Τράπεζα Κύπρου: Στοχεύει σε κέρδη 180 εκατ. ευρώ το 2018 μετά τις ζημιές στο α΄εξάμηνο του 2017
Η τράπεζα αναμένει προκαταρκτικά για το 2018 τα κέρδη ανά μετοχή να ανέλθουν στα 40 σεντς
Σε κέρδη 180 εκατ. ευρώ στοχεύει ι η Τράπεζα Κύπρου για το 2018, μετά την καταγραφή ζημιών 554 εκατ. ευρώ στο α΄εξάμηνο του 2017.
Η τράπεζα αναμένει προκαταρκτικά για το 2018 τα κέρδη ανά μετοχή να ανέλθουν στα 40 σεντς, που με βάση τις 446 εκ. μετοχές, αντιστοιχούν με περίπου 180 εκατ. ευρώ.
Ειδικότερα, στα 554 εκατ. ευρώ διαμορφώθηκαν οι ζημίες της Τράπεζας Κύπρου το α' 6μηνο του 2017, σε σύγκριση με κέρδη μετά τη φορολογία ύψους 56 εκατ. ευρώ για το α’ εξάμηνο 2016.
Η ζημιά μετά τη φορολογία που αναλογεί στους ιδιοκτήτες της Εταιρίας για το β’ τρίμηνο 2017 ανήλθε σε 556 εκατ. ευρώ, σε σύγκριση με κέρδη μετά τη φορολογία ύψους 2 εκατ. ευρώ για το α’ τρίμηνο 2017.
Ο δείκτης κεφαλαίου core equity tier 1 ratio διαμορφώθηκε στο 12,3%, χάνοντας 2,2 ποσοστιαίες μονάδες.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την ανακοίνωση, τα καθαρά έσοδα από τόκους και το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο για το α’ εξάμηνο 2017 ανήλθαν σε 316 εκατ. ευρώ και 3.37% αντίστοιχα.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους μειώθηκαν κατά 12% σε σύγκριση με 360 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος, αντικατοπτρίζοντας το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων και τη μείωση στο σύνολο των δανείων κυρίως λόγω των συμφωνιών ανταλλαγής χρέους με περιουσιακά στοιχεία (debt for asset swaps).
Τα καθαρά έσοδα από τόκους και το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο για το β’ τρίμηνο 2017 ανήλθαν σε 160 εκατ. ευρώ και 3.38% αντίστοιχα, στα ίδια επίπεδα με το α’ τρίμηνο 2017.
Ο μέσος όρος των τοκοφόρων περιουσιακών στοιχείων για το α’ εξάμηνο 2017 ανήλθε σε 18,952 εκατ. ευρώ, μειωμένος κατά 6% σε ετήσια βάση κυρίως λόγο των συμφωνιών ανταλλαγής χρέους με περιουσιακά στοιχεία (debt for asset swaps).
Ο μέσος όρος των τοκοφόρων περιουσιακών στοιχείων για το β’ εξάμηνο 2017 ανήλθε σε 18,996 εκατ. ευρώ, παραμένοντας σε παρόμοια επίπεδα με το προηγούμενο τρίμηνο.
Τα μη επιτοκιακά έσοδα για το α’ τρίμηνο 2017 ανήλθαν σε 154 εκατ. ευρώ με επαναλαμβανόμενα έσοδα αποτελούμενα από καθαρά έσοδα από δικαιώματα και προμήθειες ύψους 88 εκατ. ευρώ και καθαρά έσοδα από ασφαλιστικές εργασίες ύψους 25 εκατ. ευρώ.
Τα μη επιτοκιακά έσοδα για το β’ τρίμηνο 2017 ανήλθαν σε 77 εκατ. ευρώ (στα ίδια επίπεδα με το προηγούμενο τρίμηνο), αποτελούμενα κυρίως από καθαρά έσοδα από δικαιώματα και προμήθειες ύψους 45 εκατ. ευρώ, καθαρά κέρδη από διαπραγμάτευση συναλλάγματος και καθαρά κέρδη από άλλα χρηματοοικονομικά μέσα ύψους 12 εκατ. ευρώ και καθαρά έσοδα από ασφαλιστικές εργασίες ύψους 15 εκατ. ευρώ.
