση με την αγορά συμμετοχής στη Banca Transilvania). Τα
στελέχη αθωώθηκαν δύο φορές στο παρελθόν, αλλά η Εισαγγελία στη Ρουμανία κατέθεσε τελική προσφυγή
ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου (High Court of Justice), της ανώτατης δικαστικής βαθμίδας της Ρουμανίας,
στην οποία παρουσιάστηκαν ‘νέα στοιχεία’. Στην απόφαση που εκδόθηκε στις 2 Ιουλίου 2014, το Ανώτατο Δικαστήριο επιβεβαίωσε τις προηγούμενες αθωωτικές αποφάσεις και απέρριψε όλες τις κατηγορίες εναντίον των κατηγορουμένων.
Υποθέσεις Ταμείου Προνοίας
Εκκρεμούν 23 αγωγές ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών από πρώην υπαλλήλους σε σχέση με τα συνταξιοδοτικά ωφελήματά τους. Οι υπάλληλοι αυτοί συνταξιοδοτήθηκαν ή/και αποχώρησαν από την Εταιρία
το 1999 και ισχυρίζονται ότι η Εταιρία ή/και το Ταμείο Προνοίας της Εταιρίας δεν υπολόγισαν ορθά τα ωφελήματα τους. Σε περίπτωση που οι αγωγές εκδικαστούν υπέρ των πρώην υπαλλήλων, το συνολικό ποσό αποζημίωσης θα ανέλθει γύρω στα €24 εκατ. Η πρόβλεψη έχει γίνει με βάση τη βέλτιστη εκτίμηση της
διοίκησης για πιθανές εκροές.
Ιδιωτικές Ποινικές Διώξεις
Έχουν καταχωρηθεί έξι ιδιωτικές ποινικές διώξεις από συγκεκριμένους πελάτες της Εταιρίας εναντίον της Εταιρίας και ορισμένων από τους Διοικητικούς Συμβούλους και αξιωματούχους με τις οποίες προωθούνται οι διαφορές τους και τα παράπονά τους. Πρόκειται για διώξεις οι οποίες έχουν καταχωρηθεί από ιδιώτες και όχι από το Κράτος. Δύο από αυτές αφορούν ισχυρισμούς για αποτυχία αναδιάρθρωσης δανειακών υποχρεώσεων πελατών, άλλες δύο αφορούν ισχυριζόμενη παραπληροφόρηση στις οικονομικές καταστάσεις, μία αφορά ισχυριζόμενη συνομωσία σχετικά με απαίτηση βάσει εγγυητικής και μία αναφέρεται σε εγγραφή υποθηκών με ψευδείς παραστάσεις. Κατά πάσα πιθανότητα, αυτές θα απορριφθούν. Η Εταιρία έχει αποταθεί στον Γενικό Εισαγγελέα για αναστολή των διώξεων (nolle prosequi).
Γενικές Ποινικές Έρευνες
Ως μέρος των ερευνών και ανακρίσεων σε σχέση με την οικονομική κρίση η οποία κορυφώθηκε τον Μάρτιο
2013, ο Γενικός Εισαγγελέας και η Αστυνομία διεξάγουν διάφορες έρευνες (εμπιστευτικά). Η Εταιρία συνεργάζεται πλήρως με τις αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας και παρέχει όλη την απαιτούμενη πληροφόρηση. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες επί του παρόντος, η Εταιρία είναι της άποψης ότι περαιτέρω
έρευνες ή απαιτήσεις που ενδέχεται να προκύψουν από τις εν λόγω έρευνες δεν θα έχουν σημαντική επίπτωση στην οικονομική κατάσταση της Εταιρίας.