Τα μη επιτοκιακά έσοδα για το α΄ εξάμηνο 2017 αυξήθηκαν κατά 27% σε ετήσια βάση, κυρίως λόγω της εισαγωγής νέων και αυξημένων χρεώσεων και προμηθειών κατά το δ΄ τρίμηνο του 2016.
Τα έσοδα από ασφαλιστικές δραστηριότητες μείον απαιτήσεις και προμήθειες ανήλθαν σε 15 εκατ. ευρώ για το β΄ τρίμηνο 2017, αυξημένα κατά 34% σε τριμηνιαία βάση, ως αποτέλεσμα της καλύτερης επίδοσης των θυγατρικών ασφαλιστικών εταιρειών, κυρίως λόγω της αύξησης νέας εργασίας, καλύτερης απόδοσης των επενδύσεων και χαμηλότερα επίπεδα των ασφαλιστικών απαιτήσεων.
Το υπόλοιπο μέρος των μη επιτοκιακών εσόδων για το β΄ τρίμηνο 2017 ανήλθε σε κέρδος 17 εκατ. ευρώ (σε σχέση με €24 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο), το οποίο περιλαμβάνει καθαρό κέρδος ύψους 1 εκατ. ευρώ από την πώληση ακινήτων από τη ΔΔΑ (σε σύγκριση με €11 εκατ. για το προηγούμενο τρίμηνο).
Τα συνολικά έσοδα για το α’ εξάμηνο 2017 ανήλθαν σε 470 εκατ. ευρώ, σε σύγκριση με 482 εκατ. ευρώ για το α’ εξάμηνο 2016 (2% μείωση σε ετήσια βάση), με τη μείωση στα συνολικά έσοδα να αντικατοπτρίζει κυρίως τη μείωση στα καθαρά έσοδα από τόκους.
Τα συνολικά έσοδα για το β΄ τρίμηνο 2017 ανήλθαν σε 237 εκατ. ευρώ, σε σύγκριση με 233 εκατ. ευρώ για το α΄ τρίμηνο 2017.
Τα συνολικά έξοδα για το α’ εξάμηνο 2017 ανήλθαν σε €214 εκατ., εκ των οποίων 52% αφορά κόστος προσωπικού (€111 εκατ.), 40% αφορούν άλλα λειτουργικά έξοδα (€85 εκατ.) και 8% αφορά ειδική εισφορά επί των καταθέσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων στην Κύπρο και συνεισφορά στο Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (ΕΤΕ) (€18 εκατ.).
Τα συνολικά έξοδα για το β’ τρίμηνο 2017 ανήλθαν σε €107 εκατ., στα ίδια επίπεδα με το προηγούμενο τρίμηνο.
Τα συνολικά λειτουργικά έξοδα για το β’ τρίμηνο 2017 ανήλθαν σε €101 εκατ., σε σύγκριση με €95 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο (αυξημένα κατά 6% σε ετήσια βάση).
Το κόστος προσωπικού για το β΄ τρίμηνο 2017 ανήλθε σε €57 εκατ. αυξημένο κατά 6% σε ετήσια βάση, κυρίως λόγω των δεδουλευμένων προσαυξήσεων των υπαλλήλων μετά την ανανέωση της συλλογικής σύμβασης με τη συνδικαλιστική οργάνωση των τραπεζικών υπαλλήλων.
Τα άλλα λειτουργικά έξοδα για το β’ τρίμηνο 2017 ανήλθαν σε €44 εκατ., αυξημένα κατά 7% σε τριμηνιαία βάση, κυρίως λόγω της αύξησης στα έξοδα προβολής, στις συμβουλευτικές και άλλες επαγγελματικές αμοιβές κατά το β’ τρίμηνο 2017.
Η ειδική εισφορά επί των καταθέσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων στην Κύπρο και η συνεισφορά ΕΤΕ για το β’ τρίμηνο 2017, ανήλθε σε €6 εκατ., σε σύγκριση με €12 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο.
Η μείωση σχετίζεται με την ετήσια συνεισφορά ΕΤΕ για το 2017, η οποία είχε λογιστεί πλήρως κατά το α΄ τρίμηνο 2017 σύμφωνα με τις πρόνοιες των ΔΠΧΑ.
Ο δείκτης κόστος προς έσοδα για το α’ εξάμηνο 2017 ανήλθε σε 46%. Αναπροσαρμοσμένος για την ειδική εισφορά επί των καταθέσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων στην Κύπρο και τη συνεισφορά στο ΕΤΕ, ο δείκτης κόστος προς έσοδα για το α’ εξάμηνο 2017 ανήλθε σε 42%.
Ο δείκτης κόστος προς έσοδα για το β΄ τρίμηνο 2017 ανήλθε σε 45%, σε σύγκριση με 46% για το α’ τρίμηνο 2017.
Αναπροσαρμοσμένος για την ειδική εισφορά επί των καταθέσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων στην Κύπρο και τη συνεισφορά στο ΕΤΕ, ο δείκτης κόστος προς έσοδα για το β’ τρίμηνο 2017 ανήλθε σε 43% σε σύγκριση με 41% το α’ τρίμηνο 2017, κυρίως λόγω αύξησης του κόστους προσωπικού σχετικά με τον προκαταρκτικό αντίκτυπο από την ανανέωση της συλλογικής σύμβασης με τη συνδικαλιστική οργάνωση των τραπεζικών υπαλλήλων.
Τα λειτουργικά κέρδη για το α’ εξάμηνο 2017 ανήλθαν σε €256 εκατ., σε σύγκριση με €280 εκατ. το α’ εξάμηνο 2016 (μειωμένα κατά 9% σε ετήσια βάση).
Η μείωση αντικατοπτρίζει κυρίως τα μειωμένα καθαρά έσοδα από τόκους και αυξημένα έξοδα εκτός του κόστους προσωπικού, περιλαμβανομένου και της συνεισφοράς στο ΕΤΕ.
Τα λειτουργικά κέρδη για το β΄ τρίμηνο 2017 ανήλθαν σε €130 εκατ., σε σύγκριση με €126 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο.
Οι προβλέψεις για το α’ εξάμηνο 2017 ανήλθαν σε €656 εκατ., σε σύγκριση με €158 εκατ. την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους.
Οι προβλέψεις για το β΄ τρίμηνο 2017 ανήλθαν σε €592 εκατ. (σε σύγκριση με €64 εκατ. το α’ τρίμηνο 2017), μετά τις επιπρόσθετες προβλέψεις ύψους περίπου €500 εκατ., αυξάνοντας τον δείκτη κάλυψης δανείων στο 48%, πλησίον στο μεσοπρόθεσμο στόχο του 50%.
Τα αυξημένα επίπεδα των προβλέψεων αντικατοπτρίζουν τις αλλαγές στις παραδοχές των προβλέψεων της Τράπεζας ως αποτέλεσμα της αναθεώρησης της στρατηγικής του Συγκροτήματος για πιο ενεργή διερεύνηση άλλων καινοτόμων στρατηγικών επιλογών για περαιτέρω επιτάχυνση της μείωσης κινδύνου στον ισολογισμό και ολοκληρώνουν τον συνεχή εποπτικό διάλογο με την ΕΚΤ για το εν λόγω θέμα.
Μετά τις επιπρόσθετες προβλέψεις, η ετησιοποιημένη χρέωση προβλέψεων για το α’ εξάμηνο 2017 αναλογεί σε 4.2% επί του συνόλου των δανείων, σε σύγκριση με τη χρέωση προβλέψεων ύψους 1.3% για το α΄ τρίμηνο 2017.
Η ετησιοποιημένη χρέωση προβλέψεων για το α’ εξάμηνο 2017 περιλαμβάνοντας τις απομειώσεις άλλων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων αναλογεί σε 4.3% επί του συνόλου των δανείων, σε σύγκριση με 1.7% για το α΄ τρίμηνο 2017 και για το έτος 2016.
Ποσό ύψους περίπου €500 εκατ. που αντικατοπτρίζει τη μη-επαναλαμβανόμενη χρέωση από τις τροποποιήσεις στις παραδοχές των προβλέψεων περιλαμβάνεται στη χρέωση προβλέψεων ως ποσοστό των χορηγήσεων (cost of risk) αλλά δεν έχει ετησιοποιηθεί.
Στις 30 Ιουνίου 2017, οι συσσωρευμένες προβλέψεις, περιλαμβανομένης της αναπροσαρμογής στην εύλογη αξία κατά την αρχική αναγνώριση και περιλαμβανομένων των προβλέψεων για στοιχεία εκτός ισολογισμού, ανήλθαν σε €4,638 εκατ. (σε σύγκριση με €4,334 εκατ. στις 31 Μαρτίου 2017 και €4,519 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2016) και αναλογούν σε 23.8% επί του συνόλου των δανείων (σε σύγκριση με 21.7% στις 31 Μαρτίου 2017 και 22.4% στις 31 Δεκεμβρίου 2016).
Η αύξηση των συσσωρευμένων προβλέψεων κατά το β’ τρίμηνο 2017 ανήλθε σε €304 εκατ. και οφείλεται κυρίως στις αυξημένες προβλέψεις ύψους περίπου €500 εκατ.
Η μείωση στις συσσωρευμένες προβλέψεις κατά το προηγούμενο τρίμηνο ανερχόταν σε €185 εκατ.
Οι απομειώσεις άλλων χρηματοοικονομικών και μη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων για το α’ εξάμηνο 2017 ανήλθαν σε €36 εκατ., σε σύγκριση με €22 εκατ. το α’ εξάμηνο 2016 (αυξημένα κατά 67% σε ετήσια βάση) και επηρεάστηκαν κυρίως από απομειώσεις αναφορικά με παρελθοντικές εκθέσεις και ζημιές απομείωσης αποθεμάτων ακινήτων σε Ελλάδα και Ρουμανία. Οι απομειώσεις άλλων χρηματοοικονομικών και μη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων για το β΄ τρίμηνο 2017 ανήλθαν σε €4 εκατ. (σε σύγκριση με €32 εκατ. για το α΄ τρίμηνο 2017), κυρίως αναφορικά με ζημιές απομείωσης ακινήτων στην Ελλάδα.
Οι προβλέψεις για επιδικίες και κανονιστικά ζητήματα για το β’ τρίμηνο 2017 ανήλθαν σε €18 εκατ. σε σύγκριση με €17 εκατ. για το προηγούμενο τρίμηνο.
Τα αυξημένα επίπεδα κατά το β΄ τρίμηνο 2017 περιλαμβάνουν χρεώσεις προβλέψεων ύψους €13 εκατ. που αφορούν δικαστικές υποθέσεις για τίτλους που εκδόθηκαν από την Τράπεζα μεταξύ του 2007 και 2011 και €5 εκατ. χρεώσεις προβλέψεων για προσφυγές αναφορικά με τις δραστηριότητες του Συγκροτήματος στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Η χρέωση για το α’ τρίμηνο 2017 σχετίζεται κυρίως με το πρόστιμο το όποιο έχει επιβάλει η Κυπριακή Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού. Το πρόστιμο αφορά καταγγελίες που έγιναν το 2010 σχετικά με ισχυριζόμενη κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης που κατείχε η Τράπεζα στην αγορά συναλλαγών με κάρτες.
Η χρέωση φορολογίας για το α’ εξάμηνο ανήλθε σε €72 εκατ., σε σύγκριση με €12 εκατ. το α’ εξάμηνο 2016.
Η χρέωση φορολογίας για το β’ τρίμηνο ανήλθε σε €66 εκατ., σε σύγκριση με €6 εκατ. το α’ τρίμηνο 2017.
Η αύξηση οφείλεται στη μείωση της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης κατά €62 εκατ., λόγω της αύξησης στις προβλέψεις για απομείωση δανείων και απαιτήσεων από πελάτες και την αξιολόγηση της πιθανής ανάκτησης της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης.
Η ζημιά μετά τη φορολογία και πριν τα έξοδα αναδιάρθρωσης για το α’ εξάμηνο 2017 ανήλθαν σε €540 εκατ. σε σύγκριση με κέρδη μετά τη φορολογία και πριν τα έξοδα αναδιάρθρωσης ύψους €84 εκατ. το α’ εξάμηνο 2016.
Η ζημιά μετά τη φορολογία και πριν τα έξοδα αναδιάρθρωσης για το β΄ τρίμηνο 2017 ανήλθαν σε €549 εκατ., σε σύγκριση με κέρδη μετά τη φορολογία και πριν τα έξοδα αναδιάρθρωσης ύψους €9 εκατ. το α’ τρίμηνο 2017.
Τα έξοδα συμβούλων, το Σχέδιο Εθελούσιας Αποχώρησης και τα άλλα έξοδα αναδιάρθρωσης για το α’ εξάμηνο 2017 ανήλθαν σε €14 εκατ. σε σύγκριση με €87 εκατ. για το α’ εξάμηνο 2016 (μειωμένα κατά 84% σε ετήσια βάση).
Δήλωση Διευθύνοντος Συμβούλου Συγκροτήματος, John Patrick Hourican
«Η Τράπεζα συνεχίζει να σημειώνει καλή πρόοδο στην πορεία της για ανάκτηση της ισχυρής της θέσης.
Τα οικονομικά αποτελέσματα του α’ εξαμήνου αντικατοπτρίζουν την προηγούμενη πολιτική της Τράπεζας όσον αφορά την απορρόφηση της λειτουργικής κερδοφορίας για την περαιτέρω μείωση του κινδύνου στον ισολογισμό.
Το Διοικητικό Συμβούλιο επίσης σκόπιμα αποφάσισε να διαθέσει επιπλέον περίπου €500 εκατ. από τα κεφάλαια της Τράπεζας, μέσω αυξημένων προβλέψεων, για την περαιτέρω επιτάχυνση της μείωσης του κινδύνου στον ισολογισμό.
Η κάλυψη των ΜΕΔ (βάσει ΕΑΤ) με προβλέψεις ανέρχεται σε 48%, πιο πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, και αναμένουμε να ξεπεράσει τον μεσοπρόθεσμο στόχο μας του 50% μέχρι το τέλος του χρόνου.
Αυτό ουσιαστικά ολοκληρώνει τον διάλογο με την ΕΚΤ για το θέμα αυτό.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Τράπεζα να αναγνωρίσει, για το πρώτο εξάμηνο του 2017, ζημιά ύψους €554 εκατ.
Αναμένουμε, για το υπόλοιπο του έτους 2017, να συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε τη λειτουργική κερδοφορία για περεταίρω μείωση του κινδύνου στον ισολογισμό και, μετά την υιοθέτηση του προτύπου ΔΠΧΑ 9 την 1 Ιανουαρίου 2018, να είμαστε σε θέση να παρουσιάσουμε μια πιο ομαλή χρέωση προβλέψεων.
Η κεφαλαιακή θέση της Τράπεζας παραμένει επαρκής, παρόλες τις αυξημένες προβλέψεις.
Στις 30 Ιουνίου 2017, ο δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (με μεταβατικές διατάξεις) ανήλθε σε 12.3% και ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας ανήλθε σε 13.8%, πάνω από τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις.
Η θετική δυναμική στη μείωση του κινδύνου στον ισολογισμό συνεχίστηκε κατά το β’ τρίμηνο.
Έχουμε σημειώσει σημαντική μείωση στα ΜΕΔ (βάσει ΕΑΤ) για εννιά συνεχόμενα τρίμηνα και αναμένουμε η οργανική μείωση αυτή να συνεχιστεί τα επόμενα τρίμηνα. Συνολικά, τα ΜΕΔ (βάσει ΕΑΤ) μειώθηκαν κατά 12% ή €1.3 δις κατά το α’ εξάμηνο του 2017.
Οι καταθέσεις παρέμειναν στα ίδια επίπεδα το α’ εξάμηνο του έτους και χρηματοδοτούν πλήρως το δανειακό χαρτοφυλάκιο.
Η προσοχή μετατοπίζεται από την αύξηση των καταθέσεων στη διασφάλιση ότι η καταθετική βάση έχει την κατάλληλη σύνθεση για συμμόρφωση με τις ελάχιστες κανονιστικές απαιτήσεις για τους Δείκτες Κάλυψης Ρευστότητας και Καθαρής Σταθερής Χρηματοδότησης.
Με ευχαρίστηση παρατηρούμε ότι η Κυπριακή οικονομία συνεχίζει να ανακάμπτει σημειώνοντας ρυθμό ανάπτυξης 3.5% για το β’ τρίμηνο 2017, το δεύτερο μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρώπη.
Τα νέα δάνεια που χορηγήθηκαν κατά τη διάρκεια του εξαμήνου ανήλθαν σε €1.1 δις, ποσό μεγαλύτερο από το διπλάσιο των νέων δανείων που δόθηκαν την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους».
www.bankingnews.gr